Τι μας αρέσει
Συμπάθεια για τη Γερμανία | Γιάνης Βαρουφάκης
Γιάνης Βαρουφάκης | Project Syndicate
Δεν είναι ποτέ εύκολο να ξυπνά κανείς με την είδηση ότι το επιχειρηματικό μοντέλο της χώρας του έχει καταρρεύσει. Ότι οι πολιτικοί που τον κυβερνούσαν είτε τον εξαπατούσαν είτε του έλεγαν ψέματα επί δεκαετίες, όταν τον διαβεβαίωναν ότι το βιοτικό επίπεδο που με κόπο κέρδισε ήταν ασφαλές. Ότι το άμεσο μέλλον του εξαρτάται πλέον από την καλοσύνη των ξένων που είναι αποφασισμένοι να τον συντρίψουν. Ότι τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία είχε εμπιστευτεί, είχαν επιδοθεί σε μια διαρκή άσκηση συγκάλυψης. Ότι οι Ευρωπαίοι εταίροι του, στους οποίους στρέφεται τώρα για βοήθεια, τον βλέπουν ως έναν κακοποιό του οποίου η τιμωρία έχει καθυστερήσει προ πολλού. Ότι οι οικονομικές ελίτ στη χώρα του, και όχι μόνο, αναζητούν επιμελώς νέους τρόπους για να εξασφαλίσουν ότι η χώρα του θα παραμείνει εγκλωβισμένη. Ότι οι κυβερνώντες πολιτικοί στις Βρυξέλλες είναι έτοιμοι να τον δεσμεύσουν σε μαζικές, επώδυνες αλλαγές, ώστε να διασφαλίσουν ότι τίποτα δεν θα αλλάξει.
Οι Έλληνες γνωρίζουμε αυτό το συναίσθημα. Το βιώσαμε στα κόκκαλά μας στις αρχές του 2010. Σήμερα, είναι οι Γερμανοί που, καθώς το γερμανικό επιχειρηματικό μοντέλο καταρρέει γύρω τους, πρέπει να αντιμετωπίσουν αυτό το τείχος συγκατάβασης, αντιπάθειας, ακόμη και χλευασμού. Όσο ειρωνικό κι αν είναι, οι Έλληνες είναι ο ευρωπαϊκός λαός που είναι σε καλύτερη θέση να καταλάβει ότι οι Γερμανοί αξίζουν κάτι καλύτερο. Ότι η σημερινή τους δυσχερής θέση είναι το αποτέλεσμα της συλλογικής, ευρωπαϊκής μας αποτυχίας. Ότι κανείς δεν κερδίζει από το αίσθημα ικανοποίησης ότι όλα αναποδογύρισαν εναντίον του λαού της Γερμανίας- λιγότερο απ’ όλους οι πολύπαθοι Έλληνες, οι νότιοι Ιταλοί, οι Ισπανοί, οι Πορτογάλοι – τα PIGS όπως μας αποκαλούσαν κάποτε.
Το γερμανικό επιχειρηματικό μοντέλο βασιζόταν στους συρρικνωμένους μισθούς, στο φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο και στην αριστεία στη μηχανική μεσαίας τεχνολογίας – ιδίως στην κατασκευή αυτοκινήτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης. Σε αυτή τη βάση, συνέχισε να παράγει τεράστια εμπορικά πλεονάσματα κατά τη διάρκεια τεσσάρων διαφορετικών μεταπολεμικών φάσεων: Πρώτον, κατά τη διάρκεια του συστήματος Bretton Woods υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, το οποίο παρείχε στη Γερμανία σταθερές συναλλαγματικές ισοτιμίες και πρόσβαση στην αγορά της υπόλοιπης Ευρώπης, της Ασίας και της Αμερικής. Δεύτερον, μετά την κατάρρευση του Bretton Woods, η ενιαία αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποδείχθηκε ιδιαίτερα προσοδοφόρα για τις γερμανικές εξαγωγές. Τρίτον, με την εισαγωγή του ευρώ, η χρηματοδότηση των προμηθευτών ενίσχυσε τρομερά τη ροή τόσο των αγαθών όσο και των κεφαλαίων από τη Γερμανία προς την ευρωπαϊκή περιφέρεια. Τέλος, μόλις η κρίση του ευρώ μείωσε τη ζήτηση για γερμανικά προϊόντα από τις ευρωπαϊκές αγορές της Μεσογείου, η Κίνα που διψούσε για γερμανικά ενδιάμεσα και τελικά προϊόντα μεταποίησης (τα οποία έγιναν φτηνά λόγω του ευρώ που κρατούσε τη γερμανική συναλλαγματική ισοτιμία σε χαμηλά επίπεδα) κάλυψε το κενό.
Οι Γερμανοί, τώρα, σιγά – σιγά, συμβιβάζονται με την κατάρρευση των θεμελίων του επιχειρηματικού τους μοντέλου και αρχίζουν να βλέπουν πέρα από το πολύπλευρο Μεγάλο Ψέμα που τους πούλησαν οι ελίτ τους επί τρεις δεκαετίες: Τα δημοσιονομικά πλεονάσματα δεν ήταν σύνεση στην πράξη, αλλά μια μνημειώδης αποτυχία να επενδύσουν, κατά τα μακρά χρόνια των εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων, στην καθαρή ενέργεια, στις κρίσιμες υποδομές, καθώς και στις δύο κρίσιμες τεχνολογίες του μέλλοντος: τις μπαταρίες και την τεχνητή νοημοσύνη. Η εξάρτηση της Γερμανίας από το φυσικό αέριο του Πούτιν και τις κινεζικές καθαρές εισαγωγές δεν ήταν ποτέ βιώσιμη μακροπρόθεσμα και είναι χαρακτηριστικά, όχι σφάλματα που μπορούν να εξομαλυνθούν, του γερμανικού μοντέλου.
Και γίνεται πλέον αντιληπτό ξεκάθαρα, όσον αφορά το Μεγάλο Ψέμα, ότι το γερμανικό οικονομικό μοντέλο ήταν συμβατό με τη νομισματική ένωση της Ευρώπης. Η έλλειψη μιας δημοσιονομικής και μιας πολιτικής ένωσης, πάντα θα φόρτωνε τις χώρες της Μεσογείου, τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις με μη διαχειρίσιμα χρέη, τα οποία, τελικά, θα ανάγκαζαν την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να επιλέξει μεταξύ του να αφήσει το ευρώ να πεθάνει και του να ξεκινήσει ένα μόνιμο σχέδιο απόκρυψης της χρεοκοπίας. Οι Γερμανοί το συνειδητοποιούν αυτό σήμερα, καθώς παρατηρούν μια ακινητοποιημένη ΕΚΤ, η οποία είναι καταδικασμένη, αν αυξήσει σημαντικά τα επιτόκια (προκαλώντας την κατάρρευση της Ιταλίας κ.ά.) και καταδικασμένη αν δεν το κάνει (ανεξέλεγκτος πληθωρισμός). Μπορούν να δουν ότι, ενώ δεν θα έπρεπε ποτέ να είναι δουλειά της ΕΚΤ να σώσει το ευρώ από τα ελαττωματικά θεμέλιά του, οι πολιτικοί τους τούς είχαν πει ψέματα πως το γερμανικό μοντέλο θα μπορούσε να επιβιώσει από την κρίση του 2008, εφόσον οι άλλες χώρες της Ευρωζώνης εφάρμοζαν αρκετή λιτότητα. Παίρνουν επίσης μυρωδιά ότι η φοβία των κυβερνήσεών τους για τα κίνητρα οδήγησε σε μόνιμο σοσιαλισμό για τους ολιγάρχες της Νότιας Ευρώπης, τους γαλλογερμανούς τραπεζίτες και τις διάφορες εταιρείες ζόμπι.
Κάποτε, όσοι από εμάς επικρίναμε την ιδέα ότι κάθε χώρα της Ευρωζώνης πρέπει να γίνει σαν τη Γερμανία αντιτείναμε ότι η Γερμανία λειτουργούσε επειδή άλλες χώρες δεν είχαν υιοθετήσει το γερμανικό μοντέλο. Σήμερα, με το τέλος του φθηνού φυσικού αερίου και τον Νέο Ψυχρό Πόλεμο της Αμερικής εναντίον της Κίνας, που αναγκάζει τους Κινέζους να επανεκτιμήσουν τις πηγές των ενδιάμεσων εισαγωγών τους, το γερμανικό μοντέλο πεθαίνει, ακόμη και αν υιοθετηθεί μόνο από τη Γερμανία. Σίγουρα, οι γερμανικές εξαγωγές θα ανακάμψουν, υποβοηθούμενες από τη χαμηλή αξία του ευρώ. Η Volkswagen θα πουλήσει πολύ περισσότερα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, μόλις αποκατασταθούν οι αλυσίδες εφοδιασμού. Η BASF θα ανακάμψει, μόλις διασφαλιστεί ο ενεργειακός εφοδιασμός. Αυτό που δεν θα επιστρέψει είναι το γερμανικό μοντέλο, με ένα μεγάλο μέρος των εσόδων της Volkswagen να πηγαίνει στην Κίνα, από όπου προέρχονται οι τεχνολογίες μπαταριών, και καθώς όγκοι αξίας μετατοπίζονται από τη χημική βιομηχανία σε τομείς που σχετίζονται με την τεχνητή νοημοσύνη.
Κάποιοι Γερμανοί φίλοι εναποθέτουν τις ελπίδες τους στην πτώση του ευρώ για την αποκατάσταση της υγείας του γερμανικού μοντέλου. Αυτό δεν θα συμβεί. Οι χώρες με χαμηλές αποταμιεύσεις και διαρθρωτικό εμπορικό έλλειμμα, όπως η Ελλάδα ή η Γκάνα, επωφελούνται από την υποτίμηση. Οι χώρες με υψηλές αποταμιεύσεις και διαρθρωτικό εμπορικό πλεόνασμα δεν επωφελούνται – το μόνο που συμβαίνει είναι ότι οι φτωχότεροι εγχώριοι καταναλωτές επιδοτούν τους πλουσιότερους εξαγωγείς- ακριβώς το αντίθετο από αυτό που χρειάζεται η γερμανική κοινωνική οικονομία.
Το μήνυμά μου προς τους Γερμανούς φίλους είναι απλό: Ξεπεράστε τις φάσεις άρνησης και πένθους και προχωρήστε κατευθείαν στο σχεδιασμό του ολοκαίνουργιου επιχειρηματικού μοντέλου. Σε αντίθεση με την Ελλάδα, η Γερμανία διαθέτει ακόμη έναν βαθμό κυριαρχίας που της επιτρέπει να το κάνει αυτό χωρίς την άδεια των πιστωτών. Αλλά πρώτα, πρέπει να επιλύσετε ένα κρίσιμο πολιτικό δίλημμα: Θέλετε η Γερμανία να διατηρήσει την πολιτική και δημοσιονομική της κυριαρχία; Αν ναι, το νέο επιχειρηματικό σας μοντέλο δεν θα λειτουργήσει ποτέ μέσα στην Ευρωζώνη μας. Αν δεν θέλετε να επιστρέψετε στο γερμανικό μάρκο, χρειάζεστε ένα νέο επιχειρηματικό μοντέλο ενσωματωμένο σε μια πλήρως ολοκληρωμένη, δημοκρατική ευρωπαϊκή ομοσπονδία. Οτιδήποτε άλλο θα συνεχίσει το Μεγάλο Ψέμα, με το οποίο έρχεστε τώρα, με οδυνηρό τρόπο, αντιμέτωποι.