Τι μας αρέσει

Οι ζάμπλουτοι που σχεδιάζουν να σωθούν από την αποκάλυψη | Douglas Rushkoff

The Guardian | Douglas Rushkoff, μετάφραση: antfaras.medium.com/

Ως ανθρωπιστής που γράφει για τον αντίκτυπο της ψηφιακής τεχνολογίας στη ζωή μας, συχνά με περνούν για μελλοντολόγο. Οι άνθρωποι που ενδιαφέρονται περισσότερο να με προσλάβουν για τις απόψεις μου σχετικά με την τεχνολογία συνήθως ενδιαφέρονται λιγότερο για την κατασκευή εργαλείων που βοηθούν τους ανθρώπους να ζουν καλύτερες ζωές στο παρόν. Περισσότερο ενδιαφέρονται για τον εντοπισμό του Next Big Thing μέσω του οποίου θα κυριαρχήσουν στο μέλλον. Συνήθως δεν απαντώ στα ερωτήματά τους. Γιατί να βοηθήσω αυτούς τους τύπους να καταστρέψουν ό,τι έχει απομείνει από το διαδίκτυο, πόσο μάλλον από τον πολιτισμό;

Παρόλα αυτά, μερικές φορές ο συνδυασμός νοσηρής περιέργειας και ψυχρών χρηματικών κινήτρων είναι αρκετός για να με ανεβάσει σε μια σκηνή μπροστά στην ελίτ της τεχνολογίας, όπου προσπαθώ να τους βάλω μυαλό για το πώς οι επιχειρήσεις τους επηρεάζουν τις ζωές μας εδώ στον πραγματικό κόσμο. Έτσι βρέθηκα να αποδέχομαι μια πρόσκληση για να μιλήσω σε μια ομάδα που μυστηριωδώς περιγράφοταν ως “εξαιρετικά πλούσιοι ενδιαφερόμενοι”, στη μέση της ερήμου.

Μια λιμουζίνα με περίμενε στο αεροδρόμιο. Καθώς ο ήλιος άρχισε να βυθίζεται στον ορίζοντα, συνειδητοποίησα ότι βρισκόμουν στο αυτοκίνητο για τρεις ώρες. Τι είδους πλούσιοι τύποι των hedge-fund θα οδηγούσαν τόσο μακριά από το αεροδρόμιο για ένα συνέδριο; Τότε το είδα. Σε μια παράλληλη διαδρομή δίπλα στον αυτοκινητόδρομο, σαν να έτρεχε εναντίον μας, ένα μικρό τζετ ερχόταν για προσγείωση σε ένα ιδιωτικό αεροδρόμιο. Φυσικά.

Το επόμενο πρωί, δύο άντρες με ασορτί fleece Patagonia ήρθαν να με πάρουν με ένα αμάξι του γκολφ και με μετέφεραν μέσα από βράχια και θάμνους σε μια αίθουσα συνεδριάσεων. Με άφησαν να πίνω καφέ και να προετοιμάζομαι σε αυτό που υπέθεσα ότι χρησίμευε ως το δωμάτιο προετοιμασίας μου. Αλλά αντί να με καλωδιώσουν με ένα μικρόφωνο ή να με πάνε σε μια σκηνή, το κοινό μου ήρθε σε μένα. Κάθισαν γύρω από το τραπέζι και συστήθηκαν: πέντε πάμπλουτοι τύποι — ναι, όλοι άνδρες — από το ανώτερο κλιμάκιο του κόσμου των τεχνολογικών επενδύσεων και των hedge funds. Τουλάχιστον δύο από αυτούς ήταν δισεκατομμυριούχοι. Μετά από λίγη κουβεντούλα, συνειδητοποίησα ότι δεν τους ενδιέφερε η ομιλία που είχα ετοιμάσει για το μέλλον της τεχνολογίας. Είχαν έρθει για να κάνουν ερωτήσεις.

Ένα καταφύγιο υπό κατασκευή στην εταιρεία Rising S στο Murchison του Τέξας.

Ξεκίνησαν αρκετά αθώα και προβλέψιμα. Bitcoin ή ethereum; Εικονική πραγματικότητα ή επαυξημένη πραγματικότητα; Ποιος θα αποκτήσει πρώτος την κβαντική πληροφορική, η Κίνα ή η Google; Τελικά, έφτασαν στο πραγματικό θέμα που τους απασχολεί: Νέα Ζηλανδία ή Αλάσκα; Ποια περιοχή θα επηρεαστεί λιγότερο από την επερχόμενη κλιματική κρίση; Από εκεί και πέρα τα πράγματα χειροτέρεψαν. Ποια ήταν η μεγαλύτερη απειλή: η υπερθέρμανση του πλανήτη ή ο βιολογικός πόλεμος; Πόσο καιρό θα πρέπει να προγραμματίσει κανείς ώστε να είναι σε θέση να επιβιώσει χωρίς εξωτερική βοήθεια; Πρέπει ένα καταφύγιο να έχει δική του παροχή αέρα; Ποια ήταν η πιθανότητα μόλυνσης των υπόγειων υδάτων; Τέλος, ο διευθύνων σύμβουλος μιας χρηματιστηριακής εταιρείας εξήγησε ότι είχε σχεδόν ολοκληρώσει την κατασκευή του δικού του υπόγειου συστήματος καταφυγίου (bunker) και ρώτησε: “Πώς θα διατηρήσω την εξουσία επί της δύναμης ασφαλείας μου μετά το γεγονός;”. Το γεγονός. Αυτός ήταν ο ευφημισμός τους για την περιβαλλοντική κατάρρευση, την κοινωνική αναταραχή, την πυρηνική έκρηξη, την ηλιακή καταιγίδα, τον ασταμάτητο ιό ή το κακόβουλο χάκινγκ υπολογιστών που θα καταστρέψει τα πάντα.

Αυτή η μοναδική ερώτηση μας απασχόλησε για το υπόλοιπο της ώρας. Γνώριζαν ότι θα χρειάζονταν ένοπλοι φρουροί για να προστατεύσουν τα bunkers τους από επιδρομείς καθώς και από εξαγριωμένους όχλους. Ο ένας είχε ήδη εξασφαλίσει δώδεκα ΟΥΚάδew για να φτάσουν στο bunker του, αν τους έδινε το κατάλληλο σύνθημα. Αλλά πώς θα πλήρωνε τους φρουρούς όταν ακόμη και το κρυπτονόμισμα του θα ήταν άχρηστο; Τι θα εμπόδιζε τους φρουρούς να επιλέξουν τελικά τον δικό τους ηγέτη;

Οι δισεκατομμυριούχοι σκέφτηκαν να χρησιμοποιήσουν ειδικές κλειδαριές συνδυασμών για την προμήθεια τροφίμων που μόνο αυτοί γνώριζαν. Ή να βάλουν τους φρουρούς να φορούν κάποιου είδους πειθαρχικά κολάρα ως αντάλλαγμα για την επιβίωσή τους. Ή ίσως την κατασκευή ρομπότ που θα χρησίμευαν ως φρουροί και εργάτες — αν η τεχνολογία αυτή μπορούσε να αναπτυχθεί “εγκαίρως”.

Είναι σαν να θέλουν να φτιάξουν ένα αυτοκίνητο που πηγαίνει αρκετά γρήγορα για να ξεφύγει από την εξάτμισή του.

Προσπάθησα να τους λογικέψω. Τους έδωσα φιλοκοινωνικά επιχειρήματα υπέρ της συντροφικότητας και της αλληλεγγύης ως τις καλύτερες προσεγγίσεις για τις συλλογικές, μακροπρόθεσμες προκλήσεις μας. Ο τρόπος για να κάνεις τους φρουρούς σου να επιδείξουν αφοσίωση στο μέλλον ήταν να τους φέρεσαι σαν φίλους τώρα, εξήγησα. Μην επενδύετε μόνο σε πυρομαχικά και ηλεκτροφόρους φράχτες, επενδύστε σε ανθρώπους και σχέσεις. Γύρισαν τα μάτια τους σε αυτό που πρέπει να τους φάνηκε σαν χίπικη φιλοσοφία.

Αυτή ήταν ίσως η πιο πλούσια και ισχυρή ομάδα που είχα συναντήσει ποτέ. Κι όμως, ήταν εδώ και ζητούσαν από έναν μαρξιστή θεωρητικό των μέσων ενημέρωσης συμβουλές για το πού και πώς να διαμορφώσουν τα καταφύγιά τους για την ημέρα της καταστροφής. Τότε ήταν που το κατάλαβα: τουλάχιστον όσον αφορά αυτούς τους κυρίους, αυτή ήταν μια συζήτηση για το μέλλον της τεχνολογίας.

Παίρνοντας παράδειγμα από τον ιδρυτή της Tesla Έλον Μασκ που αποικίζει τον Άρη, τον Πίτερ Θιλ της Palantir που αντιστρέφει τη διαδικασία της γήρανσης ή τους Σαμ Αλτμαν και Ρέι Κουρτσβάιλ που αναπτύσσουν την τεχνητή νοημοσύνη ανεβάζοντας το μυαλό τους σε υπερυπολογιστές, προετοιμάζονταν για ένα ψηφιακό μέλλον που είχε λιγότερο να κάνει με το να κάνει τον κόσμο καλύτερο παρά με το να ξεπεράσει την ανθρώπινη κατάσταση συνολικά. Ο ακραίος πλούτος και τα προνόμιά τους το μόνο που τους έκαναν ήταν να αποκτήσουν εμμονή με την απομόνωση από τον πολύ πραγματικό και παρόντα κίνδυνο της κλιματικής αλλαγής, της ανόδου της στάθμης της θάλασσας, των μαζικών μεταναστεύσεων, των παγκόσμιων πανδημιών, του πανικού των ιθαγενών και της εξάντλησης των πόρων. Γι’ αυτούς, το μέλλον της τεχνολογίας αφορά μόνο ένα πράγμα: την απόδραση από τους υπόλοιπους.

Αυτοί οι άνθρωποι κάποτε έλουζαν τον κόσμο με τρελά αισιόδοξα επιχειρηματικά σχέδια για το πώς η τεχνολογία θα μπορούσε να ωφελήσει την ανθρώπινη κοινωνία. Τώρα έχουν αναγάγει την τεχνολογική πρόοδο σε ένα βιντεοπαιχνίδι που ένας από αυτούς κερδίζει βρίσκοντας την καταπακτή διαφυγής. Θα είναι ο Τζεφ Μπέζος που θα μεταναστεύσει στο διάστημα, ο Θιλ στο καταφύγιό του στη Νέα Ζηλανδία ή ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ στο εικονικό του metaverse; Και αυτοί οι καταστροφολογούντες δισεκατομμυριούχοι είναι οι υποτιθέμενοι νικητές της ψηφιακής οικονομίας — οι υποτιθέμενοι πρωταθλητές του επιχειρηματικού τοπίου της επιβίωσης του ισχυρότερου που τροφοδοτεί τις περισσότερες από αυτές τις εικασίες.

Μια πρόταση για μια αποικία στον Άρη από την εταιρεία SpaceX του Elon Musk. Φωτ: SpaceX

Αυτό που συνειδητοποίησα ήταν ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι στην πραγματικότητα οι χαμένοι. Οι δισεκατομμυριούχοι που με κάλεσαν στην έρημο για να αξιολογήσω τις στρατηγικές των καταφυγίων τους δεν είναι τόσο οι νικητές του οικονομικού παιχνιδιού όσο τα θύματα των στρεβλά περιορισμένων κανόνων του. Περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, έχουν υποκύψει σε μια νοοτροπία όπου “νίκη” σημαίνει να κερδίζουν αρκετά χρήματα για να απομονώσουν τους εαυτούς τους από τη ζημιά που δημιουργούν κερδίζοντας χρήματα με αυτόν τον τρόπο. Είναι σαν να θέλουν να φτιάξουν ένα αυτοκίνητο που πηγαίνει αρκετά γρήγορα για να ξεφύγει από την εξάτμισή του.

Ωστόσο, αυτή η διαφυγολογία (escapism) της Silicon Valley — ας την ονομάσουμε Η Nοοτροπία — ενθαρρύνει τους οπαδούς της να πιστεύουν ότι οι νικητές μπορούν με κάποιο τρόπο να αφήσουν πίσω τους υπόλοιπους από εμάς.

Ποτέ άλλοτε οι πιο ισχυροί παίκτες της κοινωνίας μας δεν είχαν υποθέσει ότι ο πρωταρχικός αντίκτυπος των δικών τους κατακτήσεων θα ήταν να καταστήσουν τον ίδιο τον κόσμο αβίωτο για όλους τους άλλους. Ούτε είχαν ποτέ στο παρελθόν τις τεχνολογίες μέσω των οποίων θα προγραμμάτιζαν τις φοβίες τους στον ίδιο τον ιστό της κοινωνίας μας. Το τοπίο είναι στρωμένο με αλγόριθμους και νοημοσύνες που ενθαρρύνουν ενεργά αυτές τις εγωιστικές και απομονωτικές προοπτικές. Όσοι είναι αρκετά κοινωνιοπαθείς για να τις ενστερνιστούν ανταμείβονται με μετρητά και έλεγχο πάνω στους υπόλοιπους από εμάς. Είναι ένας αυτοενισχυόμενος βρόχος ανατροφοδότησης. Αυτό είναι καινούργιο.

Ενισχυμένη από τις ψηφιακές τεχνολογίες και την πρωτοφανή ανισότητα του πλούτου που παρέχουν, Η Νοοτροπία επιτρέπει την εύκολη εξωτερίκευση της βλάβης των άλλων και εμπνέει μια αντίστοιχη λαχτάρα για υπέρβαση και διαχωρισμό από τους ανθρώπους και τους τόπους που έχουν κακοποιηθεί.

Αντί όμως να μας εξουσιάζουν απλώς για πάντα, οι δισεκατομμυριούχοι στην κορυφή αυτών των εικονικών πυραμίδων επιδιώκουν ενεργά το τελικό παιχνίδι. Στην πραγματικότητα, όπως η πλοκή ενός μπλοκμπάστερ της Marvel, η ίδια η δομή Της Νοοτροπίας απαιτεί ένα endgame. Τα πάντα πρέπει να καταλήξουν σε ένα ή μηδέν, σε νικητή ή ηττημένο, σε σωζόμενους ή καταραμένους. Πραγματικές, επικείμενες καταστροφές, από την κλιματική κατάσταση έκτακτης ανάγκης έως τις μαζικές μεταναστεύσεις, υποστηρίζουν τη μυθολογία, προσφέροντας σε αυτούς τους επίδοξους υπερήρωες την ευκαιρία να παίξουν το τελικό παιχνίδι στη διάρκεια της ζωής τους. Γιατί Η Νοοτροπία περιλαμβάνει επίσης τη σιγουριά της Silicon Valley που βασίζεται στην πίστη ότι μπορούν να αναπτύξουν μια τεχνολογία που θα σπάσει με κάποιον τρόπο τους νόμους της φυσικής, της οικονομίας και της ηθικής για να τους προσφέρει κάτι ακόμη καλύτερο από έναν τρόπο να σώσουν τον κόσμο: ένα μέσο διαφυγής από την αποκάλυψη που οι ίδιοι δημιούργησαν.

Όταν επιβιβάστηκα στην πτήση της επιστροφής μου για τη Νέα Υόρκη, το μυαλό μου ήταν γεμάτο με τις συνέπειες Της Νοοτροπίας. Ποιες ήταν οι κύριες αρχές της; Ποιοι ήταν οι αληθινοί πιστοί της; Τι μπορούμενα κάνουμε για να της αντισταθούμε; Πριν καν προσγειωθώ, δημοσίευσα ένα άρθρο σχετικά με την παράξενη συνάντησή μου — με εκπληκτικό αποτέλεσμα.

Σχεδόν αμέσως, άρχισα να λαμβάνω ερωτήματα από επιχειρήσεις που απευθύνονταν σε δισεκατομμυριούχους προετοιμαζόμενους (preppers), οι οποίοι ήλπιζαν ότι θα έκανα κάποιες συστάσεις εκ μέρους τους στους πέντε άνδρες για τους οποίους είχα γράψει. Άκουσα από έναν μεσίτη ακινήτων που ειδικεύεται σε αγγελίες για την προστασία από καταστροφές, από μια εταιρεία που δέχεται κρατήσεις για συγκροτήματά bunkers και από μια εταιρεία ασφάλειας που προσφέρει διάφορες μορφές “διαχείρισης κινδύνου”.

Αλλά το μήνυμα που τράβηξε την προσοχή μου ήρθε από έναν πρώην πρόεδρο του αμερικανικού εμπορικού επιμελητηρίου στη Λετονία. Ο JC Cole ήταν μάρτυρας της πτώσης της σοβιετικής αυτοκρατορίας, καθώς και του τι χρειαζόταν για να ξαναχτιστεί μια λειτουργική κοινωνία σχεδόν από το μηδέν. Είχε επίσης υπηρετήσει ως εκμισθωτής στις πρεσβείες της Αμερικής και της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είχε μάθει πολλά για τα συστήματα ασφαλείας και τα σχέδια εκκένωσης. “Σίγουρα ξεσηκώσατε μια φωλιά μέλισσες”, ξεκίνησε το πρώτο του μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προς εμένα. “Είναι αρκετά ακριβές — οι πλούσιοι που κρύβονται στα καταφύγιά τους θα έχουν πρόβλημα με τις ομάδες ασφαλείας τους… Πιστεύω ότι έχετε δίκιο με τη συμβουλή σας να “φέρεστε πολύ καλά σε αυτούς τους ανθρώπους, αυτή τη στιγμή”, αλλά επίσης η έννοια μπορεί να επεκταθεί και πιστεύω ότι υπάρχει ένα καλύτερο σύστημα που θα έδινε πολύ καλύτερα αποτελέσματα”.

Αισθανόταν βέβαιος ότι το “γεγονός” -ένας γκρίζος κύκνος, ή μια προβλέψιμη καταστροφή που προκλήθηκε από τους εχθρούς μας, τη Μητέρα Φύση ή απλώς από ατύχημα- ήταν αναπόφευκτο. Είχε κάνει μια ανάλυση SWOT- δυνατά σημεία, αδυναμίες, ευκαιρίες και απειλές — και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η προετοιμασία για την καταστροφή απαιτούσε να λάβουμε τα ίδια ακριβώς μέτρα με την προσπάθεια να την αποτρέψουμε. “Κατά σύμπτωση”, εξήγησε, “δημιουργώ μια σειρά από αγροκτήματα ασφαλούς καταφυγίου στην περιοχή της Νέας Υόρκης. Αυτά είναι σχεδιασμένα για να αντιμετωπίζουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο ένα “γεγονός” και επίσης να ωφελούν την κοινωνία ως ημι-οργανικές φάρμες. Και τα δύο βρίσκονται σε απόσταση τριών ωρών οδήγησης από την πόλη — αρκετά κοντά για να φτάσετε εκεί όταν συμβεί”.

Εδώ ήταν ένας prepper με εξουσιοδότηση ασφαλείας, εμπειρία στο πεδίο και εμπειρία στη βιωσιμότητα των τροφίμων. Πίστευε ότι ο καλύτερος τρόπος για να αντιμετωπιστεί η επικείμενη καταστροφή ήταν να αλλάξουμε τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε ο ένας τον άλλον, την οικονομία και τον πλανήτη αυτή τη στιγμή — ενώ παράλληλα θα αναπτύσσουμε ένα δίκτυο μυστικών, απολύτως αυτάρκων οικιστικών αγροτικών κοινοτήτων για εκατομμυριούχους, που θα φυλάσσονται από οπλισμένους μέχρι τα δόντια OYKάδες.

Ο JC αναπτύσσει επί του παρόντος δύο αγροκτήματα στο πλαίσιο του σχεδίου του για το ασφαλές καταφύγιο. Το αγρόκτημα ένα, έξω από το Princeton, είναι το μοντέλο επίδειξής του και “λειτουργεί καλά όσο λειτουργεί η λεπτή μπλε γραμμή”. Η δεύτερη, κάπου στο Poconos, πρέπει να παραμείνει μυστική. “Όσο λιγότεροι άνθρωποι γνωρίζουν τις τοποθεσίες, τόσο το καλύτερο”, εξήγησε, μαζί με έναν σύνδεσμο με το επεισόδιο της Ζώνης του Λυκόφωτος, στο οποίο πανικόβλητοι γείτονες εισβάλλουν στο καταφύγιο μιας οικογένειας κατά τη διάρκεια ενός πυρηνικού ολέθρου. “Η πρωταρχική αξία του ασφαλούς καταφυγίου είναι η επιχειρησιακή ασφάλεια, η οποία έχει το παρατσούκλι OpSec από τον στρατό. Εάν/όταν η αλυσίδα εφοδιασμού σπάσει, οι άνθρωποι δεν θα έχουν να τους παραδώσουν τρόφιμα. Ο Covid μας ξύπνησε όταν οι άνθρωποι άρχισαν να τσακώνονται για το χαρτί τουαλέτας. Όταν έρθει η ώρα της έλλειψης τροφίμων, θα είναι άγρια. Γι’ αυτό όσοι είναι αρκετά έξυπνοι για να επενδύσουν πρέπει να το κάνουν στα κρυφά”.

Ο JC με κάλεσε στο Νιου Τζέρσεϊ για να δω το ίδιο το αγρόκτημα. “Φορέστε μπότες”, είπε. “Το έδαφος είναι ακόμα υγρό”. Μετά με ρώτησε: “Πυροβολείς;”

Το ίδιο το αγρόκτημα χρησίμευε ως κέντρο ιππασίας και εγκατάσταση τακτικής εκπαίδευσης, εκτός από την εκτροφή κατσικιών και κοτόπουλων. Ο JC μου έδειξε πώς να κρατάω και να πυροβολώ με ένα Glock σε μια σειρά από υπαίθριους στόχους που είχαν το σχήμα κακών, ενώ ο ίδιος γκρίνιαζε για τον τρόπο με τον οποίο η γερουσιαστής Dianne Feinstein είχε περιορίσει τον αριθμό των βολών που μπορούσε να χωρέσει κανείς νόμιμα σε έναν γεμιστήρα για το πιστόλι. Ο JC ήξερε τα πράγματα. Τον ρώτησα για διάφορα σενάρια μάχης. “Ο μόνος τρόπος για να προστατέψεις την οικογένειά σου είναι με μια ομάδα”, είπε. Αυτό ήταν πραγματικά το νόημα του σχεδίου του — να συγκεντρώσει μια ομάδα ικανή να προστατευτεί στον τόπο της για ένα χρόνο ή και περισσότερο, ενώ παράλληλα θα αμυνόταν από όσους δεν είχαν προετοιμαστεί. Ο JC ήλπιζε επίσης να εκπαιδεύσει νέους αγρότες στη βιώσιμη γεωργία και να εξασφαλίσει τουλάχιστον έναν γιατρό και έναν οδοντίατρο για κάθε τοποθεσία.

Κατά την επιστροφή στο κεντρικό κτίριο, ο JC μου έδειξε τα πρωτόκολλα “πολυεπίπεδης ασφάλειας” που είχε μάθει σχεδιάζοντας ιδιοκτησίες πρεσβειών: φράχτης, πινακίδες “απαγορεύεται η καταπάτηση”, σκύλοι φύλακες, κάμερες παρακολούθησης … όλα με σκοπό να αποθαρρύνουν τις βίαιες αντιπαραθέσεις. Έκανε μια παύση για ένα λεπτό καθώς κοιτούσε τον δρόμο. “Ειλικρινά, ανησυχώ λιγότερο για τις συμμορίες με τα όπλα παρά για τη γυναίκα στο τέλος του δρόμου που κρατάει ένα μωρό και ζητάει φαγητό”. Έκανε μια παύση και αναστέναξε: “Δεν θέλω να βρεθώ σε αυτό το ηθικό δίλημμα”.

Γι’ αυτό το πραγματικό πάθος του JC δεν ήταν απλώς να χτίσει μερικές απομονωμένες, στρατιωτικοποιημένες εγκαταστάσεις διαφυγής για εκατομμυριούχους, αλλά να δημιουργήσει πρωτότυπα τοπικά βιώσιμα αγροκτήματα που θα μπορούν να αποτελέσουν πρότυπο για άλλους και τελικά να βοηθήσουν στην αποκατάσταση της περιφερειακής επισιτιστικής ασφάλειας στην Αμερική. Το σύστημα παράδοσης “just-in-time” που προτιμούν οι γεωργικοί όμιλοι καθιστά το μεγαλύτερο μέρος του έθνους ευάλωτο σε μια κρίση τόσο μικρή όσο μια διακοπή ρεύματος ή μια διακοπή μεταφοράς. Εν τω μεταξύ, ο συγκεντρωτισμός της γεωργικής βιομηχανίας έχει αφήσει τις περισσότερες γεωργικές εκμεταλλεύσεις απόλυτα εξαρτημένες από τις ίδιες μακρές αλυσίδες εφοδιασμού με τους αστικούς καταναλωτές. “Οι περισσότεροι εκτροφείς αυγών δεν μπορούν καν να εκθρέψουν κοτόπουλα”, μου εξήγησε ο JC καθώς μου έδειχνε τα κοτέτσια του. “Αγοράζουν νεοσσούς. Εγώ έχω κόκορες”.

Ο JC δεν είναι χίπης περιβαλλοντολόγος, αλλά το επιχειρηματικό του μοντέλο βασίζεται στο ίδιο κοινοτιστικό πνεύμα που προσπάθησα να μεταδώσω στους δισεκατομμυριούχους: ο τρόπος για να αποτρέψουμε τις πεινασμένες ορδές από το να εισβάλουν στις πύλες μας είναι να τους εξασφαλίσουμε την ασφάλεια της τροφής τώρα. Έτσι, με 3 εκατ. δολάρια, οι επενδυτές δεν αποκτούν μόνο ένα συγκρότημα υψίστης ασφαλείας στο οποίο θα περάσουν την επερχόμενη πανούκλα, ηλιακή καταιγίδα ή κατάρρευση του ηλεκτρικού δικτύου. Αποκτούν επίσης μερίδιο σε ένα δυνητικά κερδοφόρο δίκτυο τοπικών αγροκτημάτων που θα μπορούσε να μειώσει την πιθανότητα ενός καταστροφικού γεγονότος εξαρχής. Η επιχείρησή του θα κάνει ό,τι μπορεί για να εξασφαλίσει ότι θα υπάρχουν όσο το δυνατόν λιγότερα πεινασμένα παιδιά στην πύλη όταν έρθει η ώρα να κλειδώσει.

Μέχρι στιγμής, ο JC Cole δεν έχει καταφέρει να πείσει κανέναν να επενδύσει στην American Heritage Farms. Αυτό δεν σημαίνει ότι κανείς δεν επενδύει σε τέτοια σχέδια. Απλώς αυτά που προσελκύουν περισσότερη προσοχή και μετρητά δεν έχουν γενικά αυτά τα συνεταιριστικά στοιχεία. Είναι περισσότερο για ανθρώπους που θέλουν να τα καταφέρουν μόνοι τους. Οι περισσότεροι δισεκατομμυριούχοι preppers δεν θέλουν να μάθουν να τα πηγαίνουν καλά με μια κοινότητα αγροτών ή, ακόμα χειρότερα, να ξοδέψουν τα κέρδη τους για τη χρηματοδότηση ενός εθνικού προγράμματος διατροφικής ανθεκτικότητας. Η Νοοτροπία που απαιτεί ασφαλή καταφύγια ενδιαφέρεται λιγότερο για την αποτροπή ηθικών διλημμάτων από το να τα κρατάει απλώς εκτός οπτικού πεδίου.

Η Vivos ελπίζει να χωρέσει στα bunkers τις παροχές όπως πισίνες και γυμναστήρια. Φωτογραφία: Terravivos

Πολλοί από αυτούς που αναζητούν σοβαρά ένα ασφαλές καταφύγιο απλά προσλαμβάνουν μία από τις διάφορες κατασκευαστικές εταιρείες για να θάψουν ένα προκατασκευασμένο καταφύγιο με ατσάλινη επένδυση κάπου σε μία από τις υπάρχουσες ιδιοκτησίες τους. Η εταιρεία Rising S Company στο Τέξας κατασκευάζει και εγκαθιστά bunkers και καταφύγια ανεμοστρόβιλων με κόστος μόλις 40.000 δολάρια για ένα καταφύγιο έκτακτης ανάγκης 2,40 μέτρα επί 3,60 μέτρα και φτάνει μέχρι την πολυτελή σειρά “Aristocrat” αξίας 8,3 εκατομμυρίων δολαρίων, με πισίνα και πίστα μπόουλινγκ. Η επιχείρηση αρχικά απευθυνόταν σε οικογένειες που αναζητούσαν προσωρινά καταφύγια για καταιγίδες, προτού μπει στην επιχείρηση μακροχρόνιας αποκάλυψης. Το λογότυπο της εταιρείας, με τρεις σταυρούς, υποδηλώνει ότι οι υπηρεσίες τους απευθύνονται περισσότερο σε χριστιανούς ευαγγελιστές preppers στις κόκκινες πολιτείες της Αμερικής παρά σε δισεκατομμυριούχους tech bros που παίζουν σενάρια επιστημονικής φαντασίας.

Υπάρχει κάτι πολύ πιο ιδιόρρυθμο στις εγκαταστάσεις στις οποίες οι περισσότεροι δισεκατομμυριούχοι -ή, ακριβέστερα, επίδοξοι δισεκατομμυριούχοι- επενδύουν στην πραγματικότητα. Μια εταιρεία που ονομάζεται Vivos πουλάει πολυτελή υπόγεια διαμερίσματα σε μετασκευασμένες εγκαταστάσεις αποθήκευσης πυρομαχικών του ψυχρού πολέμου, σιλό πυραύλων και άλλες οχυρωμένες τοποθεσίες σε όλο τον κόσμο. Σαν μικροσκοπικά θέρετρα Club Med, προσφέρουν ιδιωτικές σουίτες για άτομα ή οικογένειες και μεγαλύτερους κοινόχρηστους χώρους με πισίνες, παιχνίδια, ταινίες και φαγητό. Τα υπερ-ελίτ καταφύγια, όπως το Oppidum στην Τσεχία, ισχυρίζονται ότι απευθύνονται στην τάξη των δισεκατομμυριούχων και δίνουν μεγαλύτερη προσοχή στη μακροπρόθεσμη ψυχολογική υγεία των κατοίκων. Παρέχουν απομίμηση του φυσικού φωτός, όπως πισίνα με προσομοίωση ηλιόλουστου κήπου, θησαυροφυλάκιο κρασιού και άλλες ανέσεις για να κάνουν τους πλούσιους να αισθάνονται σαν στο σπίτι τους.

Με μια πιο προσεκτική ανάλυση, ωστόσο, η πιθανότητα ένα bunker να προστατεύει πραγματικά τους ενοίκους του από την πραγματικότητα, λοιπόν, στην πραγματικότητα, είναι πολύ μικρή. Πρώτον, τα κλειστά οικοσυστήματα των υπόγειων εγκαταστάσεων είναι εξωφρενικά εύθραυστα. Για παράδειγμα, ένας εσωτερικός, σφραγισμένος υδροπονικός κήπος είναι ευάλωτος στη μόλυνση. Οι κάθετες φάρμες με αισθητήρες υγρασίας και συστήματα άρδευσης που ελέγχονται από υπολογιστή φαίνονται υπέροχες στα επιχειρηματικά σχέδια και στις στέγες των νεοσύστατων επιχειρήσεων της Bay Area- όταν μια παλέτα με επιφανειακό χώμα ή μια σειρά καλλιεργειών πάει στραβά, μπορεί απλώς να αφαιρεθεί και να αντικατασταθεί. Το ερμητικά κλειστό “δωμάτιο καλλιέργειας” της αποκάλυψης δεν επιτρέπει τέτοιες επαναλήψεις.

Και μόνο τα γνωστά άγνωστα είναι αρκετά για να διαλύσουν κάθε λογική ελπίδα επιβίωσης. Αλλά αυτό δεν φαίνεται να εμποδίζει τους πλούσιους preppers να προσπαθούν. Οι New York Times ανέφεραν ότι μεσίτες ακινήτων που ειδικεύονται σε ιδιωτικά νησιά κατακλύστηκαν από ερωτήματα κατά τη διάρκεια της πανδημίας του Covid. Οι υποψήφιοι πελάτες ρωτούσαν ακόμη και για το αν υπήρχε αρκετή γη για να κάνουν κάποια γεωργία εκτός από την εγκατάσταση ενός ελικοδρομίου προσγείωσης ελικοπτέρων. Αλλά ενώ ένα ιδιωτικό νησί μπορεί να είναι ένα καλό μέρος για να περιμένει κανείς μια προσωρινή επιδημία, η μετατροπή του σε ένα αυτάρκες, υπερασπίσιμο ωκεάνιο φρούριο είναι δυσκολότερη από ό,τι ακούγεται. Τα μικρά νησιά εξαρτώνται απόλυτα από τις αεροπορικές και θαλάσσιες παραδόσεις βασικών ειδών διατροφής. Οι ηλιακοί συλλέκτες και ο εξοπλισμός φιλτραρίσματος νερού πρέπει να αντικαθίστανται και να συντηρούνται σε τακτά χρονικά διαστήματα. Οι δισεκατομμυριούχοι που κατοικούν σε τέτοιους τόπους εξαρτώνται περισσότερο, όχι λιγότερο, από πολύπλοκες αλυσίδες εφοδιασμού απ’ ό,τι εμείς που είμαστε ενσωματωμένοι στον βιομηχανικό πολιτισμό.

Σίγουρα οι δισεκατομμυριούχοι που με κάλεσαν για συμβουλές σχετικά με τις στρατηγικές εξόδου τους γνώριζαν αυτούς τους περιορισμούς. Μήπως όλα αυτά ήταν κάποιο είδος παιχνιδιού; Πέντε άνδρες να κάθονται γύρω από ένα τραπέζι πόκερ, ο καθένας στοιχηματίζοντας ότι το σχέδιο διαφυγής του ήταν το καλύτερο;

Αλλά αν το έκαναν μόνο για διασκέδαση, δεν θα με είχαν καλέσει. Θα είχαν φωνάξει συγγραφέα κόμικ για την αποκάλυψη των ζόμπι. Αν ήθελαν να δοκιμάσουν τα σχέδια του καταφυγίου τους, θα είχαν προσλάβει έναν ειδικό ασφαλείας από την Blackwater ή το Πεντάγωνο. Φαινόταν ότι ήθελαν κάτι περισσότερο. Η γλώσσα τους ξεπερνούσε κατά πολύ τα ζητήματα ετοιμότητας για καταστροφές και έφτανε στα όρια της πολιτικής και της φιλοσοφίας: λέξεις όπως ατομικότητα, κυριαρχία, διακυβέρνηση και αυτονομία.

Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι δεν με είχαν βάλει να αξιολογήσω τις πραγματικές στρατηγικές των καταφυγίων τους που με είχαν βγάλει αλλά η φιλοσοφία και τα μαθηματικά που χρησιμοποιούσαν για να δικαιολογήσουν τη δέσμευσή τους για διαφυγή. Επεξεργάζονταν αυτό που έχω καταλήξει να ονομάζω εξίσωση της απομόνωσης: θα μπορούσαν να κερδίσουν αρκετά χρήματα ώστε να απομονωθούν από την πραγματικότητα που δημιούργησαν κερδίζοντας χρήματα με αυτόν τον τρόπο; Υπήρχε κάποια βάσιμη δικαιολογία για να προσπαθήσουν να είναι τόσο επιτυχημένοι ώστε να μπορούν απλώς να αφήσουν πίσω τους υπόλοιπους από εμάς -αποκάλυψη ή όχι;

Ή μήπως αυτή ήταν πραγματικά η πρόθεσή τους από την αρχή; Ίσως η αποκάλυψη δεν είναι τόσο κάτι από το οποίο προσπαθούν να ξεφύγουν όσο μια δικαιολογία για να πραγματοποιήσουν τον πραγματικό στόχο Της Νοοτροπίας: να ανέλθουν πάνω από τους κοινούς θνητούς και να εκτελέσουν την απόλυτη στρατηγική εξόδου.

Αυτό είναι ένα επεξεργασμένο απόσπασμα από το βιβλίο Survival of the Richest του Douglas Rushkoff, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Scribe.

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ