Τι μας αρέσει

Ουκρανία: το βλέμμα του Νόαμ Τσόμσκι.

Συνέντευξη στον C.J. Polychroniou | Truthout

C.J. Polychroniou: Νόαμ, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία αιφνιδίασε τον περισσότερο κόσμο. Και προκάλεσε παντού μεγάλο σοκ, παρόλο που υπήρξαν πολλές ενδείξεις ότι ο Πούτιν είχε ενοχληθεί αρκετά από την επέκταση του ΝΑΤΟ προς την Ανατολή και την άρνηση της Ουάσινγκτον να λάβει σοβαρά υπόψη της τις απαιτήσεις του για την ασφάλεια της Ουκρανίας, που αποτελούσαν “κόκκινη γραμμή”. Γιατί νομίζετε ότι αποφάσισε να πραγματοποιήσει μια εισβολή σε μία τέτοια στιγμή;

Πριν εξετάσουμε αυτό το ζήτημα, θα πρέπει να δούμε ορισμένα αδιαμφισβήτητα γεγονότα. Το πιο κρίσιμο είναι ότι η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αποτελεί μείζον έγκλημα πολέμου, όπως ακριβώς η εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ και η εισβολή του Χίτλερ και του Στάλιν στην Πολωνία τον Σεπτέμβριο του 1939 – για να αναφέρουμε μόνο δύο καίρια παραδείγματα. Είναι πάντοτε σοφό να αναζητούμε εξηγήσεις, αλλά δεν υπάρχει καμία δικαιολογία, καμία ελαφρυντική συνθήκη. Και, για να έρθω στο θέμα: υπάρχουν πάρα πολλοί απόλυτοι ισχυρισμοί σχετικά με την διανοητική κατάσταση του Πούτιν. Η συνήθης αφήγηση είναι ότι είναι παγιδευμένος σε παρανοϊκές φαντασιώσεις, ότι ενεργεί μόνος του, περιτριγυρισμένος από υποτακτικούς αυλικούς – σαν αυτούς που γνωρίζουμε εδώ σε ό,τι έχει απομείνει από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, που πηγαίνουν στο Mar-a-Lago (τη βίλα του Τραμπ -σ.σ.) για να πάρουν την ευλογία του ηγέτη. Μπορεί αυτές οι ύβρεις που ξεστομίζονται να ανταποκρίνονται σε κάτι, αλλά θα μπορούσε κανείς να εξετάσει και άλλες πιθανότητες: ίσως ο Πούτιν να εννοούσε αυτό που ο ίδιος και οι συνεργάτες του λένε ανοιχτά εδώ και χρόνια.

Θα μπορούσαμε να πούμε, για παράδειγμα, ότι “εφόσον η κύρια απαίτηση του Πούτιν είναι η διαβεβαίωση ότι το ΝΑΤΟ δεν θα δεχθεί νέα μέλη, και ιδίως όχι την Ουκρανία ή τη Γεωργία, είναι σαφές ότι η σημερινή κρίση δεν θα είχε εμφανιστεί εάν δεν είχε υπάρξει επέκταση της Συμμαχίας μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, ή εάν η επέκταση ήταν εναρμονισμένη με την οικοδόμηση μιας δομής ασφάλειας στην Ευρώπη που θα περιλάμβανε τη Ρωσία”. Η δήλωση αυτή είναι του πρώην πρέσβη των ΗΠΑ στη Ρωσία Jack Matlock, ενός από τους λίγους σοβαρούς ειδικούς στη Ρωσία στο αμερικανικό διπλωματικό σώμα. Την έκανε λίγο πριν από την εισβολή. Και συνέχισε, για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η κρίση “μπορεί εύκολα να επιλυθεί με την εφαρμογή της κοινής λογικής… Σύμφωνα με οποιοδήποτε κριτήριο κοινής λογικής, είναι προς το συμφέρον των Ηνωμένων Πολιτειών να προωθήσουν την ειρήνη και όχι τη σύγκρουση. Η προσπάθεια να αποσυνδεθεί η Ουκρανία από τη ρωσική επιρροή – ο διακηρυγμένος στόχος όσων ανακίνησαν τις “έγχρωμες επαναστάσεις” – ήταν μια ανόητη και επικίνδυνη προσπάθεια. Ξεχάσαμε τόσο γρήγορα το μάθημα της κρίσης των πυραύλων της Κούβας;”

Ο Matlock δεν είναι διόλου ο μόνος με αυτήν την άποψη. Τα απομνημονεύματα του επικεφαλής της CIA William Burns, ενός άλλου από τους λίγους γνήσιους ειδικούς της Ρωσίας, καταλήγουν σχεδόν στα ίδια συμπεράσματα πάνω στα ουσιώδη ζητήματα. Η ακόμη πιο κατηγορηματική θέση του [διπλωμάτη] George Kennan αναφέρθηκε πλατιά, αν και καθυστερημένα. Υποστηρίζεται κι από τον πρώην υπουργού ‘Αμυνας των ΗΠΑ William Perry και, έξω από το διπλωματικό σώμα, από τον περίφημο μελετητή των διεθνών σχέσεων John Mearsheimer, καθώς και από πολλές άλλες, ιδιαίτερα mainstream, προσωπικότητες. Επομένως, τίποτα από αυτά δεν είναι στο σκοτάδι. Εσωτερικά έγγραφα των ΗΠΑ, που δημοσιεύθηκαν από το WikiLeaks, αποκαλύπτουν ότι η απερίσκεπτη πρόταση του Bush II στην Ουκρανία για να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ προκάλεσε αμέσως έντονες προειδοποιήσεις από τη μεριά της Ρωσίας, η οποία δήλωσε ότι η επέκταση της στρατιωτικής απειλής δεν μπορούσε να γίνει ανεκτή. Αυτό είναι κατανοητό. Θα μπορούσαμε να σημειώσουμε παρεμπιπτόντως την περίεργη εμφάνιση της έννοιας “αριστερά” όταν πρόκειται να καταδικάζεται κάθε τόσο η “αριστερά” για τον ανεπαρκή σκεπτικισμό της απέναντι στη “γραμμή του Κρεμλίνου”. Το γεγονός είναι ότι, για να είμαστε ειλικρινείς, δεν γνωρίζουμε γιατί ελήφθη αυτή η απόφαση. Ούτε καν γνωρίζουμε αν η απόφαση ελήφθη από τον Πούτιν μόνο του ή από το ρωσικό Συμβούλιο Ασφαλείας, στο οποίο ο ίδιος έχει τον κύριο ρόλο. Υπάρχουν, ωστόσο, ορισμένα πράγματα που γνωρίζουμε με αρκετή βεβαιότητα – ειδικά το φάκελο της υπόθεσης που εξετάστηκε λεπτομερώς από τους ανθρώπους που μόλις αναφέραμε, οι οποίοι κατείχαν υψηλόβαθμες θέσεις στον μηχανισμό σχεδιασμού. Εν ολίγοις, η κρίση σοβεί εδώ και 25 χρόνια, με τις ΗΠΑ να απορρίπτουν περιφρονητικά τις ανησυχίες των Ρώσων σε θέματα ασφάλειας, ιδίως τις ξεκάθαρες κόκκινες γραμμές τους: τη Γεωργία και κυρίως την Ουκρανία.

Υπάρχουν σοβαροί λόγοι να πιστεύουμε ότι αυτή η τραγωδία θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί, ακόμη και την τελευταία στιγμή. Το έχουμε ήδη συζητήσει αυτό αρκετές φορές. Όσο για το γιατί ο Πούτιν εξαπέλυσε αυτή την εγκληματική επίθεση τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, μπορούμε να κάνουμε όσες εικασίες θέλουμε. Αλλά η άμεση συγκυρία δεν είναι ασαφής – την προσπερνάμε, αλλά δεν αμφισβητείται. Είναι εύκολο να καταλάβει κανείς γιατί τα θύματα του εγκλήματος μπορεί να θεωρούν απαράδεκτη επιείκεια το γεγονός ότι ζητάμε να μάθουμε γιατί προκλήθηκε το έγκλημα και αν θα μπορούσε να είχε αποτραπεί. Αυτό είναι κατανοητό, αλλά είναι λάθος. Αν θέλουμε να ανταποκριθούμε στην τραγωδία με τρόπο που να βοηθηθούν τα θύματα και να αποφευχθούν οι ακόμη μεγαλύτερες καταστροφές που διαφαίνονται στον ορίζοντα, είναι σοφό, και μάλιστα απαραίτητο, να μάθουμε όσο το δυνατόν περισσότερα για το τι πήγε στραβά και πώς θα μπορούσε να είχε διορθωθεί. Οι ηρωικές χειρονομίες μπορεί να μας ικανοποιούν· όμως δεν βοηθούν.

Μου έρχεται συχνά στο μυαλό ένα μάθημα που διδάχθηκα πριν από πολύ καιρό. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, συμμετείχα σε μια συνάντηση στην Ευρώπη με ορισμένους εκπροσώπους του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου του Νοτίου Βιετνάμ (“Βιετκόνγκ”, στην αμερικανική ορολογία). Αυτό συνέβη κατά τη διάρκεια της σύντομης περιόδου έντονης αντίδρασης στα φρικτά εγκλήματα που διέπρατταν οι ΗΠΑ στην Ινδοκίνα. Μερικοί νέοι ήταν τόσο οργισμένοι που πίστευαν ότι μόνο μια βίαιη αντίδραση ήταν κατάλληλη για τις φρικαλεότητες που γίνονταν: σπάσιμο βιτρίνας στους κεντρικούς δρόμους, επίθεση σε κέντρο εφέδρων… Οποιαδήποτε άλλη αντίδραση ισοδυναμούσε με συνενοχή σε αυτά τα τρομερά εγκλήματα. Αλλά οι Βιετναμέζοι έβλεπαν τα πράγματα πολύ διαφορετικά. Είχαν αντιταχθεί σθεναρά σε όλες αυτές τις ενέργειες. Είχαν παρουσιάσει το δικό τους μοντέλο αποτελεσματικής διαμαρτυρίας: μερικές γυναίκες που προσεύχονταν σιωπηλά στους τάφους των Αμερικανών στρατιωτών που σκοτώθηκαν στο Βιετνάμ. Δεν τους ενδιέφερε τι ήταν αυτό που έκανε τους Αμερικανούς κατά του πολέμου να αισθάνονται δίκαιοι και έντιμοι: ήθελαν να επιβιώσουν. Αυτό είναι ένα μάθημα που έχω ακούσει συχνά, με τη μία ή την άλλη μορφή, από τα θύματα των φρικτών δεινών στο Νότο – τον κύριο στόχο της αυτοκρατορικής βίας. Ένα μάθημα από το οποίο θα έπρεπε να διδαχθούμε, προσαρμόζοντάς το στις περιστάσεις. Σήμερα, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε γιατί συνέβη αυτή η τραγωδία και τι θα μπορούσε να είχε γίνει για να αποφευχθεί. Και να εφαρμόσουμε αυτά τα μαθήματα στα γεγονότα που θα ακολουθήσουν.

Το ζήτημα είναι κρίσιμο. Δεν έχουμε το χρόνο να αναλύσουμε εδώ αυτό το ζωτικής σημασίας θέμα, αλλά σε πολλές περιπτώσεις η αντίδραση σε μια πραγματική ή φανταστική κρίση ήταν να αρπάξουμε τα όπλα αντί για το κλαδί ελιάς. Είναι σχεδόν αντανακλαστικό. Οι συνέπειες υπήρξαν συνήθως τρομερές – για τα συνήθη θύματα. Είναι πάντα χρήσιμο να προσπαθούμε να καταλάβουμε, να σκεφτόμαστε ένα ή δύο χρόνια νωρίτερα τις πιθανές συνέπειες της δράσης ή της αδράνειας. Αυτά είναι κοινοτοπίες, φυσικά, αλλά αξίζει να τις επαναλάβουμε γιατί παραμερίζονται τόσο εύκολα σε αυτές τις νόμιμες στιγμές της μεγάλης έντασης.

Οι επιλογές που απομένουν μετά την εισβολή δεν είναι εύκολες. Η λιγότερο κακή είναι η υποστήριξη των διπλωματικών επιλογών που υπάρχουν ακόμη, με την ελπίδα ότι θα επιτευχθεί ένα αποτέλεσμα που δεν θα απέχει πολύ από αυτό που ήταν πιθανότατα εφικτό πριν από λίγες ημέρες: ένα αυστριακού τύπου καθεστώς ουδετερότητας για την Ουκρανία, μια κάποια εκδοχή του ομοσπονδιακού συστήματος του Μινσκ ΙΙ εντός των συνόρων. Αλλά είναι πολύ πιο δύσκολο να επιτευχθεί σήμερα. Και – αναγκαστικά – θα χρειαστεί μια διέξοδο για τον Πούτιν. Διαφορετικά, τα αποτελέσματα θα είναι ακόμη πιο καταστροφικά για την Ουκρανία και για όλον τον κόσμο. Ίσως ακόμη και με τρόπο που σχεδόν δεν φανταζόμαστε. Απέχουμε πάρα πολύ από τη δικαιοσύνη. Αλλά πότε επικράτησε ποτέ η δικαιοσύνη στις διεθνείς υποθέσεις; Είναι απαραίτητο να επανεξετάσουμε για άλλη μια φορά αυτόν τον τρομακτικό απολογισμό; Είτε το θέλουμε, είτε όχι, οι επιλογές περιορίζονται πλέον σε μία διόλου ένδοξη διέξοδο – που επιβραβεύει τον Πούτιν αντί να τον τιμωρήσει για την επιθετική του πράξη – ή στην ισχυρή πιθανότητα ενός γενικευμένου πολέμου. Μπορεί να φαίνεται ικανοποιητικό να στριμώξεις την αρκούδα σε μια γωνία, από την οποία θα προσπαθήσει απελπισμένα να ξεφύγει, όπως μπορεί. Αλλά δεν είναι πολύ σοφό. Εν τω μεταξύ, θα πρέπει να κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας για να προσφέρουμε μία ουσιαστική υποστήριξη σε όσους υπερασπίζονται γενναία την πατρίδα τους από σκληρούς επιτιθέμενους, σε όσους φεύγουν να γλιτώσουν από τη φρίκη και στους χιλιάδες γενναίους Ρώσους που αντιτίθενται δημόσια στα εγκλήματα του κράτους τους με μεγάλο προσωπικό κίνδυνο: ένα μάθημα για όλους μας.

Και θα έπρεπε επίσης να προσπαθήσουμε να βρούμε τρόπους να βοηθήσουμε μια πολύ ευρύτερη κατηγορία θυμάτων: το σύνολο της ζωής στη Γη. Η καταστροφή αυτή έρχεται τη στιγμή που όλες οι μεγάλες δυνάμεις, και ο καθένας από μας ακόμη, θα πρέπει να συνεργαστούμε για να ελέγξουμε τη μεγάλη αυτή μάστιγα της περιβαλλοντικής καταστροφής. Το τίμημα είναι ήδη βαρύ: ο απολογισμός θα είναι πολύ χειρότερος αν δεν αναληφθούν γρήγορα σημαντικές προσπάθειες. Για να καταλάβουν όλοι το αυτονόητο, η IPCC [Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή – σ.σ.] μόλις δημοσίευσε [τέσσερις ημέρες μετά τη ρωσική εισβολή – σ.σ.] την πιο πρόσφατη και μακράν την πιο ανησυχητική από τις τακτικές εκτιμήσεις της για το πώς οδεύουμε προς την καταστροφή. Εν τω μεταξύ, όμως, η αναγκαία δράση εμποδίζεται, αν όχι αντιστρέφεται. Οι πόροι που χρειάζονται επειγόντως αφιερώνονται στην καταστροφή και ο κόσμος προχωρά στην επέκταση της χρήσης ορυκτών καυσίμων, συμπεριλαμβανομένου του πιο επικίνδυνου και άφθονου από όλα, του άνθρακα. Μια πιο γκροτέσκα κατάσταση δύσκολα θα μπορούσε να φανταστεί ένας κακός δαίμονας. Δεν μπορούμε να το αγνοήσουμε. Κάθε στιγμή μετράει.

Η ρωσική εισβολή αποτελεί σαφή παραβίαση του άρθρου 2(4) του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, το οποίο απαγορεύει την απειλή ή τη χρήση βίας κατά της εδαφικής ακεραιότητας άλλου κράτους. Ωστόσο, ο Πούτιν προσπάθησε να προσφέρει νομικές δικαιολογίες για την εισβολή στην ομιλία του της 24 Φεβρουαρίου. Η Ρωσία αναφέρει το Κοσσυφοπέδιο, το Ιράκ, τη Λιβύη και τη Συρία ως αποδείξεις ότι οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους παραβιάζουν επανειλημμένα το διεθνές δίκαιο. Μπορείτε να σχολιάσετε τις δικαιολογίες του και το καθεστώς του διεθνούς δικαίου στη μεταψυχροπολεμική εποχή;

Δεν υπάρχει τίποτα να ειπωθεί για την προσπάθεια του Πούτιν να προσφέρει μια νομική δικαιολογία της επίθεσής του εκτός από το ότι δεν αξίζει τίποτα. Είναι αλήθεια, βέβαια, ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο χωρίς να νοιάζονται, αλλά αυτό δεν αποτελεί δικαιολογία για τα εγκλήματα του Πούτιν. Ωστόσο, το Κοσσυφοπέδιο, το Ιράκ και η Λιβύη είχαν άμεσο αντίκτυπο στη σύγκρουση στην Ουκρανία. Η εισβολή στο Ιράκ ήταν ένα τυπικό παράδειγμα των εγκλημάτων για τα οποία οι Ναζί απαγχονίστηκαν στη Νυρεμβέργη, δηλαδή της απροκάλυπτης επίθεσης χωρίς προηγούμενη πρόκληση. Και μια γροθιά στο πρόσωπο της Ρωσίας. Στην περίπτωση του Κοσσυφοπεδίου, η επίθεση του ΝΑΤΟ (δηλαδή των ΗΠΑ) κηρύχθηκε “παράνομη αλλά δικαιολογημένη” (π.χ. από τη Διεθνή Επιτροπή για το Κοσσυφοπέδιο υπό την προεδρία του Richard Goldstone) με το σκεπτικό ότι οι βομβαρδισμοί έγιναν για να σταματήσουν οι συνεχιζόμενες θηριωδίες. Η απόφαση αυτή χρειάστηκε μία αντιστροφή της χρονολογίας. Υπάρχουν συντριπτικά στοιχεία για το πως ο κατακλυσμός της φρίκης ήταν η συνέπεια της προβλεπόμενης, προαναγγελμένης και αναμενόμενης εισβολής. Επιπλέον, υπήρχαν διπλωματικές επιλογές. Αλλά, ως συνήθως, αγνοήθηκαν προς όφελος της βίας. Ανώτεροι Αμερικανοί αξιωματούχοι επιβεβαιώνουν ότι ο βομβαρδισμός της συμμάχου της Ρωσίας Σερβίας -και μάλιστα χωρίς να την ενημερώσουν εκ των προτέρων- ήταν αυτός  κυρίως που ανέτρεψε τις προσπάθειες της Ρωσίας να συνεργαστεί με τις Ηνωμένες Πολιτείες για την οικοδόμηση, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, μιας ευρωπαϊκής τάξης ασφαλείας μετά τον Ψυχρό Πόλεμο. Μια αντιστροφή που επιταχύνθηκε με την εισβολή στο Ιράκ και τον βομβαρδισμό της Λιβύης, μετά που η Ρωσία συμφώνησε να μην ασκήσει βέτο σε ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, το οποίο παραβιάστηκε αμέσως από το ΝΑΤΟ. Τα γεγονότα έχουν συνέπειες· τα γεγονότα, ωστόσο, μπορούν να αποκρύπτονται μέσα σε ένα δογματικό σύστημα.

Το καθεστώς του διεθνούς δικαίου δεν έχει αλλάξει στη μεταψυχροπολεμική περίοδο, ούτε στα λόγια, πόσο μάλλον στην πράξη. Ο πρόεδρος Κλίντον κατέστησε σαφές ότι οι ΗΠΑ δεν είχαν καμία πρόθεση να συμμορφωθούν ως προς αυτό. Το Δόγμα Κλίντον διακήρυττε ότι οι ΗΠΑ διατηρούσαν το δικαίωμα να ενεργούν “μονομερώς, εάν ήταν απαραίτητο”, κάνοντας ακόμη και “μονομερή χρήση στρατιωτικής ισχύος” για την υπεράσπιση ζωτικών συμφερόντων, όπως η “εξασφάλιση απρόσκοπτης πρόσβασης σε βασικές αγορές, ενεργειακό εφοδιασμό και στρατηγικούς πόρους”. Οι διάδοχοί του ακολούθησαν την ίδια γραμμή, καθώς και όλοι εκείνοι που μπορούν να παραβιάζουν το νόμο εντελώς ατιμώρητα. Αυτό δεν σημαίνει ότι το διεθνές δίκαιο είναι άχρηστο. Έχει πεδίο εφαρμογής και αποτελεί χρήσιμο κανόνα από ορισμένες απόψεις.

Ο στόχος της ρωσικής εισβολής φαίνεται να είναι η ανατροπή της κυβέρνησης Ζελένσκι και η εγκαθίδρυση μιας φιλορωσικής κυβέρνησης στη θέση της. Ωστόσο, ό,τι κι αν συμβεί, η Ουκρανία θα αντιμετωπίσει ένα πολύ δύσκολο μέλλον εξαιτίας της απόφασής της να γίνει πιόνι στα γεωστρατηγικά παιχνίδια της Ουάσινγκτον. Σε αυτό το πλαίσιο, πόσο πιθανό είναι οι οικονομικές κυρώσεις να κάνουν τη Ρωσία να αλλάξει τη στάση της στην Ουκρανία – εκτός κι αν οι οικονομικές κυρώσεις στοχεύουν σε κάτι πιο σημαντικό, όπως η αποδυνάμωση του ελέγχου του Πούτιν στο εσωτερικό της Ρωσίας και των δεσμών του με χώρες όπως η Κούβα, η Βενεζουέλα και ίσως ακόμη και η Κίνα;

Η Ουκρανία μπορεί να μην έκανε τις πιο σοφές επιλογές, αλλά δεν είχε τίποτα που να συγκρίνεται με τις επιλογές που είχαν στη διάθεσή τους τα αυτοκρατορικά κράτη. Υποθέτω ότι οι κυρώσεις θα οδηγήσουν τη Ρωσία σε ακόμη μεγαλύτερη εξάρτηση από την Κίνα. Αν δεν υπάρξει μια σημαντική αλλαγή πορείας, η Ρωσία θα συνεχίσει να είναι ένα κλεπτοκρατικό πετρελαϊκό κράτος που εξαρτάται από έναν ορυκτό πόρο που πρέπει να μειωθεί σημαντικά, αλλιώς είμαστε όλοι τελειωμένοι. Δεν είναι σίγουρο ότι το χρηματοπιστωτικό της σύστημα μπορεί να αντέξει μια βίαιη επίθεση, μέσω κυρώσεων ή άλλων μέσων. Ένας λόγος παραπάνω για να προσφέρουμε μια διέξοδο, έστω και απρόθυμα.

Οι δυτικές κυβερνήσεις, τα κύρια κόμματα της αντιπολίτευσης – μεταξύ των οποίων και το Εργατικό Κόμμα στο Ηνωμένο Βασίλειο – καθώς και τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης έχουν ξεκινήσει μια σοβινιστική αντιρωσική εκστρατεία. Στους στόχους τους δεν περιλαμβάνονται μόνο Ρώσοι ολιγάρχες, αλλά και μουσικοί, μαέστροι και τραγουδιστές. Ακόμα και ιδιοκτήτες ποδοσφαιρικών συλλόγων, όπως ο Ρομάν Αμπράμοβιτς της Chelsea FC. Η Ρωσία έχει αποκλειστεί ακόμη και από την Eurovision 2022. Είναι ακριβώς η ίδια αντίδραση που είχαν τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης και η διεθνής κοινότητα γενικότερα απέναντι στις ΗΠΑ μετά την εισβολή και την καταστροφή του Ιράκ, έτσι δεν είναι;

Το ειρωνικό σας σχόλιο ταιριάζει εδώ απόλυτα. Και θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε έτσι με έναν τρόπο που μας είναι πολύ οικείος.

Πιστεύετε ότι η εισβολή θα εγκαινιάσει μια νέα εποχή διαρκούς αντιπαράθεσης μεταξύ της Ρωσίας (ενδεχομένως με σύμμαχο την Κίνα) και της Δύσης;

Είναι δύσκολο να πούμε πού θα πέσουν οι στάχτες. Και μπορεί να μην αποδειχθεί ότι πρόκειται απλά για μια μεταφορά. Μέχρι στιγμής, η Κίνα εμφανίζεται ψύχραιμη και πιθανότατα θα προσπαθήσει να συνεχίσει το ευρύτατο πρόγραμμά της για την οικονομική ενσωμάτωση μεγάλου μέρους του κόσμου στο επεκτεινόμενο παγκόσμιο σύστημά της – ενσωματώνοντας πριν από λίγες εβδομάδες και την Αργεντινή στην πρωτοβουλία της “Belt and Road” – ενώ θα παρακολουθεί τους αντιπάλους της να αυτοκαταστρέφονται. Όπως έχουμε ήδη αναφέρει, η αντιπαράθεση σημαίνει θανατική καταδίκη για το ανθρώπινο είδος. Χωρίς νικητή. Βρισκόμαστε σε ένα κρίσιμο σημείο της ανθρώπινης ιστορίας. Δεν μπορούμε να το αρνηθούμε. Δεν μπορούμε να το αγνοήσουμε.

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ