Τι μας αρέσει

Η Δανάη Στράτου μας μιλά για τη νέα της έκθεση στο κέντρο της Αθήνας

Δανάη Στράτου

Της Παρή Σπίνου.

Ενας αστικός μύθος τη θέλει να είναι η φοιτήτρια στο Λονδίνο που ενέπνευσε το γνωστό τραγούδι «Common People» των Pulp. Την έχουν επίσης χαρακτηρίσει «Ιντιάνα Τζόουνς» της τέχνης αφού για τα έργα της έχει ταξιδέψει στις πιο απομακρυσμένες, ακόμα κι επικίνδυνες γωνιές του πλανήτη. Το ευρύ κοινό ωστόσο τη γνώρισε από φωτογραφίες της σε περιοδικά την εποχή που ο σύζυγός της Γιάνης Βαρουφάκης ως υπουργός Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ έκανε τις σκληρές διαπραγματεύσεις με την τρόικα.
Ολα αυτά όμως αδικούν την πραγματική εικόνα της Δανάης Στράτου, μιας εικαστικού με πολύχρονη διεθνή πορεία, η οποία διακρίνεται στις εγκαταστάσεις μεγάλης κλίμακας. Οπως το Desert Breath (1997) στην έρημο της Σαχάρας -μια από τις μεγαλύτερες εγκαταστάσεις Land Art παγκοσμίως-, η βιντεοεγκατάσταση The River of Life (2004), που καταγράφει τη ροή και τον ρυθμό των επτά μεγαλύτερων ποταμών του κόσμου, αλλά και το Cut – 7 Dividing Lines (2007), μια φωτογραφική εγκατάσταση για τις συνδέσεις ανάμεσα σε μέρη του κόσμου διαιρεμένα για πολιτικούς ή θρησκευτικούς λόγους.

Η Δανάη Στράτου πιστεύει ότι η τέχνη μπορεί να αλλάξει τον κόσμο και ότι πρέπει να προσεγγίζει τα ζωτικά ζητήματα της εποχής μας, ενώ συχνά η ίδια δρα με ακτιβιστική διάθεση – άλλωστε ίδρυσε το 2010 τον μη κερδοσκοπικό οργανισμό Vital Space και είναι πρόεδρος του meta – Κέντρου Μετακαπιταλιστικού Πολιτισμού, ενώ πρόσφατα κατέλαβε την 11η θέση στην Κεντρική Επιτροπή του ΜέΡΑ25.

Τώρα επιστρέφει μετά από πολλά χρόνια όπως μας λέει με έκθεση στο κέντρο της Αθήνας, μεταμορφώνοντας ριζικά το Κέντρο Τεχνών του Δήμου Αθηναίων με την εικαστική εγκατάσταση «Burning Issues – Merimbula», όπου η φωτιά, οι συμβολισμοί και οι καταστροφικές της συνέπειες παίζουν καθοριστικό ρόλο. Δημιουργεί ένα περιβάλλον εμβύθισης και αφύπνισης για τη διαμόρφωση μιας κοινωνικής-οικολογικής συνείδησης, με δυο έργα σε αντιπαράθεση: από τη μια η αναπαράσταση ενός υγιούς δάσους και από την άλλη η βιντεοσκοπημένη εικόνα ενός φύλλου χαρτιού που φλέγεται ασταμάτητα με πολύ αργό ρυθμό.

● Τι είναι, λοιπόν, το «Merimbula»;

Είναι ένα δάσος που κάηκε στην Αυστραλία το 2019, στη μεγαλύτερη πυρκαγιά στον πλανήτη, πυροδοτώνας μια έντονη συζήτηση για την κλιματική αλλαγή μεταξύ των κοινοτήτων που μέχρι τότε την αρνούνταν. Είχε τύχει να πάω στο Μerimbula το 2009 και το 2010, φωτογράφισα την εντυπωσιακή φύση και ηχογράφησα τα πουλιά, τα οποία πλέον έχουν σιωπήσει. Τώρα έκανα την αναπαράσταση αυτού του δάσους, ένα ανάπτυγμα 33 φωτογραφιών στον χώρο, σαν ταπετσαρία από πάνω ώς κάτω περιμετρικά, και γέμισα με χώμα το πάτωμα, ενώ στην οροφή μια μαύρη λάκα αντανακλά την εγκατάσταση και υπονοεί το στοιχείο του νερού. Σαν να ζωντανεύει ένα δάσος που δεν υπάρχει πια.

«Merimbula»

● Κι όταν περάσει ο επισκέπτης στη δεξιά αίθουσα, στο «Burning Issues»;

Εκεί σε έναν σκοτεινό χώρο, βαμμένο ολόκληρο με μαύρο χρώμα, υπάρχει μια προβολή 3,5 μέτρων, ένα τοπίο σαν ανάπτυγμα σε άυλη οθόνη, όπου έχω βιντεοσκοπήσει σε αργή κίνηση χαρτιά που καίγονται. Το γύρισμα έγινε στην Καλών Τεχνών της Αθήνας, αλλά το έργο σαν σύλληψη υπήρχε από το 2011, με τις συγκεντρώσεις των «αγανακτισμένων» στο Σύνταγμα και τα επεισόδια με τις φωτιές. Τότε είχα προσκληθεί να δώσω μια πρόταση για μια έκθεση για τα ανθρώπινα δικαιώματα, η οποία δεν έγινε τελικά. Καίγοντας φύλλα χαρτιού σε αργή κίνηση είναι σαν ένα σχόλιο για το πώς καταπιέζεται ο κόσμος αλλά και πώς επαναστατεί, συγκρούεται, ωστόσο υπάρχει μια συνεχόμενη καταστολή της κοινωνίας.

● Γιατί επιλέγετε να εκφραστείτε με μεγάλης κλίμακας εγκαταστάσεις; Αισθάνεστε ότι σας περιορίζει η γλυπτική ή η ζωγραφική;

Η ζωγραφική δεν με εξέφραζε ποτέ, το δισδιάστατο δηλαδή. Δεν είμαι ζωγράφος και δεν είχα και ταλέντο στη ζωγραφική. Ενώ στη γλυπτική, ξεκινώντας στην Καλών Τεχνών, αμέσως με το που έπιασα να φτιάξω τρισδιάστατα αντικείμενα, μου βγήκαν κατευθείαν πολύ καλύτερα. Ηταν για μένα κάτι φυσικό. Δεν ξέρω αν αυτό έχει κάποια σχέση με τη μητέρα μου, μια γλύπτρια (σ.σ. Ελένη Πόταγα-Στράτου) η οποία δούλευε σε μεγάλη κλίμακα… Μεγάλωσα στο εργαστήριό της όπου έφτιαχνε κάτι τρίμετρα γλυπτά!

● Τα γήινα στοιχεία, το χώμα και το νερό, είναι τα κυρίως υλικά σας.

Εχει να κανει με τη δική μου σχέση με τη γη και το νερό, είμαι ανθρωπος που θέλω να πιάνω, να αισθάνομαι. Είναι στοιχεία με τα οποία από μικρή βρισκόμουν σε επαφή, καθώς τα καλοκαίρια δεν έβγαινα από τη θάλασσα, ενώ έκανα ιππασία από 5 χρόνων, οπότε ερχόμουν σε επαφή με το χώμα. Αργότερα μέσα στα χρόνια, με τα ταξίδια και τα έργα μου, έγινε μια συνειδητή επιλογή. Οι επιλογές που κάνουμε μας οδηγούν τελικά σε μια πορεία στην τέχνη.

● Ποιες θα ξεχωρίζατε από τις εγκαταστάσεις σας;

Αν μπορώ να πω ένα έργο είναι το «Breath» στα καμίνια του Πειραιά το 2000, στους Κυλινδρόμιλους Σαραντόπουλου, όπου είχα γεμίσει έναν βιομηχανικό χώρο 30 τ.μ. με χώμα και μια κατασκευή από κάτω το έδειχνε σαν να αναπνέει. Αλλά και το «Πάνω στη Γη, κάτω από τα Σύννεφα» στην Ελευσίνα ξεχωρίζω, όπως και τα «Νήματα Μνήμης», που ήταν μια πρόκληση για μένα, μέσα στην πανδημία, στο εργοστάσιο της Πειραϊκής Πατραϊκής στην Πάτρα, που συνδέεται με μνήμες και με την ιστορία της οικογένειάς μου.

Ετσι, με 12 τόνους χοντρό αλάτι επανασχεδίασα τις τεράστιες μηχανές στον άδειο χώρο όπου γινόταν η επεξεργασία βαμβακιού – γιατί τα υφάσματα ξεπλένονταν με αλάτι. Πήρα συνεντεύξεις από ανθρώπους που δούλευαν εκεί -και από τον θείο μου που ήταν μηχανικός- και μου διηγήθηκαν τη διαδικασία παραγωγής και παράλληλα έκανα ένα ηχητικό τοπίο με τον θόρυβο των μηχανών.

● Πρόθεσή σας είναι να δημιουργείτε μια εμπειρία στον επισκέπτη κάθε φορά;

Τα έργα πρέπει να είναι βιωματικά, αυτό το θέλω συνειδητά. Ετσι, πολλές φορές χρησιμοποιώ τον ρυθμό και τη γεωμετρία γιατί όταν υπάρχει επανάληψη -όπως για παράδειγμα η ροή του ποταμού- το μυαλό αναγκάζεται να αφεθεί, να ακολουθήσει τον ρυθμό, σταματάει να σκέφτεται. Οπότε κατά κάποιον τρόπο το σώμα και οι αισθήσεις βρίσκονται σε αφύπνιση. Εννοείται ότι υπάρχει μια σκέψη πίσω από καθε έργο, αλλά αν σε αγγίξει με όλους τους τρόπους μπορεί να σε μετατοπίσει κάπως.

● Η γλώσσα της τέχνης σάς εκφράζει καλύτερα από της πολιτικής;

Η πολιτική έχει έναν λόγο, η τέχνη έναν αλλο, εμπεριέχει την ποίηση και την ομορφιά, και μέσα από τη γλώσσα της τέχνης μπορώ να μιλήσω για δύσκολα και σημαντικά θέματα. Καθένας πρέπει να είναι αληθινός με τον εαυτό του και με αυτό που μπορεί να δημιουργήσει και να εκφράσει. Πιστεύω ότι η ηθική είναι κάτι που λείπει στην εποχή μας, το πρόβλημα της κοινωνίας είναι ότι έχει χαθεί η πυξίδα της ηθικής. Γι’ αυτό προσπαθώ τώρα με όλες μου τις δυναμεις να εναντιωθώ στην καταστροφή του πλανήτη και μπορώ να βρεθώ και στις πορείες γι’ αυτό. Εχουν περάσει οι εποχές που ο καλλιτέχνης ή κάθε ανθρωπος είχε την πολυτέλεια να κάθεται σπίτι του και να περιμένει από τους άλλους να δράσουν. Πρέπει ο καθένας μας να αναλάβει τις ευθύνες του και να αντιδράσει.

● Ωστόσο, όπως λέγατε, η εξουσία καταστέλλει συνεχώς τις αντιδράσεις.

Πιστεύω ότι αν κάτι αξίζει στη ζωή μας είναι η προσπάθεια. Δεν λέω ότι θα πετύχει πάντα, μπορεί να γίνει πυρηνικός πόλεμος και να πεθάνουμε όλοι, αλλά δεν πρέπει μέχρι την τελευταία στιγμή να παλεύουμε γι’ αυτό που οραματιζόμαστε, γι’ αυτό που θέλουμε, γι’ αυτό που αγαπάμε; Προσπαθώ να μην ενδώσω όταν επιχειρούν να μας πείσουν ότι δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική και παλεύω. Ο κόσμος ξεσηκώνεται, έχει μια σοφία μεγάλη – όπως έγινε και με το 62% το 2015, καταλαβαίνουμε τη δύναμη που έχουμε όταν είμαστε πολλοί.

● Αλλά το (σχεδόν) 62% του «Οχι» αγνοήθηκε…

Ηταν μια προδοσία όχι μόνο για την ελληνική Αριστερά αλλά για την παγκόσμια, για τους ανθρώπους που πίστεψαν ότι κάτι μπορεί να γίνει, ότι υπήρχε ένα πραγματικό παράθυρο ευκαιρίας για μια αλλαγή θετική, για τους πολλούς. Κι αυτό πνίγηκε. Αλλά πιστεύω ότι καποια στιγμή πάλι θα ξεσηκωθεί ο κόσμος, κάτι θα γίνει που θα ενεργοποιήσει αυτή τη φλόγα των ανθρώπων.

● Πώς θα χαρακτηρίζατε την πολιτική του υπουργείου Πολιτισμού για τον σύγχρονο πολιτισμό;

Ηταν τραγικό αυτό που ειδαμε στην περιοδο του Covid, που δεν υποστηρίχτηκαν καθόλου οι καλλιτέχνες. Το μητρώο υπήρχε, αλλά οι περισσότεροι στον εικαστικό χώρο είχαν αναγκαστεί την τελευταία δεκαετία, λόγω της κρίσης, να «κλείσουν τα βιβλία», οπότε δεν μπορούσαν να πάρουν το επίδομα. Αυτό συνέβη και με πολλούς καλλιτέχνες και εργαζόμενους στον χώρο του πολιτισμού. Γενικά, ποτέ δεν υπήρχε από καμία κυβέρνηση μια πολιτική για τον πολιτισμό, ένα όραμα, μια υποστήριξη στις τέχνες για να ανθίσουν. Ενώ υπάρχει πολύ ταλέντο στην Ελλάδα και θα έπρεπε να επενδύουμε σε αυτό με όλους τους τρόπους.

«Βurning Ιssues»

● Αρκετοί υποστηρίζουν ότι τα τελευταία χρόνια με τα μεγάλα ιδρύματα, την ιδιωτική πρωτοβουλία υποστηρίζεται ο πολιτισμός.

Δεν είναι ξεκάθαρο ότι είναι κάτι θετικό, συνήθως αυτά τα ιδρύματα απορροφούν όλα τα κονδύλια, παίρνουν χορηγίες και δεν υποστηρίζουν τις μικρές πρωτοβουλίες – μια ανακύκλωση των ίδιων και των ίδιων προσώπων γίνεται. Μάλιστα φέρνουν πάρα πολλούς καλλιτέχνες από το εξωτερικό. Γιατί δεν πάνε να δουν τη νέα γενιά, τι νέο υπάρχει; Εχουν δει τους σπουδαστές της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, έχουν κάνει ανοιχτούς διαγωνισμούς για τους νέους;

● Τι περιμένετε από τη νέα καλλιτεχνική διευθύντρια του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης;

Είναι νωρίς ακόμα για να κρίνουμε, πάντως η επιλογή της Κατερίνας Γρέγου μου φάνηκε καλή γιατί είναι νέα, έχει γνώση και εμπειρία, έχει δείξει καλά δείγματα δουλειάς. Βεβαίως, πάντα θεωρούσα ότι η Αννα Καφέτση έπρεπε να ανοίξει το ΕΜΣΤ και μετά να επιλέγονται οι καλλιτεχνικοί διευθυντές με ανοιχτές διαδικασίες, με διαγωνισμούς. Τουλάχιστον τώρα να ανοίξει πλήρως το μουσείο, να γίνονται καλά πράγματα και να αμείβονται οι καλλιτέχνες.

● Και με την επανεκκίνηση των εικαστικών του Οργανισμού Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας του Δήμου Αθηναίων;

Ηταν πολύ καλή η επιλογή του Χριστόφορου Μαρίνου, έχει αναβαθμίσει πολύ το πρόγραμμα, κάτι το οποίο μέχρι τώρα κανείς δεν είχε καταφέρει σαν σύνολο για όλους τους εκθεσιακούς χώρους του ΟΠΑΝΔΑ. Φαίνεται το όραμα ενός ανθρώπου που είναι κι αυτός νέος και με σύγχρονη αντίληψη για την τέχνη.

📌 «Burning Issues – Merimbula» της Δανάης Στράτου.

Κέντρο Τεχνών Δήμου Αθηναίων, πάρκο Ελευθερίας. Μέχρι 10 Ιουλίου. Ωρες λειτουργίας: Τρίτη – Παρασκευή 11.00 – 19.00, Σάββατο – Κυριακή 10.00 – 15.00. Επιμέλεια έκθεσης: Χριστόφορος Μαρίνος, ιστορικός τέχνης, επιμελητής εκθέσεων και δράσεων του ΟΠΑΝΔΑ. Αρχιτεκτονικός σχεδιασμός, οργάνωση παραγωγής, σχεδιασμός φωτισμού, επίβλεψη: Μαρία Μανέτα

Link: https://www.efsyn.gr/nisides/345831_yparhei-mia-synehomeni-katastoli-tis-koinonias?amp

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ