Σωτήρης Μητραλέξης | The Press Project

«Σε τι κόσμο θα ζήσουμε; Ποια εποχή ανατέλλει μπροστά μας; Ζούμε το κύκνειο άσμα μιας παγκόσμιας τάξης και την απαρχή ενός νέου μακροϊστορικού κύκλου» — έτσι αυτοσυστήνεται το νέο βιβλίο που προέκυψε από τη συνεργασία των εκδόσεων ΤΟΠΟΣ με το mέta, «Το Τέλος της Μεγάλης Παρέκκλισης: από την Ουκρανία και την Πανδημία στη Νέα Πλανητική Τάξη» του Δημήτρη Β. Πεπόνη.

Στις 362 σελίδες του, το βιβλίο σκιαγραφεί το τέλος ενός κόσμου και τη διαμόρφωση της νέας πλανητικής τάξης∙ η αφορμή, η επικαιρότητα από την οποία εκκινεί είναι ο πόλεμος της Ουκρανίας και η κρίση της πανδημίας, όμως το τέλος το οποίο περιγράφει και αναλύει είναι ήκιστα επικαιρικό. Και οι βασικές συντεταγμένες της εποχής που αναδύεται μετά από αυτό το τέλος και το διαδέχεται δεν υπακούν στους συνήθεις, «δημοσιογραφικούς» κανόνες της επικαιρότητας. Ουσιαστικά, το βιβλίο πραγματεύεται το κλείσιμο, την ολοκλήρωση και έκλειψη, τριών διαφορετικών και εν μέρει επάλληλων ιστορικών κύκλων:

Αν και ο τίτλος του βιβλίου προδιαθέτει τους αναγνώστες για ένα μελέτημα διεθνούς πολιτικής με στοιχεία ιστορίας ή, όπως έχουμε μάθει να λέμε, «διεθνών σχέσεων», έχουμε συνηθίσει να αναφερόμαστε με τέτοιους όρους σε γλώσσες και αναλύσεις πιο επικαιρικού χαρακτήρα ή, αν θέλετε, δημοσιογραφικής υφής – κι ας φέρουν το μανδύα και τη σκευή της σχετικής επιστημοσύνης. Εδώ εκτίθεται ένα εγχείρημα με αξιώσεις συνολικότερης και βαθύτερης ιχνηλάτησης των συντεταγμένων του κόσμου στον οποίο ζούμε και, συνεκδοχικά, του κόσμου που σταδιακά, αλλά με ιδιαιτέρως εμφανή τα σημάδια του, αναδύεται. Ένα πιο «ευρύ» εργαλείο για την κατανόηση του κόσμου μας.

Πριν ξεκινήσουμε με την αφορμή του πολέμου της Ουκρανίας, το βιβλίο δίνει από τις αφετηριακές σελίδες μια πρόγευση της «μεγάλης εικόνας», ένα συνοπτικό περίγραμμα των στοιχείων και, όπως αναφέραμε, των συντεταγμένων ενός αναδυόμενου κόσμου. Προχωρούμε στη μελέτη μιας προϋπόθεσης για να κατανοήσουμε τη φύση και τα διακυβεύματα αυτού που φαινομενικά άρχισε το 2022 στην ευρωπαϊκή ήπειρο με το ξέσπασμα του πολέμου της Ουκρανίας, δηλαδή σε μια αναδίφηση στους παγκοσμίους πολέμους που προηγήθηκαν κατά τον 20ό αιώνα: στον Μεγάλο Πόλεμο (Α΄ΠΠ) και τη συνέχειά του (Β΄ΠΠ), στις στρεβλώσεις της ιστοριογραφίας τους, στα ζωτικά τους μέτωπα και στο εισέτι ανεπίλυτο αυτών.

Σύντομα η μελέτη των αιτίων και των κεντρικών διακυβευμάτων του πολέμου της Ουκρανίας δίνει τη θέση της στην ανατομία κεντρικών ζητουμένων του ευρύτερου πεδίου, το οποίο εν πολλοίς εκφεύγει από αυτό καθ’ αυτό το έδαφος της Ουκρανίας: ζητουμένων ευρύτερης πολιτικής γεωγραφίας, της φύσης του πολέμου, της ειρήνης και της αποτροπής, της θέσης και κατάστασης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στρατηγικών διλημμάτων, «Δύσης» και «Ανατολής», εργαλειακής ιστοριογραφίας, μελλοντικών ενδεχομένων. Αυτά καταλαμβάνουν το πρώτο μέρος αυτού του βιβλίου. Το οποίο ακολουθείται, στο δεύτερο μέρος, από μια συνολικότερη διερεύνηση της πορείας προς την ολοκλήρωση της αμερικανικής ηγεμονικής περιόδου.

Το τρίτο μέρος επιστρέφει σε στοιχεία και μοτίβα των προηγούμενων διερευνήσεων, αλλά από μια διαφορετική ματιά, φωτίζοντας μεταξύ άλλων στοιχεία πολιτικής γεωγραφίας, υδάτινων πεδίων διασύνδεσης, δημογραφίας, ιδεολογιών, μακροδομών πέρα από την εκ-τυφλωτικά περιοριστική τυραννία της επικαιρότητας και της αναπηρίας που προκαλεί ο περιορισμός σε αυτήν σε κάθε εγχείρημα αναλυτικής σκέψης. Το βιβλίο ολοκληρώνεται, και κατά μία έννοια επιστεγάζεται, με μια επιλογική ανάγνωση των εξελίξεων της πανδημίας του COVID-19 και κυρίως των lockdowns (της «καραντίνας») αλλά και της χρήσης της τεχνολογίας σε αυτήν την συνάφεια ως περαιτέρω ένδειξη της απαρχής ενός νέου ιστορικού κύκλου, συνεπικουρώντας τις προηγούμενες αναγνώσεις από διαφορετική σκοπιά και αφετηρία. Με έναν τρόπο, το βιβλίο στο σύνολό του αποτελεί μια διευρυμένη εκδοχή του σημειώματος με το οποίο κλείνει: ένα χρονολόγιο που ίσως θα έγραφε ένας μελετητής και ερευνητής της εποχής μας από ένα πιθανό μέλλον.

Αντί για να «διαλέξει πλευρά» στα κάθε είδους διχοτομικά διλήμματα της εποχής, στις κάθε είδους πολώσεις γόνιμες σε φαντασιώσεις ισχύος, το «Τέλος της Μεγάλης Παρέκκλισης» προϋποθέτει την κατάδειξη της ψευδούς φύσης των συγκεκριμένων εν χρήσει διπόλων – από το «Δύση και Ανατολή» ή «Δύση και οι Υπόλοιποι (the West and the Rest)», το «φιλελεύθεροι εναντίον μη φιλελευθέρων» και το «δημοκρατίες εναντίον αυταρχιών» μέχρι το «πρόοδος-συντήρηση» και το «παρελθόν-μέλλον», όπως τουλάχιστον το έχουμε μάθει στο πλαίσιο συγκεκριμένων ιστοριογραφικών σχημάτων. Υπονομεύει το ίδιο το υπόβαθρο των διχοτομήσεων με τις οποίες έχουμε μάθει (διόρθωση: μας έχουν μάθει) να δομούμε την σκέψη μας, οδηγούμενοι σε συμπεράσματα ερήμην μας μέσω ενός αυτόματου πιλότου. Διότι τα παλιά εργαλεία έχουν σπάσει∙ οι παλιοί κανόνες απλώς δεν ισχύουν πλέον. Ως προς αυτό, πρόκειται για ένα επικίνδυνο βιβλίο.

Το βιβλίο αυτό κυκλοφορεί στην εκδοτική σειρά του mέta, του Κέντρου Μετακαπιταλιστικού Πολιτισμού, στις εκδόσεις ΤΟΠΟΣ. Ήδη από τον τίτλο του, το mέta | Κέντρο Μετακαπιταλιστικού Πολιτισμού σηματοδοτεί την αξίωση και στοχοθεσία ενασχόλησης με ένα εύρος εποχής που μετριέται σε αιώνες (τους αιώνες του καπιταλισμού, εν προκειμένω) και με αυτό που τη διαδέχεται και εκκρεμεί∙ αναφερόμενο σε μετακαπιταλισμό, δηλαδή στα μετά-τον-καπιταλισμό, το mέta διανοίγει τη διερώτηση για μια περίοδο που μάλλον εκφεύγει των ορίων, της εμβέλειας και του ορίζοντα των συνήθων λόγων περί του πολιτικού. Συγκεκριμένα, στο εισαγωγικό κείμενο του ερευνητικού τομέα του mέta, το οποίο προτάσσεται στις εκδόσεις της παρούσας σειράς του ΤΟΠΟΥ, αναφέρεται πως

«έχει σημειωθεί ότι είναι ευκολότερο να φανταστεί κανείς το τέλος του κόσμου παρά το τέλος του καπιταλισμού — παρατήρηση που συνιστά επίκληση στην ανάγκη για σοβαρό αναστοχασμό γύρω από το τέλος της υπάρχουσας τάξης και τη μετάβαση σε έναν μετακαπιταλιστικό τρόπο ζωής. Όμως το μέλλον της παγκόσμιας οικονομίας αποτελεί μία μόνο από τις πτυχές του μετακαπιταλισμού. Εν τέλει, μπορεί ο ίδιος ο καπιταλισμός να είναι εκ πρώτης όψεως ένα οικονομικό σύστημα, αλλά έχει εξελιχθεί σε μία ολιστική πολιτική, πολιτισμική, ανθρωπολογική και διεθνή τάξη. Ο μετακαπιταλισμός, με όποιον τρόπο κι αν εξελιχθεί, δεν είναι απλώς μια τροποποίηση ενός οικονομικού συστήματος, αλλά εκ των πραγμάτων ένα νέο πολιτικό, πολιτισμικό, ανθρωπολογικό, πολιτισμικό παράδειγμα – μια νέα εποχή. Δυστοπική, ουτοπική, ή οτιδήποτε ανάμεσα σε αυτά τα δύο. Και οι αναταράξεις στη σταδιακή μετάβαση είναι ήδη μπροστά στα μάτια όλων. Η ολιγαρχική παρακμή της φιλελεύθερης δημοκρατίας γεννά αναρίθμητες παραλλαγές αυταρχικών τάσεων∙ η αλυσίδα τροφοδοσίας θυσιών στον παγκόσμιο Μινώταυρο αντιμετωπίζει όλο και νεώτερα εμπόδια∙ νέες προσδοκίες για χειραφέτηση αρθρώνονται∙ το χάσμα ανάμεσα σε μεγα-πόλεις και επαρχίες εγκυμονεί σιωπηρούς ψυχρούς εμφυλίους∙ η ανάδυση ενός μη-αγγλόφωνου, μη-ατλαντικού, μη-φιλελεύθερου, μη-δικομματικού κράτους στη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη είναι προ των πυλών, ανατρέποντας μια τάξη δύο αιώνων. Οι αλλαγές στην παγκόσμια δημογραφία και γεωπολιτική είναι ιλιγγιώδεις∙ η κλιματική αλλαγή απειλεί την ίδια μας την ύπαρξη. Μεταμορφώσεις γιγαντιαίων διαστάσεων ανασχηματίζουν ριζικά τον κόσμο μπροστά στα μάτια μας.»

Αν και οι αναλύσεις, έννοιες και εστιάσεις του βιβλίου του Δημήτρη Β. Πεπόνη δεν ακολουθούν αναγκαστικά κατά πόδας τη συγκεκριμένη εκδοχή της ευρύτερης ματιάς που αναφέρεται στην παραπάνω μάλλον ενδεικτική και δειγματοληπτική διάγνωση αλλά χαράσσουν τον δικό τους δρόμο, επικεντρωνόμενες πρωτίστως στις αιτίες και προϋποθέσεις των επιτελούμενων κολοσσιαίων αλλαγών στη διεθνή πολιτική και όχι μόνον, θα καταστεί μάλλον εμφανές στους αναγνώστες πως το μελέτημα αποτελεί μια ευμεγεθέστατη ψηφίδα απολύτως απαραίτητη για οποιοδήποτε εγχείρημα με το παραπάνω εύρος στοχοθεσίας και αναλυτικής ματιάς. Σε αυτό το πλαίσιο, πιστεύουμε ότι δόθηκε στη δημοσιότητα ένα βιβλίο πραγματικά πολύτιμο: ένα εργαλείο για να κατανοήσουμε τον κόσμο μας το οποίο, αν μη τι άλλο, έλειπε από την ελληνική δημόσια σφαίρα και συζήτηση – και του οποίου η καίρια φύση θα εκδιπλώνεται και θα φανερώνεται συν τω χρόνω, πέρα από τους περιστρεφόμενους μαγικούς καθρέπτες της επικαιρότητας.

Το βιβλίο διατίθεται στα βιβλιοπωλεία καθώς και, διαδικτυακά, στις εκδόσεις ΤΟΠΟΣ, στην ΠΟΛΙΤΕΙΑ, στην ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑ, στις Ακυβέρνητες Πολιτείες της Θεσσαλονίκης(πέραν τούτων, στον ΙΑΝΟ, στα Public, και εν ολίγοις παντού). Μια πιο συγκεκριμένη γεύση δίνουν τα περιεχόμενα του τόμου:

ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ

  1. Περίγραμμα ενός αναδυόμενου κόσμου
  2. Αφετηριακές επισημάνσεις για τους παγκοσμίους πολέμους
  3. Η επιστροφή των ζωτικών μετώπων του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου σήμερα
  4. Ουκρανία 2022 | Εισαγωγικές παρατηρήσεις
  5. Ουκρανία 2022 | Προειδοποιήσεις – το παρελθόν του παρόντος
  6. Χαμένες ευκαιρίες: μια πρόταση για την αρχιτεκτονική ασφαλείας στην Ανατολική Ευρώπη
  7. Φόβοι, αντίληψη απειλών και αίτια | ιστορική και γεωπολιτική κίνηση και μεταβολή σε επίπεδο ασφαλείας | ενοποίηση, πολυδιάσπαση, αναδιοργάνωση
  8. Η λεκάνη απορροής του Δνείπερου ως ιστορικό θυσιαστήριο και ο Βόλγας ως υδάτινη ραχοκοκαλιά της Ρωσσίας
  9. Ουκρανία 2022 | Το παρόν του παρελθόντος – ο επανεξοπλισμός της Γερμανίας
  10. Η αμερικανική αποτυχία αποτροπής
  11. Πλανητική σφαίρα επιρροής και η επανεμφάνιση του στρατηγικού ανταγωνισμού μεταξύ μεγάλων δυνάμεων
  12. «Ευρώπη» και Ευρωπαϊκή Ένωση μετά το 2022 και την Ουκρανία: μελλοντικά ενδεχόμενα – και από την Ευρώπη στον κόσμο
  13. Για την ψευδαίσθηση του «μονοπολισμού» και της παγκόσμιας ηγεμονίας και την πραγματικότητα των περιφερειακών ηγεμονιών
  14. Στρατηγικά διλήμματα: τάξη ή κράτος
  15. Παρέκβαση: Ιστορία, τάξη και σύστημα τριών πόλων στην ανατολική Ασία – και το ζήτημα της Ταϊβάν
  16. Για τα διατλαντικά ιδεολογικά προτάγματα
  17. Παρέκβαση: αλληλεξαρτήσεις Ευρώπης και βόρειας Αμερικής και γεωπολιτικά θεμέλια της «Δύσης»
  18. Για το νόημα της μεταπολεμικής εποχής: πληθυσμός, πυρηνικά, διαδίκτυο
  19. Εκ νέου για το νόημα της μεταπολεμικής εποχής: ασυμμετρία διεθνούς τάξης νομιμότητας και πραγματικής τάξης ισχύος
  20. Από το τέλος του μεταψυχροπολεμικού κόσμου στον παγκόσμιο άξονα Βορρά-Νότου: το μέλλον του παρόντος

ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ

  1. Η πορεία προς την ολοκλήρωση της αμερικανικής ηγεμονικής περιόδου
  2. Ψηφιδωτό χρονολόγιο μιας εικοσαετίας: 2001–2021
  3. Τα όρια και η κατάρρευση της αμερικανικής ηγεμονικής ισχύος
  4. Σχόλιο: ιδέες-οχήματα και η χρεωκοπία τους
  5. Ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας και η φύση του πολέμου
  6. Παρέκβαση πρώτη: Μέση Ανατολή, Αραβικές Ανοίξεις και πολύχρωμες επαναστάσεις – sictransitgloriamundi
  7. Παρέκβαση δεύτερη: η Ευρωπαϊκή Ένωση μετά το Brexit ως ο έτερος εταίρος – πριν τα γεγονότα του 2022
  8. Παρέκβαση τρίτη: από τις Η.Π.Α. και το Ηνωμένο Βασίλειο στη Γαλλία – ιστορικός κύκλος, φιλελεύθερη δημοκρατία, προνομιακή γεωγραφική θέση και ναυτική ισχύς
  9. Η πολυδιάσπαση της Δύσης, η άμυνα της Ευρώπης και το τριμερές σύμφωνο του αγγλοσαξωνικού άξονα (AUKUS)
  10. Οι Η.Π.Α. και η επιστροφή της Ασίας: η ολοκλήρωση της Εποχής της Μεγάλης Παρέκκλισης

ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ

  1. Άξονες, πεδία μετάβασης και μακρά διάρκεια: επισημάνσεις πολιτικής, ιστορικής και πληθυσμιακής γεωγραφίας

1.1. Άραγε «υπερβαίνει» ο άνθρωπος μέσω της τεχνολογίας το έδαφος, τη γεωγραφία, το χώρο;

1.2. Εύξεινος Πόντος (Μαύρη Θάλασσα) – Μεσόγειος – Βαλτική – Κασπία

1.3 Κράτος, πρωτογενείς ιστορικά περιοχές και το κέντρο της Παγκόσμιας Ηπείρου

1.4. Παρέκβαση: Γενιές στο χωροχρονικό συνεχές και επαναλήψεις στην ανθρώπινη ιστορία

  1. Ρωγμές στο διανοητικό οικοδόμημα: η νεωτερικότητα ως εκκοσμίκευση

2.1. Από την προφητεία της εκκοσμίκευσης στην εποχή της μετα-εκκοσμίκευσης

2.2. Με αφορμή την απόπειρα «εκσυγχρονισμού» μέσω «εκδυτικισμού» στην κεμαλική Τουρκία

2.3. Παρέκβαση για την πολυπληθέστερη πόλη της ευρωπαϊκής ηπείρου: επιστρέφοντας στη γεωγραφία, στη δημογραφία, στις μακροδομές

  1. Πόλεις, μητροπόλεις, megacities, «επαρχία»

3.1. Κράτη, κοινοβούλια, πολιτικές και δικαιώματα: ένα σχόλιο

  1. Νεωτερικότητα: επανεξετάζοντας το ευρωκεντρικό ιστοριογραφικό σχήμα στο τέλος μιας εποχής
  2. Παγκόσμια δημογραφία: από το ένα δισεκατομμύριο στα οκτώ

5.1. Δύο αιώνες πρωτοφανών δημογραφικών εξελίξεων: ένα χρονολόγιο

ΠΑΝΔΗΜΙΚΟΣ ΕΠΙΛΟΓΟΣ – δηλαδή: Προλεγόμενα ενός νέου Ιστορικού Κύκλου

I – Κοινωνικές επαφές | II – Χώρος και ψηφιακότητα|III – Καταστολή |IV – Συμβατότητα εθνικισμού και παγκοσμιοποίησης|V – Κράτος και δημόσιος χώρος |VI – Υβριδικότητα|VII – Τεχνολογία|VIII – Sophia, νέοι άνθρωποι και νέες θεότητες|ΙX – Αντιστάσεις|Χ – Το παρελθόν δεν υπάρχει πια

Χρονολόγιο μελετητή και ερευνητή ενός πιθανού μέλλοντος

Βιβλιογραφία

Από την εκδήλωση του mέta | Κέντρου Μετακαπιταλιστικού Πολιτισμού «Αριστερά και “Κυβερνησιμότητα”: Ποια εμπλοκή με την εξουσία, υπό ποίους όρους και προς όφελος ποίων;», Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2022. ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΤΗΣ ΕΚΔΗΛΩΣΗΣ ΕΔΩ. Τα τελευταία χρόνια η Αριστερά, όπως και αν την ορίσουμε, επιχείρησε, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες χώρες της Ευρώπης, να αναμετρηθεί με την πρόκληση της διακυβέρνησης, εν μέσω μιας πρωτοφανούς νεοφιλελεύθερης επίθεσης κατά των υποτελών τάξεων. Τα εγχειρήματα αυτά υπήρξαν σε γενικές γραμμές αποτυχημένα και καμία σοβαρή αποτίμησή τους δεν αποτολμήθηκε εκ των υστέρων. Επικρατεί “στρατηγική αφωνία”, αν όχι προσχώρηση στις αρχές του αντιπάλου, ενώ τα κοινωνικά στρώματα στο όνομα των οποίων μιλά η Αριστερά βυθίζονται στην υποβάθμιση και την παθητικοποίηση, υφιστάμενα τον εκβιασμό της στήριξης του “μικρότερου κακού” ή απλώς της αποφυγής της περιβόητης “ακυβερνησίας”. Υπό αυτό το πρίσμα, το mέta | Κέντρο Μετακαπιταλιστικού Πολιτισμού θεωρεί επείγουσα την επιστροφή στην στρατηγική συζήτηση, που απωθεί η απορρόφηση από μιαν όλο και πιο αποκρουστική “πολιτική επικαιρότητα”. Την επιστροφή στις θεωρητικές κατακτήσεις (και τα αναπάντητα ερωτήματα) της Αριστεράς, καθώς και την επινόηση στις νέες συνθήκες κρίσης πρωτότυπων μορφών οργάνωσης και άσκησης πολιτικής.


Ομιλητές:

Σίσσυ Βελισσαρίου, Καθηγήτρια ΕΚΠΑ, αντιπρόεδρος Δ.Σ. mέta
Γιάννης Κουζής, Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου
Αλέξης Σμυρλής, Διευθυντής Πολιτικού Σχεδιασμού και Κ.Ο. ΜέΡΑ25
Παναγιώτης Σωτήρης, Δρ. Φιλοσοφίας, διδάσκων ΕΑΠ, δημοσιογράφος
Θέμης Τζήμας, Δρ. Δημοσίου Δικαίου, διδάσκων ΔΠΘ

Παρεμβαίνει:

Γιάνης Βαρουφάκης, Καθηγητής ΕΚΠΑ, Γραμματέας ΜέΡΑ25, συνιδρυτής DiEM25

Μετά από την έκδοση των μεταφράσεων του Πρεκαριάτου (Guy Standing) και του Χωρίς Αφεντικά (Michael Albert), η συνεργασία των εκδόσεων ΤΟΠΟΣ με το mέta στην εκδοτική σειρά mέta | Κέντρο Μετακαπιταλιστικού Πολιτισμού συνεχίζεται, με την έκδοση δύο νέων, πρωτότυπων βιβλίων στα ελληνικά που κυκλοφορούν ήδη στα βιβλιοπωλεία:

Το Τέλος της Μεγάλης Παρέκκλισης: Από την Ουκρανία και την πανδημία στη νέα πλανητική τάξη | Δημήτρης B. Πεπόνης

Συγγραφέας: Δημήτρης Β. Πεπόνης

Επιμέλεια: Σωτήρης Μητραλέξης & Στέφανος Ρέππας

Εκδόσεις ΤΟΠΟΣ

::. Σειρά mέta / Κέντρο Μετακαπιταλιστικού Πολιτισμού

Σελ.: 368
Σχήμα: 15,2 x 23,8
ISBN: 978-960-499-444-1
Τιμή: 15,00 €

Σε τι κόσμο θα ζήσουμε; Ποια εποχή ανατέλλει μπροστά μας;

Ζούμε το κύκνειο άσμα μιας παγκόσμιας τάξης και την απαρχή ενός νέου μακροϊστορικού κύκλου.

Με αφορμή τον πόλεμο της Ουκρανίας και την κρίση της πανδημίας, το βιβλίο σκιαγραφεί τη διαμόρφωση μιας νέας πλανητικής τάξης και πραγματεύεται την ολοκλήρωση τριών διαφορετικών και εν μέρει επάλληλων ιστορικών κύκλων, της μεταψυχροπολεμικής τάξης (1991-), του μεταπολεμικού κόσμου (1945-) και μιας μεγάλης εποχής της ανθρώπινης ιστορίας (19ος αιώνας-), της Εποχής της Μεγάλης Παρέκκλισης. Μέχρι τα μέσα του 21ου αιώνα και με έτος-ορόσημο το 2037, οι τρεις ιστορικοί κύκλοι που καθόρισαν τις τάξεις, τον κόσμο και την εποχή των τελευταίων δύο αιώνων θα έχουν ολοκληρωθεί: η μεγάλη παρέκκλιση θα έχει κλείσει.

Από την ιστορία στην πολιτική γεωγραφία, από την ολοκλήρωση της αμερικανικής ηγεμονικής περιόδου στην επιστροφή της Ασίας, από την τεχνολογία στη δημογραφία και από τη νεωτερικότητα στη μετα-εκκοσμίκευση, το βιβλίο επιχειρεί μια ανατομία των εξελίξεων μακράς κλίμακας, με στόχο να αποτελέσει εργαλείο για την κατανόηση των κοσμοϊστορικών μεταβολών που λαμβάνουν χώρα στο μεταίχμιο του τέλους μιας εποχής και της απαρχής ενός νέου μακροϊστορικού κύκλου.

Μπορείτε να βρείτε το βιβλίο στους πάγκους των βιβλιοπωλείων καθώς και, διαδικτυακά, στις εκδόσεις ΤΟΠΟΣ, στις Ακυβέρνητες Πολιτείες, στη βάση δεδομένων ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ, στην ΠΟΛΙΤΕΙΑ, στην ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑ, στον ΙΑΝΟ, στα Public, στο BOOKIA και σε όλα τα ενημερωμένα βιβλιοπωλεία.

Εκλογές 1981: Αποτιμώντας ένα κρίσιμο ορόσημο της μεταπολιτευτικής ιστορίας

Βασίλης Ασημακόπουλος, Σίσσυ Βελισσαρίου, Γιάννης Μαυρής, Χρύσανθος Τάσσης

Μαρτυρία: Δημήτρης Λιβιεράτος

Παρέμβαση: Γιάνης Βαρουφάκης

Επιμέλεια: Κώστας Ράπτης & Σωτήρης Μητραλέξης

Στις 18 Οκτωβρίου 2021 συμπληρώθηκαν ακριβώς σαράντα χρόνια από την πρώτη εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ. Η «Αλλαγή» του 1981 υπήρξε το γεγονός που σημάδεψε όσο λίγα την Γ΄ Ελληνική Δημοκρατία.

Τα όρια, οι αντιφάσεις, η ενσωμάτωση και ο κατοπινός εκφυλισμός του ΠΑΣΟΚ (διαδρομή που πάντως υπήρξε λιγότερο σύντομη από την αντίστοιχη του ΣΥΡΙΖΑ) και εν τέλει ο πραγματικός του θάνατος στην εποχή των μνημονίων δεν αναιρούν την ανάγκη να αναστοχαστούμε συνολικά τη μεταπολιτευτική περίοδο, να αναλογιστούμε την επικαιρότητα των διεκδικήσεων για εθνική ανεξαρτησία, λαϊκή κυριαρχία και κοινωνική δικαιοσύνη και βεβαίως να αναμετρηθούμε στις σημερινές, τόσο διαφορετικές συνθήκες, με το ερώτημα της διεκδίκησης του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού, που έθετε στις αρχές της μεταπολίτευσης ένα διαρκώς διευρυνόμενο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας.

Σε αυτό το βιβλίο, οι Βασίλης Ασημακόπουλος, Σίσσυ Βελισσαρίου, Γιάννης Μαυρής και Χρύσανθος Τάσσης –μαζί με τη μαρτυρία του Δημήτρη Λιβιεράτου και την παρέμβαση του Γιάνη Βαρουφάκη– επιχειρούν μια ανατομία του παρελθόντος με το βλέμμα στο σήμερα και το αύριο.

Μπορείτε να βρείτε το βιβλίο στους πάγκους των βιβλιοπωλείων καθώς και, διαδικτυακά, στις εκδόσεις Τόπος, στις Ακυβέρνητες Πολιτείες, στη βάση δεδομένων ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ, στην ΠΟΛΙΤΕΙΑ, στην ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑ, στον ΙΑΝΟ, στα Public, στο BOOKIA, κ.ο.κ.

ΕΠΟΧΗ | Κλεονίκη Αλεξοπούλου

Στους καιρούς που ζούμε είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό να ανακαλύπτουμε ότι υπάρχουν νέοι άνθρωποι που τοποθετούν την πολιτική δράση και τις προγραμματικές προτάσεις τους για το παρόν στο πλαίσιο ενός προβληματισμού για μια μετακαπιταλιστική κοινωνία. Μια τέτοια περίπτωση είναι η Κλεονίκη Αλεξοπούλου, διδάσκουσα Νεότερης Ευρωπαϊκής Ιστορίας και Ιστορίας της Αποικιοκρατίας στο Πάντειο πανεπιστήμιο και ακαδημαϊκή συνεργάτιδα του Κέντρου Ερευνών Ανθρωπιστικών Επιστημών, μία νέα γυναίκα με λαμπρές σπουδές στην Ελλάδα, τη Γερμανία και την Ολλανδία και ερευνητική εργασία σε ευρωπαϊκές και αφρικανικές χώρες, αλλά ταυτόχρονα και πολιτική ακτιβίστρια. Η Αλεξοπούλου είχε την ευγενή καλοσύνη να μας στείλει προς δημοσίευση στις Ιδέες ένα κείμενο που βασίζεται στην παρουσίαση εκ μέρους της του βιβλίου του Μάικλ Άλμπερτ Χωρίς Αφεντικά: Μια νέα οικονομία για έναν καλύτερο κόσμο, με προλόγους των Νόαμ Τσόμσκι και Γιάνη Βαρουφάκη (εκδόσεις τόπος, mέta, Αθήνα, 2022), η οποία έγινε σε εκδήλωση που οργάνωσαν, στις 10 Δεκεμβρίου 2022, στο κυψελιώτικο στέκι Red ‘n’ Noir, το mέta – Κέντρο Μετακαπιταλιστικού Πολιτισμού (πολιτικό ίδρυμα του ΜΕΡΑ 25) και οι εκδόσεις ΤΟΠΟΣ. Εκτός από την ίδια, στην εκδήλωση μίλησαν ο Κωνσταντίνος Πουλής (δημοσιογράφος, The Press Project) και ο Διονύσιος Σκλήρης (διδάσκων ΕΑΠ, μεταφραστής του βιβλίου). Τη συζήτηση που ακολούθησε συντόνισε ο Σωτήρης Μητραλέξης (ερευνητικός διευθυντής του mέta).

Για …ιστορικούς λόγους, αναφέρουμε ότι τον Μάικλ Άλμπερτ τον γνωρίσαμε στις αρχές του αιώνα, όταν ο Συνασπισμός έκανε την αριστερή στροφή του, συμμετέχοντας στο κίνημα κατά της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, μαζί με δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής ριζοσπαστικής Αριστεράς, ορισμένες από τις οποίες συμμετείχαν στην ίδρυση του ΣΥΡΙΖΑ. Έχοντας ακούσει την ομιλία του για τα συμμετοχικά αντικαπιταλιστικά εγχειρήματα στο Πρώτο Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ του Πόρτο Αλέγκρε, τον Ιανουάριο του 2001, τον καλέσαμε σε εκδήλωση με τίτλο «Τα νέα κοινωνικά κινήματα σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης», που οργάνωσε ο Συνασπισμός, στις 9 και 10 Μαρτίου του ίδιου έτους, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Ευχαριστούμε την Κλεονίκη Αλεξοπούλου που με το εύστοχο και καλογραμμένο κείμενό της μάς θύμισε εκείνα τα όμορφα χρόνια της αμφισβήτησης από την ελληνική ριζοσπαστική Αριστερά της θατσερικής ΤΙΝΑ, μιας αμφισβήτησης που με την πάροδο του χρόνου έπαψε να ενδιαφέρει πολλές και πολλούς, αλλά που ευτυχώς συγκινεί πάλι τη νέα γενιά.

Χ.Γο

Το βιβλίο του Μάικλ Άλμπερτ1 είναι με τα λόγια του ίδιου του συγγραφέα «μια σκαλωσιά που θα συμπληρωθεί από τη μελλοντική εμπειρία», ένα μανιφέστο με οδηγίες χρήσης. Ο Άλμπερτ επιχειρεί να δώσει μια απάντηση στο δόγμα TINA (There Is No Alternative) με ένα βιβλίο-κατάφαση. Σημειώνει πως αρκετά έχουμε μιλήσει γι’ αυτό που φεύγει, που τελειώνει, που παρακμάζει, δηλαδή τον καπιταλισμό. Κι είναι ώρα να μιλήσουμε γι’ αυτό που θέλουμε να έρθει, να ξεκινήσει, να ακμάσει, δηλαδή τη συμμετοχική οικονομία (Parecon = participatory economy). Γιατί «συμμετοχική οικονομία» κι όχι σοσιαλισμός ή αναρχισμός; Ο Άλμπερτ προτιμά οι όροι να μην έχουν τόσο βάρος, ιστορικό φορτίο. Περιγράφει ένα νέο τρόπο οργάνωσης της οικονομίας ως οραματιστής μηχανικός, με γνώση της θεωρίας και αντίληψη της ιστορίας. Επιλέγει να μας μιλήσει για τη ζωή, όχι για το θάνατο. Και το κάνει αυτό με ζωντάνια κι αμεσότητα, με σύντομες και κοφτές προτάσεις που βοηθούν στην ενεργοποίηση / κινητοποίηση του αναγνώστη και της αναγνώστριας. Ο λόγος του παρακινεί και ξεσηκώνει. Με μαρξικούς όρους θα έλεγε κανείς ότι περιγράφει ένα ενδιάμεσο στάδιο, αυτό της συνεργατικής οικονομίας, αξιοποιώντας και υπερβαίνοντας την βιβλιογραφία και την εμπειρία που έχει συσσωρευτεί για τους συνεταιρισμούς στις τελευταίες δεκαετίες. Ο Άλμπερτ όμως δεν στοχεύει στον κρατικό σχεδιασμό, στοχεύει στην αυτοδιαχείριση (και, με μια έννοια, στο μαρασμό του κράτους).

Ιστορία

Στην προσπάθεια να ιστορικοποιήσουμε λίγο το υπό εξέταση ζήτημα, επιστρέφουμε στις απαρχές της συνεργατικής οικονομίας και στις πρώτες μορφές συλλογικής διαχείρισης των πόρων. Πλείστα ιστορικά παραδείγματα υπάρχουν, όπως οι επαγγελματικές συντεχνίες στην Ευρώπη του ύστερου μεσαίωνα, οι θρησκευτικές αδελφότητες και τα beguinages (ΣτΕ: αρχιτεκτονικά συγκροτήματα που δημιουργήθηκαν στις Κάτω Χώρες τον 13ο αιώνα για τη στέγαση θρησκευόμενων γυναικών σε με μια κοινότητα, οι οποίες δεν έδιναν όρκο πίστης και δεν αποσύρονταν από τον κόσμο), τα commons, κι οι κοοπερατίβες στην πρώιμη νεωτερικότητα, τα κιμπούτς των Εβραίων, η κολλεκτιβοποίηση γης και τα κατειλημμένα εργοστάσια στην επαναστατική Πορτογαλία στα μέσα της δεκαετίας του ’70, η κοινοτική γεωργία (Community Based Agriculture) στις μέρες μας κ.α.  

Σε όλες τις περιπτώσεις, δυο παράγοντες έπαιξαν και συνεχίζουν να παίζουν ρόλο για την μακροημέρευση τέτοιων εγχειρημάτων ή αντίθετα για τη βραχύβια λειτουργία τους: οι εσωτερικοί κανόνες λειτουργίας και η αλληλεπίδραση με το εξωτερικό περιβάλλον. Κατά πόσο δηλαδή οι κανόνες επιτυγχάνουν την εύρυθμη λειτουργία αυτών των εγχειρημάτων περιορίζοντας τους λεγόμενους free riders (ΣτΕ: «τζαμπατσήδες») – που επωφελούνται από τα κοινά οφέλη χωρίς να συμβάλουν στην απόκτησή τους (π.χ., οι απεργοσπάστες) – και κατά πόσο η αλληλεπίδραση με το υπόλοιπο κοινωνικο-οικονομικό και πολιτικό σύστημα είναι επιτυχημένη. Κάποια εγχειρήματα ήταν αρκετά εσωστρεφή και απομονωμένα σε κοινωνικό επίπεδο (αναχωρητισμός), ώστε να προστατεύσουν το σύστημα αξιών στο οποίο βασίζονταν, και να ελαχιστοποιήσουν τυχόν παρεμβολές. Κι άλλα ήταν πιο εξωστρεφή και οργανικά ενταγμένα στην κοινωνία και την οικονομία της εποχής (διατηρώντας εμπορικές σχέσεις, τροφοδοτώντας την τοπική ή διεθνή αγορά κλπ).

Θεωρία

Μπορεί όμως ένας τέτοιος ή παρόμοιος τρόπος οργάνωσης και συλλογικής διαχείρισης να λειτουργήσει σε μεγάλη κλίμακα, ώστε να υπάρχουν οικονομίες κλίμακας (economies of scale) και πώς ακριβώς θα ήταν αυτό δυνατό; Αυτό είναι το κεντρικό ερώτημα που μας απασχολεί εδώ. Εάν πιστέψουμε αυτό που ισχυρίζονται οι φιλελεύθεροι και κυρίως οι νεοφιλελεύθεροι για τη φύση του ανθρώπου, ο οποίος σταθμίζει τη συμπεριφορά και τις πράξεις του αποκλειστικά βάσει συμφέροντος κι οφέλους (ο homo economicus), τότε η απάντηση είναι μάλλον αρνητική. Εάν όμως συνειδητοποιήσουμε ότι ο άνθρωπος είναι και πολιτικό ον -ιδέα όχι και τόσο καινοφανής από την εποχή του Αριστοτέλη μέχρι την παράδοση της κριτικής θεωρίας- και ότι όλα είναι πολιτικά, δεν υπάρχουν δηλαδή αυστηρά τεχνοκρατικά ζητήματα, τότε ένας τέτοιος συλλογικός σχεδιασμός γίνεται πολιτική απόφαση και καθίσταται δυνατός. Όπως έλεγαν και τα παιδιά του Μάη του ’68, ακόμα και το προσωπικό είναι πολιτικό – στο βαθμό φυσικά που δεν μιλάμε για βιοπολιτική, έναν από τα πάνω έλεγχο κάθε έκφανσης της ζωής.

Ο κύριος αντίπαλος στην προσπάθειά μας να εγκαθιδρύσουμε μια συμμετοχική οικονομία θα ήταν αυτό που συχνά αποκαλούμε «ο σιδερένιος νόμος της ολιγαρχίας» του Μίχελς. Όπως και στην περίπτωση της Σοβιετικής Ένωσης, είναι ορατός ο κίνδυνος να γραφειοκρατικοποιηθούν οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων και να συγκεντρωθεί η εξουσία σε μια εκπαιδευμένη ελίτ εργατών ή αξιωματούχων, που στο οικοδόμημα του Άλμπερτ θα ήταν η τάξη των μάνατζερ, των «συντονιστών». Ή να δημιουργηθούν απλώς φυσικές ηγεσίες, που ενίοτε εμφανίζονται ακόμα και στον εντιεξουσιαστικό χώρο.

Μηχανική

Ο Άλμπερτ αφιερώνει το πρώτο κεφάλαιο στις θεμελιώδεις αξίες, πάνω στις οποίες θα βασιστεί το οικοδόμημα της συμμετοχικής οικονομίας. Στα κεφάλαια 2-5 «Ποιος κατέχει τι; Ποιος αποφασίζει τι; Ποιος κάνει τι; Ποιος κερδίζει τι; Ποιος κατανέμει τι;» αναπτύσσει το σκεπτικό του για το πως θα διαχειριζόμαστε τα κοινά δημόσια αγαθά (νερό, γη, ενεργειακοί πόροι κ.α.), πως θα λαμβάνουμε πολιτικές αποφάσεις, πως θα γίνεται ο καταμερισμός εργασίας και πως θα κατανέμεται το εισόδημα. Στα κεφάλαια 6-9 πραγματεύεται τον συμμετοχικό σχεδιασμό, μιλάει για τις διεθνείς σχέσεις και την οικολογία. Τέλος, στο κεφάλαιο 10 απαντά σε ερωτήσεις που του έχουν συχνά τεθεί κατά την παρουσίαση του έργου του.

Ως προς το ζήτημα της ιδιοκτησίας, το πρόβλημα δεν είναι η κατοχή ενός αντικειμένου καθημερινής χρήσης, πχ ενός πουκαμίσου ή μιας οδοντόβουρτσας. Πρόβλημα συνιστά η κυριαρχία του 2% του πληθυσμού επί των πόρων, των εδαφών, των τεχνολογιών, των μέσων παραγωγής με άλλα λόγια. Σε έναν καλύτερο κόσμο ο δισεκατομμυριούχος Τζεφ Μπέζος, ιδρυτής της Amazon, δεν θα είχε θέση. Εδώ ο Άλμπερτ μιλάει για «έλλειψη ενσυναίσθησης για τα κατώτερα στρώματα», ενώ εγώ μάλλον θα προτιμούσα τον παραδοσιακό και ίσως λιγότερο ηθικοποιημένο όρο της απόσπασης υπεραξίας. Σε κάθε περίπτωση, συμφωνούμε ότι σχεδόν όλες οι πράξεις μας έχουν κοινωνικές επιπτώσεις, δεν είναι ατομικές. «Καταναλώνω κάτι από το κοινωνικό προϊόν που θα μπορούσε να έχει κατευθυνθεί σε άλλους» (σελ.43).

Το πρώτο αξιακό πρόταγμα επομένως είναι αυτό της αυτοδιαχείρισης. Η τέλεια συμμετοχική αυτοδιαχείριση όμως είναι υπερβολικά χρονοβόρα. Ο Άλμπερτ επισημαίνει ότι ο κανόνας one manone vote (ο κανόνας της πλειοψηφίας, της μίας ψήφου ανά πρόσωπο) έχει νόημα για πολλές αποφάσεις, αλλά για άλλες δεν έχει. «Οι αποφάσεις που επιδρούν σε όλα τα μέλη μιας ομάδας, αλλά όχι σε άλλους, θα έπρεπε να μπορούν να λαμβάνονται μονομερώς από την ομάδα» (σελ.42).

Η δεύτερη κατευθυντήρια αξία μας είναι η ισότητα. Πως λοιπόν θα καθορίζεται το εισόδημά μας; Απορρίπτουμε μια σειρά από κριτήρια όπως το ιδιοκτησιακό, εφόσον η μεγάλη ιδιοκτησία καταργείται. Απορρίπτουμε επίσης την απόκτηση εισοδήματος ανάλογα με τη διαπραγματευτική ισχύ. Ενδεικτικός εδώ είναι, κατά την γνώμη μου, ο καταλυτικός ρόλο των λόμπι στην πρόσβαση στην πιστωτική αγορά και στη λήψη τραπεζικών δανείων. Επίσης, δεν ανταμείβουμε τη λοταρία της γενετικής (όπως τα φυσικά χαρακτηριστικά και το ταλέντο). Στο σημείο αυτό θα πρόσθετα επίσης και τον προβληματισμό που αναπτύσσει ο Μπουρντιέ σε σχέση με την κοινωνική διάκριση και το πολιτισμικό κεφάλαιο, που συσσωρεύουν κάποιοι/ες μεγαλώνοντας σε συγκεκριμένα οικογενειακά περιβάλλοντα, πράγμα που επηρεάζει φυσικά την ισότητα ευκαιριών. Με αυτόν τον προβληματισμό συνδέεται και η συζήτηση περί αξιοκρατίας, την οποία σε άλλο σημείο του βιβλίου αποδομεί ο Άλμπερτ. Καταλήγουμε, λοιπόν, στο ότι το εισόδημά μας θα είναι ποσό ανάλογο της προσπάθειας και της θυσίας μας κατά την τέλεση μιας κοινωνικά χρήσιμης εργασίας, ενώ όσοι δεν μπορούν να εργαστούν θα λαμβάνουν τον μέσο όρο των μεριδίων.

Ο Άλμπερτ ορίζει ως επόμενη κατευθυντήρια αξία την αλληλεγγύη. Αυτό σημαίνει ότι δεν αντιμετωπίζουμε τους άλλους ανθρώπους ως εξ ορισμού αντιπάλους / ανταγωνίστριες και δεν τους χρησιμοποιούμε εργαλειακά ως μέσα προς επίτευξη ατομικών σκοπών. Αυτό είναι σίγουρα πολύ ευκολότερο να το λέει κανείς από το να το κάνει πράξη στην καθημερινότητα. Άλλες κατευθυντήριες αξίες είναι η ποικιλομορφία (σεβόμαστε τη διαφορετικότητα και διατηρούμε τη μέγιστη δυνατή εμβέλεια επιλογών), η βιωσιμότητα (αυταπόδεικτη αξία σε έναν κόσμο που απειλείται από την κλιματική αλλαγή και το 40% όλου του παραγόμενου φαγητού πετιέται), ο διεθνισμός και η εφαρμοσιμότητα.

Η αφροαμερικανίδα συγγραφέας Άλις Γουόκερ έλεγε ότι «ο πιο συνηθισμένος τρόπος να εκχωρούν οι άνθρωποι την εξουσία τους είναι να νομίζουν πως δεν έχουν καμία». Ο Άλμπερτ επιμένει λοιπόν ότι μπορούμε να αποφασίζουμε όλοι, δεν θα αποφασίζει μόνο το «άξιο» πρόσωπο. Προτείνει όλο το εργατικό δυναμικό να έχει τη δυνατότητα να συνέρχεται, να διαβουλεύεται και να καταμετρά ψήφους, προκειμένου οι αποφάσεις να λαμβάνονται συλλογικά. Πως θα διαχειριστεί κανείς όλη αυτή την ποικιλία του εργατικού δυναμικού είναι εντέλει ζήτημα που θα ρυθμίζουν οι επιμέρους εργασιακοί χώροι (σελ. 57-58). Ο συγγραφέας μιλάει επίσης για συνεργατική διαπραγμάτευση ανάμεσα σε συμβούλια εργαζομένων και καταναλωτών. Σε αντιδιαστολή με τους νεοφιλελεύθερους, που υπερασπίζονται την αποτελεσματικότητα της αυτορρύθμισης του κεφαλαίου, ο Άλμπερτ υπερασπίζεται την αποτελεσματικότητα της αυτορρύθμισης του κάθε εργασιακού χώρου. 

Όμως, όπως αναφέρει, μόνο ένας στους πέντε εργαζόμενους έχει απόψεις που βασίζονται σε καλή πληροφόρηση.2 Υπάρχει πάντα ο κίνδυνος το 20% της τάξης των «συντονιστών», που έχουν πρόσβαση στην πληροφορία και τη γνώση, να κυριαρχήσει επί του 80% της εργατικής τάξης. Ακόμη και με τις καλύτερες προθέσεις αυτοδιαχείρισης, η πορεία αλλαγής θα κατέληγε απλώς σε μια αλλαγή αφεντικών. Ο επαναπροσδιορισμός των εργασιών λοιπόν κι ο ελεύθερος χρόνος, με σκοπό την ενδυνάμωση της τάξης των εργαζομένων, έρχεται ξανά στο προσκήνιο. Εάν το καλοσκεφτούμε, το ίδιο πρόβλημα υπήρχε και όταν οι πολίτες σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες διεκδικούσαν την καθολική ψηφοφορία των ανδρών και αργότερα και των γυναικών. Τα επιχειρήματα περί κακής πληροφόρησης ή ελλιπούς μόρφωσης της «μάζας», δηλαδή της πλειοψηφίας, τελικά κάμφθηκαν. Κάμφθηκαν de jure με την εγκαθίδρυση της κοινοβουλευτικής αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και de facto με τη μείωση του αναλφαβητισμού και τη μαζική εκπαίδευση, στο πέρασμα των τελευταίων δύο αιώνων.

Τα εναλλακτικά οικονομικά μοντέλα συχνά απορρίπτονται στο βωμό της κερδοφορίας. Παρόμοια επιχειρήματα διατύπωναν όσοι διαφωνούσαν με την κατάργηση της δουλείας στις αρχές του 19ου αιώνα, υποστηρίζοντας ότι με αυτό τον τρόπο θα μειωνόταν σημαντικά και ανεπανόρθωτα η παραγωγή. Ο Άλμπερτ μάς δείχνει πως η αξιοποίηση των νέων δεξιοτήτων του 80% του πληθυσμού, ύστερα από την εξισορρόπηση των εργασιών, θα ισοφάριζε τη ζημιά. Ο ίδιος απορρίπτει τον κρατικό σχεδιασμό και τη σοσιαλδημοκρατία και με αυτήν την έννοια δεν αρκείται στις συστάσεις του Πικετί για την αναδιανομή του εισοδήματος μέσω της φορολογίας και των δημόσιων επενδύσεων, ώστε να κλείσει η ψαλίδα των ανισοτήτων που αυξάνονται σε περιόδους κρίσεων. Είναι αξιοσημείωτη όμως η παρατήρησή του, την οποία συμμερίζομαι, ότι σε πολλές επιστημονικές μελέτες οι οικονομολόγοι του κυρίαρχου ρεύματος αναγνωρίζουν με όρους ανάπτυξης ότι ο κεντρικός σχεδιασμός της Σοβιετικής Ένωσης δούλεψε αρκετά καλά για δεκαετίες (σελ.125).

Όραμα και εφαρμογή

Προφανώς είναι αδύνατο να αποτυπώσουμε εδώ το όραμα του συγγραφέα στην παραμικρή του λεπτομέρεια. Ούτως ή άλλως το ζητούμενο δεν είναι να αναπαραστήσουμε έναν κόσμο, όπως τον οραματίστηκε ο Άλμπερτ -σαν άλλος Τόλκιν- ούτε να ακολουθήσουμε και να υλοποιήσουμε κατά γράμμα τις προτάσεις του. Καλούμαστε εδώ να αναμετρηθούμε καταρχάς με τα διλήμματα και τις προκλήσεις που θέτει η επιδίωξη μιας διαφορετικά σχεδιασμένης οικονομίας, αλλά και με τους περιορισμούς που θέτει η σημερινή πραγματικότητα. Και στη συνέχεια, να συμβάλουμε στη διαμόρφωση των συνθηκών και των συμμαχιών ευρύτερων κοινωνικών δυνάμεων, που θα ήταν σε θέση να αγκαλιάσουν αυτό το στόχο και να σκαρφαλώσουν στη σκαλωσιά της συμμετοχικής οικονομίας.

Η πορεία πολλών μέχρι τώρα εγχειρημάτων συλλογικής αυτοδιαχείρισης έχει πράγματι δείξει πως, μετά από ένα διάστημα λειτουργίας, οι παλιές συνθήκες έχουν την τάση να επιστρέφουν. Αυτό όμως δεν είναι επαρκής λόγος για να σταματήσουμε την προσπάθεια μακροπρόθεσμα. Η νεότερη ιστορία είναι άλλωστε μια άτακτη εναλλαγή επαναστατικών κι αντεπαναστατικών περιόδων, εφόδων στον ουρανό και οπισθοχωρήσεων. Τελευταία, λόγω των πολλαπλών κρίσεων, της πανδημίας και του πολέμου, κυριαρχεί η αίσθηση ενός μόνιμου καθεστώτος έκτακτης ανάγκης. Πάντα θα υπάρχουν παλινδρομήσεις και παλινορθώσεις, αλλά ποτέ αυτές δεν αναιρούν το ατράνταχτο αποτύπωμα μεγάλων επαναστατικών αλλαγών στη μακρά διάρκεια, σε έναν χρόνο που δεν είναι κυκλικός ούτε γραμμικός, αλλά μοιάζει με ασύμμετρη, ελικοειδή σπείρα που κινείται αενάως. Μένει εμείς να δείξουμε προς τα που.

Σημειώσεις:

1. Ο Μάικλ Άλμπερτ είναι ιδρυτής και μέλος της συντακτικής επιτροπής του Z Magazine καθώς και του αντίστοιχου διαδικτυακού τόπου, ZNet. Η ριζοσπαστικοποίηση του Άλμπερτ έλαβε χώρα στη δεκαετία του 1960. Η πολιτική του δραστηριοποίηση, από τότε και μέχρι σήμερα, κυμαίνεται από τοπικά, περιφερειακά και εθνικά εγχειρήματα και εκστρατείες οργάνωσης έως την από κοινού ίδρυση του South End Press και του ZMediaInstitute, μαζί με δημόσιες διαλέξεις, δημοσιεύσεις κλπ. Ο Άλμπερτ είναι συγγραφέας 21 βιβλίων. Αυτά περιλαμβάνουν το παρουσιαζόμενο No Bosses: A New Economy for a Better World (Zero Books, 2021), Fanfare for the Future (ZBooks), Remembering Tomorrow (Seven Stories Press), Realizing Hope (Zed Press) και Parecon: Life After Capitalism (Verso).

2. Στον καπιταλισμό μεταξύ των εργασιών που κάνουν οι άνθρωποι, περίπου 20% περιλαμβάνει ένα μείγμα καθηκόντων τα οποία μεταβιβάζουν πληροφορίες και δεξιότητες, με στόχο τη διευκόλυνση της συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων. Το υπόλοιπο 80% είναι κυρίως ένα μείγμα από ρουτίνα και επαναλαμβανόμενα καθήκοντα που εξαντλούν, νεκρώνουν, αμβλύνουν δεξιότητες και κοινωνικά απομονώνουν σε τέτοιο βαθμό, ώστε ούτε προετοιμάζουν ούτε προτρέπουν τους ανθρώπους να συμμετέχουν στη λήψη αποφάσεων (σελ.66-67).

Το παρόν αποτελεί μια συνοπτική απόδοση, σε αρχιτεκτονικό διάγραμμα, στοιχείων του μοντέλου οικονομίας και κοινωνίας που περιγράφεται στο βιβλίο «Το Άλλο Τώρα» του Γιάνη Βαρουφάκη (zoom in):

ΆλλοΤώραΛήψη

Κατευθυντήριοι άξονες

Είναι ένα διαφορετικό τώρα εφικτό; Πως θα μοιάζει; Πως και που θα εργαζόμαστε; Πως θα κινείται η οικονομία; Πως θα αποφασίζουμε για να μοιραζόμαστε τα κέρδη, τους πόρους, το που θα μένουμε; Σε τοπικό και διεθνές πλαίσιο. Άπειρα ίσως τα ερωτήματα που σου έρχονται στο νου. Τις βασικές πτυχές των απαντήσεων θα τις βρεις στο βιβλίο. Αποτιμώντας το, θα τις έχεις ίσως αποσαφηνίσει πρώτα μέσα σου, και μετά θα τις συνενώσεις με αυτές άλλων στο δρόμο του αγώνα, στο δρόμο προς το Άλλο Τώρα.

Στα ανεξερεύνητα μονοπάτια της απελευθερωμένης από τα δεσμά της εκμετάλλευσης κοινωνίας να έχεις πλοηγό και ιχνηλάτη το βιβλίο. Να συμβουλεύεσαι παράλληλα ως χάρτη το αρχιτεκτονικό διάγραμμα ροής του Άλλου Τώρα. Θα σου δείξουν το πως αυτό το άλλο είναι εφικτό στο τώρα.

Θα σου σκιαγραφήσουν τις βασικές πτυχές και τους άξονες του πως θα μοιάζει η νέα κοινωνία. Το πως το νέο πολιτειακό μας σύστημα θα ρυθμίζει τις διαπροσωπικές μας σχέσεις σε επίπεδο:

Παραγωγική μονάδα – Κορποσυνδικαλισμός

Μια από τις θεμελιώδεις αρχές του Άλλου Τώρα που προκρίνει το ήδη το ΜέΡΑ25 στο μανιφέστο του είναι αυτή του κορποσυνδικαλισμού. Η εσωτερική οργάνωση, η λειτουργία και η διαχείριση μιας επιχείρησης αλλάζει τελείως και διαμορφώνεται σύμφωνα με το τρίπτυχο «Ένας εργαζόμενος, μια μετοχή, μια ψήφος». Ένα νέο εταιρικό δίκαιο εισάγεται. Η αγορά εργασίας καταργείται αυτομάτως.

Οι μετοχές δεν θα είναι ούτε εμπορεύσιμες, ούτε μεταβιβάσιμες, αποτελώντας στην ουσία όχι έναν τίτλο ιδιοκτησίας επί των μελλοντικών κερδών, αλλά ευθύνης επί της παραγωγής και της εταιρείας συνολικότερα. Αποδίδονται κατά την πρόσληψη και επιστρέφονται κατά την αποχώρηση ή απόλυση.

Ένας εργαζόμενος αποδεσμεύεται γενικά από τις αγκυλώσεις του καταναγκασμού της εργασίας και είναι ελεύθερος να αφιερώσει όσο χρόνο επιθυμεί σε ένα έργο. Αλλά, και να μετακινηθεί εντός μιας επιχείρησης ή σε μια άλλη ανάλογα με τις προτιμήσεις του και με βάση την τεκμαρτή ως τότε συνεισφορά του και την εξασφαλισμένη αντικατάστασή του. Μια ad-hoc Επιτροπή Αναζήτησης Εργασίας επιφορτίζεται με την ευθύνη πρόσληψης νέων στελεχών.

Ένας διαφανής μηχανισμός εσωτερικής αξιολόγησης μέσω απονομής θετικών ψήφων συμβάλει στην προαγωγή του συμμετοχικού μοντέλου λειτουργίας της επιχείρησης και της αποδοτικότητάς της.

Η γενική συνέλευση των εργαζομένων αντικαθιστά τις καθετοποιημένες ιεραρχίες του χτες. Τα κέρδη (μετά φόρων) μιας επιχείρησης θα διαμοιραστούν από τη συνέλευση μέσα από μια διαβουλευτική διαδικασία που συνοδεύεται από αιτιολογικές εκθέσεις. Σκοπός, η κατανομή των κερδών μεταξύ της κάλυψης πάγιων λειτουργικών εξόδων, του ποσοστού που θα διατεθεί για Έρευνα & Ανάπτυξη, και τις μηνιαίες μισθολογικές παροχές (ίδιες για όλους). Το υπόλοιπο θα διαμοιραστεί ως bonus με βάση την ατομική αξιολόγηση του κάθε εργαζομένου και του κριτηρίου της διαχωριστικότητας. Το τελευταίο στόχο έχει να διακρίνει αν η συνεισφορά κάποιου πραγματώθηκε σε ατομικό ή ομαδικό πλαίσιο.

Η δημοκρατία περνά τις πύλες των επιχειρήσεων. Η αξιοποίηση των ψηφιακών τεχνολογιών επιτρέπει ηλεκτρονικές ψηφοφορίες για τη λήψη συλλογικών αποφάσεων ακόμη και σε επιχειρήσεις με χιλιάδες εργαζομένους. Μια Επιτροπή Παρακολούθησης κληρωτών πολιτών (που εναλλάσσονται ανά περίοδο) βαθμολογεί δημόσια μια εταιρεία αποδίδοντάς την έναν Δείκτη Κοινωνικής Αξιοσύνης. Εγκαθιδρύεται έτσι ένας κοινωνικός μηχανισμός ελέγχου που οδηγεί ακόμη και σε διαγραφή εκείνων των εταιριών που υιοθετούν αθέμιτες πρακτικές εις βάρος του κοινωνικού συνόλου. Η συμμετοχική οικονομία του κορποσυνδικαλισμού υλοποιεί στην πράξη την αναδιανομή των μέσων παραγωγής.

PerCap & Jerom

Mια δεύτερη θεμελιώδης και συνάμα ρηξικέλευθη πολιτική πρόταση στο Άλλο Τώρα είναι η κατάργηση του μονοπωλίου των ιδιωτικών τραπεζών στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Στη θέση του εισάγεται αρχικά μια νέα Κεντρική Τράπεζα, οι σημαντικές αποφάσεις της οποίας λαμβάνονται από μια Ευρεία Νομισματική Επιτροπή. Αυτή με την σειρά της ελέγχεται από μια Νομισματική Συνέλευση Πολιτών. Μια ψηφιακή κληρωτίδα εξασφαλίζει την ισότιμη εκπροσώπηση σ’ αυτή όλων των κοινωνικών ομάδων. Ένα άλλο τρίτο της συνέλευσης, πάλι κληρωτών μελών, προέρχεται από τις επιχειρήσεις. Ενώ το υπόλοιπο τρίτο των μελών είναι διορισμένοι από το εκάστοτε κοινοβούλιο ή κογκρέσο.

Δεν εκδημοκρατίζεται όμως μόνο η διαχείριση, αλλά όλη η φύση των συναλλαγών μας μέσω του θεσμού των λογαριασμών προσωπικού κεφαλαίου. Η Κεντρική Τράπεζα διαχειρίζεται τρεις τύπους λογαριασμών ανά πολίτη (PerCap). Έναν τρεχούμενο, για την μισθοδοσία, τα μπόνους, τους τόκους που προέρχονται από το δανεισμό προς επιχειρήσεις μέσω του θεσμού των Χρηματοδιαμεσολαβητών, και τέλος, το αποταμιευτικό επιτόκιο από την Κεντρική Τράπεζα. Έναν μερισματικό, ο οποίος τροφοδοτείται από τους κρατικούς φόρους των επιχειρήσεων και τις ψηφιακές πιστώσεις της Κεντρικής Τράπεζας. Και τέλος, έναν κληροδοτικό, που ανοίγει με τη γέννηση ενός ατόμου και στον οποίο πιστώνεται ένα ευκαταφρόνητο ποσό, το οποίο του αποδίδεται κατά την ενηλικίωση και σύμφωνα με ένα πλάνο αξιοποίησης που καταθέτει και λαμβάνει έγκριση από μια Επιτροπή ειδικών.

Η κατάργηση του μονοπωλίου των ιδιωτικών τραπεζών εκδημοκρατίζει πλήρως και την παραγωγή του χρήματος η οποία περνά στα χέρια της κοινωνίας. Ένα νέο, διαφανές, ψηφιακό και κατανεμημένο νομισματικό σύστημα πληρωμών γεννιέται, το Jerom. «Η συνολική ποσότητα του χρήματος εντός του προσαρμόζεται με διάφανες παρεμβάσεις στον αλγόριθμό του (ErgoSum) ώστε να σταθεροποιεί τις τιμές και να διευκολύνει την παραγωγή κοινωνικά επιθυμητών αγαθών και υπηρεσιών».

Ποια η τύχη όμως του Jerom στα διεθνή φόρα; Ίσως καμία αν αφηνόταν μόνο του να διεκπεραιώνει τις διακρατικές συναλλαγές. Ένα παγκόσμιο νόμισμα, το Kosmos, θα έρθει να τις υλοποιήσει οριζόμενο επί της ισοτιμίας δύο συστημάτων πληρωμών. Αυτή θα είναι συνάρτηση του ισοζυγίου των σχετικών εμπορικών ροών και θα διευθετείται στα πλαίσια μιας Διεύθυνσης Δημοπρασιών Συναλλάγματος. Ένα νέο Διεθνές Νομισματικό Πρόγραμμα (μακριά από τις απεχθείς πρακτικές του τωρινού Δ.Ν.Τ) θα εκδίδει το Kosmos και θα παρακρατεί ένα τέλος κεφαλαιακής συμφόρησης μεταξύ δύο περιοχών, ως μηχανισμό ελέγχου. Το τέλος θα αποδίδεται με τη σειρά του σε ένα Διεθνές Αποθετήριο Αναδιανομής και Ανάπτυξης για τη στήριξη περιοχών και με έμφαση στη χρηματοδότηση μιας πράσινης ανάπτυξης.

gComm

Ο τρίτος ριζοσπαστικός πυλώνας της νέας κοινωνίας αφορά την κοινωνικοποιημένη πλέον γη. Για την ακρίβεια, εισάγεται ένα σύστημα διαχείρισης καταμερισμού γης και κτιρίων που εγκαθιδρύει μια κοινωνικο-αγοραία κοινοκτημοσύνη. Αρχικά, όλοι οι τίτλοι ακίνητης ιδιοκτησίας μεταβιβάζονται στις Νομαρχιακές Αρχές Διαχείρισης Γης (gComm). Κάθε νομαρχία διαιρείται από την Επιτροπή Καθορισμού Χρήσεων Γης ως προς την εκμετάλλευση της γης σε εμπορική και κοινωνική ζώνη, και έπειτα ως προς τη χρήση της σε παραγωγική και οικιστική ζώνη. Η εμπορική ζώνη λειτουργεί με κριτήρια και κανόνες αγοράς. Τα μισθώματα διαμορφώνονται μέσω ενός Μηχανισμού Διαρκών Δημοπρασιών που επιτρέπει την άντληση πόρων για τη χρηματοδότηση της κοινωνικής ζώνης. Αυτή με τη σειρά της απονέμεται προς χρήση με βάση μια ψηφιακή κληρωτίδα, κάπως «πειραγμένη». Δηλαδή σχεδιασμένη ώστε να πριμοδοτεί τα ευάλωτα μέλη της κοινωνίας, ενώ οι υπόλοιποι λαμβάνουν λαχνούς αντιστρόφως ανάλογους των PerCap λογαριασμών τους. Η κληρωτίδα αυτή διατηρείται από την εκάστοτε gComm η οποία και αυτή με τη σειρά της είναι αποτέλεσμα μια δίκαιης κλήρωσης. Η κληροκρατία σε πλήρη ισχύ!

Επίλογος

Πόσο είχαν τελικά δίκιο; Εξακολουθεί να μοιάζει ανέφικτο ένα άλλο τώρα στα μάτια σου; Σίγουρα θα σου γεννήθηκαν νέες απορίες. Καθώς θα διατρέχεις τις σελίδες του βιβλίου για απαντήσεις, μην ξεχνάς πως ότι διαβάζεις είναι εφικτό. Πως ναι, υπάρχει εναλλακτική κάτω από την σκέπη ενός νέου πολιτειακού συστήματος, αποκεντρωμένου, διαβουλευτικού. Εκεί όπου όλοι εμείς ως πολίτες θα ελέγχουμε άμεσα την εκτελεστική εξουσία, θα συμμετέχουμε στο νομοθετικό έργο και να αποφασίζουμε συμμετοχικά για τις λύσεις των προβλημάτων, υλοποιώντας το σύνθημα «Να επιστρέψει ο Δήμος στη Δημοκρατία».

Δεν θα είναι εύκολος ο δρόμος προς το άλλο τώρα. Σκόπελοι γνωστοί μπροστά μας. Οραματιζόμαστε εξίσου, παράλληλα με την απελευθέρωση του ανθρώπου από την αβάστακτη εξουσία του καπιταλιστή, και την απελευθέρωση από την αβάστακτη εξουσία του κράτους και άλλων μορφών συλλογικής- ιεραρχικής ισχύος. Ο μόνος αντίπαλός μας είναι η απογοήτευση που σε ωθεί από πολιτικοποιημένο πολίτη στην ιδιώτευση. Από την αμφισβήτηση στην παραίτηση. Αυτό επιδιώκουν άλλωστε και μηχανεύονται αυτοί που μας έχουν κάνει το βίο αβίωτο, διαρκώς και ποικιλοτρόπως από την κρίση του 2008 και έπειτα. Το οικονομικό και πολιτικό σύστημα στο οποίο ζούμε.

Κλωτσιά λοιπόν στο παλιό, πάμε για το καινούριο. Γιατί πρέπει επιτέλους να θριαμβεύσει η ποιότητα  αντί της ποσότητας, οι αξίες αντί των τιμών, τα δημόσια αγαθά αντί για τα ιδιωτικά βίτσια, η βιοποικιλότητα αντί του τσιμέντου, ο πολιτισμός αντί της επικερδούς ασχήμιας. Καμία ρήξη και επανάσταση δεν φαινόταν δυνατή, μέχρι που έγινε!

ΤΟ ΠΛΗΡΕΣ ΑΡΧΕΙΟ:

ΆλλοΤώραΛήψη

Αποφάσισα να μιλήσω για τον πόλεμο της Ρωσίας ενάντια στην Ουκρανία όχι μόνο γιατί συνιστά μια παγκόσμια απειλή που αφορά (πάνω απ’ όλα) σε αυτό που εμείς οι φεμινίστριες καλούμε «κοινωνική αναπαραγωγή», αλλά και γιατί ο συγκεκριμένος πόλεμος συνιστά ξεκάθαρα ένα τεστ αντοχής για τον υπαρκτό φεμινισμό, προκαλώντας του ρωγμές, ενδεχομένως τελικά και ρήγμα. Δεν αναφέρομαι ασφαλώς σε ρήξη του αριστερού με τον «ψευδο-φεμινισμό» του «lean in», όπως είχε χαρακτηρίσει επιτυχώς η bell hooks τον νεοφιλελευθερισμό με τον μανδύα της γυναικείας ισότητας, αλλά στον αριστερό φεμινισμό (που από μόνος του συνιστά ένα φάσμα, μία συμμαχία, αν θέλετε). Ο ρωσο-ουκρανικός πόλεμος ως μοχλός ρωγμής και ρήγματος αφορά γενικότερα στην διεθνή αριστερά – αλλά οι όποιες αναφορές μου στην αριστερά θα γίνουν μέσα από την προτεραιοποίηση του φεμινισμού ως το βασικό πεδίο διαμόρφωσης αντικαπιταλιστικής χειραφετητικής σκέψης.

Ο συγκεκριμένος πόλεμος αποτελεί τομή για την φεμινιστική κριτική σκέψη, θεωρία και το νόημα της φεμινιστικής αλληλεγγύης, περισσότερο απ΄ ό,τι ο πόλεμος του Βιετνάμ κάποτε. Αυτό συμβαίνει για δύο λόγους:

(α) Γιατί η επίδειξη ισχύος του ρωσικού ιμπεριαλισμού (με νοσταλγία για την τσαρική αναβίωση ανάλογη με εκείνη της «μπρεξιτικής» Βρετανίας για την Βρετανική Αυτοκρατορία) σηματοδοτεί μια τομή γεωπολιτικά που επιταχύνει την «πολυπολικότητα». Η πολυπολικότητα είχε ήδη τεθεί από τις χώρες BRICS εντός της παγκοσμιοποίησης του νεοφιλελευθερισμού, μετά το 1989. Είναι μάλιστα αξιοσημείωτο ότι η πολυπολικότητα έχει «συμπέσει» με την ροπή του καπιταλισμού στον ολοκληρωτισμό και την άνοδο της φασιστικής τάσης – γι’ αυτό και πολλές από εμάς που είχαμε ως αντικείμενο μελέτης την παγκοσμιοποίηση στραφήκαμε στην άνοδο αυτού που θα ονόμαζα «φασιστικής τάση» από τις ΗΠΑ ως την Ινδία κλπ. Δεν υπάρχει χρόνος να παρουσιάσω εδώ γιατί συνέβη αυτό – προσωπικά πάντως ασχολούμαι από τα τέλη της δεκαετίας του ’90 (Μανιφέστο της Ήττας, 2006). Σημασία έχει ότι η φασιστική τάση εξασκείται εδώ και καιρό και απέναντι στα σώματα γυναικών. Είναι μάλιστα εξαιρετικά ενδιαφέρον ότι ο τωρινός ρωσο-ουκρανικός πόλεμος επιλέχτηκε ως ο «σωστός χρόνος» για την κατά μέτωπο επίθεση στην αυτοδιάθεση των γυναικών στην καρδιά του καλούμενου «ελεύθερου» κόσμου (ΗΠΑ), τη στιγμή ακριβώς που μέρος της ανατολικοευρωπαϊκής αριστεράς εκθειάζει τη Δύση, και ειδικά τις ΗΠΑ, ως «ελεύθερο και δημοκρατικό κόσμο» ενάντια στην ρωσική φασιστική τάση. Δηλαδή, η επίθεση ενάντια στις γυναίκες στη Δύση συμβαίνει όταν η Δύση, που είχε πληγεί τόσο με την μετα-αποικιακή, αντι-ρατσιστική και φεμινιστική κριτική, ανακτά το κύρος της! Τι άραγε μπορούμε να συμπεράνουμε από αυτό;

(β) Γιατί αν και ο αμερικανικός φεμινισμός που έχει ως τώρα ηγεμονεύσει πλανητικά (σχεδόν όλα μας τα θεωρητικά εργαλεία απορρέουν και εκφράζουν προτεραιότητές του) επηρεάστηκε από το αντιπολεμικό κίνημα κατά της αμερικανικής εισβολής στο Βιετνάμ, γεννήθηκε σε έναν τόπο που δεν βίωνε τον πόλεμο. Γεννήθηκε στον τόπο της επιτιθέμενης δημοκρατικής χώρας, η οποία, παρά τους εσωτερικούς της ανταγωνισμούς, απολάμβανε την εμπειρία της «ειρήνης»: δεν βομβαρδιζόταν. Τα εργαλεία του αμερικανικογενούς φεμινισμού αντανακλούν αυτό το προνόμιο. Στο πολυσέλιδο άρθρο της για τη New Left Review «Ποιοι Φεμινισμοί;» (2018), η Susan Watkins περιγράφει τη σταδιακή διαμόρφωσή του αμερικανικού φεμινισμού, και κατ’ επέκταση του παγκόσμιου φεμινισμού. Πρόκειται για έναν φεμινισμό των θεσμών – και οι θεσμοί προϋποθέτουν απουσία βομβαρδισμών, απουσία μαζικών εκτοπισμών και προσφυγικής εξόδου, απουσία στρατιωτικού νόμου. Ο φεμινισμός που είχαμε ως τώρα δεν υπήρξε προετοιμασμένος για μία «πρόσκρουση» όπως η περιπλοκότητα και η εγγύτητα του ρωσο-ουκρανικού πολέμου – παρά την πληθώρα μελετών για το έμφυλο στοιχείο σε εμπόλεμες ζώνες. Ο μεταδομισμός, ως βασικό εργαλείο του δεύτερου κύματος, με την έμφαση στη σημειολογία, τη σχετικοποίηση, τον μετασχηματισμό της γλώσσας, την ελπίδα μιας σταδιακής αποσταθεροποίησης της πατριαρχικής ηγεμονίας, προέκυψε σε αυτό το συγκείμενο που δεν βίωνε το κατεπείγον και την υλικότητα της μαζικής καταστροφής σωμάτων. Στην Ευρώπη, παρά το τι συνέβη στη Γιουγκοσλαβία, δεν υπήρξε ένα επιστημολογικό αντι-παράδειγμα. Ο αντι-ιμπεριαλιστικός φεμινισμός είναι σε άνοδο, αλλά ίσως όχι αρκετά γρήγορα.

Εν προκειμένω, έχουμε μια διαφορετική συνθήκη. Και φαίνεται πόσο διαφορετική είναι η συνθήκη αυτή αν σκεφτούμε τις συνεχείς επιθέσεις του μεγαλύτερου μέρους της ανατολικοευρωπαϊκής αριστεράς απέναντι σε όσους και όσες τολμούν να μιλούν για το ΝΑΤΟ ως παράγοντα στην παρούσα σύγκρουση – παρά την παραδοχή ότι για την επίθεση ευθύνεται η επιτιθέμενη χώρα. Μια νέα μειωτική ορολογία εμφανίστηκε από τις πρώτες μέρες αυτού του πολέμου, που μετράει πια κοντά εκατό ημέρες φρίκης: «westplainers» και «USplainers» – που, όπως παρατηρείτε, βασίζεται στο περίφημό «mansplaining». Υπάρχει δηλαδή μια οικειοποίηση του φεμινιστικού λεξιλογίου, που τείνει να οδηγήσει σε λογοκρισία απέναντι σε απόπειρες αποτύπωσης ενός ιστορικού πλαισίου. Η αναφορά στο ιστορικό πλαίσιο κρίνεται ότι αποσπά την προσοχή από την «ανεξάρτητη» και «αυτόνομη» δράση του ρωσικού ιμπεριαλισμού. Σημαντική παράμετρος αυτής της λογοκριτικής τάσης είναι ότι διαμορφώθηκε εξαρχής και παράλληλα με μία ασύλληπτης έκτασης προπαγάνδα, παραπληροφόρηση, και μυστικότητας γύρω από το θέατρο των επιχειρήσεων. Όπως τέθηκε από κάποιον σύντροφο στο Permanent Antiwar Assembly, θα περάσουν χρόνια μέχρι να υπάρξει μία σχετικά σαφής εικόνα αυτού του θεάτρου. Το μόνο σίγουρο είναι ότι υπάρχουν χιλιάδες νεκροί και νεκρές, χιλιάδες τραυματίες, βιασμοί, βασανιστήρια, εκατομμύρια εκτοπισμένες. Και μια χώρα με κατεστραμμένη υποδομή, ενώ δεν προωθείται η διαγραφή του χρέους της (130 δισ. δολάρια ή 54 δισ. σύμφωνα με τους Βρετανούς).1 Μάλιστα, ο υπουργός Οικονομικών είπε τον Απρίλιο ότι δεν θέλει να διαγραφεί το χρέος της χώρας του γιατί δεν έχει πρόβλημα η Ουκρανία στην αποπληρωμή!2

Πώς αυτό το πλαίσιο έχει διαμορφώσει τις φεμινιστικές τοποθετήσεις;

Τα τρία πιο γνωστά «συμβάντα» σε σχέση με τον φεμινισμό και τον συγκεκριμένο πόλεμο ήταν:

Πρώτον, η άμεση κινητοποίηση των ρωσίδων φεμινιστριών με ένα μανιφέστο που πλέον έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες, καταδικαστικό του πολέμου, το οποίο εξηγεί, ωστόσο, ότι η αρχή του ήταν το 2014 και τώρα η επέκτασή του.3 Το δίκτυο δρα σε εκατό τοποθεσίες στη Ρωσία, με κίνδυνο για όλες τις συμμετέχουσες, και μιλάει στο telegram, όπου αριθμεί 30.000 μέλη. Δεν ξέρω αν μπορούμε να συλλάβουμε το μέγεθος της καταστολής που υπάρχει στη Ρωσία αυτή τη στιγμή. Πιστεύω πως όχι (σε περίπτωση που θα λέγαμε γιατί δεν έχει ένα εκατομμύριο μέλη). Όσες παρακολουθήσαμε τα προπαγανδιστικά σποτάκια του ρωσικού κράτους, όπου ο λαός και η αστυνομία ενώνονται σε ένα πατριωτικό σώμα, ίσως κατανοούμε το μέγεθος της φασιστικής τάσης στη Ρωσία.

Το δεύτερο συμβάν ήταν ένα μανιφέστο που ξεκίνησε από τη νότια Ευρώπη (Ισπανία) και υπογράφηκε από πολλές φεμινίστριες από την Δύση και τον παγκόσμιο Νότο, μεταξύ των οποίων η Silvia Federici, Tithi Bhattacharya, Nancy Fraser.4 Καθώς ήμουν σε επαφή με την ανατολικοευρωπαϊκή αριστερά από το 1998, δίστασα να το υπογράψω αρχικά όταν μου ζητήθηκε. Είπα γραπτώς στη φίλη που μου το έστειλε ότι το μανιφέστο θα αποξενώσει την ανατολική Ευρώπη, ακόμη και τις αριστερές φεμινίστριες εκεί, γιατί παίρνει μια γενική αντι-ιμπεριαλιστική θέση, μια θέση υπέρ κάποιας «ειρήνης», και είναι πολύ σύντομο για να διαπραγματευτεί την περιπλοκότητα αυτού που αντιμετωπίζουμε: έναν κανονικό διχασμό, έναν πολωτικό εμφύλιο με στρατόπεδα διαφορετικής γεωπολιτικής κληρονομιάς, που ως τώρα μπορούσαμε να αγνοούμε και να μιλάμε για την άνοδο ενός παγκόσμιου αντικαπιταλιστικού φεμινισμού. Αλλά όχι πια. Αν και, μετά από δυο ώρες άρνησης και σκέψης, υπέγραψα, δυστυχώς, είχα δίκιο. Οι ενστάσεις υπήρξαν άμεσες: η Catherine Samary έγραψε ότι «εξαιτίας της ανάλυσης της σύγκρουσης που προτείνει, το Μανιφέστο δεν μπορεί να έχει καμία σύνδεση με τις ουκρανές φεμινίστριες που είναι ενταγμένες σε πάλη αντίστασης [resistance struggle]».5

Το τρίτο συμβάν είναι το σχίσμα πλέον εντός του αριστερού φεμινισμού, όπως αποτυπώνεται (ενδεικτικά) στην διαδικτυακή συζήτηση που οργάνωσε, πριν λίγες μέρες, ο αντικαπιταλιστικός εκδοτικός οίκος Haymarket, «How can feminist solidarity help Ukraine?» Εκεί οι κατηγορίες ενάντια στον ‘δυτικό’ αριστερό φεμινισμό κατατέθηκαν ανοιχτά, και επιβεβαιώθηκε αυτό που μία ομιλήτρια, η Yuliya Yurchenko, είχε γράψει και σε συνέντευξή της στην μαρξιστική φεμινιστική αντιρατσιστική επιθεώρηση Spectre:6 να στέλνονται όπλα στην Ουκρανία, παρά την παραδοχή από άλλη ομιλήτρια ότι όντως διεξάγεται ένας proxy war (πόλεμος δι’ αντιπροσώπων).

Αλλά βεβαίως δεν υφίσταται μόνο ένας τέτοιος πόλεμος, αλλά και ένας αμυντικός πόλεμος.

Και ένας πόλεμος, επιπροσθέτως, που έχει εμπεδώσει την φασιστική τάση του ρωσικού κράτους, αλλά και την ομαλοποίηση νεοναζιστικών ταγμάτων στον ουκρανικό στρατό. Αρκεί να διαβάσετε άρθρα στη Guardian του 2014 για να διαπιστώσετε τις βλέψεις και τακτικές του Τάγματος Αζόφ.7 Και αν πιστεύαμε ότι η άνθιση του αντιφασιστικού φεμινισμού μετά το 2016 (Τραμπ) θα αρκούσε για να τεθεί το θέμα με βάση γραμμή σύμπλευσης, θα κάναμε λάθος. Αυτή είναι μια ιδιαίτερα τραγική παράμετρος του συγκεκριμένου πολέμου, απέναντι στην οποία η όποια θέση του αντιφασιστικού φεμινισμού καθίσταται αδύνατη ενώ, από την άλλη, είναι αδιανόητο ότι μια τέτοια παραδοχή θα μας οδηγούσε στην αθλιότητα των «ίσων αποστάσεων». Η τραγική αυτή παράμετρος – η φασιστική τάση – θέτει στο τραπέζι το θέμα του «μετά τον πόλεμο», ακριβώς γιατί εγείρει το θέμα του «πριν»: της σταδιακής ενίσχυσης και πολιτικής λειτουργίας του φασισμού σε κομβικά ‘σημεία’ του κρατικού μηχανισμού των σύγχρονων ‘δημοκρατιών’, τόσο ώστε σήμερα να εγκολπώνεται και να ηρωοποείται ως «πατριωτικός». Το πρόσφατο βιβλίο της πολωνής Ewa Majewska που πραγματεύεται έναν αντι-ηρωικό, αργό, καθημερινό αντιφασισμό των ευάλωτων και ανίσχυρων βρίσκεται πλέον αντιμέτωπο με την ολική επαναφορά του ηρωισμού, του πατριωτισμού, και μιας αλληλεγγύης χτισμένης πάνω στο πρόταγμα του κατεπείγοντος.8 Και με αυτή την αναφορά, στον πατριωτισμό ως ηρωισμό, περνάω στο δεύτερο μέρος της ομιλίας μου – εκείνο των θέσεων και των ερωτημάτων.

Ερώτημα 1: Αρκεί το επιχείρημα ότι ο φεμινισμός είναι πασιφιστικός για να πούμε ένα καθολικό «όχι στις αποστολές όπλων» και άρα «όχι στον πόλεμο»;

Όχι, ο φεμινισμός δεν είναι και δεν υπήρξε ποτέ αμιγώς πασιφιστικός. Υπάρχουν τουλάχιστον δύο αντιθετικές πτυχές σε αυτό.

Η πρώτη είναι το δικαίωμα στην επανάσταση, στην εξέγερση, στο αντιπαράδειγμα όπως εκφράστηκε πιο πρόσφατα στα γραπτά της Κούρδισας Dilar Dirik σε σχέση με τη Ρόζαβα και εκπροσώπων του γυναικείου στρατού των Ζαπατίστας (στο Open Democracy και αλλού). Η Dirik εισήγαγε τον όρο «passive-ism»: «Φεμινιστικός πασιφισμός ή παθητικότητα;» ήταν ο τίτλος-ερωτηματικό του άρθρου της το 2017.9 Γράφει: «Ο φεμινισμός έπαιξε σημαντικό ρόλο στα αντιπολεμικά κινήματα και έχει να δείξει σημαντικές νίκες στο χτίσιμο της ειρήνης. Η φεμινιστική κριτική του μιλιταρισμού ως πατριαρχικού εργαλείου καθιστά εύλογη/κατανοητή την απόρριψη της γυναικείας συμμετοχής σε κρατικούς στρατούς με τη δικαιολογία ότι τέτοια συμμετοχή θα ήταν «ενδυναμωτική». Αλλά η παντελής απόρριψη από τον φιλελεύθερο φεμινισμό της γυναικείας βίας, ανεξαρτήτως του διακυβεύματος (ή διακύβευσης), αποτυγχάνει στην ποιοτική διάκριση μεταξύ κρατικιστικού, αποικιακού, ιμπεριαλιστικού, επεμβατικού μιλιταρισμού και της απαραίτητης, νόμιμης αυτοάμυνας.»

Η δεύτερη είναι ότι πολλές από τις φεμινίστριες των αρχών του 20 αιώνα, του α’ κύματος, ξέχασαν τον φεμινιστικό πασιφισμό τους και μετατοπίστηκαν στην γραμμή «υπερασπίζομαι τα πάτρια». Αυτό συνέβη σίγουρα στις βρετανές σουφραζέτες, κάποιες από τις οποίες έφτασαν ως τον φασισμό. Οι σχετικές αναλύσεις αυτής της μετατόπισης από τον φεμινισμό στον πατριωτισμό ανοίγουν θέματα που ο αντιφασιστικός φεμινισμός των ημερών μας πρέπει να μελετήσει προσεκτικά

Σε κάθε περίπτωση το αφήγημα ενός de facto φεμινιστικού πασιφισμού δεν μας βοηθάει να απαντήσουμε το ερώτημα της αποστολής όπλων. Μια χρήσιμη διευκρίνηση εδώ είναι ότι οι κυβερνήσεις μας δεν μας ρώτησαν. Η διάκριση μεταξύ κυβερνήσεων (που αποφασίζουν) και πολιτών (που δεν ερωτώνται) μαζί με το ποιος κερδίζει από το εμπόριο όπλων πρέπει να τονίζονται κάθε φορά που η έμπρακτη αλληλεγγύη νοείται αποκλειστικά ως στρατιωτική βοήθεια. Αν λέμε «ναι στα όπλα», ας το κάνουμε με δημόσιο λόγο που ακυρώνει τις ψευδαισθήσεις και εξηγεί την ομηρία μας.

Ερώτημα 2: Είναι αλήθεια ότι «Ως γυναίκα δεν έχω χώρα. Ως γυναίκα δεν θέλω χώρα. Ως γυναίκα, χώρα μου είναι ο κόσμος»;

Η διάσημη ρήση της Virginia Woolf έρχεται από το 1938, λίγο πριν το ξέσπασμα του φονικότερου πολέμου στη σκιά του οποίου ζούμε και σήμερα.10 Εξήντα χρόνια αργότερα, το 1998, η Michelle McHugh Griffin αποδείκνυε ότι ίσχυε το αντίθετο – οι γυναίκες έχουν χώρες – διερωτώμενη γιατί. Στα στοιχεία που παρείχε θα πρόσθετα ότι ποτέ δεν είχαμε αυτόνομη φεμινιστική «anti-passivist» επανάσταση, και ότι οι γυναίκες, ακόμη και όταν είχαν κατά νου το κριτήριο της έμφυλης χειραφέτησης (όπως το είχαν πολλές από τις ηρωικές αντιφασίστριες του εικοστού αιώνα, από την ιβηρική χερσόνησο ως τα Βαλκάνια, ή αντι-ιμπεριαλίστριες φεμινίστριες σήμερα), το κριτήριο λειτουργούσε σε σύνδεση με άλλα προτάγματα –από την Αντιγόνη ως τις Κούρδισες. Στον ουκρανικό αγώνα σήμερα, ακούμε ότι οι ουκρανές φεμινίστριες διστάζουν να σταθούν κριτικά απέναντι στα έμφυλα θέματα της χώρας τους φοβούμενες ότι αυτό θα τους στερήσει αλληλεγγύη. Η Elisa Moros πρόσφατα έγραψε: «Φεμινιστικές παραινέσεις που επιβάλουν στις γυναίκες να επιλέξουν ανάμεσα στον φεμινισμό και τους άλλους αγώνες τους συχνά οδηγούν στην απομάκρυνση των γυναικών από τον φεμινισμό. Αυτό είναι ένα επαναλαμβανόμενο πρόβλημα του δυτικού φεμινισμού στο οποίο συχνά αναφέρονται οι αντι-ηγεμονικές φεμινίστριες».11 Το γιατί συμβαίνει αυτό δεν εξετάζεται.

Αυτή ακριβώς η απουσία ενός αυτόνομου φεμινιστικού επαναστατικού υποκειμένου δείχνει το συγκλονιστικό βάθος της γυναικείας καταπίεσης που, μεταφερόμενο στο πεδίο του σύγχρονου φεμινισμού, εξηγεί την ρήξη εντός του φεμινιστικού κινήματος ως προς τη «σωστή» στάση στον τωρινό πόλεμο. Η γυναίκα ως μη αυτοπροσδιοριζόμενο επαναστατικό υποκείμενο έρχεται τώρα στο επίκεντρο, στοιχειώνοντας την όποια θέση. Για να ερμηνεύσουμε αυτή την αποτυχία, ξεκινάμε από την τελευταία φράση της Woolf, λέγοντας πως ως γυναίκα όχι μόνο ο κόσμος δεν είναι χώρα μου, αλλά στις αβυσσαλέες διαιρέσεις του σύγχρονου καπιταλισμού, που ελάχιστα φαίνεται να παρεκκλίνει από την ανάλυση του Λένιν στο έργο του Ο ιμπεριαλισμός (1916), η αντιφασιστική θέση της Woolf έχει καταστεί συνώνυμη του ταξικού κοσμοπολιτισμού. Οι γυναίκες λοιπόν έχουν χώρα γιατί η «φαντασιακή κοινότητα»12 του έθνους έχει εδραιωθεί ως ακρογωνιαίος λίθος της σύγχρονης βιο/νεκροπολιτικής, και το να μην έχεις χώρα ισοδυναμεί με καταδίκη στον θάνατο που περιέγραψε ο Giorgio Agamben στα μέσα της δεκαετίας του ’90: στην απουσία προστασίας των στοιχείων του (κοινωνικού) βίου και στο πέρασμα στο βιολογικό πεδίο της «ζωής».13 Αυτό είναι που επιτρέπει τις επαναπροωθήσεις και γενικότερα την γενοκτονία προσφύγων και προσφυγισσών. Οι επίμονες κλήσεις των ουκρανών φεμινιστριών για «περισσότερα όπλα» γίνονται εξαιτίας του φόβου ενός τέτοιου μεγέθους έκπτωσης. Και με βάση αυτή την παραδοχή, θα έλεγα πως αν δεν υπάρξει όχι απλά αντι-πολεμικό, αλλά αντι-εθνικό, φεμινιστικό κίνημα για την πλήρη κατάργηση (abolition) των εθνών, του έθνους ως ιδέα και ως φαντασιακή κοινότητα, δεν δικαιούμαστε να αρνούμαστε σε καμία την εκάστοτε προάσπισή του. Πόσο μακριά είμαστε από μια τέτοια καταργητική πολιτική; Τρομερά πολύ: ολόκληρο το σύστημα και δόγμα ασφάλειας, και τα συντάγματα κάθε επικράτειας, αναγνωρίζουν το έθνος ως το θεμέλιο της ύπαρξής τους. Είναι η ίδια η νεωτερικότητα – στις φιλοσοφικές και πρακτικές της διαστάσεις – που ανέδειξε τον εχθρό που κατ’ ουσία αντιμετωπίζουμε σήμερα τόσο διχασμένες.

Ερώτημα 3: Στις υπαρκτές συνθήκες, όπου συνδυάζεται ο ιμπεριαλισμός με την φασιστική τάση, τι σημαίνει να στέκομαι ως αντι-ιμπεριαλίστρια και αντιφασίστρια φεμινίστρια αλληλέγγυα στις αδερφές μου στην Ουκρανία;

Ο αντιφασισμός και ο αντι-ιμπεριαλισμός έχουν άλλη ιστορική εμπειρία στην ανατολική Ευρώπη, άλλη στη Μέση Ανατολή, άλλη στη Λατινική Αμερική και στον Παγκόσμιο Νότο, και άλλη στις βόρειες και δυτικές χώρες. Ακριβώς εξαιτίας του διχασμού που θεμελιώνει τους αντιμαχόμενους ιμπεριαλισμούς η σύγκλιση των ιστορικών μας προοπτικών είναι αδύνατη. Είμαστε μέσα στην ιστορία μας, όχι απέξω. Μιλώντας για την Ουκρανία του 2022, θα βρείτε ελάχιστα φεμινιστικά κείμενα που να περιγράφουν πως η φιλο-ευρωπαϊκή εξέγερση Maidan πέρασε στην ακροδεξιά και τι συνέβη στις γυναίκες εκεί.14 Για το καθεστώς Πούτιν, δεν χρειάζεται να πω τίποτα: η αντι-φεμινιστική δράση του είναι πασίγνωστη. Γνωρίζουμε λιγότερα για την χώρα που καλεί σε αλληλεγγύη αυτή της στιγμή, και στην οποία προσφέρουν αλληλεγγύη χωρίς «αλλά» οι ρωσίδες φεμινίστριες (για προφανείς λόγους).

Κάποιες ουκρανές αριστερές φεμινίστριες κατηγορούν τις δυτικές (ο παγκόσμιος νότος δεν εμφανίζεται τόσο στην ιστορική τους εμπειρία, και αυτό μου κάνει εντύπωση) ότι δεν έχουν «κάτι πρακτικό» να προσφέρουν απέναντι στην κρισιμότητα των περιστάσεων. Ωστόσο ούτε εκείνες αλλά ούτε κι εμείς είχαμε «κάτι πρακτικό» να προσφέρουν/με στην κρισιμότητα άλλων πολέμων. Καμία φεμινίστρια δεν έχει «κάτι πρακτικό» να προσφέρει απέναντι στην θηριωδία της δυτικής συμμάχου Βρετανίας που στέλνει από τώρα τους πρόσφυγες που φτάνουν στις ακτές της στην Ρουάντα! Γιατί; Γιατί αυτό σημαίνει ισχύς σε όλη της την υλική φρίκη: αν προσφέραμε «κάτι πρακτικό», θα έπρεπε να είμαστε προετοιμασμένες για φυλάκιση και για εξόντωση. Ο φεμινισμός – με ελάχιστες εξαιρέσεις – είναι μια μικρή, συντριπτικά άοπλη δύναμη που προσπαθεί να κρατήσει εν ζωή τις γυναίκες στην μη-ειρήνη που περνιέται για ειρήνη στις δημοκρατίες ή δικτατορίες της ανισότητας, της εκμετάλλευσης, της καταστολής. Ο φεμινισμός εναντιώνεται στο υπό εξέλιξη απαρτχάιντ στις εκτρώσεις στην Πολωνία (όπου οι εκτρώσεις θα επιτρέπονται μόνο για βιασμένες ουκρανές). Αυτή είναι η φεμινιστική realpolitik, «μας θέλουμε όλες ζωντανές», δεν είναι άποψη.

Αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι:

(α) να συνταχτούμε ενάντια στην κορυφή αυτής της πυραμιδικής συνθήκης: στα πυρηνικά όπλα, απαιτώντας την πλήρη καταστροφή τους, και φέρνοντας τον πόλεμο στην προ-πυρηνικών εποχή. Ο μάχιμος φεμινισμός της εποχής μας οφείλει να θέσει στο κέντρο αυτή την απαίτηση, που είναι λιγότερο ανεδαφική από την κατάργηση του κάθε φαντασιακού έθνους. Το «φεμινιστικό μανιφέστο του 99%» μπορεί να ξαναγραφτεί ως ένα μανιφέστο ενάντια στην πυρηνική απειλή που συντηρεί τους σύγχρονους ιμπεριαλισμούς ως υπερδυνάμεις.

(β) να στηρίξουμε την ελευθερία συνείδησης στον πατριωτισμό και την άρνησή του. Η αυτο-άμυνα σε κατάσταση πολέμου μπορεί να λάβει διαφορετικές ερμηνείες. Τα όσα υπέφερε η τρανς κοινότητα επιχειρώντας να διασχίσει τα σύνορα και οι εκκλήσεις των Ηνωμένων Εθνών για επιείκεια προς όσους cis άνδρες αρνήθηκαν την υποχρεωτική στράτευση ας γίνουν το έναυσμα ενός επαυξημένου «ποτέ ξανά». Καμία ανοχή στην υποχρέωση να θυσιαστείς για την πατρίδα σου αν δεν το θέλεις – εξάλλου η πατρίδα σου έχει καταπληκτικούς μηχανισμούς για να σε πείσει. Η εθνικότητα και η υπηκοότητα να μην είναι σκλαβιά. Η «τρελή ιδέα» μιας συμμαχίας ανάμεσα στο τρανς κίνημα και σε cis άντρες που δεν κοινωνικοποιούνται μέσα από τον θυσιαστικό πατριωτισμό θα ήταν ίσως πρωτοφανής, αλλά θα έθετε μια νέα ατζέντα για την κοινωνική λειτουργία και τις προσδοκίες γύρω από το φύλο. Όταν μας λένε «ακούστε τους ανθρώπους στην Ουκρανία», λέμε ναι, αλλά να ακούμε και αυτούς τους ανθρώπους.

(γ) να διασφαλίσουμε σεβασμό στην ιστορική μας διαφορετικότητα εντός του δι-εθνικού και (προ-εικονιστικά) αντι-εθνικού φεμινισμού. Αυτό προϋποθέτει αφενός γνώση της ιστορικής μας πορείας και αφετέρου στάθμιση των συνθηκών όπου εντάσσεται η αλληλεγγύη. Ήδη από τον πόλεμο στη Συρία υπήρξε η κριτική του «αντι-ιμπεριαλισμού των ηλιθίων». To 2018, η Leila Al Shami έγραφε για τον προβληματικό αντι-ιμπεριαλισμό της αριστεράς που εκφραζόταν σε σχέση με χώρες και όχι με τους ανθρώπους που υπέφεραν: τον αντι-ιμπεριαλισμό που στήριζε τον Ασσάντ λόγω του αντι-αμερικανισμού του. Το άρθρο αυτό κυκλοφόρησε ευρέως – αλλά, κατά τη γνώμη μου, εντός μιας προβληματικής ιδεολογίας – μετά τις 24 Φεβρουαρίου. Το συνιστώ γιατί αυτό στο οποίο μας βοηθάει είναι να συνειδητοποιήσουμε την τρομακτική περιπλοκότητα των σύγχρονων ιμπεριαλιστικών αλλά και εθνικο-απελευθερωτικών συγκρούσεων. Ο μάχιμος φεμινισμός της αριστεράς δεν πρέπει να παραμείνει δέσμιος του «αντι-ιμπεριαλισμού των ηλιθίων», της ταύτισης του ιμπεριαλισμού μόνο με την δύση. Πού καταλήγει όμως, το 2018, η Leila Al Shami; Μετά από όλες τις βόμβες, μετά από τα αντι-πολεμικά κινήματα, μετά από τις προσκλήσεις ξένων δυνάμεων να ανακατευτούν στη Συρία, μετά τον θυμό της για όσους θέτουν «αφηγήματα» πάνω από «την πραγματικότητα των βιωμάτων/lived realities» στο έδαφος; «A negotiated settlement is the only way to end this war – and still seems as distant as ever».15 Δεν θα ακούσουμε συχνά αυτή την αλήθεια: ότι ο πόλεμος τελειώνει μόνο με την διαπραγμάτευση. Ούτε ότι δεν τελειώνει τελειωτικά, αλλά παρενθετικά, σε μία παγκόσμια κοινωνία με καταπιεζόμενες και καταπιεστές. Αυτή η κοινωνία της μη-ειρήνης ας είναι η πρωταρχική γνώση στην έναρξη κάθε κίνησης αλληλεγγύης – αλληλεγγύη που εκφράζεται πάντα σε συνθήκες «μη δικής μας επιλογής», όπως τέθηκε από τον Μαρξ. Δεν θα βρούμε κανέναν τέλειο και ιδανικό αγώνα να στηρίξουμε, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι καταθέτουμε την δυνατότητα κρίσης και στάθμισης των παραγόντων που διαμορφώνουν την κάθε μη-ειρήνη που αργά ή γρήγορα οδηγεί στον πόλεμο.

31 Μάη 2022


1 https://www.cadtm.org/Why-should-Ukraine-s-debt-be-cancelled

2 https://www.ukrinform.net/rubric-economy/3465038-no-need-for-debt-writeoff-restructuring-ukraines-finance-minister.html

3 https://en.wikipedia.org/wiki/Feminist_Anti-War_Resistance. Μετάφραση σε 30 γλώσσες, αρχικά στο Jacobin, https://jacobinmag.com/2022/02/russian-feminist-antiwar-resistance-ukraine-putin

4 https://spectrejournal.com/feminist-resistance-against-war/

5 https://lefteast.org/comments-on-the-feminist-manifesto-against-war/ Η συγγραφέας του άρθρου είχε δημοσιεύσει το βιβλίο Yugoslavia Dismembered το 1995. Μέλος της 4ης Διεθνούς, 1938, τροτσκιστές.

6 https://spectrejournal.com/fighting-for-ukrainian-self-determination/

7 https://www.theguardian.com/world/2014/sep/10/azov-far-right-fighters-ukraine-neo-nazis

8 Ewa Mejewska, Feminist Antifascism: Counterpublics of the Common, July 2021, Verso

9 Dilar Dirik https://www.opendemocracy.net/en/5050/feminist-pacifism-or-passive-ism/ « Feminism has played an important role in anti-war movements and achieved political victories in peace-building. The feminist critique of militarism as a patriarchal instrument renders understandable the rejection of women’s participation in state-armies as being ‘empowering’. But liberal feminists’ blanket rejection of women’s violence, no matter the objective, fails to qualitatively distinguish between statist, colonialist, imperialist, interventionist militarism and necessary, legitimate self-defence». 

10 As a woman I want no country. As a woman, my country is the whole world’, Three Guineas (1938), p.125

11 «Feminist injunctions that force women to choose between feminism and their other struggles often result in driving women away from feminism. This is a recurring problem of Western feminism that counter-hegemonic feminists have repeatedly pointed out». Στο «Ukrainian Feminists under Western Eyes”, 17 May 2022, https://internationalviewpoint.org/spip.php?article7658 & 9 May 2022, https://newpol.org/ukrainian-feminists-under-western-eyes/

12 Benedict Anderson, Imagined Communities: Reflections on the Origins and Spread of Nationalism, 1983

13 Giorgio Agamben, Homo Sacer: Sovereign Power and Bare Life, 1995

14 https://krytyka.com/en/articles/ukrainian-feminism-crossroad-national-postcolonial-and-postsoviet-theorizing-maidan/print By Maria Mayerchyk, Olga Plakhotnik. Based on panel presentation at “The Europe of Women” International Conference, Radboud University Nijmegen, the Netherlands, 27th of November 2015.

15 https://libcom.org/article/anti-imperialism-idiots-leila-al-shami

Βασισμένο στην αρχή “σκέψου παγκόσμια – δράσε τοπικά”, το IT’S TIME TO OPEN THE BLACK BOXES! είναι ένα διαρκές, συμμετοχικό καλλιτεχνικό έργο που ξεκίνησε η Ελληνίδα καλλιτέχνιδα Δανάη Στράτου, το οποίο προσκαλεί ανθρώπους σε όλο τον κόσμο να στείλουν Μία Λέξη διαδικτυακά.


Υποβάλετε τη Μία Λέξη που εκφράζει καλύτερα αυτό που σήμερα:


• Σας απειλεί περισσότερο
• Θέλετε να διασώσετε


Η ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ

ΚΑΤΑΛΗΚΤΙΚΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 22/02/2023
ΑΝΟΙΓΜΑ ΤΩΝ ΜΑΥΡΩΝ ΚΟΥΤΙΩΝ: ΣΥΝΤΟΜΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ!

Σαν να μην έφταναν η πανδημική κρίση, η κλιματική έκτακτη ανάγκη, οι περιφερειακοί πόλεμοι και οι αναγκαστικές μεταναστεύσεις, οι ανταγωνισμοί των μεγάλων δυνάμεων παίρνουν την πιο οξεία μορφή, αποσπώντας την ανθρωπότητα από την αντιμετώπιση των πιο πιεστικών προκλήσεών της και θέτοντάς την σε κίνδυνο ακόμη και πυρηνικής κλιμάκωσης. Ο λυσσαλέος εθνικισμός εξομαλύνεται, ολόκληροι πληθυσμοί και πολιτισμοί «ακυρώνονται», η ελευθερία του λόγου και το δικαίωμα στην πληροφόρηση περιορίζονται ακόμη περισσότερο, η οικονομική ζωή γίνεται οδυνηρά αβέβαιη για τους πολλούς, νέα εμπόδια υψώνονται, εκατομμύρια πρόσφυγες βρίσκονται και πάλι σε φυγή.

EXHIBITION EVENT

Το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα με τις λέξεις των συμμετεχόντων στο project θα παρουσιαστεί στο πλαίσιο της εκδήλωσης με θέμα: «Από την Κρίση στον Πόλεμο: Ένας Χρόνος Μετά» που διοργανώνει το mέta | Κέντρο Μετακαπιταλιστικού Πολιτισμού, την Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου 2023 και ώρα 19:00 στο Σεράφειο του Δήμου Αθηναίων, στη διεύθυνση Εχελιδών,, Πειραιώς 144, Αθήνα 118 54.

Το έργο υποστηρίζεται από το mέta (Κέντρο Μετακαπιταλιστικού Πολιτισμού), το DiEM25 και την Progressive International.

ο αναγνώστης

του Σπύρου Κακουριώτη

Με δύο σημαντικές μελέτες, αντιπροσωπευτικές των κεντρικών προσανατολισμών του, το Κέντρο Μετακαπιταλιστικού Πολιτισμού (mέta) εγκαινίασε τη συνεργασία του με τις εκδόσεις Τόπος, παρουσιάζοντας την ομώνυμη εκδοτική σειρά, που φιλοδοξεί να εμπλουτίσει τη σύγχρονη ριζοσπαστική σκέψη, διερευνώντας κρίσιμες πτυχές του καπιταλιστικού παρόντος αλλά και τα ενδεχόμενα που διανοίγονται ενόψει ενός μετακαπιταλιστικού μέλλοντος.

Αυτόν τον διπλό προσανατολισμό υπηρετούν τα πρώτα δείγματα της νέας εκδοτικής σειράς: Στραμμένη στο δυσοίωνο παρόν, η μελέτη του οικονομολόγου Guy Standing, Το πρεκαριάτο, εξετάζει τη νέα «επικίνδυνη τάξη» που διαμορφώνει η κυριαρχία του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, αυτή των εργαζόμενων σε θέσεις που χαρακτηρίζονται από τρομακτική επισφάλεια και μηδενική προοπτική, οδηγώντας σε συνολική κοινωνική αστάθεια, με τη στοχοποίηση των μεταναστών ή άλλων ευάλωτων ομάδων και την ενίσχυση του ακροδεξιού εξτρεμισμού. Παράλληλα, ο συγγραφέας επιχειρεί να σκιαγραφήσει μια νέα πολιτική, η οποία να θέτει τους φόβους και τις προσδοκίες του πρεκαριάτου στο επίκεντρο μιας προοδευτικής στρατηγικής αναδιανομής και διασφάλισης του εισοδήματος. Στον επικαιροποιημένο πρόλογό του, ο Γκάι Στάντινγκ αναλύει τις πολιτικές εξελίξεις που μεσολάβησαν από την πρώτη έκδοση του βιβλίου, ιδιαίτερα εκείνες που σχετίζονται με την πανδημία του Covid-19 και τις επιπτώσεις τους στο πρεκαριάτο. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο κοινόχρηστος, σήμερα, όρος «πρεκαριάτο» καθιερώθηκε στον δημόσιο διάλογο από αυτό ακριβώς το βιβλίο, που σήμερα μεταφράζεται για πρώτη φορά στα ελληνικά.

Το δεύτερο βιβλίο της σειράς, η μελέτη του αμερικανού διανοούμενου Michael AlbertΧωρίς αφεντικά, είναι στραμμένη προς τις δυνατότητες ενός μετακαπιταλιστικού μέλλοντος, προτείνοντας τη σύλληψη και την οργάνωση μιας νέας, συμμετοχικής οικονομίας, που θα βασίζεται στην αυτοδιαχείριση, την ισότητα, την αλληλεγγύη, την ποικιλομορφία και τη βιωσιμότητα. Επικεντρωμένη στην έννοια των (παραγωγικών) Κοινών, η οραματική πρόταση του Μάικλ Άλμπερτ περιλαμβάνει την άσκηση της αυτοδιαχείρισης από όλους όσοι εργάζονται, ένα εισόδημα ανάλογο με τον χρόνο και τη σκληρότητα της εργασίας, σε θέσεις με κοινωνική αξία, που παρέχουν σε όλους τους οικονομικούς δρώντες συγκρίσιμα μέσα και τη διάθεση να συμμετέχουν στις αποφάσεις που τους επηρεάζουν. Στη «νέα οικονομία για έναν καλύτερο κόσμο» που οραματίζεται ο Άλμπερτ σημαντικό ρόλο καλείται να διαδραματίσει η διαδικασία συμμετοχικού προγραμματισμού, στην οποία «η φροντίδα και η αλληλεγγύη είναι το νόμισμα της συλλογικής και ατομικής επιτυχίας».

Ας σημειωθεί ότι ο σχεδιασμός των βιβλίων της σειράς και των εξωφύλλων τους φέρει τη διακριτή σφραγίδα του σπουδαίου γραφίστα Δημήτρη Αρβανίτη.

Το  mέta και η έννοια του «μετακαπιταλισμού»

«Ζούμε σε πολιτικά έσχατους καιρούς» τονίζει το σημείωμα της έκδοσης που προτάσσεται και στα δύο βιβλία. Θεωρώντας ότι η ύστερη νεωτερικότητα πλησιάζει στην ολοκλήρωσή της και ότι η εποχή μας, η εποχή του καπιταλισμού που γνωρίσαμε, φτάνει ή έχει ήδη φτάσει στο τέλος της· ότι τα στοιχεία που την χαρακτηρίζουν (από τη χρηματοπιστωτικοποίηση μέχρι καινοφανείς τύπους αυτοματισμού ή τεχνητής νοημοσύνης) σκιαγραφούν ένα σύστημα που δεν μπορεί πλέον να ονομαστεί καπιταλισμός· για να χαρακτηρίσουν αυτή την εποχή οι ακαδημαϊκοί υπεύθυνοι του mέta χρησιμοποιούν τον περιγραφικό όρο «μετακαπιταλισμός», έναν όρο αξιολογικά ουδέτερο, καθώς μπορεί να αποδειχθεί εξίσου δυστοπικός ή ουτοπικός.

Το mέta, το Κέντρο Μετακαπιταλιστικού Πολιτισμού, που ιδρύθηκε το 2020 ως διεθνής ερευνητικός και πολιτιστικός οργανισμός, συνδέεται με το κόμμα ΜΕΡΑ25, το ευρωπαϊκό κίνημα DiEM25 και την Προοδευτική Διεθνή (εκπρόσωποι των οποίων συμμετέχουν στο διοικητικό του συμβούλιο). Με τον τρόπο αυτό, δίνει «συνέχεια και θεσμική μορφή σε μια συνεχή προσπάθεια για διάδραση μεταξύ τέχνης και πολιτικής», όπως τόνισε η πρόεδρός του, εικαστικός Δανάη Στράτου. Παρουσιάζοντας τη νέα εκδοτική σειρά, χαρακτήρισε τον «εγκλωβισμό της θεωρητικής αναζήτησης στο ακαδημαϊκό πεδίο, χωρίς εμπλοκή με τα κοινωνικά υποκείμενα, ένα από τα συμπτώματα της κρίσης μας, με το οποίο οφείλουμε να αναμετρηθούμε επειγόντως», ενώ σημείωσε πως στόχος του εκδοτικού προγράμματος του mέta είναι «βιβλία που θα αφήσουν αποτύπωμα στον χώρο των ιδεών, θα προσεγγίσουν ένα ευρύτερο κοινό και θα καλύψουν υπαρκτά κενά», συμβάλλοντας στην αναζωπύρωση της στρατηγικής συζήτησης στην Αριστερά.

Από τη μεριά του, ο ερευνητικός διευθυντής του mέta, δρ Σωτήρης Μητραλέξης, επισήμανε ότι η νέα εκδοτική σειρά περιλαμβάνει «βιβλία που έλειπαν και που θα συνεχίσουν να είναι σημαντικά και να αποτελούν τμήμα ενός διαλόγου, τόσο υψηλού θεωρητικού όσο και ευρύτερου», ενώ ο Βαγγέλης Γεωργακάκης, των Εκδόσεων Τόπος, υπογράμμισε την «σταθερή προσπάθεια να παρουσιάσουμε στο κοινό διανοητές της σύγχρονης ριζοσπαστικής σκέψης και να ενισχύσουμε τον διάλογο ανάμεσα σε διαφορετικά ρεύματα της προοδευτικής διανόησης, που τα ενώνει η θέληση για μια ουσιαστική αλλαγή της υπάρχουσας κατάστασης».

Το μελλοντικό εκδοτικό πρόγραμμα

Η εκδοτική σειρά του mέta και των εκδόσεων Τόπος θα εμπλουτιστεί και με μελέτες για ελληνικά θέματα, με πρώτο τον συλλογικό τόμο, σε επιμέλεια Κώστα ΡάπτηΕκλογές 1981: Αποτιμώντας ένα κρίσιμο ορόσημο της μεταπολιτευτικής ιστορίας. Ο τόμος επιχειρεί να διερευνήσει μία από τις πλέον μεταιχμιακές στιγμές του κύκλου της μεταπολίτευσης, αυτήν της ανόδου ενός σοσιαλιστικού κόμματος στην εξουσία, μέσα από τα κείμενα των Βασίλη Ασημακόπουλου, Σίσσυς Βελισσαρίου, Γιάννη Μαυρή και Χρύσανθου Τάσση.

Το αμέσως επόμενο εγχείρημα, στους πρώτους μήνες της νέας χρονιάς, θα αφορά έναν πολύ μεγαλύτερο κύκλο που κλείνει, αυτόν του μεταπολεμικού κόσμου: πρόκειται για τη μελέτη του ερευνητικού συνεργάτη του mέta Δημήτρη Β. ΠεπόνηΤο τέλος της Μεγάλης Παρέκκλισης: Από τον πόλεμο της Ουκρανίας και την κρίση της πανδημίας στη διαμόρφωση της νέας πλανητικής τάξης.

Αργότερα μέσα στη χρονιά, η εκδοτική σειρά του Κέντρου Μετακαπιταλιστικού Πολιτισμού θα εμπλουτιστεί με ένα ακόμη βιβλίο, που αποτυπώνει τον κεντρικό προβληματισμό του mέta σχετικά με το κλείσιμο του ιστορικού κύκλου του καπιταλισμού: Πρόκειται για τον συλλογικό τόμο, σε επιμέλεια Σωτήρη Μητραλέξη – Στέφανου Ρέππα, Μετακαπιταλιστική συμμετοχική οικονομία και κοινωνία: Αρθρώνοντας μια εκδοχή μη δυστοπικού μετακαπιταλισμού, στον οποίο συμμετέχουν με κείμενά τους οι Michael Albert, Savvina Chowdhury, Robin Hahnel και Stephen R. Shalom.

Τέλος, στον προγραμματισμό της σειράς για το 2023 βρίσκονται η μονογραφία της μελετήτριας της Χάνα Άρεντ, Lyndsey Stonebridge, Placeless People: Writings, Rights, and Refugees, σχετικά με τους πρόσφυγες, και του Guy Standing, The Blue Commons: Rescuing the Economy of the Sea, σχετικά με την έννοια των «κοινών» στον χώρο της θάλασσας, η ακραία εμπορευματοποίηση της οποίας κινδυνεύει να την οδηγήσει σε απονέκρωση.

info

Michael Albert
Χωρίς αφεντικά

Μια νέα οικονομία για έναν καλύτερο κόσμο

Μτφρ.: Διονύσης Σκληρής

Τόπος / mέta

σελ. 256

https://metacpc.org/nobossestopos/

Guy Standing

Τo πρεκαριάτο
Η νέα Επικίνδυνη Τάξη

Μτφρ.: Μαρίνα Τουλγαρίδου

Τόπος / mέta

σελ. 368

https://metacpc.org/toposprecariat/

Μιλήσαμε αρκετά για αυτό που φεύγει, που τελειώνει, που παρακμάζει: τον καπιταλισμό. Ώρα να μιλήσουμε για αυτό που θέλουμε να έρθει, να ξεκινήσει: την συμμετοχική οικονομία.

Με τα λόγια σαν αυτά υπογράμμισαν τη σημασία του βιβλίου του Michael Albert “Χωρίς Αφεντικά” οι ομιλητές στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 10 Δεκεμβρίου στο καφεβιβλιοπωλείο Red ‘n’ Noir για την παρουσίαση της ελληνικής μετάφρασης του σημαντικού αυτού έργου, στο πλαίσιο της εκδοτικής σειράς του mέta | Κέντρου Μετακαπιταλιστικού Πολιτισμού στις Εκδόσεις Τόπος.

Ο Michael Albert, συνιδρυτής του ZΝet και εμβληματική φυσιογνωμία του αμερικανικού ριζοσπαστισμού, στο βιβλίο του αυτό το οποίο μεταφράσθηκε στα ελληνικά σχεδόν ταυτόχρονα με την εμφάνιση του πρωτοτύπου, προχωρά (με οραματική τόλμη, αλλά και “αγγλοσαξονική” αναλυτικότητα και απλότητα ύφους) σε μια διεξοδική χαρτογράφηση μιας οικονομίας και κοινωνίας, χωρίς ιδιωτική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, αλλά και χωρίς κεντρικό άνωθεν σχεδιασμό. Δίνει έτσι πολύτιμη ώθηση στην στρατηγική συζήτηση, που τόσο μοιάζει να έχει υποχωρήσει τελευταία, για μια χειραφετησιακή εναλλακτική στον καπιταλισμό.

Η Κλεονίκη Αλεξοπούλου, διδάσκουσα στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο ανέφερε χαρακτηριστικά στην ομιλία της ότι το εγχείρημα της συνεργατικής οικονομίας έχει μεγάλο παρελθόν, αναγόμενο από τις μεσαιωνικές συντεχνίες μέχρι τη διεκδίκηση των “κοινών” στις μέρες μας, αλλά και περιβάλλεται από πολυάριθμα κρίσιμα ερωτήματα για την βιωσιμότητα τέτοιων εγχειρημάτων σε μεγάλη κλίμακα, την αλληλεπίδραση με το εξωτερικό περιβάλλον τους και τον “σιδερένιο νόμο της ολιγαρχίας” κατά Michels, δηλ. την μονίμως ενεδρεύουσα ανάδυση μιας νέας ελίτ διαχειριστών. Σε κάθε περίπτωση, το βιβλίο αναδεικνύει ξεκάθαρα ότι δεν υπάρχουν αμιγώς τεχνοκρατικά ερωτήματα, αλλά πολιτικά.

Όπως επεσήμανε ο έτερος των ομιλητών Κωνσταντίνος Πουλής, δημοσιογράφος στο The Press Project, “από τους αρχαίους θρύλους για τη Χώρα του Χρυσού μέχρι τον Τόμας Μορ, ο οραματισμός για μια ουτοπική κοινωνία περιγραφόταν με κάθε δυνατή λεπτομέρεια. Η ουτοπία ήταν δίκοπο μαχαίρι, όμως, ακριβώς διότι κινούνταν μεταξύ προγράμματος αλλαγής και ευσεβούς πόθου. Το “Χωρίς Αφεντικά” αποτελεί ένα εγχείρημα πρακτικής απάντησης στο πώς θα ήταν ένας κόσμος που δεν θα έμοιαζε αμετακίνητος, αλλά θα πραγμάτωνε εδώ και τώρα ένα όραμα και κοινωνικής δικαιοσύνης”.

Ο μεταφραστής του βιβλίου Διονύσης Σκλήρης, διδάσκων στο ΕΑΠ, τόνισε ότι το “Χωρίς Αφεντικά αποτελεί μια υποδειγματική ανάλυση του τι μπορεί να σημαίνει σήμερα η συμβουλιακή αυτοδιαχείριση και η συνεργατική διαβούλευση. Στρέφεται τόσο ενάντια στα αφεντικά, όπως τα ξέρουμε στον νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό, όσο και σε οποιαδήποτε αφεντικά μπορεί να προκύψουν από έναν κεντρικά σχεδιαζόμενο σοσιαλισμό από τα πάνω. O Michael Albert προτιμά μάλιστα να μιλά για “συντονιστές”, δηλαδή για μια τάξη διευθυντών. Το πρόβλημα με οποιαδήποτε παρόμοια τάξη είναι ότι η εργασία της είναι ενδυναμωτική και για αυτό μπορεί να καταστεί μια αυτοαναπαραγόμενη τάξη. Για τον λόγο αυτό, το ζήτημα είναι η ισότητα ως προς τον ενδυναμωτικό χαρακτήρα της εργασίας και αυτό επιτυγχάνεται με ένα δίκαιο, σχεδόν ποσοτικοποιημένο μοίρασμα του χρόνου και του επίμοχθου χαρακτήρα της εργασίας. Με τον συνδυασμό απλού ύφους και διεξοδικής διαπραγμάτευσης των ζητημάτων που θα ανακύψουν, το βιβλίο αποτελεί μια ιδανική απάντηση σε οποιονδήποτε αμφιβάλλει για το εφικτό των αντιπροτάσεων των αριστερών οραμάτων και θέτει το πιεστικό ερώτημα “εσύ, δηλαδή, τι προτείνεις;””

Η συζήτηση, την οποία συντόνισε ο Σωτήρης Μητραλέξης, ερευνητικός διευθυντής του mέta, κατέδειξε το ζωηρό ενδιαφέρον του κοινού, ενώ ιδιαίτερα συγκινητική υπήρξε η παρέμβαση του Γιάννη Μάγγου, πατέρα του αδικοχαμένου Βασίλειου Μάγγου.

Ο Ιάννης Ξενάκης στο χώρο της αποσυναρμολόγησης του Diatope, μπροστά από το Beaubourg (Παρίσι, 1979). © Bruno Rastoin. Centre Iannis Xenakis.

LIFO | Μάκης Σολωμός

“Γάλλος συνθέτης (αρχιτέκτονας και πολυκλαδικός καλλιτέχνης), που γεννήθηκε στη Ρουμανία με Ελληνική καταγωγή”. Να πως παρουσιάζεται ενίοτε ο Ιάννης Ξενάκης, του οποίου γιορτάζουμε φέτος τα 100 χρόνια (αν και ίσως γεννήθηκε το 1921 κι όχι το 1922). Κι είναι αλήθεια ότι του είχε αφαιρεθεί η Ελληνική υπηκοότητα. Κι είναι επίσης αλήθεια ότι η μουσική του σπάνια παίζεται στην Ελλάδα – μόλις άρχισε δειλά να παίζεται η μουσική του δωματίου [1], αλλά τα έργα του για μεγάλα σύνολα (οι Μεταστάσεις, τα Πιθοπρακτά ή το Jonchaies για ορχήστρα, οι Νύχτες για φωνητικό σύνολο, κτλ.), όπως και τα μεγάλα του ηλεκτρονικά έργα (Ο Μύθος του Ηρώς) περιμένουν ακόμα ίσως και την Ελληνική τους πρεμιέρα. Κι όμως, αν κάποιος ανήκει στην πρόσφατη Ελληνική ιστορία, είναι ο Ιάννης (ή Ιάνης ή Γιάννης) Ξενάκης, μάλιστα στο πιο τραγικό της σκέλος, από την Αντίσταση ως τη Δικτατορία των συνταγματαρχών.

Ο Ξενάκης γεννήθηκε στην Βραΐλα της Ρουμανίας σε μια ελληνική οικογένεια εύπορων εμπόρων. Το 1932, ο πατέρας του (η μητέρα του είχε πεθάνει όταν ήταν πέντε χρονών) τον στέλνει, μαζί με τα δυο του αδέλφια (τον Κοσμά, που θα γίνει αρχιτέκτονας και εικαστικός καλλιτέχνης και τον Ιάσων, που θα γίνει ο φιλόσοφος της αυτοκτονίας) στην Αναργύρειος και Κοργιαλένειος Σχολή Σπετσών, όπου, μας λέει ο ίδιος, ένιωθε ξένος μεταξύ άλλων λόγω της πολίτικης του προφοράς που είχε κληρονομήσει από τους γονείς του [2]. Το 1938 έρχεται στην Αθήνα και ετοιμάζει, στο Πρακτικό Λύκειο, τις εξετάσεις πολιτικού μηχανικού στο Πολυτεχνείο, μια περίοδο κατά την οποία, τις Κυριακές, πηγαίνει μόνος του μακριές βόλτες με το ποδήλατο στα περίχωρα της Αθήνας, για να απολαύσει τη φύση ή για να επισκεφτεί τον Μαραθώνα. Παράλληλα παρακολουθεί μαθήματα με τον Έλληνα συνθέτη από τη Γεωργία Αριστοτέλη Κουντούροφ.

Πετυχαίνει τις εξετάσεις τον Οκτώβρη του 1940, αλλά το Πολυτεχνείο κλείνει λόγω του Ελληνοϊταλικού πολέμου. Με την Κατοχή, αρχίζει την έντονη πολιτική του δράση που θα τον χαρακτηρίσει ως τη φυγή του από την Ελλάδα. Να πως ο ίδιος διηγείται την ένταξη του στην Αντίσταση:

“Μαζί με άλλους φοιτητές σαν εμένα, μπήκα αρχικά στο εθνικιστικό κίνημα, κάνοντας πορείες διαμαρτυρίας εναντίον των κατακτητών. Οργανώναμε συναντήσεις και συλλαλητήρια – αυτό ήταν όλο. Η κίνηση αυτή ήταν ένα μάλλον επιπόλαιο είδος αντίστασης. Οι άνθρωποι της Αριστεράς, υπό τη καθοδήγηση του Κομμουνιστικού Κόμματος, που τότε δεν αριθμούσε πολλά μέλη, πολεμούσαν για πιο ρεαλιστικούς στόχους. Απαιτούσαν καθημερινό συσσίτιο ψωμιού και λαδιού και διαμαρτύρονταν κατά της επιστράτευσης Ελλήνων εργατών και της αποστολής τους σε εργοστάσια της Γερμανίας. Οργάνωναν τεράστιες διαδηλώσεις, με συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων. Μόνο εμείς σε όλη την Ευρώπη είχαμε διαδηλώσεις τέτοιου είδους. Αυτή η εμπειρία έμελλε να παίξει μεγάλο ρόλο στη μουσική μου. Η ρεαλιστική και αποφασιστική πολιτική που είχε υιοθετήσει το Κομμουνιστικό Κόμμα με έπεισε, και προσχώρησα. Εν τω μεταξύ, οι ευέλπιδες της στρατιωτικής ακαδημίας, που ανήκε στη δεξιά παράταξη, είχαν έρθει στο Πολυτεχνείο, κι έτσι ο εχθρός ήταν εντός των τειχών του ιδρύματος. Αργότερα, πολλοί από αυτούς απέκτησαν διασυνδέσεις με τα Ες-Ες” [3].

Ιάννης Ξενάκης. Μια χαμένη ευκαιρία για την Ελλάδα.
 Διαδήλωση στην Αθήνα κατά των Ναζί. Ο Ιάννης Ξενάκης βρίσκεται αριστερά, στην πρώτη γραμμή. © Αρχείο οικογένειας Ι.Ξ.

Θε ενταχτεί στο ΕΑΜ νέων, στο ΚΚΕ και στην ΕΠΟΝ. “Ήμουν στην οργάνωση του Πολυτεχνείου μαζί με τον Κώστα Φιλίνη, τον Γρηγόρη Φαράκο. Και αναμείχθηκα σε όλους τους αγώνες, έγινα μέλος της Πανσπουδαστικής Επιτροπής, γραμματέας της ΕΠΟΝ Πολυτεχνείου το 1943-44” [4], μας λέει. Παίζει σημαντικό ρόλο στην επιτροπή συσσιτίου. Ο φάκελος της αστυνομίας που μόλις βγήκε στη δημοσιότητα [5], ξεκινάει ακριβώς στις 6 Ιουλίου 1942, όπου ο Ξενάκης και οι συμμαθητές του εισέβαλαν στο υπουργείο Οικονομικών για να διαμαρτυρηθούν για τη σχεδιαζόμενη περικοπή των συσσιτίων. Στο φάκελο διαβάζουμε: “Τους απηγγέλθη κατηγορία “Αντίσταση μετ’απειλών””. Όσον αφορά τις μεγάλες διαδηλώσεις κατά της καταναγκαστικής εργασίας που ανέφερε πριν ο Ξενάκης, μας λέει: “ήμουνα πάντα μπροστά μπροστά” [6]. Το επιβεβαιώνει η φωτογραφία που έχουμε από τη μεγάλη διαδήλωση της 25 Μαρτίου 1942, όπου βλέπουμε τον Ξενάκη στη πρώτη σειρά. Είναι πλέον γνωστό ότι οι ηχητικές και ανθρώπινες εμπειρίες αυτών των τεράστιων διαδηλώσεων υπήρξαν το έναυσμα του Ξενάκη για την μεγάλη καινοτομία που έφερε στη μουσική με τη χρήση ηχητικών μαζών από τις Μεταστάσεις (1953-54) κι έπειτα. Μας λέει:

“Οι Μεταστάσεις, έργο με το οποίο αρχίζει η ζωή μου ως συνθέτη, ήταν μια έμπνευση που δεν προερχόταν από τη μουσική, αλλά πιο πολύ από τις εντυπώσεις που είχα αποκτήσει στη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής στην Ελλάδα. Οι Γερμανοί είχαν προσπαθήσει να πάρουν Έλληνες εργάτες στο Τρίτο Ράιχ – οπότε, εμείς, οργανώναμε τεράστιες διαδηλώσεις διαμαρτυρίας και μπορέσαμε να το αποτρέψουμε. Άκουγα τον ήχο του πλήθους, καθώς προχωρούσε προς το κέντρο της Αθήνας, τις κραυγές με τα συνθήματα και μετά, όταν πια έφτασαν μπροστά στα τανκς των Ναζί, τους διάσπαρτους πυροβολισμούς των αυτόματων, το χάος. Ποτέ δε θα ξεχάσω τον σταθερό, ρυθμικό θόρυβο εκατό χιλιάδων ανθρώπων να μετασχηματίζεται σε ένα είδος φανταστικής αταξίας… Δε θα μπορούσα ποτέ να φανταστώ ότι μια μέρα όλα αυτά θα έβγαιναν ξανά στην επιφάνεια και θα γίνονταν μουσική: οι Μεταστάσεις” [7].

Στα Δεκεμβριανά, ο Ξενάκης πήρε τα όπλα και συμμετείχε στον περίφημο Λόχο σπουδαστών του ΕΛΑΣ που θα μετονομαστεί λόχος Λόρδος Μπάϋρον και που μάχεται στη περιοχή της Αθήνας Εξάρχεια-Νεάπολη, μέσα σε πολυκατοικίες. Ο Ξενάκης θα γίνει ομαδάρχης στο λόχο. Οι Έλληνες αντάρτες έχουν παλιά όπλα, ενώ οι Βρετανοί έχουν πλήρες εξοπλισμό όπως και τανκς Sherman, η μάχη είναι πολύ άνιση. Τη 1η Γενάρη 1945, λίγες μέρες πριν την τελική αποχώρηση του ΕΛΑΣ από την Αθήνα, ο Ξενάκης θα τραυματιστεί σοβαρά. Να η διήγησή του:

“Ήταν  1η Ιανουαρίου 1945 που τραυματίστηκα. Παραλίγο να μείνω […] Ήρθε μια διαταγή. Δεν συμφωνούσα καθόλου, αλλά επειδή υπήρχε κομματική πειθαρχία, υπάκουσα. Ήταν η τελευταία φορά που υπάκουσα σε μια διαταγή. Μου ζήτησαν να πάω να καταλάβω ένα τετράγωνο. Ήμουν σίγουρος ότι δεν άξιζε τον κόπο, ότι ήταν μια τελείως ανόητη, απελπιστική υπόθεση, γιατί γνωρίζαμε ήδη, δεδομένης της θέσης του εχθρού και της γενικότερης κατάστασης του μετώπου στην Αθήνα, ότι το παιχνίδι είχε τελειώσει. […] Είχα βάλει όλους τους άντρες μου όπου χρειαζόταν. Ήρθαν οι Άγγλοι με τανκς, άρχισαν να πυροβολούν και εκεί τραυματίστηκα. Δίπλα μου ήταν ένας νεαρός άνδρας και μια νεαρή γυναίκα, αυτουνού το κεφάλι του είχε χαθεί, η νεαρή γυναίκα ήταν νεκρή. Εγώ, δεν ένιωθα τίποτα εκτός από ένα τεράστιο αντικείμενο φυτεμένο στο πρόσωπο: ένα θραύσμα από όλμο στο μάτι και το μάγουλο” [8].

Ο Ξενάκης θα σωθεί ως δια μαγείας:

“Με μια λευκή σημαία, περνάγαμε τις γραμμές κι έτσι μεταφέρθηκα [στη κλινική Σμπαρούνη]. Είπαν αμέσως ότι δεν άξιζε να με φροντίσουν, ότι θα πέθαινα σε λίγες ώρες. Μου δώσαν απλώς μορφίνη για να ηρεμήσει ο πόνος. Ένα νεαρό κορίτσι με κρατούσε από το χέρι και μου μιλούσε. Νόμιζα ότι του απαντούσα. Δεν μπορούσα να απαντήσω, ο ουρανίσκος μου είχε τρυπηθεί και το σαγόνι μου είχε φύγει. […] Τη νύχτα, τα στρατεύματά μας υποχώρησαν και την επόμενη μέρα έπεσα στα χέρια των Άγγλων που με άφησαν στη μέση ενός σωρού νεκρών για ώρες. Ο πατέρας μου, που με έψαχνε παντού, έφτασε μπροστά σε αυτό το σωρό τραυματίες και νεκρούς. Είδε το ένα μου πόδι να κινείται, αναγνώρισε το τένις μου και με μετέφερε σε κεντρικό νοσοκομείο της Αθήνας όπου έμεινα για περισσότερους από τρεις μήνες και όπου μου έκαναν πολλές επεμβάσεις” [9].

Όταν βγει από το νοσοκομείο, θα συνεχίσει τις σπουδές στο Πολυτεχνείο και θα αποκτήσει το δίπλωμα τον Ιούλη του 1947. Συνεχίζει και τη πολιτική δράση. Στο φάκελο της αστυνομίας βλέπουμε ότι τον πιάνουν τον Ιούλη 1946. Τον καλούν για στράτευση τον Ιούλη του 1947. Εκεί μαθαίνει τι τον περιμένει, δηλαδή η Μακρόνησος και τα βασανιστήρια. Επωφελείται από μια 24ωρη άδεια για οικογενειακούς λόγους για να το σκάσει, και μπαίνει στην παρανομία. Τελικά θα καταφέρει να αποδράσει από την Ελλάδα και να φτάσει στη Γαλλία τον Νοέμβρη του 1947. Θα καταδικαστεί ερήμην σε θάνατο για “πολιτική τρομοκρατία”, ποινή η οποία θα μετατραπεί αργότερα σε “δεκαετή κάθειρξη επί λιποταξία” και θα του αφαιρεθεί η ελληνική υπηκοότητα.

Ας διαβάσουμε ένα εκτενές απόσπασμα από μια ελληνική συνέντευξη του στο περιοδικό Θούριος το 1975, όπου διηγείται την απόδραση του από το στρατό, και την απόφασή του να αφοσιωθεί στη μουσική:

“Έφυγα από την Ελλάδα το 1947. Λιποτάκτης από το στρατό, από το Χαϊδάρι. Ήταν η εποχή που άρχιζαν οι εκτοπισμοί στη Μακρόνησο και η κομματική γραμμή, θυμάμαι, ήταν “ανοιχτή”. Δηλαδή όποιος ήθελε μπορούσε να πάει στο βουνό να βρει τον Μάρκο, όποιος ήθελε μπορούσε να μείνει στα αστικά κέντρα για παράνομο αγώνα, άλλοι μπορούσαν, αν ήθελαν, να πάνε στο στρατό. Καθώς ήμουν τραυματισμένος, σκέφτηκα πως αν πήγαινα στο στρατό θα έβγαινα βοηθητικός κι έτσι θα μπορούσα ίσως να ξεφύγω. Το έσκασα και καταδικάστηκα σε θάνατο.

Την απόφαση να φύγω, ωστόσο, την είχα πάρει από παλιότερα. Λίγο πριν από την Απελευθέρωση, το 1943, είχα συζητήσει με φίλους μου, τον Νικία τον Σταυρουλάκη – τον έλεγαν “αμίλητο” γιατί όποτε τον έπιαναν και τον βασάνιζαν δεν έλεγε ποτέ λέξη -, τον Λεωνίδα τον Κύρκο και άλλους· τους ανακοίνωσα ότι είχα αποφασίσει να σταματήσω την πολιτική δράση διότι, ουσιαστικά, ήμουν μουσικός· ήθελα να συνεχίσω τη μουσική, που την είχα αφήσει, και για μένα δεν υπήρχε άλλη λύση. Δεν ήξερα το είδος της μουσικής που επρόκειτο να κάνω, ήθελα απλώς να ζω με τη μουσική, κάνοντας μουσική, μελετώντας συνεχώς, όχι μόνο ακούγοντας. Το σημαντικό ήταν πως είχα αποφασίσει ότι για να υπάρξω ως άτομο έπρεπε να κάνω μουσική. Αλλιώς δεν θα ήμουν τίποτε. Ήταν ένα πραγματικό πάθος, εσωτερικό, που σιγά σιγά έβγαινε στην επιφάνεια, δεν ήταν κάτι δεδομένο εξαρχής. Οι φίλοι με κατάλαβαν” [10].

Να και μερικά λόγια του Ξενάκη ως προς τα λάθη της ηγεσίας του Κομμουνιστικού Κόμματος:

“Το Ελληνικό Κομμουνιστικό Κόμμα δεν είχε ειδοποιηθεί [για τις συμφωνίες μεταξύ Staline και Churchill] και ως εκ τούτου συνέχιζε να ελπίζει σε βοήθεια από τους Ρώσους. Ήταν μια πραγματική προδοσία και μια ολόκληρη γενιά, με τις ελπίδες της για ελευθερία και κοινωνική πρόοδο, καταστράφηκε ολοσχερώς” [11].

“Θα μπορούσαμε, θα έπρεπε να τους είχαμε σπρώξει [τους Βρετανούς] αμέσως στη θάλασσα. Καθόλου, τους καλωσορίσαμε, τους δεχθήκαμε ως Σύμμαχους και μετά, όταν εγκαταστάθηκαν, ζήτησαν την κατάθεση των όπλων. Και εκεί, θα μπορούσαμε ακόμα να τους διώξουμε, γιατί δεν ήταν

πολλοί […] Υπήρχε αναμονή, έλλειψη απόφασης, έλλειψη στρατηγικής […] και τελικά μετά τη θλιβερή ιστορία του Δεκεμβρίου 1944 […] όλο το κίνημα έχασε, στρατιωτικά και πολιτικά” [12].

Στη Γαλλία, ο Ξενάκης ξεκινάει νέα ζωή. Χάρη σε συντρόφους κομμουνιστές, θα βρει αμέσως δουλειά στο ατελιέ του Le Corbusier, όπου θα δουλέψει ως πολιτικός μηχανικός, αναλαμβάνοντας όλο και περισσότερο δημιουργική δουλειά αρχιτέκτονα, στο Μοναστήρι της Tourette (1953-56), όπου πολλές εφευρέσεις είναι δικές του, ή στο Περίπτερο Φίλιπς της Παγκόσμιας έκθεσης των Βρυξελών του 1958 με τις περίφημες επιφάνειες των παραβολοειδών υπερβολών. Παράλληλα μελετάει μουσική μόνος του και με τον Olivier Messiaen. Περνάει πρώτα από μια περίοδο “μπαρτοκική” όπου προσπαθεί να συγχωνεύσει στοιχεία παραδοσιακά (όπως τις τρίφωνες ηπειρώτικες πολυφωνίες) και πρωτοποριακά (όπως τη σειρά Φιμπονάτσι), περίοδο που θα μπορούσαμε επίσης να μιλήσουμε για αισθητική “ρεαλιστικού σοσιαλισμού”. Και ξαφνικά, το 1953-54, πλάθει τις Μεταστάσεις, που θα θεωρήσει ως το πρώτο του μουσικό έργο, όπου εφεύρει τη “μουσική μαζών” η οποία, όπως είδαμε, είναι η αυθόρμητη έκφραση των εμπειριών της Κατοχής και των Δεκεμβριανών, μια έκφραση πολύ πιο ενδιαφέρουσα από οποιαδήποτε έκφραση αισθητικής ρεαλιστικού σοσιαλισμού.

Στη Γαλλία, στη νέα του ζωή, ο Ξενάκης θα πραγματοποιήσει μια εκπληκτική καλλιτεχνική επανάσταση. Θα εισάγει τις μαθηματικές πιθανότητες για να συνθέσει τη μουσική μαζών, θα μεταφέρει στη μουσική κι άλλα επιστημονικά εργαλεία (όπως τη μαθηματική θεωρία παιχνιδιών, τα κυψελοειδή αυτόματα, κτλ.), προχωρώντας προς αυτό που θα ονομάσει “συμμείξεις τέχνης και επιστήμης”. Ταυτόχρονα, θα γίνει πρωτοπόρος στην νέα σύλληψη της μουσικής ως σύνθεσης του ήχου και όχι ως σύνθεση με ήχους (όπως είναι παραδοσιακά η μουσική), θα εισάγει νέες ηχητικές μορφολογίες (όπως τις “δενδρώσεις”), θα επεξεργαστεί την χωροποίηση του ήχου και άλλα πολλά. Θα καινοτομήσει επίσης και στις μουσικές τεχνολογίες όντας ένας από τους πρώτους που θα χρησιμοποιήσουν ηλεκτρονικό υπολογιστή στη μουσική, εφευρώντας τη κοκκοειδή σύνθεση του ήχου, τη στοχαστική σύνθεση του ήχου, το UPIC (όπου σχεδιάζουμε τον ήχο), κτλ. Τέλος θα γίνει και ο γνωστός πολυκλαδικός καλλιτέχνης των πολυτόπων.
 

Ιάννης Ξενάκης. Μια χαμένη ευκαιρία για την Ελλάδα.
 Charles Turner, Xenakis in America. One Block Avenue – Xenakis at Tanglewood, 1963 © New York Philharmonic Digital Archives

Την Ελληνική του ζωή, όμως, δεν θα την ξεχάσει. Όχι μόνο δημοσιεύει τα πρώτα του άρθρα στο περίφημο καλλιτεχνικό περιοδικό της Αριστεράς Επιθεώρηση Τέχνης [13]κι επίσης έχει έντονη αλληλογραφία με πρώην συντρόφους που έχουν μείνει στην Ελλάδα ή έχουν πάει στις Ανατολικές χώρες, αλλά και στην προαναφερθέντα συνέντευξη στο Θούριο, μετά από τη διήγηση της απόφασης του να αφοσιωθεί στη μουσική, προσθέτει:

“Αισθανόμουν βεβαίως ένα είδος χρέους έναντι των συναγωνιστών και των συντρόφων που είχαν σκοτωθεί. Ένα χρέος για τον αγώνα που είχα εγκαταλείψει. Ήθελα να επιστρέψω, πίστευα όμως πως εάν γυρνούσα πίσω θα με απορροφούσαν οι πολιτικοί αγώνες και δεν θα μπορούσα να κάνω μουσική. Έπειτα η Ελλάδα, εκείνα τα χρόνια, ήταν τελείως απομονωμένη· είχε τελειώσει ο πόλεμος και οι καταστροφές ήταν μεγάλες” [14].

Χαρακτηριστικό δείγμα αυτού του “χρέους” είναι το πρώιμο του έργο Σταμάτης Κατωτάκης, καθιστό, που πρωτοπαίχτηκε σχεδόν 70 χρόνια μετά τη σύνθεσή του, στις 24 Μαΐου 2022, στη βραδιά “Ο Ξενάκης στην Αντίσταση και στα Δεκεμβριανά”, βραδιά που οργανώθηκε στα πλαίσια του διεθνές συμποσίου Xenakis22: Centenary International Symposium [15]. Ο Ξενάκης το έγραψε τον Δεκέμβρη του 1953 και είναι το τελευταίο έργο της μπαρτοκικής περιόδου. Είναι πολύ πιθανόν να το έγραψε ενώ μόλις άρχιζε τους πολύπλοκους υπολογισμούς για το “σειραΐκό” μέρος των Μεταστάσεων. Οι Μεταστάσεις, από τη μια, όπως είδαμε, εκφράζουν βαθύτατα τις εμπειρίες του πολέμου και των Δεκεμβριανών. Απ’την άλλη είναι ένα έργο όπου ο Ξενάκης πλάθει τον ηχητικό κόσμο που θα τον χαρακτηρίσει, έναν κόσμο εντελώς καινούργιο. Για να τολμήσει να πλάσει αυτόν τον κόσμο, χρειάστηκε, κατά κάποιο τρόπο, να λυτρωθεί από το παρελθόν. Όπως μας λέει, το παρελθόν είναι ακόμα παρών εκείνη την εποχή. Ίσως λοιπόν είναι για να εξοφλήσει αυτό το χρέος που συνθέτει το Σταμάτης Κατωτάκης αμέσως πριν βυθιστεί στις Μεταστάσεις.

Στις αρχές του 1960, όπως βλέπουμε και από το φάκελο της αστυνομίας, ο Ξενάκης προσπαθεί να επιστρέψει στην χώρα του, καθώς η κατάσταση αλλάζει και στην Ελλάδα κυριαρχεί πλέον ένα κλίμα φιλελευθεροποίησης. Μαζί με τον πατέρα και φίλους του, ενεργούν με σκοπό την αναίρεση της καταδίκης. Το 1960, ο νεαρός συνθέτης γράφει στον πατέρα του:

“Εκείνο που με πικραίνει είναι που δεν μπορώ να πάω στην Ελλάδα. Έχω συναδέλφους, φίλους που πάνε κάτω. Εγώ όμως ακίνητος στο Παρίσι. Τι έχει γίνει και τι μπορεί να γίνει; Η Βάννα μου έγραφε ότι η περίπτωσή μου έχει ελπίδες προ μηνών να περάσει από συμβούλιο νομοθετικό και να λυθεί. Έκτοτε, δεν έχω νέα. Ο Απόστολος δεν μου έχει ξαναγράψει από μήνες. Γι αυτό ζήτησα σε ένα παλιό φίλο, Ρούσσο Κούνδουρο, να συντονίσει τις σκόρπιες ενέργειες ώστε να κριθεί επί τέλους η υπόθεση. Θα έρθει να σε δει και θα σου δώσει 20 000 fcs [francs] εκ μέρους μου, λίγα μεν αλλά ελπίζω να είναι μια αρχή. Μήπως πρέπει να κάνω καμιά επέμβαση; Να γράψω πουθενά στη δουλειά ή να παρουσιαστώ στο Παρίσι;”  [16].

Κατά τη δεκαετία του 1960, οι δεσμοί του Ξενάκη με την Ελλάδα ενισχύονται ακόμη περισσότερο. Η φήμη του εξαπλώνεται στους πολιτιστικούς κύκλους και είναι η εποχή που αναπτύσσεται στην Ελλάδα η σύγχρονη μουσική. Κερδίζει (μαζί με τον Ανέστη Λογοθέτη) το α’ βραβείο σύνθεσης στο διαγωνισμό του Αθηναϊκού Τεχνολογικού Ινστιτούτου (το οποίο ονομάζεται και “βραβείο Μάνος Χατζιδάκις”) και, κατά τη διάρκεια της συναυλίας του Δεκεμβρίου 1962, γίνεται η πρεμιέρα των έργων Μόρσιμα-Αμόρσιμα και Αμόρσιμα-Μόρσιμα υπό τη διεύθυνση του Lucas Foss (στη συνέχεια, το δεύτερο έργο θα αποσυρθεί από τον κατάλογο) [17]. Την ίδια εποχή, λαμβάνει παραγγελία να συνθέσει τη μουσική για την θεατρική παράσταση των Ικέτιδων που θα παρουσιαστεί το 1964 στην Επίδαυρο. Ο Yuji Takahashi θα ερμηνεύσει στο πιάνο τα έργα του Έρμα και Εόντα το 1965 στο φεστιβάλ Αθηνών. Επίσης, κάποια άρθρα σε περιοδικά μιλούν γι’αυτόν, όπως για παράδειγμα, το 1965, μια συνέντευξη της Ροζίτας Σώκου, ειδικής απεσταλμένης της εφημερίδας Καθημερινή στο Παρίσι  [18], ενώ ο μουσικολόγος Γιάννης Παπαϊωάννου δίνει διαλέξεις για το έργο του. Το 1966 συνέθεσε ίσως τη μουσική για τη θεατρική παράσταση της φίλης του Μαργαρίτας Λυμπεράκη [19]. Είναι η ίδια αυτή χρονιά κατά την οποία φτιάχνει τα σχέδια για το σπίτι του φίλου του François-Bernard Mâche που θα κατασκευαστεί στο νησί της Αμοργού.

Ιάννης Ξενάκης. Μια χαμένη ευκαιρία για την Ελλάδα.
 Ο Ιάννης Ξενάκης διδάσκει “Εισαγωγή στη σύνθεση” με τη χρήση του UPIC του CEMAMU (Centre d’Études de Mathématique et Automatique Musicales de Paris). Φωτ. Júlio de Almeida (9 Ιουνίου 1982). © Gulbenkian Archives COM F04-03233

Στις αρχές του 1967 του γίνεται πρόταση να γράψει την μουσική της θεατρικής παράστασης ενός Προμηθέα. Τα ντοκουμέντα, που βρέθηκαν πρόσφατα, περιέχουν αλληλογραφία με τον σκηνοθέτη Αλέξη Σολομό, με τον οποίο ο Ξενάκης είχε συνεργαστεί λίγους μήνες νωρίτερα για τη δημιουργία της Ορέστειας στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στα ντοκουμέντα υπάρχει επίσης αλληλογραφία με την Άννα Συνοδινού, διευθύντρια του θεάτρου του Λυκαβηττού, που μόλις είχε παραιτηθεί από το Εθνικό θέατρο και με την οποία ο Ξενάκης είχε συνεργαστεί για τις Ικέτιδες. Οι ανταλλαγές είναι θερμές: τον Μάρτιο, η Συνοδινού γράφει πως συγκινήθηκε διαβάζοντας το τηλεγράφημα του Ξενάκη, στο οποίο της ανακοίνωνε ότι αποδεχόταν την παραγγελία και πως ήλπιζε να είναι παρών για το ανέβασμα της παράστασης στους Δελφούς στις 12 Αυγούστου. Η τελευταία επιστολή που βρέθηκε, με ημερομηνία 3 Απριλίου, προέρχεται από τον Αλέξη Σολομό: του στέλνει το κείμενο του Αισχύλου συνοδευόμενο από  οδηγίες για τις δέκα σκηνές του έργου, έτσι ώστε ο Ξενάκης να συνθέσει τη μουσική. Όμως, το σχέδιο αυτό διακόπηκε απότομα λόγω του πραξικοπήματος· κι ο Ξενάκης δεν θα μπορέσει να επιστρέψει στην Ελλάδα παρά μόνο μετά την πτώση της δικτατορίας.

Από τη Γαλλία, ο Ξενάκης θα παλέψει ενάντια στη Δικτατορία. Θα τα κάνει καταρχήν  εκμεταλλευόμενος τη δημόσιά του αναγνώριση. Η φήμη του κορυφώθηκε στα μέσα του 1960,  χάρη  στην πρεμιέρατου Τερρετέκτωρ το 1966 στο φεστιβάλ της Ρουαγιάν, έργο το οποίο συνέβαλε στο να του αποδοθεί η εικόνα ενός  επαναστάτη: το έργο παίζεται σε ένα χώρο όπου οι 88 μουσικοί της ορχήστρας βρίσκονται διάσπαρτοι ανάμεσα στο κοινό. Ο Ξενάκης συμμετέχει σε πολλές δράσεις εναντίον της Δικτατορίας. Τον Ιανουάριο του 1968, υπογράφει, μαζί με τους  Γιώργο Κανδύλη,  Νίκο Παπατάκη,  Νίκο Σβορώνο και  Φωκίωνα Φραντζισκάκη το “L’appel des Grecs de France” (“Το κάλεσμα προς τους Έλληνες της Γαλλίας”), το οποίο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα L’Express [20],ζητώντας από τον ντε Γκωλ να αναλάβει δράση ενάντια στους Συνταγματάρχες. Το Φεβρουάριο του 1970, γράφει στον Νικόλαο Ναμπόκοφ (Nicolas Nabokov) – μουσικό που υπηρέτησε ως γενικός γραμματέας του Κογκρέσου για την ελευθερία του πολιτισμού, μια αντικομμουνιστική οργάνωση, την οποία χρηματοδοτούσε η CIA, αλλά που υποστήριζε τη μοντέρνα τέχνη -, τον οποίο γνώριζε ήδη από τη δεκαετία του 1950, με σκοπό την απελευθέρωση έξι κρατουμένων που βρίσκονταν στο στρατόπεδο της Λέρου [21].

Συμμετέχει ή οργανώνει συναυλίες προς όφελος της αντίστασης ενάντια στους Συνταγματάρχες. Το Νοέμβριο του 1971, παίρνει μέρος, μαζί με τον Κώστα Γαβρά και τον Μίκη Θεοδωράκη (προβολή της ταινίας Ζ), σε μια δεκαπενθήμερη εκδήλωση με τίτλο Grèce 1821-1971 (Ελλάδα 1821-1971), που οργανώθηκε από το Δημοτικό Συμβούλιο της Δημοκρατικής ΄Ενωσης του Μασσύ και το Γαλλο-ελληνικό κίνημα για μια ελεύθερη Ελλάδα. Μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου στην Αθήνα, τον Νοέμβριο του 1973, η επιτροπή ελληνικού πολιτισμού, κάτω από την αιγίδα του Συνδέσμου των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, διοργανώνει μια συναυλία με τίτλο Libérons les détenus politiques grecs (Να απελευθερώσουμε τους Έλληνες πολιτικούς κρατουμένους), συναυλία τα κέρδη της οποίας είναι για τους πολιτικούς κρατούμενους και όπου εκτελούνται έργα του Ξενάκη (Έρμα, Ευρυάλη, Ανακτορία και Νόμος Άλφα)από την Marie-Françoise Buquet, το Octuor de Paris και τον Jacques Wiederkehr.

Θα παλέψει ενάντια στη Δικτατορία επίσης με τη μουσική του. Θα συνθέσει τις περίφημες Νύχτες, όπου υπάρχει μια εξαιρετική αφιέρωση, η οποία αφορά εν μέρει τους φυλακισμένους της Χούντας: “Για εσάς, τους σκοτεινούς πολιτικούς κρατούμενους, Narcisso Julian (Ισπανία) από το 1946, Κώστα Φιλίνη (Ελλάδα) από το 1947, Έλλη Ερυθριάδου (Ελλάδα) από το 1950, Joachim Amaro (Πορτογαλία) από το 1952, και για εσάς, τους χιλιάδες ξεχασμένους, που ακόμη και τα ονόματά σας έχουν χαθεί” [22]. Οι Νύχτες είναι έργο του 1967-68 για 12 σόλο φωνές, από τα πιο γνωστά έργα του Ξενάκη και τα πιο εκπληκτικά. Στην πρεμιέρα του, τον Απρίλη του 1968, το κοινό το χειροκρότησε τόσο που το ξαναπαίξαν. Αυτό οφείλεται σίγουρα στο ότι η πρεμιέρα αυτή έγινε ένα μήνα πριν τις εξεγέρσεις του Μάη του 68 και ο κόσμος είδε στις Νύχτες ένα έργο επαναστατικό. Επαναστατικό με μια διπλή έννοια. Καταρχήν μουσικά επαναστατικό: ο ηχητικός κόσμος του έργου αυτού είναι πρωτάκουστος: ακούμε βέβαια τα γνωστά γκλισάντι του Ξενάκη, αλλά και κάτι σα τζιτζίκια, διακροτήματα, αναφωνήματα που ο Ξενάκης μάλλον τα πήρε από την Άπω Ανατολή, σφυρίγματα, ρινικά φωνήματα και άλλα πολλά. Στη πρεμιέρα του, λόγω της αφιέρωσης, το έργο εκλαμβάνεται και ως πολιτικά επαναστατικό. Εκείνη την εποχή, στη Γαλλία, υπήρχε ένα τεράστιο κίνημα αλληλεγγύης προς την Ελλάδα που συνέπιπτε με το κλίμα του Μάη του 68. Κατά τη διάρκεια των εξεγέρσεων του Μάη του 1968, οι φοιτητές γράφουν στους τοίχους του Théâtre du Châtelet, στο κέντρο του Παρισιού: “Ξενάκης, όχι Gounod!”.

Τον Νοέμβρη του 1974, θα πραγματοποιήσει το πρώτο του ταξίδι στην Ελλάδα μετά από τα 27 χρόνια εξορίας και θα του ξαναδωθεί η υπηκοότητα. Θα δώσει πολλές ομιλίες όπου, για πρώτη φορά, θα μιλήσει για του αγώνες που χάθηκαν. Το 1977, η χορωδία του Εθνικού θεάτρου θα δώσει την πρεμιέρα του Στην Ελένη, όπου επιχειρεί να αποδώσει αρχαία Ελληνική προφορά. Τον Αύγουστο του 1978 δημιουργείται το τελευταίο του πολύτοπο στις Μυκήνες. Για το Πολύτοπο των Μυκηνών, ο Ξενάκης είχε πολλές ιδέες και δεν πρόλαβε να τις δουλέψει όλες. Έτσι, για τη μουσική έγραψε μόνο ένα μικρό έργο – το ηλεκτρονικό Μυκήνες άλφα, το πρώτο έργο για το συνθεζάιερ του, το UPIC, που μόλις είχε δημιουργήσει – και χρησιμοποίησε άλλα υπάρχοντα μουσικά έργα του. Η παράσταση διαρκούσε περίπου μιάμιση ώρα και είχε, πάνω από την Ακρόπολη, τους λόφους που φωτιζόντουσαν από παιδιά και στρατιώτες με πυρσούς, πρόβατα με καμπάνες και άλλα πολλά, όπως αντιαεροπορικούς προβολείς του στρατού. Πολλές εφημερίδας κριτίκαραν το θέαμα ως κάτι το υπερ-φιλόδοξο.

Είναι μάλιστα η εποχή που ορισμένοι Αριστεροί – οι πιο σταλινικοί του ΚΚΕ όπως και οι πιο φανατικοί μαοϊκοί – θα ασκήσουν μια κριτική στον Ξενάκη, τον “πουλημένο” στη CIA – επειδή χρησιμοποίησε το 1962 τον ηλεκτρονική υπολογιστή της IBM κι επειδή δίδαξε στην Αμερική – και στη δικτατορία του Σάχη – επειδή δέχτηκε παραγγελίες από τη γυναίκα του Σάχη, τότε που προσπαθούσαν να προωθήσουν στο Ιράν τη μοντέρνα τέχνη για να καλύψουν τα εγκλήματα του καθεστώτος. Εδώ θα πρέπει να υπενθυμίσουμε πως, κατά την διάρκεια του ψυχρού πολέμου, οι ΗΠΑ καλλιεργούν μια επιδέξια πολιτισμική πολιτική. Υποστηρίζουν τη μοντέρνα τέχνη – χρηματοδοτώντας την αναδυόμενη σύγχρονη μουσική [23]-, προβάλλοντας έτσι μια βιτρίνα “ελευθερίας” που επικρατεί δήθεν στον καπιταλισμό. Στο άλλο στρατόπεδο, στην Σοβιετική Ένωση και τις σοσιαλιστικές χώρες, επιβλήθηκε ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός, σύμφωνα με τον οποίο οποιαδήποτε μορφή πρωτοποριακής τέχνης εθεωρείτο παρακμιακή και απαγορευόταν. Έτσι, καλλιτέχνες όπως ο Ξενάκης, που βρέθηκαν την εποχή του ψυχρού πολέμου εγκλωβισμένοι  σε αυτό το δίλημμα, ανάμεσα στον πολιτικό προοδευτισμό και στον καλλιτεχνικό προοδευτισμό, δεν μπορούν παρά να αποδεχτούν την αντίφαση. Η μοναδική, ίσως, ισορροπία που μπορεί κανείς να βρει σε τέτοιες περιστάσεις, είναι η ηθική ακεραιότητα. Εάν ο Ξενάκης συνεργάζεται με ανθρώπους όπως ο Νικόλας Ναμπόκοφ, το κάνει χωρίς πολιτική εμπλοκή. Κι έτσι, όσον αφορά τον Ιράν, μας λέει: όταν “δόθηκε στη Περσέπολη [… το 1968] το έργο μου Νύχτες, που είχε γίνει γνωστό απ’το πρόγραμμα ότι είναι αφιερωμένο στους πολιτικούς καταδίκους όλου του κόσμου […] μου ζητήθηκαν εξηγήσεις και είπα τότε δημόσια, μπροστά στη βασίλισσα, για ποιο λόγο είχα αφιερώσει το έργο στους πολιτικούς καταδίκους. Κι’ αυτό, νομίζω ήταν πιο σημαντικό από το να είχα αρνηθεί να δώσω το έργο μου στο Φεστιβάλ της Περσέπολης” [24].

Στα τέλη του 1970, μια ευκαιρία χάθηκε. Όπως στην Ισπανία μετά τον Φράνκο, όπως στη Χιλή μετά το Πινοσέτ, η Μεταπολίτευση στην Ελλάδα θα οικοδομηθεί πάνω στο γεγονός ότι όλα τα αδικήματα που υπέστησαν οι Αριστεροί στον Εμφυλίου και στη Δικτατορία του 1967 δεν θα επανορθωθούν. Έτσι κι ο Ξενάκης δεν βιώθηκε στη Μεταπολίτευση σαν ο μελλοντικός καλλιτέχνης που τραυματίστηκε βαριά κι αναγκάστηκε να φύγει κρυφά για τη Γαλλία ενώ το καθεστώς τον καταδίκαζε και του αφαιρούσε την υπηκοότητα, αδικήματα για τα οποία το Ελληνικό κράτος οφείλει επανόρθωση, όχι μόνο για τον ίδιο αλλά και για την ίδια την ιστορία της Ελλάδας. Τον θαύμασαν μάλλον απλά σαν έναν “Έλληνα του εξωτερικού που διαπρέπει”. Μα ο Ξενάκης, σαν Έλληνας του εξωτερικού που διαπρέπει, είχε τότε φτιάξει νέα ζωή, έχει αναγνώριση, δεν έχει ανάγκη ούτε τη Νέα Δημοκρατία [25], ούτε και τη Μελίνα Μερκούρη – η οποία μάλιστα δε θα δεχτεί το σχέδιό του για ένα “Πολύτοπο των Αθηνών” το 1985, όπου η Αθήνα είχε γίνει πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης. Έτσι λοιπόν, τα δυο άλλα και μοναδικά έργα, για τα οποία θα έχει ελληνική παραγγελία ο Ξενάκης – Serment-Orkos (1981, Ωδείο Ηρώδου του Αττικού), και Η θεά Αθηνά (1992, Μέγαρο μουσικής) – χάνονται μέσα στη παγκόσμια εξορία του. Ο ίδιος μας έλεγε: “πρέπει να είσαι διαρκώς μετανάστης”  [26].

[1]  Βλ. το πρόσφατο αφιέρωμα της Λυρικής σκηνής όπως και τη συναυλία του Μεγάρου με τις Percussions de Strasbourg για τα 100 του χρόνια.

[2]  Βλ. συνέντευξη στην εκπομπή “Μονόγραμμα” της ΕΡΤ, 1983.

[3]  Ιάννης Ξενάκης στο Μπάλιντ Άντρας Βάργκα, Συνομιλίες με τον Ιάννη Ξενάκη, μετάφραση Αλέκα Συμεωνίδου, Αθήνα, Ποταμός, 2004, σελ. 27. Σημείωση: η μετάφραση αποδίδει το “nationalist mouvement” (βλ. Bálint A.Varga, ConversationswithIannisXenakis, London, Faber and Faber, 1996, σελ. 16) με “εθνικό κίνημα”, ενώ φυσικά πρόκειται για «”θνικιστικό”.

[4] Ιάννης Ξενάκης, “Αυτοβιογραφικό”, στο Ιάννης Ξενάκης, Κείμενα περί μουσικής και αρχιτεκτονικής, κριτική έκδοση Μάκης Σολωμός, μετάφραση Τίνα Πλυτά, Αθήνα, Ψυχογιός.

[5]  Εφημερίδα των Συντακτών, Κυριακή 15 Μαΐου 2022, επιμέλεια Γιώργος Πετρόπουλος, Νίκος Χατζηδημητράκος, Νικός Ζηργάνος, Κώστας Μανιμανάκης, Ελένη Κατσιγιάννη.

[6]  Ιάννης Ξενάκης στο Henri Louis de la Grange, “Entretiens avec Xenakis”, ανέκδοτο, 1972. H.L. de la Grange, 1972 : 44

[7]  Ιάννης Ξενάκης στο Βάργκα, οπ. παρ., σελ. 72.

[8]  Ιάννης Ξενάκης στο Henri Louis de la Grange, οπ. παρ., σελ. 47 και 51.

[9]  Στο ίδιο, σελ. 51.

[10] Ιάννης Ξενάκης. “Αυτοβιογραφικό”, οπ. παρ., σελ. 29-30.

[11] Ιάννης Ξενάκης στο Enzo Restagno, “Un’autobiografia dell’autore raccontata da Enzo Restagno”, στο Enzo Restagno (επιμέλεια), Xenakis, Torino, EDT/Musica, 1988, σελ. 9-10.

[12]  Ιάννης Ξενάκης στο Henri Louis de la Grange, οππαρ.. σελ. 46.

[13]  Βλ. Ιάννης Ξενάκης, “Οι σημερινές τάσεις της Γαλλικής μουσικής», Επιθεώρηση Τέχνης τεύχος 6, 1955, σελ. 466-470 και Ιάννης Ξενάκης, «Προβλήματα Ελληνικής μουσικής σύνθεσης”, Επιθεώρηση Τέχνης τεύχος 9, 1955, σελ. 11-14.

[14]  Ιάννης Ξενάκης. “Αυτοβιογραφικό”, οπ. παρ., σελ. σελ. 29-30

[15]  https://xenakis2022.uoa.gr/#

[16]  Επιστολή του Ξενάκη προς τον πατέρα του, 30 Αυγούστου του 1960, αρχεία Ξενάκης. Υπάρχει, επίσης, ένα γράμμα από τον πατέρα του, με ημερομηνία 16 Φεβρουαρίου του 1961, όπου γίνεται αναφορά στις δικές του δράσεις, ενώ ταυτόχρονα εκφράζεται η ελπίδα για αναίρεση της καταδίκης.

[17]  Ο διαγωνισμός οργανώθηκε από το Αθηναϊκό Τεχνολογικό Ινστιτούτο, ωστόσο ήταν ο συνθέτης Μάνος Χατζιδάκις ο οποίος χρηματοδότησε το βραβείο. Σε ό,τι αφορά το διαγωνισμό, βλ. την αναλυτική έρευνα της Κατερίνας Τσιούκρα, Ο μουσικός διαγωνισμός 1962 του Αθηναϊκού Τεχνολογικού Ινστιτούτου – Βραβεία Μάνου Χατζιδάκη, Μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία, Ιόνειο πανεπιστήμιο, 2018.

[18]  Ροζίτα Σώκου, “Ο Ξενάκης και η μουσική του”, Καθημερινή, 20 Ιουνίου 1965. Κριτικός του κινηματογράφου και του θεάτρου, η Ροζίτα Σώκου φαίνεται πως είχε γνωρίσει τον Ξενάκη κατά τη διάρκεια του πολέμου (στη συνέντευξη διευκρινίζει πως έχει να τον δει 18 χρόνια). Στα αρχεία Ξενάκη βρίσκουμε κάποια γράμματα που του έστελνε στην δεκαετία του 1960.

[19]  Φάκελος που βρέθηκε πρόσφατα από την Mâkhi Xenakis, μέσα στον οποίο βρίσκουμε μία επιστολή του Απριλίου 1966, με αποστολέα τον Σωκράτη Καραντινό, καλλιτεχνικό διευθυντή του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος.

[20]  “L’appel des Grecs de France”, εφημ. L’Express, 8-14 Ιανουαρίου 1968, σελ. 19. Συνοδεύεται από μια φωτογραφία στην οποία εμφανίζεται μόνο ο Ξενάκης.

[21]  Η επιστολή βρίσκεται στα “Nabokov Papers – Harry Ransom Humanities Research Center – The University of Texas at Austin”. Ο Ξενάκης γράφει στα γαλλικά: “Ορίστε, αγαπητέ Νικόλαε, κάποια από τα ονόματα των ανθρώπων που υπήρξαν θύματα των συγκρούσεων ανάμεσα στους κόσμους. Πέρασαν μερικές φορές δεκάδες χρόνια στις φυλακές ή στα στρατόπεδα, εξιλαστήρια θύματα μόνιμων, συνήθως, καταστολών από μέρους των ελληνικών κυβερνήσεων, ήδη από το 1936!  […] Χώρες όπως η Ολλανδία, ήταν έτοιμες να φιλοξενήσουν κομμουνιστές ή μη κομμουνιστές. Αλλά η φωνήτης Ολλανδίας δεν έχει μεγάλη ισχύ. Το γνωρίζω, και το γνωρίζουμε όλοι μας, ότι οι ΗΠΑ μπορούν να καταφέρουν αυτό που δεν πέτυχε η Ολλανδία”. Στην επιστολή, αναφέρονται στη συνέχεια στα Αγγλικά τα ονόματα έξι φυλακισμένων που βρίσκονταν στο στρατόπεδο του νησιού της Λέρου, τονίζοντας το γεγονός ότι “All of them are graduate from the National Polytechnic School of Athens as engineers”.

[22]  Nuits, παρτιτούρα, εκδόσεις Salabert.

[23]  Βλ. για παράδειγμα Amy C. Beal, NewMusicNewAlliesAmerican Experimental Music in West Germany From the Zero Hour to Reunification, Berkeley: University of California Press, 2006.

[24]  Ιάννης Ξενάκης στο Γιώργος Πηλίχιος, “Η γλαυξ της Αθηνάς πέταξε από την Ελλάδα”, Τα Νέα, 3 Μαρτίου 1973. Υπάρχει βιντεοσκοπημένη (βλ. αρχεία INA) η ομιλία αυτή του Ξενάκη στη Περσέπολη, τον βλέπουμε μάλιστα συγκινημένο, ίσως και φοβισμένο – δεν είναι σίγουρος ότι θα τον αφήσουν να φύγει!

[25]  Είναι απαράδεχτο το γεγονός ότι ακόμα σήμερα τονίζουν ότι είναι ο Καραμανλής που επέστρεψε την Ελληνική υπηκοότητα στον Ξενάκη, Οποιοσδήποτε Έλληνας πολιτικός θα είχε βρεθεί στην εξουσία μετά τον Ιούλη του 1974 θα το είχε κάνει! Πρέπει εδώ να αναφέρουμε την ειρωνική επιστολή που στέλνει ο Ξενάκης στον Καραμανλή την επομένη της πτώσης της δικτατορίας, στις 25 Ιουλίου του 1974, για να του ζητήσει να δράσει ώστε να μπορέσει να επιστρέψει στην Ελλάδα: “Κύριε πρωθυπουργέ, επιτρέψτε μου πρώτα να σας συγχαρώ που κληθήκατε να ξεντροπιάσετε την Ελλάδα. Έχετε την ευχή όλων μας. Η σωτηρία αυτής της χώρας είναι δεμένη φυσικά με την αποκατάσταση των συνταγματικών ελευθεριών την οποία αρχίσατε να πραγματοποιείτε βαθμιαία. Εξόριστος πολιτικός τώρα και 27 χρόνια, νομίζω πως πάντα τίμησα με τη τέχνη και τη ζωή μου την Ελλάδα εκείνη που εγώ τουλάχιστον οραματίζομαι. Σας παρακαλώ λοιπόν, κύριε πρωθυπουργέ, σεις που δοκιμάσατε επτάχρονη εξορία, να κάνετε ότι χρειαστεί για να επιστρέψω ελεύθερα να αγκαλιάσω την πατέρα μου που είναι πάνω από 90 ετών και να ξαναπατήσω τα ελληνικά  χώματα. Ελπίζω να το κάνετε. Είναι στο χέρι σας”. (Αρχεία Ξενάκη)

[26]  Ιάννης Ξενάκης στο François Delalande, “Il faut être constamment un immigré”. Entretiens avec Xenakis, Paris, Buchet-Chastel/INA-GRM, 1997.


Ο Μάκης Σολωμός είναι Καθηγητής μουσικολογίας στο πανεπιστήμιο Paris 8 κι έχει δημοσιεύσει πολλές μελέτες για τη σύγχρονη μουσική δημιουργία. Με τον Ξενάκη ασχολείται συστηματικά εδώ και δεκαετίες, εξερευνώντας τις πολλαπλές πτυχές της μουσικής του, από τα πρώιμα έργα του ως το Ο-Μέγα (το τελευταίο του έργο), από τη τεχνική τους δομή ως τη σχέση τους με το περιβάλλον. Στα Ελληνικά κυκλοφορεί το βιβλίο του Ιάννης Ξενάκης, το σύμπαν ενός ιδιότυπου δημιουργού, από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια κι έχει εκδόσει κείμενα του Ξενάκη (Κείμενα περί μουσικής και αρχιτεκτονικής, μετάφραση Τίνα Πλυτά, Αθήνα, Ψυχογιός).

Μετάβαση στο περιεχόμενο