Τι μας αρέσει

Ψηφιοποίηση, αποτελεσματικοποίηση και ψεύδη

του Chiranjit Basu

Η μετάφραση προσφέρθηκε ευγενώς από την ΟΕΜΥ, την ομάδα εθελοντών μεταφραστών & υποτιτλιστών του ΜέΡΑ25.

Ψηφιοποίηση. Το Ιερό Δισκοπότηρο της εποχής μας.

Και πράγματι έτσι φαίνεται να είναι, βλέποντας πόσο την επιδιώκουν οι εταιρείες και οι κυβερνήσεις, πόσο την επικαλούνται οι σύμβουλοι και οι «σοφοί» των think tanks,που προβλέπουν όλεθρο και καταστροφή και εξαιρετικά χαμηλό sex appeal σε όσους δεν την έχουν.


Δισεκατομμύρια ξοδεύονται γι’ αυτήν, με την ελπίδα ότι κάποια μέρα θα εμφανιστεί ως διά μαγείας  και η ζωή θα εκπληρώσει τον σκοπό της ή στη χειρότερη (καλύτερη; ) περίπτωση, απλώς θα εξαφανιστεί και θα σταματήσει να μας απασχολεί. 
Αλλά περί τίνος πρόκειται; Το όνομα υπονοεί κάτι που έχει να κάνει με ψηφία. Αριθμοί; Κατά μία έννοια ναι. Αναφέρεται στους αριθμούς -ειδικότερα στο 0 και το 1- στη γλώσσα προγραμματισμού των υπολογιστών. Γιατί λοιπόν τέτοια μανία; Για ποιον λόγο έχει γίνει η κύρια επιδίωξη και η αποστολή της χιλιετίας; Γιατί ψηφιοποίηση ή θάνατος;


Για να προσπαθήσουμε να το ξεδιαλύνουμε όλο αυτό, θα πρέπει να πάμε λίγο πίσω… ίσως αρκετά πίσω… πριν οι μηχανές του 0 και του 1  εισβάλλουν στις ζωές μας.


Θα πρέπει να πάμε πίσω και να μιλήσουμε λίγο για το τι είναι ο Πολιτισμός.


Πολιτισμός, με απλά λόγια, είναι ο τρόπος που μια κοινωνία διαμορφώνει τη ζωή της. Για κάποιους αρκετά μεγάλους σε ηλικία ώστε να το έχουν βιώσει,  όλο αυτό ήταν/είναι μια σειρά από βήματα, πρόσωπα και έντυπα που χρησιμοποιούμε ως μέσο για να διαχειριστούμε τους θεσμούς και ο ένας τον άλλον. Ήταν οι συζητήσεις, τα έγγραφα, οι αναφορές και η αλληλογραφία που απαιτούνταν για να αρχειοθετηθεί μία φορολογική δήλωση, μια αίτηση για δουλειά, η αναγγελία ενός γάμου, ο τρόπος να διδάξουμε ένα μάθημα, να κανονίσουμε τα διαδικαστικά μιας κηδείας ή μια οποιαδήποτε άλλη κοινότυπη πράξη, που στο σύνολό τους περιέγραφαν αυτήν τη συγκεκριμένη κοινωνία. Ήταν πολύ απλά, ο τρόπος που οι άνθρωποι λειτουργούσαν για να διαχειριστούν τα πράγματα από τη γέννηση ως τον θάνατό τους. Ήταν ο τρόπος που έγραφαν μουσική, μοιράζονταν μια συνταγή, έγραφαν ένα μυθιστόρημα ή το σενάριο ενός θεατρικού έργου, έδιναν εντολές, έλυναν μια δικαστική διαμάχη ή έκαναν πρόταση γάμου.


Ήταν (και σε πολλές περιπτώσεις είναι ακόμη) μια σειρά από ενέργειες και εργαλεία που χρησιμοποιεί κάποιος συστηματικά, έτσι ώστε να φτάσει στο επιθυμητό αποτέλεσμα.


Η γραφειοκρατία, κατά μία έννοια, αντανακλούσε ένα μεγάλο μέρος αυτού του Πολιτισμού, αυτό το σύνολο των ενεργειών που κράτησαν ζωντανές τις κοινωνίες.


Αυτές οι διαδικασίες εξελίχθηκαν με το πέρασμα των χιλιετιών. Άλλαξαν, προσαρμόστηκαν, μεταμορφώθηκαν, απορρίφθηκαν και επανήλθαν, έγιναν πολύπλοκες ή απλουστεύθηκαν, αλλά με την ανάλογη ταχύτητα,  ώστε οι άνθρωποι να μπορούν να τις αφομοιώσουν. Οι άνθρωποι μιλούσαν, σκέφτονταν τα πράγματα, ξαναμιλούσαν και τελικά συμφωνούσαν να κάνουν κάποιες αλλαγές. Μερικές φορές πολεμούσαν γι’ αυτές τις αλλαγές -είτε έφιπποι είτε πεζοί. Άλλες φορές πάλι τις υπέγραφαν με αίμα, ή έδιναν τα χέρια  και έτσι ο Πολιτισμός έπαιρνε την ώθηση που χρειαζόταν ώστε να προχωρήσει.


Έπειτα ήρθε η μηχανή του 0-1.


Έχει δύο χαρακτηριστικά. Είναι εξαιρετικά ανόητη. Είναι ανίκανη να θέσει έστω και ένα ερώτημα μόνη της (όπως εξαιρετικά παρατήρησε ο Picasso). Δεν είχε/έχει περιέργεια. Και μπορεί να επαναλαμβάνει το ίδιο πράγμα ξανά και ξανά εκπληκτικά γρήγορα, χωρίς ποτέ να βαριέται, ούτε να ζητάει αύξηση (τουλάχιστον όχι ακόμη), ή να αμφισβητεί αυτό που κάνει.
Οι άνθρωποι, όντας άνθρωποι, της δίδαξαν να κάνει κάποια πράγματα ξανά και ξανά και κάνοντάς το αυτό, χωρίς αρχικά να υπάρχει τέτοια πρόθεση, της δίδαξαν να παράγει έργο. Έργο πανομοιότυπο με αυτό που κανονικά θα παρήγαγαν και οι ίδιοι.
Χωρίς σχεδόν να το σκεφτούν, την έχρισαν εντολέα και πρόσωπο εμπιστοσύνης του Πολιτισμού τους.


Δημιουργήθηκε/δημιουργείται ωστόσο ένα ζήτημα που κανένας δεν επισήμανε. Το γεγονός ότι δεν μπορούσε να θέτει ερωτήματα,  συνετέλεσε στο ότι οι μηχανές δεν μπορούσαν να αναρωτηθούν ποιανού τα θελήματα έκαναν. Ποιανού τα συμφέροντα εξυπηρετούσαν.


Οι άνθρωποι, επειδή έχουν τη δυνατότητα και επιβάλλεται (ή τουλάχιστον επιβαλλόταν) να θέτουν ερωτήματα, μπορούν να αναρωτηθούν αν συμφωνούν με τη δουλειά που κάνουν, αν διαφωνούν, αν θέλουν αλλαγές, αν θέλουν να την περιορίσουν ή να τη διευρύνουν ή απλά να την κάνουν αναγκαστικά γιατί κάποιος βρίσκεται από πάνω τους με ένα σπαθί και τους το επιβάλλει.


Μια άλλη διαφορά είναι ότι οι άνθρωποι αντιγράφουν ο ένας τον άλλον. Η εξέλιξη τους δίδαξε να νιώθουν (στην καλύτερη περίπτωση) ένα σημαντικό βαθμό ικανοποίησης με ότι κάνουν κι έτσι οι περισσότεροι δεν επαναστατούν σε αυτό που τους επιβάλλεται.


Oι μηχανές ωστόσο είναι κάτι διαφορετικό. Χρειάζονται πόροι για να λειτουργήσουν. Και γι’ αυτόν τον λόγο δεν σχεδιάστηκαν υπό το πρίσμα των αρχών της ικανοποίησης στις οποίες αναφερθήκαμε στην τελευταία παράγραφο, αλλά μάλλον συνδέονται με τον χρυσό κανόνα που δηλώνει ότι «όποιος έχει τη δύναμη, κινεί τα νήματα».  


Κι εδώ ακριβώς ξεκινάει το πρόβλημα με την ψηφιοποίηση. Επειδή οι μηχανές φτιάχνονται και χρηματοδοτούνται από ορισμένες κοινωνικές ομάδες, εικάζεται ότι ακολουθούν κυρίως τα προστάγματα των δημιουργών τους. Οι χρηματοδότες αποφασίζουν τους αλγόριθμους που οι μηχανές επεξεργάζονται. Οι αλγόριθμοι είναι οι κανόνες σύμφωνα με τους οποίους οι χρηματοδότες θέλουν να γίνει η δουλειά.  Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα  να αποφασίζουν αυτοί για την μορφή που θα έχει ο Πολιτισμός μας.


Οι δημιουργοί χρηματοδοτούν τα δημιουργήματά τους, γιατί αυτό που επιθυμούν είναι η δουλειά που κάνουν οι μηχανές να εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους.  Να τους κάνουν πιο ισχυρούς, πλουσιότερους, αυτονόητα κυρίαρχους και a priori ανώτερους.


Η ψηφιοποίηση υπό τον  κατ’ ευφημισμό όρο της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας, δεν είναι τίποτα άλλο, παρά ένα μέσο ισχύος. Κάνει την εργασία που είναι προς το συμφέρον των χρηματοδοτών φαινομενικά απλούστερη, ταχύτερη, φθηνότερη και (αν και πολύ αμφιβάλλουμε) ποιοτικότερη.


Η εργασία των ανειδίκευτων απορρίπτεται ως μη πρόσφορη για τη βελτίωση της κοινωνίας. Ο θεμέλιος λίθος αυτού του γεγονότος είναι η έννοια του κέρδους, που τις περισσότερες φορές κρύβεται κάτω από την υποτιθέμενη αντικειμενικότητα του όρου αποδοτικότητα.


Η ψηφιοποίηση ως όρος σφετερισμού της εργασίας, σφετερίστηκε και τον ίδιο τον Πολιτισμό. Αυτό που κάποτε ήταν η πολύπλευρη και απρόβλεπτη εξέλιξη των κοινωνιών , έγινε στον ψηφιακό κόσμο μια στενή μονοκουλτούρα που  υπηρετεί την όλο και πιο συρρικνωμένη κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας.
Η ψηφιοποίηση είναι ο θάνατος του Πολιτισμού με ασφυξία. Ασφυξία από μια μονοκουλτούρα αποδοτικότητας.


Αυτό μας οδηγεί στην τελευταία ερώτηση για την ψηφιοποίηση. Αποδοτική για ποιον και με ποια επίπτωση; Αποδοτική ως προς τι και με ποιανού κριτήρια; Ποιος δημιουργεί και ελέγχει τον αλγόριθμο που προσδιορίζει τι είναι αποδοτικό και τι όχι; Είναι λοιπόν προφανές, πως είναι αποδοτική για τους ισχυρούς αυτού του κόσμου, καθώς αυξάνουν τον έλεγχό τους πάνω στον Πολιτισμό και επίσης τους διευκολύνει να αποκτούν μεγαλύτερο έλεγχο στα πλεονεκτήματά του.


Και η επίπτωση;


Κοιτάξτε έξω από το παράθυρο (αν είστε αρκετά τυχεροί ώστε να έχετε). Η φύση σας σαστίζει. Είναι, με τους επικρατέστερους ορισμούς της αποδοτικότητας, εντελώς μη αποδοτική. Είναι πολυσύνθετη και εδράζεται στα θεμέλια της αλληλεπίδρασης και της συνεργασίας. Το ακριβώς αντίθετο από την αποδοτική αποτελεσματικότητα που φαίνεται να είναι η ονείρωξη των οπαδών της ψηφιοποίησης.


Οι χιλιετίες της εξέλιξης έχουν αποδείξει ότι η πολυσυνθετικότητα είναι μια επιτυχημένη στρατηγική επιβίωσης. Μια κλινική δοκιμή με τεράστια διάρκεια και τεράστιο μέγεθος δείγματος σε σχέση με οτιδήποτε είχαμε ποτέ ονειρευτεί.


Όπως ο Nassim Taleb  περιγράφει τόσο γλαφυρά στο βιβλίο του Antifragile, η φύση και η εξέλιξη δημιούργησαν την «μη ευθραυστότητα». Εμείς και όλα τα έμβια όντα κερδίζουμε από την αταξία. Όχι την τοξική αταξία -το stress- που προκαλείται από τον φόβο, την εξουσία και το άγχος, αλλά από την επιθυμία που μας ωθεί να προχωρήσουμε μπροστά. Και μερικά από τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά αυτής της μη ευθραυστότητας είναι η ποικιλομορφία (όχι μονοκουλτούρες), πολυσυνθετικότητα (όχι απλουστεύσεις), και ο εναγκαλισμός του λογικού ρίσκου με το τυχαίο, το απρόβλεπτο (όχι η απάλειψη αυτών), και με το μη αναμενόμενο.


Η ψηφιοποίηση δεν μπορεί να τα διαχειριστεί όλα αυτά με απλό τρόπο, επειδή βασίζεται σε μηχανές που δε θέτουν ερωτήματα. Και ακριβώς επειδή δεν μπορούν να θέσουν ερωτήματα, είναι παγίδες θανάτου σ’ έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο. Είναι παγίδες θανάτου, επειδή κάνουν τον πολιτισμό εύθραυστο. Εφόσον δεν μπορούν να θέτουν ερωτήματα και επομένως να είναι επιφυλακτικές, επιβάλλουν στον πολιτισμό ότι τα δεδομένα τους είναι απαραβίαστα, αμετάβλητα και αδιαμφησβήτητα. Ντύνει την ψηφιοποίηση με τον μανδύα της τεχνοκρατικής μηχανικής εφεύρεσης, ενώ στην πραγματικότητα είναι ένα πολιτισμικό εργαλείο που χρησιμοποιείται ως πολιτικό και ιδεολογικό όπλο. Ανατρέπει τον ανθρώπινο γνωστικό χάρτη, κάνοντάς μας να πιστεύουμε ότι η μονοκουλτούρα είναι Πολιτισμός. Και αυτή η εύθραυστη μονοκουλτούρα, επιβάλλεται στις μέρες μας σε ολόκληρο τον παγκοσμιοποιημένο κόσμο. Και όπως γνωρίζουμε από άλλα παραδείγματα, η επιβολή σκοτώνει. Η επιβολή περικλείει κινδύνους, όπως καμιά άλλη παράμετρος (σκεφτείτε τη βιομηχανοποιημένη γεωργία, δάση φοινικέλαιου κ.λπ.). Αλλά η μονοκουλτούρα δεν είναι Πολιτισμός. Η μονοκουλτούρα είναι δικτατορική, ενώ ο πολιτισμός είναι δημοκρατικός. Η ψηφιοποίηση, αν κρίνουμε από τους σημερινούς χρηματοδότες της, είναι στην υπηρεσία του δικτάτορα.Ο αγώνας για την απελευθέρωση του ανθρώπου πρέπει επομένως να συμπεριλάβει σήμερα και την απελευθέρωση της ψηφιοποίησης. Η ψηφιοποίηση (επίσης γνωστή ως software) είναι ένα πολιτισμικό φυτώριο. Η καλλιέργεια της μονοκουλτούρας θα σκοτώσει τελικά και τον σπόρο και το έδαφος. Αλλά αναμειγνύοντας την με το τροπικό δάσος όλων των άλλων έμβιων όντων, θα τα βελτιώσει και τα δύο.

Η απόφαση είναι δική μας.

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ