Alexandria Shaner

Μετάφραση: Χριστίνα Σκαρλάτου, μέλος της ΟΕΜΥ του ΜέΡΑ25

Driving that train

High on cocaine

Casey Jones you better

Watch your speed

Trouble ahead

Trouble behind

And you know that notion

Just crossed my mind?

Trouble with you

Is the trouble with me

Got two good eyes

But you still don’t see

Come round the bend

You know it’s the end

The fireman screams

And the engine just gleams

Casey Jones, Grateful Dead

Θα φέρει την επανάσταση στον κόσμο το blockchain; Πρέπει οι ακτιβιστές να συμμετέχουν, να αγνοούν ή να αποφεύγουν το κόσμο του κρυπτονομίσματος (cryptoverse); Οι απαντήσεις είναι: 1) ίσως, και 2) στην πραγματικότητα δεν παίζει ρόλο. Δεν είναι πρόσχημα -απλώς αυτές είναι οι λάθος ερωτήσεις για να αξιολογήσει κανείς την επαναστατική δυναμική μιας τεχνολογίας. Αυτή η τεχνολογική συζήτηση είναι στην πραγματικότητα πολιτική.  

Το να κατανοήσει κάποιος τις βασικές αρχές του blockchain δεν είναι ιδιαίτερα περίπλοκο. Ούτε το να αξιολογηθούν τα επαναστατικά του χαρακτηριστικά, οι υπαινισσόμενες δυνατότητές του να «αποκεντρώσει» το internet, το τραπεζικό σύστημα και οτιδήποτε άλλο. Για να αντιληφθούμε τη δομή του blockchain είναι πιο σημαντικό να κατανοήσουμε τη δομή της κοινωνίας. Ας δώσουμε κάποιες εξηγήσεις και για τα δύο.

Δεν χρειάζεται να είσαι προγραμματιστής ή οικονομολόγος για να επισημάνεις αυτά τα τρία δεδομένα:


1) Τα εργαλεία είναι αντικείμενα, την τεχνολογία τη χειρίζονται άνθρωποι.
2) Οι κοινωνικές αλληλεπιδράσεις δεσμεύονται από θεσμούς, δημιουργούν κοινωνίες.
3) Οι θεσμοί είναι αλληλένδετοι, συμπληρώνουν και ενισχύουν ο ένας τον άλλο, αναπαράγοντας παρόμοιες αλληλεπιδράσεις στην κοινωνία.

Βασικά, είμαστε εργαλείο που χρησιμοποιεί άτομα, τα οποία αλληλοεπιδρούν μέσα στο χώρο και στη λογική των διάφορων κοινωνικών περιορισμών μας. Αυτό είναι ο άνθρωπος μέσα στην κοινωνία. Κάποιοι από εμάς, μερικές φορές, προσπαθούμε να τροποποιήσουμε τους περιορισμούς και τη λογική τους, επειδή δεν συνάδουν με τον τρόπο επικοινωνίας που θα επιθυμούσαμε και κατακερματίζουν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Στην πορεία, χρησιμοποιούμε εργαλεία για να μας βοηθήσουν να επιφέρουμε αυτές τις τροποποιήσεις. Όταν δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις που εισάγουν κατ’ ουσία νέους θεσμούς, οι οποίοι εδραιώνουν τους τρόπους επικοινωνίας και φέρνουν νέα αποτελέσματα, τότε έχουμε μια επανάσταση.

Για να ολοκληρώσουμε αυτό το γενικό κοινωνικό προφίλ με σαφήνεια, η τεχνολογία είναι και θα παραμείνει πάντα ένα εργαλείο. Δεν είναι και δεν μπορεί ποτέ να είναι θεσμός ή αλληλεπίδραση. Είναι ένα μέσο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να διευκολύνει την επικοινωνία και τα επιθυμητά της αποτελέσματα, εξαρτώμενο από τον τρόπο που χρησιμοποιείται .Το blockchain δεν είναι αντίληψη, είναι τεχνολογία. Είναι μια βάση δεδομένων, μια αλυσίδα ψηφιακών συστοιχιών (blocks) που περιέχει πληροφορίες – όπως το να παίζεις σπασμένο τηλέφωνο χρησιμοποιώντας αριθμούς αντί για αστείες λέξεις.

Ας συνεχίσουμε, αφήνοντας στην άκρη το προφανές, για να είμαστε λογικοί και λιγότερο βαρετοί. Η καταστροφική και άσκοπη κατανάλωση ενέργειας δεν είναι ποτέ επιθυμητή, πόσο μάλλον αποδεκτή, ειδικά στις μέρες μας. Ωστόσο, το επιχείρημα ότι το «crypto είναι οικολογικά καταστροφικό» δεν μπορεί να είναι το τέλος της ανάλυσής μας. Το blockchain, όπως και τα κρυπτονομίσματα, δεν απαιτούν απαραίτητα τεράστια ενεργειακή κατανάλωση. Με απλά λόγια, το blockchain είναι η υποβόσκουσα τεχνολογία που υποστηρίζει τη μεταφορά αρχείων για τη μεταφορά κρυπτονομισμάτων. Για να το θέσω διαφορετικά, το blockchain είναι ο ελεγκτής του crypto που είναι προγραμματισμένος να παρακολουθεί σιωπηλά τις αόρατες ίνες σε όλο το εύρος του παγκόσμιου δικτύου. Η ενεργειακή κατανάλωση καθορίζεται, κατά πολύ, από τους διαφορετικούς τύπους αλγόριθμων και άλλων λειτουργιών (proof of work, mining κλπ) που είναι μέρος διαφόρων projects, τα οποία χρησιμοποιούν το blockchain, και όχι μόνο το blockchain, σαν αρχείο καταγραφών (ledger). Δεν είναι όλο το blockchain bitcoin, είναι απλώς μια τεχνολογία που χρησιμοποιείται από το bitcoin. Δεν είναι καν όλο το blockchain συνυφασμένο με τα κρυπτονομίσματα. Το crypto είναι απλώς η πρώτη και η πιο δημοφιλής χρήση του blockchain ως τώρα. Η μεγάλη κατανάλωση ενέργειας δεν είναι αναπόφευκτο χαρακτηριστικό αυτών των καινοτομιών.

Σε κάθε περίπτωση, η ριζοσπαστική ανάλυσή μας για το blockchain με τις ανησυχίες που αφορούν την ενεργειακή κατανάλωση, δεν θα το σταματήσει. Ναι, θα ασκηθούν πιέσεις στο κοινό του crypto, ώστε να προχωρήσει σε μείωση ή και απάλειψη του αποτυπώματός τους σε άνθρακα και σωστά θα το πράξουν. Όμως τι άλλο πρέπει να περιλαμβάνει η ανάλυση και η συμφωνία για αυτή την τεχνολογία; Τι θα συνέβαινε αν οι καινοτομίες που βασίζονται στο blockchain όπως τo crypto και τα ψηφιακά νομίσματα της κεντρικής τράπεζας ήταν ουδέτερα σε άνθρακα ή και αρνητικά; Κάντε τώρα την σύγκριση με το (όχι ασήμαντο) αποτύπωμα άνθρακα της παραδοσιακής τραπεζικής βιομηχανίας. Σε αυτό το σενάριο θα έπρεπε οι ακτιβιστές και οι ενσυνείδητοι οικολογικά πολίτες να ανέβουν στο blocktrain σαν εναλλακτική κλιματική λύση;

Δεν είναι λίγα τα συνδεδεμένα προγράμματα με το blockchain που υποστηρίζουν το όραμα του οικολογικού του προσανατολισμού. Σίγουρα όχι ένας αριθμός που μπορούμε να αγνοήσουμε. Χρησιμοποιώντας έξυπνα συμβόλαια (προγράμματα αποθηκευμένα σε ένα blockchain που τρέχουν όταν συναντούν προκαθορισμένες συνθήκες και αυτοματοποιούν την εκτέλεση μιας ξεκάθαρης συμφωνίας χωρίς την ανάγκη μεσαζόντων), το blockchain θα μπορούσε να βοηθήσει, ώστε να ενισχυθούν οι κλιματικές δεσμεύσεις, πιέζοντας κράτη και επιχειρήσεις να δεσμευτούν για την κλιματική αλλαγή κάνοντας μια κατάθεση. Αν ένα κράτος ή μια επιχείρηση αποτύχουν να συμμορφωθούν με τις δεσμεύσεις τους σχετικά με τον άνθρακα, η κατάθεσή τους μπορεί να κατασχεθεί και να ξαναμοιραστεί στα κράτη ή στις κοινότητες που αναλογικά έχουν πληγεί περισσότερο. Το blockchain θα μπορούσε επίσης να προσφέρει αξιόλογες πληροφορίες σε πραγματικό χρόνο, να εξακριβώσει, με άλλα λόγια, αν πράγματι διεκπεραιώνονται οι ενέργειες που εξαλείφουν τον άνθρακα. Δυστυχώς το μεγάλο πρόβλημα δεν είναι ότι μας λείπουν τα μέσα για να μετρήσουμε πόσο λίγο ενδιαφέρονται οι ισχυροί για την κλιματική αλλαγή. Το πρόβλημα είναι ότι τα ισχυρά κράτη και οι επιχειρήσεις είναι απίθανο να συμφωνήσουν με τέτοια έξυπνα συμβόλαια. Απευθείας δια στόματος της αξιόπιστης- εικονικής- πηγής του NASDAQ’s Blockchain Desk δηλώνεται ότι: «Θα είναι απρόθυμοι να συμμετέχουν σε ένα πρόγραμμα που θα αποκαλύπτει το σπάσιμο των συμφωνιών και που θα αυτοματοποιεί τη διαδικασία της τιμωρίας» (Omaid Hiwaisi, World Mobile). Βρισκόμαστε εκεί από όπου ξεκινήσαμε. Θα πρέπει να ασκηθούν πιέσεις.

Τώρα, ας θεωρήσουμε ότι μια αναφορά δημοσιευμένη από το Center for American Progress και το Sierra Club αποκάλυπτε ότι «οι 18 μεγαλύτερες τράπεζες των ΗΠΑ καθώς και οι διαχειριστές τους ευθύνονταν για τη χρηματοδότηση του ίσου με 1968 δις τόνους του διοξειδίου του άνθρακα του 2020. Αυτό θα κατέτασσε τον οικονομικό τομέα των ΗΠΑ -αν επρόκειτο για χώρα- στον πέμπτο μεγαλύτερο εκπομπό ρύπων στον κόσμο, κάτω ακριβώς από τη Ρωσία και μπροστά από την Ινδονησία». Στους υπέρμαχους του crypto αρέσει να μιλούν για την αναδιάρθρωση της οικονομίας, μια θέση την οποία οι περισσότεροι από εμάς θα μπορούσαμε να υπερασπιστούμε. Η καταγραφή των αναφορών που βασίζονται στο blockchain είναι πράγματι έτοιμες να αλλάξουν το μέλλον της οικονομίας στη λογιστική, στα αρχεία, στις πληρωμές, στο εμπόριο, στη διαχείριση ασφαλειών και σε ακόμα περισσότερους τομείς. Θα μπορούσαν να προσφέρουν ένα διαυγές, χρονολογημένο ιστορικό γεγονότων από μια μόνο «πηγή αλήθειας», που πρακτικά σημαίνει την καταχώρηση των πληροφοριών, έτσι ώστε όλοι να χρησιμοποιούν τα ίδια δεδομένα. Αλλά όλο αυτό δεν καθιστά πιο αποδοτική την οικονομία με την απόλυτα καπιταλιστική έννοια του όρου; Ναι. Μπορεί επίσης το blockchain να διευκολύνει το πράσινο τραπεζικό σύστημα και να ρίξει τη Wall Street; Και πάλι ναι, αλλά μόνο αν αλλάξουμε δραστικά τη φορολογική πολιτική, την ενεργειακή πολιτική, την κλιματική πολιτική, την πολιτική των υποδομών, κ.λπ. Τα πράγματα θα ήταν ακόμα καλύτερα, αν κάναμε ακόμα ένα βήμα, αν δηλαδή, πριν ποντάρουμε τις ελπίδες μας στην αναδιάρθρωση της οικονομίας με ριζικό τρόπο, στηλιτεύαμε το κυνήγι της κερδοσκοπίας, το κέρδος από την προσωπική ιδιοκτησία των διαχειριστών παραγωγικών μέσων, αν δηλαδή στοχεύαμε σε μια οικονομία που διευκολύνει την βιώσιμη και ανανεώσιμη ανάπτυξη, αντί να συζητάμε πρωτίστως για το κέρδος και την ανάγκη για διαρκή πλουτισμό. Διαφορετικά, αυτοί που λατρεύουν να μιλούν για αναδιάρθρωση της οικονομίας απλά εννοούν ότι θα υπάρχουν ευκαιρίες για πρόσκαιρο κέρδος, όπου οι μυημένοι θα μοιάζουν, με λίγα λόγια, περισσότερο με τζογαδόρους παρά με ευπρεπείς κουστουμαρισμένους κυρίους.

Συνεχίζοντας την αξιολόγηση των επαναστατικών χαρακτηριστικών του blockchain, μπορούμε πολύ σύντομα να υπογραμμίσουμε μερικές επιπλέον εφαρμογές αυτής της τεχνολογίας, πέρα από το τραπεζικό και το ψηφιακό νόμισμα. Το blockchain είναι έτοιμο να εφαρμοστεί σε βιομηχανίες όπως οι μεταφορές, η υγεία, τα νομικά, οι ασφάλειες, η διαφήμιση, το real estate , η λογιστική, το ΙΟΤ (σύστημα ασφαλούς διαμοιρασμού δεδομένων για τις ανα΄γκες του blockchain), τα logistics, και σε διακυβέρνηση, προγράμματα βοήθειας, στρατό, ψηφοφορίες και διεθνείς σχέσεις. Βασικά, σε ό,τι θέλεις. Κάποτε οι υπολογιστές, το internet και το email θεωρούνταν ενδιαφέρουσες εφαρμογές για ένα μικρό αριθμό οπαδών της τεχνολογίας, σήμερα όμως τα χρησιμοποιούμε όλοι τόσο στην προσωπική όσο και στην επαγγελματική μας ζωή. Το blockchain, όπως και το internet, είναι πιθανόν να γίνει πανταχού παρόν. Το πως θα το χρησιμοποιήσουμε και ποιος θα το ελέγχει, όπως συμβαίνει και με το internet,είναι πολιτικό ζήτημα.

Για εμάς τους απλούς πολίτες είναι γενικά εμπειρικός κανόνας να μην αγοράζουμε χωρίς δεύτερη σκέψη ότι μας πουλάει η Silicon Valley. Αλλά είναι επίσης σοφό να μην αφήσουμε αυτήν την επιφύλαξη να αιμορραγεί, κάνοντάς μας φοβικούς με την τεχνολογία (κανείς δεν θυμάται την Great Ostrich Rebellion του 1870- ποτέ). Αντ’ αυτού, θα πρέπει να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε τις δυνατότητες της τεχνολογίας και τα όριά της, ενώ παράλληλα να συνεχίζουμε να δίνουμε μάχες για εξισορροπητικές πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές, οι οποίες να εκτείνονται πέρα από την Bay-Area. Οι φίλοι του crypto έχουν την τάση να μιλούν για «αποκεντροποίηση» του internet και του τραπεζικού συστήματος. Υποστηρίζουν ότι αν καταστήσουμε το internet πιο δύσκολο ή (αδύνατο) να ελεγχθεί με κανόνες, θα σταματήσουν οι επιχειρήσεις να ελέγχουν τις ζωές μας και θα προστατευτούμε από την κρατική λογοκρισία. Ισχυρίζονται ότι, διακόπτοντας τον επιχειρηματικό όπως επίσης και τον κρατικό έλεγχο στο τραπεζικό σύστημα, θα αλλάξει το τοπίο της παγκόσμιας ισότητας, προσβασιμότητας και δύναμης. Αλλά τι ακριβώς εννοούν, ποιο είναι το προσδοκώμενο αποτέλεσμα και τι πραγματικά κάνουν;

 Όταν αναφέρονται στο αποκεντρωμένο blockchain δεν εννοούν ακριβώς αυτό που εικάζεται από τη χρήση του συγκεκριμένου όρου. Αν προέρχεστε από ένα οργανωμένο περιβάλλον, αναγνωρίζετε άμεσα τη συναφή διαφοροποίηση και την ασάφεια πίσω από την ορολογία. Στο blockchain η αποκεντροποίηση αναφέρεται στην ανάθεση του ελέγχου και της απόφασης που παίρνεται από μια κεντρική οντότητα (άτομο, τράπεζα, κυβέρνηση, επιχείρηση…) σ’ ένα διαμοιρασμένο δίκτυο P2P (από άτομο σε άτομο). Κατά κάποιον τρόπο, οι πληροφορίες διακινούνται με μια αρχιτεκτονική αυτοδιαχείρισης. Τα αποκεντρωμένα δίκτυα μειώνουν το επίπεδο της εμπιστοσύνης ανάμεσα στους συμμετέχοντες και αποτρέπουν την ικανότητά τους να ασκούν εξουσία ή έλεγχο ο ένας στον άλλο. Με αυτόν τον τρόπο όμως υποβαθμίζεται η λειτουργικότητα του δικτύου. Δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα δικά μας. Επίσης, τα αποκεντρωμένα δίκτυα είναι λιγότερο επιρρεπή σε hacking (infiltration) και δεν βλάπτονται από κρασαρίσματα (burnout) επειδή δεν υπάρχει κεντρική καρδιά και μυαλό που να μπορεί να ρίξει όλο το σύστημα αν αποτύχει. Αναλογιστείτε τον Συμμετοχικό ενάντια στον Λενινιστικό τρόπο οργάνωσης.

Ωστόσο το σύστημα “peer to peer” δεν συμπεριλαμβάνει όοολους τους συμμετέχοντες αλλά μάλλον υπονοείται, όπως συνέβη με τους ιδρυτές πατέρες των ΗΠΑ που διακήρυξαν ότι όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ίσοι, ότι υπάρχουν κάποιες σημαντικές εξαιρέσεις. Το ποιος μπορεί να συμμετέχει και με ποιον τρόπο σ’ ένα δίκτυο ή ακόμα και σε ένα blockchain εξαρτάται κατά πολύ από το πώς στήνεται ένα πρόγραμμα. Υπάρχουν στην πραγματικότητα τρεις βασικές δομές που τυπικά θεωρείται ότι δίνουν λύσεις στην τεχνολογία: συγκεντρωτικό, διανεμημένο και αποκεντρωμένο. Οι τεχνολογίες του blockchain συχνά κάνουν χρήση δικτύων αποκέντρωσης και πιο συχνά τα υποστηρίζουν. Αλλά μια εφαρμογή του blockchain δεν είναι εγγενώς αποκεντρωμένη ή όχι. Η αποκέντρωση είναι μια αναλογική κλίμακα. Επίσης, ας μην ξεχνάμε ότι ζούμε σε καπιταλιστική κοινωνία. Ακόμα κι αν είμαστε απλώς μια παρέα που επικοινωνούμε μεταξύ μας διαδικτυακά, θα συνυπάρχουμε με ακραίες ανισότητες σε άλλες ζώνες επιρροής, μέσα στις οι οποίες θα παρεισφρήσουν σταδιακά και σύντομα θα κανιβαλίσουν, ώστε να μην δοθεί η ευκαιρία σε εναλλακτικούς χώρους αν μια πραγματική πλατιά κοινωνική αλλαγή δεν υλοποιηθεί από ένα κίνημα με ευρύ όραμα. Τα blockchains μπορούν να εφαρμοστούν σαν αποκεντρωμένες δυνάμεις, αλλά η βιομηχανία τουs είναι παγιωμένη και εδραιωμένη. Για παράδειγμα μπορεί να ακουστεί το ακόλουθο αστείο: μη ανταλλάξιμες μονάδες (NFTs) θα ανιχνεύουν τα δικαιώματα ιδιοκτησίας εικονικών αγαθών μέσα στα video games και θα αφήνουν ψηφιακούς καλλιτέχνες να πουλούν το έργο τους. Σύμφωνοι, οι καλλιτέχνες θα πρέπει να μπορούν να βγάζουν τα προς το ζην από την τέχνη τους, αλλά ας μην κοροϊδευόμαστε. Πρέπει να περάσουμε μέσα από κρίκους με νοερή κωλοτούμπα, απλώς για να βρεθούμε στην άλλη πλευρά, με μια ακόμα πλατφόρμα αγοράς; Ακόμα κι αν τα blockchains είναι αποκεντρωμένα, οι περισσότερες από τις υπηρεσίες με τις οποίες αλληλοεπιδρούν ελέγχονται από έναν μικρό αριθμό ιδιωτικών εταιριών. Η βιομηχανία που αναδύεται για να υποστηρίξει ότι η χρήση του αποκεντρωμένου δικτύου είναι κατοχυρωμένη υπονομεύει εντελώς την υπόσχεση της αποκέντρωσης.

Το Web3 είναι ένα όραμα για ένα αποκεντρωμένο internet, που έχει σαν αφήγημα ένα blockchain και μια crypto-τεχνολογία ελεύθερη τόσο από τον έλεγχο των κυβερνήσεων όσο και των επιχειρήσεων. Ακούγεται ενδιαφέρον, αλλά ποιος ισχυροποιείται, αν όχι η big-tech και οι ισχυρές κυβερνήσεις; Μιλάμε στ’ αλήθεια για την παραχώρηση της εξουσίας στα χέρια του λαού; Όσο βαθιά κι αν σκάψουμε δεν θα ξεθάψουμε συγκεκριμένες απαντήσεις. Βλέπουμε ένα θολό τοπίο, όπου τελικά είναι αβέβαιο αν από το βάθρο των υψηλών προσδοκιών αφεθούμε να πετάξουμε ή να πέσουμε. Είναι φανερό ότι μπορεί να συμβεί οποιοδήποτε από τα δύο ανάλογα με το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο. Πρακτικά, σε μια καπιταλιστική κοινωνία, η αποκέντρωση του internet συχνά σημαίνει να μετατραπεί σε μια ελεύθερη αγορά, σε μια αμερικανο-φιλελεύθερη, αναρχο-καπιταλιστική δυστοπία. Ένας τόπος όπου αυτοί που έχουν μεγαλύτερη πρόσβαση μπορούν να κερδίζουν τόνους χρημάτων, να ξεπλένουν χρήματα ευκολότερα, ένας χώρος όπου ανθίζουν φασιστικές ομάδες που πολλαπλασιάζονται από κάθε άλλο παρά ανθρώπινους αλγόριθμους. Η ίδια τεχνολογία που σε προστατεύει από την κεντρική επιτήρηση μπορεί επίσης να προστατεύει εγκληματίες και να επιτρέπει ρητορικές μίσους, ψεύτικες πληροφορίες, παραβιάσεις χωρίς μέτρο. Αν η πληροφορία σου είναι αποθηκευμένη σε ένα αποκεντρωμένο περιβάλλον πώς την ξεφορτώνεσαι αν θέλεις να ασκήσεις το δικαίωμα σου να ξεχαστείς; Και ποιος σε διαβεβαιώνει ότι τα πράγματα δεν θα γίνουν και πάλι συγκεντρωτικά, ότι το σύστημα δεν θα γυρίσει στην πρότερη κατάσταση, ιδιαίτερα όταν υπάρχουν εταιρείες που θέλουν να κερδίζουν χρήματα; Όλα αυτά συνοψίζονται σε παλιά ερωτήματα που δεν έχουν σχέση με την τεχνολογία. Ποια είναι τα όρια του ελεύθερου λόγου; Ποια είναι τα όρια της προσωπικής ελευθερίας; Ποιες θεσμικές αξίες διέπουν την επικοινωνία; Η κοινωνία μας κινείται γύρω από τον ανταγωνισμό για το κέρδος ή συνεργάζεται για το κοινωνικό όφελος; Και κατά πόσο οι απαντήσεις μας αντανακλούν τις επιθυμητές αξίες μας συνεκτιμώντας τη σημερινή πραγματικότητα; Μέχρι να παλέψουμε με τα υποκείμενα κοινωνικά ρεύματα που από τη μια μας τραβούν και από την άλλη μας σπρώχνουν, θα παραμένουμε στο έλεος της παλίρροιας. Το blockchain δεν θα αποτελέσει από μόνο του σανίδα σωτηρίας αλλά θα επιταχύνει τη ροή.

 Πρέπει να εστιάσουμε στη δημοκρατικοποίηση του internet, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό ώστε να χειραγωγηθεί η τεχνολογία, να δημιουργηθεί κενό εξουσίας, ένα κενό γεμάτο από τον καπνό της λατρείας για την τεχνολογία. Ευσεβής πόθος. Αυτή η προσέγγιση είναι ελλιπής, όπως αποδεικνύεται από τα μυριάδες παραδείγματα κάθε σπουδαίας τεχνολογίας σε όλη την ιστορία. Αναταράξεις χωρίς θεμέλια, συμμετοχή και συνεχιζόμενη πίεση για επιπλέον θεσμούς δεν θα βοηθήσουν το επικρατών σύστημα, που παρά είναι δελεαστικό και ιδανικό για τους ήδη ισχυρούς ώστε να το αλλοτριώσουν. Ρωτήστε οποιονδήποτε για τις «φάλαινες» και για τα «θεσμικά χρήματα». Το blockchain δεν θα μας σώσει από μόνο του.

Ο αγώνας μας πρέπει να είναι περισσότερο συμμετοχικός και ολιστικός. Σαν πρωταρχική οργανωτική στρατηγική θα πρέπει να αναζητηθούν τρόποι ώστε να διαταράξουμε και να τελειώσουμε με τον έλεγχο των επιχειρήσεων στις ζωές των ανθρώπων και μαζί με αυτό, να βρεθούν λύσεις ώστε να σταματήσει ο στραγγαλισμός της ύπαρξής μας εξαιτίας της αργής ταχύτητας με την οποία αντιμετωπίζουμε το οικολογικό ζήτημα. Θα πρέπει ταυτόχρονα να διακόψουμε και να τερματίσουμε τον απολυταρχισμό, την ανισότητα, την πατριαρχία, τον ρατσισμό, την ταξικότητα. Θα πρέπει να συμπεριφερθούμε στην τεχνολογία σαν εργαλείο και όχι σαν όραμα. Το internet, το blockchain και η τεχνολογία γενικά, μπορούν να εφαρμοστούν με καλύτερους ή χειρότερους τρόπους για να διευκολυνθούν οι σκοποί τους. Η οργάνωση συνδυαστικών μεταρρυθμίσεων, όπως η ουδετερότητα του δικτύου, οι πλατφόρμες ανοιχτού λογισμικού, κανονισμών κι ακόμα η δημιουργία πόρων εκτός της big tech και των παρόχων υπηρεσιών του internet και όλα αυτά, παράλληλα με την εφαρμογή παρόμοιας πίεσης στον οικονομικό και τραπεζικό τομέα, πεισματικά διαδηλώνοντας κατά των τεχνο-φεουδαρχικών πολιτικών και χτίζοντας συμμετοχικές κυβερνήσεις. Όλα αυτά μαζί, στην πραγματικότητα, θα μας βοηθήσουν να ανατρέψουμε τις ισορροπίες δυνάμεων, ώστε να έχουμε μια απειροελάχιστη ευκαιρία να εφαρμόσουμε μια τεχνολογία με ουσιαστικό τρόπο σύμφωνη με το δικό μας όραμα.

Εν τέλει η τεχνολογία θα είναι πάντα στα χέρια των ισχυρών που θα την εφαρμόζουν για να πετύχουν τους δικούς τους σκοπούς. Ίσως μπορέσουμε να χρησιμοποιήσουμε το blockchain και το internet ως εργαλεία, για να δώσουμε τη δική μας μάχη, να αναταράξουμε, να οργανώσουμε, να πειραματιστούμε, αλλά δεν θα μας δείξουν αφοσίωση· απλά και κυριολεκτικά δεν έχουν καρδιά. Μπορούμε να ανοίξουμε ρωγμές στους τοίχους, μπορούμε ακόμα να ανοίξουμε ρωγμές στα θεμέλια, αλλά αν δεν παραμείνουμε σταθεροί στον στρατηγικό μας στόχο να ξηλώσουμε το παλιό, ενώ χτίζουμε ένα καλύτερο νέο όραμα, οι ρωγμές θα κλείσουν πιο γρήγορα από όσο χρειάστηκε για να ανοίξουν. Τα σφυριά μας θα τα οικειοποιηθούν οι αφέντες μας και θα μείνουμε χωρίς σφυριά και χωρίς ανάσα. Ή, ακόμα χειρότερα, θα αντιληφθούμε με αμηχανία ή απόρριψη, ότι κατά κάποιον τρόπο δουλεύουμε σαν συνεργείο για τη διατήρηση του σπιτιού του αφεντικού.

Όταν γαντζωνόμαστε από την τεχνολογία σαν από σωτήρα, και δεν δίνουμε προτεραιότητα στην μάχη κατά των συστημάτων, καταλήγουμε να υπηρετούμε την τεχνολογία που υπηρετεί το οποιοδήποτε σύστημα. Όπως είπαμε μετά βεβαιότητας, δεν είναι πολύπλοκο – οι ισχυροί έχουν την οικονομική δυνατότητα για περισσότερα και καλύτερα εργαλεία ή απλώς μπορούν να κλέψουν τα δικά σας.

Τι καθιστά λοιπόν μια τρέλα επαναστατική; Ο προορισμός, όχι το βαγόνι. Πρέπει να κάνετε οτοστόπ για μια θέση στο blocktrain; Είτε το κάνετε, είτε όχι, δεν έχει σημασία αν δεν κάνετε περισσότερα, αν δεν επισημάνετε και αναλογιστείτε ότι αυτό το βαγόνι δεν είναι ένα όχημα που οδηγείται μόνο του, το έδαφος δεν είναι σταθερό και ο προορισμός είναι πάντα αυτός που εμείς επιλέγουμε. Ναι, ενημερωθείτε για την καινούρια τεχνολογία και, ναι, αν είναι ενδιαφέρουσα για σας, εμπλακείτε – απλώς μη χάνετε την ουσία. Μπορούμε και πρέπει να φέρουμε την επανάσταση στον ψηφιακό χώρο, αλλά αλίμονο, η επανάσταση δεν θα ψηφιοποιηθεί.

Η Alexandria Shaner είναι ναυτικός, συγγραφέας, οργανώτρια και ακτιβίστρια. Με έδρα την Νότια Καραϊβική, είναι εκπαιδεύτρια στο School for Social and Cultural Change και ενεργοποιείται στο RealUtopia.org και στο the Climate Reality.

Μετάφραση: Χριστίνα Σκαρλάτου, μέλος της ΟΕΜΥ του ΜέΡΑ25

Το τελευταίο διορατικό βιβλίο του Keen – όπως είναι όλα κατά κανόνα – αναφέρεται στην παράνοια και το πιθανό αντίδοτο όσον αφορά  τη σύγχρονη οικονομική επιστήμη και τις τρομακτικές πολιτικές εφαρμογές της. Είναι ενδιαφέρον ότι ο Keen χρησιμοποιεί θεολογικές μεταφορές για να περιγράψει και το πρόβλημα («θρησκεία») αλλά και τη  λύση («μεταρρύθμιση»). Καθώς είμαι θεολόγος παθιασμένος με την οικονομία και με τα γραπτά του Keen, εξουσιοδοτούμαι να δώσω απαντήσεις για τη χρήση αυτών των μεταφορών. Με αυτό το σκεπτικό ερμηνεύω τα θρησκευτικά ιδιώματα που χρησιμοποιεί σποραδικά ο Keen, χωρίς αμφιβολία, πολύ λιγότερο μεταφορικά από τον ίδιο, γι’ αυτό αυτή η ανάλυση δεν πρέπει να θεωρηθεί λανθασμένα ως κριτική. Ωστόσο πιστεύω ότι οι τομείς της θεολογίας (αλίμονο, στην καταχρηστική τους εφαρμογή) είναι περισσότερο αρμόδιοι να προσδιορίσουν τον ρόλο που παίζουν τα οικονομικά σαν θεωρητική επιστήμη από όσο οι περισσότεροι άλλοι τομείς. Θεωρώ ότι το άλμα του Keen από την κριτική του νεοφιλελευθερισμού[1] στη θεολογία, μπορεί να αποδειχτεί πολύ πιο γόνιμο από όσο ο ίδιος ο καλός [πιθανόν αγνωστικιστής] καθηγητής έχει φανταστεί. Αλλά θα προσαρμοστούμε σταδιακά σ’ αυτό το καυτό θεολογικό λουτρό.

Το πρώτο κεφάλαιο στο βιβλίο του Keen ξεκινάει επισημαίνοντας ότι το 90%΄αυτών που ασχολούνται  επαγγελματικά με τα  οικονομικά είναι προσκολλημένο στη νεοκλασική ιδεολογία. Αυτή η μεγάλη πλειοψηφία απέτυχε παταγωδώς στην πρόβλεψη της Παγκόσμιας Οικονομικής Κρίσης του 2007. Δεν μας εκπλήσσει το γεγονός ότι όλοι οι οικονομολόγοι που  είδαν πόσο πραγματικά μη βιώσιμη είχε γίνει η οικονομία και προέβλεψαν την ΠΟΚ, ανήκουν στο  10% των επαγγελματιών οικονομολόγων που δεν είναι νεοφιλελεύθεροι.  

Ο Keen επιχειρηματολογεί ότι ο λόγος που οι νεοφιλελεύθεροι απέτυχαν να δουν τον ερχομό της ΠΟΚ εξηγείται από το γεγονός ότι χρησιμοποίησαν θεωρητικά μοντέλα, τα οποία δεν έλαβαν υπόψιν τους κάποια «ασήμαντα» ζητήματα: χρέος, χρήμα, χρηματοοικονομικά, δουλειές, πραγματικότητα και τα συναφή. Με άλλα λόγια η σαφήνεια και η εξαιρετική αποδοτικότητα των νεοφιλελεύθερων οικονομικών μοντέλων εφαρμόστηκαν χωρίς να έχουν καμία σχέση με τον πραγματικό κόσμο ( συνάδει όλο αυτό ως τώρα με τη θεολογία; )

Ο Keen αντιλαμβάνεται πολύ καλά ότι η πραγματικότητα της ανθρώπινης ζωής συνιστάται από τον τρόπο που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, αλλά και με τον σύγχρονο κόσμο, δυναμικά σύνολα εγγενώς πολύπλοκων σχέσεων, πολλαπλά και συχνά ασυνάρτητα πλαίσια ανθρώπινων εννοιών, η ανθρώπινη γνώση και οι δομές εξουσίας. Ακόμα όμως και με αυτά τα δεδομένα μπορούν να διαφανούν οι αντιπαραγωγικές πρακτικές, και, πράγματι, έγιναν ορατές από μη νεοφιλελεύθερους οικονομολόγους πριν το 2007.  Έγιναν επίσης αντιληπτές από παρατηρητές που δεν ήταν οικονομολόγοι, οι οποίοι είχαν αφυπνιστεί από τις εγκληματικές ενδείξεις της κομπίνας που παίχτηκε με τα ενυπόθηκα δάνεια υψηλού κινδύνου από τη μαφία  στα καζίνο του μέλλοντος. Επρόκειτο για μη λειτουργικά νεοφιλελεύθερα μοντέλα ανεφάρμοστα στην πραγματική ζωή, στα οποία έβαλαν την υπογραφή τους κάνοντας πρόδηλη την άγνοιά τους για τα όσα θα διαδραματίζονταν το 2007.Ο καθηγητής υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει τίποτα να κερδηθεί με το να αντιμετωπίσουμε τις αγορές λες και η ανθρώπινη συμπεριφορά συγκροτείται από μια σειρά στάσιμων και χαρτογραφημένων λογικών αναγκαιοτήτων που ορίζονται από καθορισμένες μηχανιστικές ισορροπίες. Αυτό απλώς δεν είναι ο πραγματικός κόσμος.

Οι αγορές φτιάχνονται και διαχειρίζονται από ανθρώπους. Ακραία απροσδιοριστία ορίζει, ανάμεσα σε άλλους παράγοντες, την ανθρώπινη ελευθερία και τους φορείς αξιολόγησης, πολύπλοκα πλαίσια μέσα στα οποία αποφάσεις και σκοπιμότητες είναι αναπόσπαστες με το πως λειτουργούν οι αγορές. Συναισθήματα – όπως ο φόβος και η απληστία – είναι αναπόσπαστα στοιχεία της λειτουργίας των αγορών. Υψηλά νοηματικά πλαίσια – δικαιοσύνη, ελευθερία, αγάπη και αξιοπρέπεια, όπως επίσης τα σκοτεινά συναισθήματα της κακεντρέχειας, της λαγνείας και του κακού – δεν μπορούν, ούτε κι αυτά να αποσπαστούν από την οικονομική δραστηριότητα των ανθρώπων. Τα κράτη, οι τράπεζες, οι νόμοι, η εξουσία και η φύση είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα με το πώς λειτουργούν οι αγορές. Και – όπως με οποιαδήποτε ανθρώπινη εξουσία και  εννοιολογικό γίγνεσθαι – η πίστη, η λατρεία και το να ανήκεις σε μια κοινότητα δογματικής ορθοδοξίας και συμβολικής πρακτικής είναι αναπόσπαστα δεμένα με τις αγορές. Αλλά ο Νεοφιλελευθερισμός είναι μακράν αδιάφορος για οποιοδήποτε από αυτά τα θέματα: αγνοεί αριστοτεχνικά ίσως τα πιο σημαντικά  χαρακτηριστικά της λειτουργίας των ανθρώπινων αγορών και των ισχυρών οικονομικών συστημάτων. Και χρησιμοποιεί στην εκκίνηση απίστευτα ιδεαλιστικά και απλώς ολοφάνερα λανθασμένα μαθηματικά μοντέλα.

Ο Keen επισημαίνει με επιδεξιότητα ότι τα νεοφιλελεύθερα οικονομικά είναι αξιοσημείωτα αδιάφορα ως προς τις ολοφάνερες θεωρητικές και πρακτικές αποτυχίες τους. Παρόλο που είναι διαρκώς και ευαπόδεικτα λανθασμένα, είναι μια απίστευτα ανθεκτική ιδεολογία που καταφέρνει να προχωρά μπροστά με ικανοποίηση, προσπερνώντας κάθε έναν που εκτίθεται στην καταστροφική της ανεπάρκεια. Αυτό συμβαίνει, διατυπώνει εύστοχα ο Keen, επειδή ο νεοφιλελευθερισμός είναι στην πραγματικότητα θρησκεία (με τη χειρότερη έννοια του όρου) και όχι επιστήμη. Και μάλιστα μια θρησκεία που ασκεί μεγάλη επιρροή.

Επιτρέψτε μου να επανέλθω στα νεοφιλελεύθερα οικονομικά ως ένα σύστημα θρησκευτικών δογμάτων και πρακτικών. ( Σ’ αυτό το σημείο η ανάλυσή μου σχετικά με το βιβλίο του Keen απομακρύνεται εντελώς από το να είναι κριτική. Αναφορικά με την κριτική δεν μπορώ να κάνω τίποτα άλλο, παρά να συστήσω την καταπληκτική αυτοψία του από καιρό νεκρού ζόμπι της νεοφιλελεύθερης θεωρίας του Καθηγητή Keen και να χειροκροτήσω το προσεκτικό  μονοπάτι της επιχειρηματολογίας του προς μία βιώσιμη ενναλακτική προοπτική. Ωστόσο αμφιβάλλω αν κανείς πάρει στα σοβαρά τα λόγια ενός θεολόγου για την οικονομία, γι’ αυτό διαβάστε καλύτερα το βιβλίο, ιδιαίτερα αν είστε ένας ξεροκέφαλος τύπος που αποσυνθέτει τους αριθμούς όπως ο Keen).

 Όντας θεολόγος, θεωρώ ξεκάθαρο ότι οι πολιτικοί και οι επιχειρηματίες  απλώς αρέσκονται να συμμετέχουν στις σαμανικές ασυναρτησίες της νεοφιλελεύθερης έκστασης, και στηρίζονται με ενθουσιασμό (στις κατά κανόνα λανθασμένες) προφητικές αρλούμπες του νεοφιλελεύθερου επιστημονικού μας κάστρου των ιερέων. Αλλά αυτή είναι μια κοσμική θρησκεία, που χρησιμοποιεί τα μυστήρια των δεδομένων (και την εικονογραφία των γραφικών), τη μυστικιστική γλώσσα των μαθηματικών (την οποία ο Keen ονομάζει ‘mythematics’ για να μη συγχέεται με τα πραγματικά μαθηματικά), και τα (θεϊκά) θεωρήματα ισοζυγίων σαν δόγματα. Εξαιτίας αυτών των κοσμικών μεταμφιέσεων ίσως είναι εύκολο να σας ξεφύγει η θρησκευτική διάσταση του νεοφιλελευθερισμού. Αλλά κάντε τον παραλληλισμό  ακόμα κι αν αυτή η τέχνη των ιερέων προάγεται απερίφραστα ως επιστήμη.

Συγκεκριμένα, η κάστα των ιερέων της οικονομίας δρουν σαν να είναι «επιστήμονες» της «οικονομικής πραγματικότητας». Ο «πραγματικός κόσμος», μας εξηγούν, απλώς χρειάζεται την απελευθέρωση από την υψηλή φορολογία, υγιείς φορολογικούς παραδείσους, τεράστιες φοροαπαλλαγές, επιδοτήσεις, και τεράστιες απαλλαγές φόρων για τους πάμπλουτους. Μερικές φορές, αυτοί οι ιερείς ίσως σκουπίσουν κάποια κροκοδείλια δάκρυα για το πόσο ανήμπορη είναι η οικονομική επιστήμη να κάνει κάτι, εκτός από το να βλέπει τα «πτωχευμένα κράτη» και τους άνεργους να μετατρέπονται σε αναξιοπαθούντες και εκτοπισμένους. Παρόλα αυτά, δεν υπάρχει φόβος. Οι Αγορές ξέρουν καλύτερα – και ότι είναι καλό για τις αγορές, είναι καλό για όλους μας. Εμπιστευτείτε τις αγορές με όλη σας την καρδιά και μην στηρίζεστε στη δική σας λογική. Και θυμηθείτε, η δογματική ορθόδοξη λατρεία της Αγοράς είναι η αρχή της σοφίας.

Ο νεοφιλελευθερισμός μπορεί να είναι απίστευτα δυσλειτουργικός σαν σοβαρή επιστήμη της ανθρώπινης συμπεριφοράς αλλά σαν θρησκεία έχει πράγματι βαθύ αντίκτυπο στον πραγματικό κόσμο. Κι – ας μην γελιόμαστε – τα μάντρα του νεοφιλελευθερισμού είναι αυτό που επιθυμούν να ακούν οι επικρατούσες ισχυρές ελίτ.

Εμβαθύνοντας σε πιο συγκεκριμένες απόψεις του Keen, προχωράμε στο δεύτερο κεφάλαιο του βιβλίου του που έχει τίτλο «το χρήμα μετράει». Κι αυτό γιατί στα κύρια θεωρήματα των νεοκλασικών οικονομικών τα χρήματα δεν μετράνε, όπως νομίζαμε ότι ισχύει, ως απλώς ένα μέσο συναλλαγής. Το επικρατούν νεοφιλελεύθερο δόγμα επιμένει ότι το να περιορίσεις τα χρηματικά αποθέματα και (όταν αυτό αναπόφευκτα αποτύχει) να βάλεις την κεντρική τράπεζα να παραποιήσει τα επιτόκια είναι το μόνο που μπορεί να κάνει μια κυβέρνηση για να προωθήσει την αυτορρύθμιση της αιώνιας ισορροπίας της βέλτιστης γενιάς των πλούσιων (που υπάρχει μόνο στα μαθηματικά μοντέλα). Αλλά αυτό είναι μια μεγάλη θρησκευτική απάτη. Η πραγματικότητα είναι ότι οι κυβερνήσεις δημιουργούν χρήμα και συνεπώς δημιουργείται  οικονομία με την έκδοση  νομισμάτων. Το χρήμα είναι ζωτικής σπουδαιότητας για μια οικονομία και η δημιουργία χρήματος δεν είναι μόνο ένας βολικός τρόπος να κάνεις παζάρια. Είναι στοιχειώδες για την ύπαρξη των οικονομιών.

Και εδώ έχουμε ένα ενδιαφέρον σημείο. Αν το κράτος δημιουργεί χρήμα κυρίως για να υποστηρίξει τη δική του εξουσία μέσω της διευκόλυνσης των μέσων παραγωγής πλούτου και της φορολογίας, και οι αγορές και οι οικονομίες ανθίζουν ως παράγωγα της Κρατικής εξουσίας, τότε ο οικονομολόγος είναι ο προφανής ιερέας της συγκεκριμένης κάστας εφόσον το Χρήμα γίνεται το κεντρικό αντικείμενο της Κρατικής (και επομένως της Ιδιωτικής) εξουσίας και λατρείας. Καθώς είμαστε όλοι πια λάτρεις του Μαμμωνά, οι οικονομολόγοι είναι οι επί της γης παγκόσμιοι φυσικοί ιερείς. Και αυτοί οι ιερείς έχουν πράγματι μια προσωπική εκτίμηση ως το προς σε ποια δόγματα πρέπει να πιστεύουμε, ώστε να διατηρήσουμε το διακεκριμένο σύστημα λατρείας και εξουσίας μέσα στο οποίο ζούμε.

Η τάξη της ελίτ της οικονομίας που επωφελήθηκε περισσότερο από το μεταπολεμικό  παγκόσμιο  υπερδύναμο νόμισμα των ΗΠΑ,  είναι τώρα στενά εμπλεκόμενη με το κράτος. Κρατική δύναμη, Ιδιωτικός πλούτος και Τράπεζες είναι θεμελιώδεις αρχές που αλληλοϋποστηρίζονται. Δεν υπάρχει τίποτα καινούριο σ’ αυτό. Αλλά καθώς η «Κρατική» δύναμη των ΗΠΑ είναι μια παγκόσμια αυτοκρατορία, δεν ανησυχεί ιδιαίτερα για τη σημερινή ευημερία των πολιτών των Ηνωμένων Πολιτειών. Είναι συνεπώς αυτοί που  συσσωρεύουν τον παγκόσμιο πλούτο που ενσωματώθηκαν στην παγκόσμια αυτοκρατορία της «Κρατικής» εξουσίας και στις συνθήκες της δημιουργίας του πλούτου. Αυτοί που συσσωρεύουν τον  πλούτο χρησιμοποιούν με τη σειρά τους τα όργανα και τα όπλα του Κράτους (και κάθε κράτους), ώστε να θέσουν τα δικά τους παγκόσμια συμφέροντα πάνω από όλους τους πολίτες για τους οποίους το σύγχρονο φιλελεύθερο δημοκρατικό κράτος υποτίθεται ότι θα ήταν υπεύθυνο. Η νεοφιλελεύθερη θρησκεία δικαιολογεί, ευλογεί και καθαγιάζει την αναγκαιότητα για διάβρωση με τον έλεγχο του πολίτη από το κράτος. Σε αυτό το σημείο ο ρόλος του ιερέα είναι ο εξέχων παράγοντας για τον τρόπο που το Κράτος, οι Επιχειρήσεις και η Τράπεζα συμμαχούν εναντίον των πολιτών και επιτάσσουν τον πλούτο της παγκόσμιας οικονομίας υπέρ του 1% των πάμπλουτων παγκοσμίως.

Παραδόξως η κυρίαρχη υπερδύναμή μας στηρίζει την ηγεμονία της με τη δύναμη των όπλων, ενώ συντηρείται από την τεράστια φορολογητέα βάση των πολιτών των Ηνωμένων Πολιτειών. Το Παλάτι, η Συναγωγή, το Υπουργείο Οικονομικών, οι Στρατηγοί και οι Πλούσιοι βρίσκονται σε τέλεια αρμονία μεταξύ τους: όλες οι ισχυρές δυνάμεις κάτω από τις οποίες ζούμε τώρα, στηρίζουν τα συμφέροντα της εύπορης υπερατλαντικής ελίτ εναντίον των πολιτών. Και το πράττουν με τη συνεργασία του οικονομικού τομέα – μέσω της δημιουργίας χρήματος και αυτή η αλήθεια πρέπει να είναι σταθερή – συντηρείται από τον ήχο των τυμπάνων των πιστών της ορθόδοξης οικονομίας. Συνεπώς το χρήμα δεν παίζει ρόλο στο νεοφιλελεύθερο δόγμα. Αυτό που κάποιος δεν πρέπει να δει, μέσα σε αυτό το πλαίσιο, έχει τέτοια σπουδαιότητα θρησκευτικής ευλάβειας, όσο αυτό που πράγματι βλέπει.

Το τρίτο κεφάλαιο έχει τίτλο «ο πολύπλοκος κόσμος μας». Ο Νεοφιλελευθερισμός αφορά ανθρώπους που προτιμούν μοντέλα τα οποία απομονώνουν και απλοποιούν τις υποτιθέμενες μηχανιστικές δυναμικές του «πράγματος» («της οικονομίας») και τα οποία προσπαθούν να τελειοποιήσουν για να τα εφαρμόσουν στη σημερινή πραγματικότητα. Αυτός ο τύπος ανθρώπου είναι ξεκάθαρα αντιληπτός μέσα στους θρησκευτικούς κύκλους.

Η θρησκεία απευθύνεται κυρίως  σε πτυχές της εμπειρίας μας που αψηφούν τη συλλογική σύλληψη της γνώσης. Οι θρησκευτικές τελετουργίες, τα δόγματα και τα συστήματα ηθικής είναι παραπαίουσες προσπάθειες να δοθούν ικανοποιητικές απαντήσεις όσον αφορά το θείο με τρόπο υποφερτό για τη σημερινή πραγματικότητα. Αλλά με αυτές τις απαντήσεις δεν ικανοποιούνται κατά κανόνα ούτε οι απλοϊκοί ούτε οι μαθηματικά προικισμένοι ( και συχνά στο φάσμα του Asperger ) τύποι. Και συνεπώς κατασκευάζονται ορθολογιστικά ή εντελώς  αρχέγονα θεολογικά συστήματα που σκοπό έχουν να μας δώσουν πλήρη γνωσιολογική τελειότητα του θείου. Τον Θεό μέσα σε μπουκάλι. Για παράδειγμα, έχω δει να εξηγούν με λογικό τρόπο το δόγμα της Τριαδικότητας, καθώς και το θεϊκό και ανθρώπινο πρόσωπο του Χριστού, καταβάλλοντας τις πιο ευφυείς προσπάθειες. Είναι φρίκη να το βλέπεις. Αυτό που τελικά πετυχαίνουν με ευκολία οι θρησκείες της «Βίβλου» είναι ότι οι ορθολογιστές και οι θετικιστές λατρεύουν τα δογματικά πλαίσια της δικής τους λογικής και των αναγκών που θεωρούν ότι έχουν, περισσότερο από τον Θεό. Αυτή η αντιστροφή της αρμόζουσας σχέσης μεταξύ της πραγματικότητας και του δόγματος συμβαίνει μάλιστα και στην πίστη για την οικονομία.

Το τέταρτο κεφάλαιο έχει τίτλο «οικονομικά, ενέργεια και περιβάλλον». Συμβαίνει να έχω γράψει ένα βιβλίο με τον τίτλο Θεολογία και Κλιματική Αλλαγή (Routledge, 2021), συνεπώς θα είμαι πολύ συγκεκριμένος σε αυτό το θέμα. Η θέση του Keen σε αυτό το κεφάλαιο είναι πολύ απλή και πολύ σημαντική. Οι νόμοι της φύσης πρέπει να είναι συμβατοί με τα οικονομικά μας μοντέλα. Αλλά όπως  επισημαίνει o Keen, η άποψη ότι η φύση  είναι η δωρεάν πηγή όλου του πλούτου εξαιρείται από τα οικονομικά από την εποχή του Adam Smith. Η εργασία και οι επενδύσεις παράγουν πλούτο και στις κλασικές και στις νεοκλασικές οικονομικές θεωρίες. Το να αποκλειστεί η φύση είναι θεμελιώδες σφάλμα. Στις μέρες μας χρησιμοποιούμε οικονομικά μοντέλα που προεικάζουν τη διαρκή  ανάπτυξη, τη διαρκή διαθεσιμότητα πόρων, τη διαρκή δυνατότητα της φυσικής τάξης να απορροφά χωρίς αντίκτυπο τη μόλυνση και την εξάντληση των πόρων. Φαίνεται ότι περιμένουμε από τη φύση να προσαρμόζεται στα μοντέλα μας. Αντιθέτως μια ρεαλιστική οικονομία θα προσάρμοζε τα μοντέλα της στη φύση (ριζοσπαστική άποψη!). Στην οικονομία της ορθοδοξίας τέτοια ριζοσπαστική άποψη θα σήμαινε μεταρρύθμιση.

Αλλά σημειώστε το παρακάτω. Η κατάρρευση της Χριστιανοσύνης του μεσαίωνα δεν έγινε σε μια νύχτα και δεν έγινε χωρίς αναταράξεις για αιώνες στα ίδια τα θεμέλια της Δυτικής Ευρωπαϊκής ζωής και εξουσίας. Οι νέες δομές της εξουσίας και της έννοιας της κοινωνίας που έγιναν ο σύγχρονος τεχνολογικός και καπιταλιστικός τρόπος ζωής αποτίναξαν πλήρως τον μεσαιωνικό κόσμο στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα – και απομεινάρια του βρίσκουμε ακόμα και τώρα- αν πάμε στον εσπερινό του St John’s College Cambridge. Αλλά μέχρι σήμερα ακολουθούμε μια νοοτροπία λεηλασίας, έχοντας λάβει θεϊκή εντολή κυριαρχίας πάνω στη φύση στη σύγχρονη βιομηχανοποιημένη καπιταλιστική μας θρησκεία, η οποία μεγαλώνει την επιρροή της από την εποχή του Francis Bacon αν όχι νωρίτερα.

Ο παγκοσμιοποιημένος καταναλωτικός τρόπος ζωής μας είναι δομημένος πάνω στο δόγμα της λεηλασίας της φύσης.  Αν θα πρέπει να εγκαταλείψουμε αυτό το δόγμα (που θα πρέπει να γίνει) αυτό θα επιφέρει αναστάτωση στη ζωή όλων, παρόμοια με αυτή που συνέβη με την απόρριψη της μεσαιωνικής θεολογικά  άποψης του Αριστοτέλη για τη φύση, που εντάχθηκε τον δέκατο έβδομο αιώνα και φτάνει ως τις μέρες μας. Το να τα βάζεις με τις θεμελιώδεις θρησκευτικές δομές ενός κόσμου αποσταθεροποιεί σοβαρά κάθε υφιστάμενο  τρόπο ζωής και υπάρχει τεράστια πολιτισμική στασιμότητα ενσωματωμένη στην εξουσία, η οποία αντιστέκεται στις αλλαγές όσον αφορά τέτοιου είδους θέματα. Οι μεταρρυθμίσεις δεν είναι αρεστές.

Σε αυτό το σημείο πρέπει να κάνω ένα γρήγορο σχόλιο για τον περιορισμό της χρήσης της Προτεσταντικής Μεταρρύθμισης σε αντιστοιχία με τις αναταράξεις στην οικονομία της ορθοδοξίας. Το δογματικό Προτεσταντικό αφήγημα μιας επιθετικής και καταπιεστικής μεσαιωνικής Παπικής εξουσίας είναι ένα απίστευτα απλοποιημένο και χοντροκομμένο αφήγημα. Παρόλο που κατά κάποιον τρόπο είμαι κι εγώ Προτεστάντης – είμαι Αγγλικανός – και είμαι οπαδός του Λούθερ και μερικών ακόμα φανταστικών Λουθηρανών ( Bach, Hamann και Kierkegaard), δεν εμπιστεύομαι το πρότυπο δοξαστικό αφήγημα της μεταρρύθμισης. Η άποψη  ότι οι αναμορφωτές θεολόγοι και οι σύγχρονοι επιστήμονες μας απελευθέρωσαν από κάθε τι σκοτεινό και μεσαιωνικό και μας οδήγησαν στον πεφωτισμένο κόσμο του σύγχρονου τεχνολογικού δογματισμού είναι ένας  πολιτισμικός μύθος. Η ιστορική αλήθεια είναι πολύ πιο περίπλοκη από αυτόν τον πολιτισμικό μύθο και πολύ περισσότερο αμφίθυμη (έτσι κι αλλιώς εμείς σκοτώνουμε τον πλανήτη, όχι ο μεσαίωνας). Ωστόσο η μεταρρύθμιση στην οικονομική πίστη είναι πράγματι μια επείγουσα αναγκαιότητα. Οι νεοκλασικοί οικονομολόγοι εξιδανικεύουν την αέναη ανάπτυξη και πιστεύουν τυφλά στην αυτό-οργάνωση της άριστης ισορροπίας των αγορών. Αυτές οι επιδιώξεις και τα πιστεύω αποσυνδέονται εντελώς από την φυσική και ανθρώπινη πραγματικότητα του κόσμου μέσα στον οποίο ζούμε. Η τυφλή πίστη στις ψευδαισθήσεις και στην αγνότητα της θρησκείας της Αγοράς θα μας τιμωρήσει αυστηρά αν δεν ξυπνήσουμε  και δεν μεταρρυθμίσουμε τα βασικά οικονομικά δόγματα. Η τωρινή μας κατάσταση είναι μεταρρύθμιση ή θάνατος. Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο αυτό το δόγμα δεν θα διαρκέσει.

Το πέμπτο κεφάλαιο έχει τίτλο « η νεοκλασική ασθένεια». Η βασική άποψη εδώ είναι ότι η νεοκλασική οικονομική θεωρία σαν λανθασμένη τυφλή πίστη, αντιστέκεται σθεναρά να αντιπαρατεθεί με την απλή πραγματικότητα της συνηθισμένης και σωστά αποδεδειγμένης εμπειρίας. Πολύ αληθινό. Αλλά το ερώτημα είναι τι διατηρεί την πίστη αν δεν στηρίζεται στην πραγματικότητα; Λοιπόν η αλήθεια είναι ότι σαφώς υποστηρίζεται ( και μάλιστα τρέφεται ) από την πραγματικότητα – την πολιτική πραγματικότητα. Ο νεοφιλελευθερισμός είναι πολιτική θρησκεία. Πιο συγκεκριμένα είναι μια θρησκεία εξουσίας.

Οι θρησκείες της εξουσίας δεν είναι το ίδιο πράγμα με μια σύνθετη και συχνά τεταμένη ρύθμιση μεταξύ θρησκείας και εξουσίας. Η εξουσία και η θρησκεία ήταν πάντα ταυτισμένες. Αλλά αυτό που διαχωρίζει μια θρησκεία εξουσίας από μια θρησκεία που τουλάχιστον είναι εν μέρει εξουσιαστική είναι ο τρόπος που η ίδια η εξουσία γίνεται αντιληπτή.

Η αρχαία Σουμερο- Ακκαδική λατρεία του Marduk ήταν θρησκεία εξουσίας. Σκοτώνοντας και ακρωτηριάζοντας τη μητέρα του, έχοντας σφετεριστεί τη θέση του πατέρα του και νικώντας όλα τα ιερά αδέλφια του, ο θεός Marduk επέβαλε βίαιη αρσενική τάξη στο αρχέγονο γυναικείο χάος και θεμελίωσε ένα ασφαλές και επιτυχημένο βασίλειο. Ο αρχέγονος αγώνας, η λυτρωτική βία, η αδιαμφισβήτητη βίαια και αρσενική εξουσία εδώ θεωρoύνται ως προσφορά πολιτισμένης σωτηρίας στον άνθρωπο. Δηλαδή η απόλυτη εξουσία (που εκφράζεται στη βία και στον πλούτο) και η πολιτική εξουσία ( δικαιοσύνη και ηθική αλήθεια) είναι ταυτόσημες. Ο βασιλιάς θεσπίζει την ενέργεια και την εξουσία του Marduk. Η κάστα των ιερέων είναι εκεί για να στηρίξει ολοκληρωτικά τη δύναμη και την εξουσία του βασιλιά. Με άλλα λόγια αυτή είναι μια αχαλίνωτα ανταγωνιστική, εγωιστική, απολίτιστη, πολιτική, ρεαλιστική θρησκεία.

Kάντε την σύγκριση με την Εβραϊκή ιδέα για τον βασιλιά. Ο θεός δεν είχε την πρόθεση να έχουν οι Ισραηλίτες ανθρώπινο βασιλιά – δείτε τον Martin Buber,The Kingship of God. Οι Ισραηλίτες έπρεπε να κυβερνιούνται από δικαστές που θα ήταν σοφοί στη διαχείριση του θεϊκού Νόμου και  θα λειτουργούσαν μέσα στα πλαίσια της φυλής παρά στη βασιλική δομή της εξουσίας της κοινότητας. Ωστόσο ο Κύριος τελικά ενέδωσε στην επιθυμία του λαού να είναι όπως όλα τα άλλα έθνη γύρω του και του έδωσε έναν βασιλιά. Χωρίς να τους έχει προηγουμένως εξηγήσει τι θα τους κόστιζε αυτό – τα παιδιά τους και το μεγαλύτερο μέρος του κόπου τους θα το αποχωρίζονταν και θα δίνονταν στον βασιλιά. Πόλεμοι, πείνα, ίντριγκες και άλλες δυστυχίες θα ακολουθούσαν (βλέπε 1 Σαμουήλ  8). Αλλά η γη είναι του Θεού, η εξουσία που τους διοικεί προέρχεται από τον Θεό, ο νόμος είναι του Θεού και ο βασιλιάς πρέπει να είναι υποταγμένος στον Θεό. Με άλλα λόγια η θεία εξουσία και η ανθρώπινη εξουσία δεν ταυτίζονται. Η πολιτική εξουσία είναι από μόνη της ιερή και απλώς λειτουργεί ως μεσολαβητής  διαμέσου του βασιλιά και είναι πάντα ατελής. Με την προέλευση του Εβραίου μονάρχη γεννιούνται επίσης και οι προφήτες. Αυτοί οι outsiders λένε την αλήθεια στην εξουσία όταν το Στέμμα και ο Ναός διαφθείρονται (που με θερμοδυναμικούς όρους είναι κάτι σαν μια φυσική αναγκαιότητα, που για να διορθωθεί απαιτείται περιοδική μετάνοια και αποκατάσταση).

Όπου η εξουσία είναι θεϊκή τότε υπόκειται στον ηθικό και θεολογικό έλεγχο, «πάνω» από την πολιτική αναγκαιότητα. Όταν η ανθρώπινη εξουσία έρχεται σε αντίθεση με τη θεϊκή δικαιοσύνη και την τάξη του Θεού (όπως είναι η φυσική της τάση) τότε πρέπει να αποδοκιμαστεί, αν όχι από τους επίσημους θρησκευτικούς ηγέτες που έχουν επίσης διαφθαρεί, τότε από την  προφητική φωνή που ο Θεός επιλέγει.

Οι θρησκείες της εξουσίας απλώς στηρίζουν – με δόγματα, ηθικές και τελετουργίες νομιμοποίησης – την όποια υφιστάμενη εξουσία. Ο νεοφιλελευθερισμός είναι η θρησκεία της σύγχρονης καπιταλιστικής εταιρικής αυτοκρατορίας. Όσο λατρεύουμε αυτή την εξουσία ο νεοφιλελευθερισμός θα παραμένει.

Ναι, πράγματι χρειαζόμαστε μεταρρύθμιση. Πρέπει να μετατοπίσουμε την από κοινού υποτιθέμενη επικέντρωση της λατρείας από την εξουσία και τον πλούτο στη δικαιοσύνη και την αλήθεια. Μια προσεκτική ανάλυση για το πόσο ελαττωματική είναι η επικρατούσα οικονομική ιδεολογία – όπως αυτή του Keen, The New Economics – μπορεί πραγματικά να βοηθήσει σ’ αυτή τη μετατόπιση. Αλλά δεν μπορεί να την προκαλέσει. Για μια πραγματική μεταρρύθμιση της οικονομικής μας θρησκείας, απαιτείται η απόρριψη των λάθος Θεών και η ανάρρωση από την υποταγή στη θεϊκή δικαιοσύνη και την καλή τάξη του κόσμου.

{*} Σ’ αυτό το γραπτό χρησιμοποιώ μια τον όρο «νεοκλασικός» και μια τον όρο «νεοφιλελεύθερος» .Υπάρχει όμως μια τεχνική διαφορά. Ο όρος «νεοκλασικός» περιγράφει περισσότερο μια πανεπιστημιακή σχολή στον επιστημονικό κλάδο της οικονομίας, ενώ ο όρος «νεοφιλελεύθερος» αναφέρεται περισσότερο στην πολιτική έκφραση αυτών των σχολών οικονομικής θεωρίας. Αλλά όπως όμορφα περιγράφει ο Michael Pusey (Economic Rationalism in Canberra, Cambridge:University Press, 1991 ) ο ρόλος των νεοκλασικών οικονομικών στην πολιτική είναι τόσο οικείος – τουλάχιστον στην Αυστραλία – που οι δυο όροι είναι δύσκολο να διαχωριστούν στην πράξη. Κατά τη γνώμη μου πρόκειται για τις δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος.

Εκθεση αφίσας. 17, 18, 25 και 26 Μαρτίου. Σε συνεργασία με το Decolonize Hellas.

Το 1927 art space με χαρά θα φιλοξενήσει την Έκθεση Αφίσας, την καταληκτική εκδήλωση του Σαλονιού Αποαποικιοποίησης, το οποίο οργανώθηκε σε συνεργασία με το Decolonize Hellas. Στο πλαίσιο του Σαλονιού, καλλιτέχνες από όλα τα πεδία διαμόρφωσαν μία ομάδα εργασίας και διερωτήθηκαν, μεταξύ άλλων, για τη θέση της τέχνης μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο των νεοφιλελεύθερων, νεοαποικιακών πολιτικών και κοινωνικών επιλογών. Η τέχνη της αφίσας επιλέχθηκε ως η πλέον κατάλληλη για ευαισθητοποίηση, προπαγάνδα και παρακίνηση σε δράση. Στην έκθεση θα παρουσιαστούν τόσο έργα που δημιούργησαν οι συμμετέχοντες του Σαλονιού από τον Οκτώβριο μέχρι σήμερα, όσο και έργα που αποτέλεσαν μέρος της έρευνας που υλοποίησαν.

Εγκαίνια:
Πέμπτη 17/3 | 7.00 – 10.00 μμ
Ώρες λειτουργίας τη έκθεσης:
Παρασκευές | 6.00 – 9.00 μμ
Σάββατα | 3.00 – 6.00 μμ

Ακούστε τη δέκατη τέταρτη εκπομπή του Ράδιο ΜέΡΑ «Να τους καεί το βίντεο!», μια εκπομπή καταλλαγής με τον Σωτήρη Μητραλέξη, της 23ης Μαρτίου 2022 9 μ.μ.-10 μ.μ., με guest star την Κατερίνα Χιωτίνη, γιουτούμπερ, μάνα, και ηθοποιό άνευ χαρτοφυλακίου, και θέμα, μεταξύ άλλων, τον Γιάννη Αγγελάκα:

Spotify

Anchor

YouTube

Κάθε Τετάρτη βράδυ στις 9 μ.μ. στο Ράδιο ΜέΡΑ.

Η αίθουσα του σινεμά «Μικρόκοσμος» ήταν κατακλυσμένη από νεαρά άτομα κατά μέσο όρο 25 με 30 ετών, έτοιμα να παρακολουθήσουν το ντοκιμανέρ «Πικροδάφνες». Η τοποθεσία της Συγγρού, όπου βρίσκεται το σινεμά, ίσως να ήταν τυχαία, ίσως και όχι, κανένας όμως δεν θα μπορούσε να αποφύγει τις συνδέσεις, τη σημειολογία, το βάθος και το πλήθος των εμπειριών που συνδέουν τις πρωταγωνίστριες με το μέρος αυτό.

Οι «Πικροδάφνες» είναι μια νυχτερινή περιδιάβαση από την Πάολα Ρεβενιώτη, την Εύα Κουμαριανού και την Μπέτυ Βακαλίδου στις παλιές πιάτσες σεξεργασίας των τρανς γυναικών στην Αθήνα. Είναι μια ταινία αρκετά νοσταλγική, αλλά ενίοτε χιουμοριστική έως σαρκαστική, με αρκετές πινελιές ωμότητας, η οποία φωτίζει άγνωστες στους νεότερους πτυχές της ιδιωτικότητας των νεοελλήνων. Αναδεικνύει επίσης και εκείνες τις τρανς γυναίκες, οι οποίες με πολλούς τρόπους αντιστάθηκαν στην περιθωριοποίηση και διεκδίκησαν την αξιοπρέπεια τους, την ορατότητα τους και την αποδοχή της ζωής τους.

Είναι μια παραγωγή του 2021, σε σκηνοθεσία της Πάολας Ρεβενιώτη και του Paola Team Documentaries που έχει προβληθεί ήδη σε πολλές πόλεις, σε φεστιβάλ στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Το σινεμά «Μικρόκοσμος» βρίσκεται στον αριθμό 106 της λεωφόρου Συγγρού, εναρκτήριο σημείο και του ντοκιμαντέρ. Ένα μπρος-πίσω μέσα στο χρόνο αλλά όχι στον χώρο, καθώς το αμάξι περνάει από μέρη γνωστά αλλά και άγνωστα, αποκαλύπτοντας την κρυφή για τους νεότερους ιστορία τους. Μια ιστορία τρυφερότητας, ωμού ερωτισμού, αλλά και μια αφήγηση της σκληρής και γυμνής πραγματικότητας που έζησαν οι τρεις γυναίκες. Η δομή του ντοκιμαντέρ είναι μια κίνηση της εικόνας σαν βραδινή περιπλάνηση, μέσα από τις πιάτσες της Συγγρού, της Καλλιθέας, της Μενελάου, του Ψυρρή, και φυσικά της Ομόνοιας.

Όλη η συνέντευξη εδω: https://olafaq.gr/people/stories/i-paola-revenioti-mila-gia-tin-atheati-plevra-tis-polis/?fbclid=IwAR34LAj9n1KW6ELWuviZBXOY4Mq-jUhTKc5CGV3JTjORVflI2K0xRWveacQ

John Mersheimer | Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Το κείµενο του Τζον Μερσχάιµερ, εκτενή αποσπάσματα του οποίου αναδημοσιεύει σήμερα η «Κ», φιλοξενήθηκε πρώτη φορά στο περιοδικό Foreign Affairs, στο τεύχος Σεπτεμβρίου/Οκτωβρίου 2014, μερικούς μήνες μετά την εισβολή στην Κριμαία από τον ρωσικό στρατό τον Φεβρουάριο του 2014. Αντίθετα από την επικρατούσα άποψη στη Δύση, σύμφωνα με την οποία o πρόεδρος Πούτιν είναι ένας παράλογος και ριψοκίνδυνος φιλοπόλεμος ηγέτης που θέλει να δημιουργήσει ξανά τη Μεγάλη Ρωσία, ο γνωστός Αμερικανός καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου είχε εξαρχής υποστηρίξει ότι την κύρια ευθύνη για την κρίση την έχουν οι ΗΠΑ και η Ευρώπη, και ότι η ρίζα του προβλήματος είναι η διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς. Τα επιχειρήματα που αναπτύσσει βοηθούν να κατανοήσουμε καλύτερα την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην περιοχή.

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

__

Σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη στη Δύση, η κρίση στην Ουκρανία οφείλεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στη ρωσική επιθετικότητα. Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, σύμφωνα με το επιχείρημα, προσάρτησε την Κριμαία λόγω μιας μακροχρόνιας επιθυμίας να αναστήσει τη σοβιετική αυτοκρατορία, και ίσως στοχεύσει στην υπόλοιπη Ουκρανία, καθώς και σε άλλες χώρες της ανατολικής Ευρώπης. Με αυτή την οπτική, η απομάκρυνση του Ουκρανού προέδρου Βίκτορ Γιανουκόβιτς τον Φεβρουάριο του 2014 αποτέλεσε απλώς την αφορμή για την απόφαση του Πούτιν να διατάξει τις ρωσικές δυνάμεις να καταλάβουν μέρος της Ουκρανίας. 

Όμως αυτή η θεώρηση είναι λανθασμένη: οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί τους μοιράζονται το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης για την κρίση. Η ρίζα του προβλήματος είναι η διεύρυνση του ΝΑΤΟ, το κεντρικό στοιχείο μιας ευρύτερης στρατηγικής για την απομάκρυνση της Ουκρανίας από την τροχιά της Ρωσίας και την ενσωμάτωσή της στη Δύση. Ταυτόχρονα, η επέκταση της ΕΕ προς ανατολάς και η υποστήριξη της Δύσης προς το φιλοδημοκρατικό κίνημα στην Ουκρανία – αρχής γενομένης από την Πορτοκαλί Επανάσταση το 2004 – ήταν επίσης κρίσιμα στοιχεία. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, οι Ρώσοι ηγέτες αντιτάχθηκαν σθεναρά στη διεύρυνση του ΝΑΤΟ και τα τελευταία χρόνια κατέστησαν σαφές ότι δεν θα παρέμεναν αδιάφοροι όσο ο στρατηγικής σημασίας γείτονάς τους μετατρεπόταν σε δυτικό προπύργιο.  Για τον Πούτιν, η παράνομη ανατροπή του δημοκρατικά εκλεγμένου και φιλορώσου προέδρου της Ουκρανίας -την οποία δικαίως χαρακτήρισε «πραξικόπημα»- ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Απάντησε με την προσάρτηση της Κριμαίας, μιας χερσονήσου που φοβόταν ότι θα φιλοξενούσε μια ναυτική βάση του ΝΑΤΟ, και προσπάθησε να αποσταθεροποιήσει την Ουκρανία μέχρι να εγκαταλείψει τις προσπάθειές της να ενταχθεί στη Δύση. 

Οι ηγέτες των ΗΠΑ και της Ευρώπης υπέπεσαν σε σφάλματα στην προσπάθειά τους να μετατρέψουν την Ουκρανία σε δυτικό προπύργιο στα σύνορα της Ρωσίας.

Η δυτική ύβρις

Καθώς ο Ψυχρός Πόλεμος πλησίαζε στο τέλος του, οι σοβιετικοί ηγέτες προτίμησαν να παραμείνουν οι δυνάμεις των ΗΠΑ στην Ευρώπη και το ΝΑΤΟ να παραμείνει ανέπαφο. Μια συμφωνία που πίστευαν ότι θα κρατούσε την επανενωμένη Γερμανία ειρηνική. Αλλά αυτοί και οι Ρώσοι που τους διαδέχτηκαν δεν ήθελαν να μεγαλώσει περισσότερο το ΝΑΤΟ και υπέθεσαν ότι οι δυτικοί διπλωμάτες κατανοούσαν τις ανησυχίες τους. Η κυβέρνηση Κλίντον προφανώς είχε διαφορετική άποψη και στα μέσα της δεκαετίας του 1990 άρχισε να πιέζει για επέκταση του ΝΑΤΟ. 

Ο πρώτος γύρος διεύρυνσης πραγματοποιήθηκε το 1999 και συμπεριέλαβε την Τσεχική Δημοκρατία, την Ουγγαρία και την Πολωνία. Ο δεύτερος γύρος πραγματοποιήθηκε το 2004. Περιελ’αμβανε τη Βουλγαρία, την Εσθονία, τη Λετονία, τη Λιθουανία, τη Ρουμανία, τη Σλοβακία και τη Σλοβενία. Η Μόσχα διαμαρτυρήθηκε έντονα από την αρχή. Κατά τη διάρκεια των βομβαρδισμών του ΝΑΤΟ κατά των Σέρβων της Βοσνίας το 1995, για παράδειγμα, ο Ρώσος πρόεδρος Μπόρις Γέλτσιν δήλωσε: «Αυτό είναι το πρώτο σημάδι του τι θα μπορούσε να συμβεί όταν το ΝΑΤΟ φτάσει μέχρι τα σύνορα της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Ο πόλεμος θα μπορούσε να ξεσπάσει σε ολόκληρη την Ευρώπη”.  Αλλά οι Ρώσοι ήταν πολύ αδύναμοι εκείνη την εποχή για να ανακόψουν την κίνηση του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά – η οποία, εν πάση περιπτώσει, δεν φαινόταν τόσο απειλητική, αφού κανένα από τα νέα μέλη δεν μοιραζόταν σύνορα με τη Ρωσία, εκτός από τις μικρές χώρες της Βαλτικής.

Τότε, το ΝΑΤΟ άρχισε να κοιτάζει πιο ανατολικά. Στη σύνοδο κορυφής του Απριλίου το 2008 στο Βουκουρέστι, η συμμαχία εξέτασε την αποδοχή της Γεωργίας και της Ουκρανίας. Η κυβέρνηση του Τζορτζ Μπους το υποστήριξε, αλλά η Γαλλία και η Γερμανία αντιτάχθηκαν στην κίνηση φοβούμενοι ότι θα εναντιωνόταν η Ρωσία. Στο τέλος, τα μέλη του ΝΑΤΟ κατέληξαν σε έναν συμβιβασμό: Η Συμμαχία δεν ξεκίνησε την επίσημη διαδικασία που οδηγεί στην ένταξη, αλλά εξέδωσε μια δήλωση υποστηρίζοντας τις φιλοδοξίες της Γεωργίας και της Ουκρανίας και δηλώνοντας ευθαρσώς: «Αυτές οι χώρες θα γίνουν μέλη του ΝΑΤΟ».

Η Μόσχα, ωστόσο, δεν είδε το αποτέλεσμα ως συμβιβαστική λύση. Ο Αλεξάντερ Γκρούσκο, τότε υφυπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, είπε: «Η ένταξη της Γεωργίας και της Ουκρανίας στη συμμαχία είναι ένα τεράστιο στρατηγικό λάθος που θα είχε σοβαρότατες συνέπειες για την πανευρωπαϊκή ασφάλεια». Ο Πούτιν υποστήριξε ότι η αποδοχή αυτών των δύο χωρών στο ΝΑΤΟ θα αντιπροσώπευε μια «άμεση απειλή» για τη Ρωσία. Μια ρωσική εφημερίδα ανέφερε ότι ο Πούτιν, ενώ συνομιλούσε με τον Μπους, «άφησε να εννοηθεί σαφώς ότι εάν η Ουκρανία γινόταν αποδεκτή στο ΝΑΤΟ, θα έπαυε να υπάρχει».

Η εισβολή της Ρωσίας στη Γεωργία τον Αύγουστο του 2008 θα έπρεπε να είχε διαλύσει κάθε αμφιβολία σχετικά με την αποφασιστικότητα του Πούτιν να εμποδίσει τη Γεωργία και την Ουκρανία να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ. Ο Πρόεδρος της Γεωργίας Μιχαήλ Σαακασβίλι, ο οποίος ήταν βαθιά αφοσιωμένος στην ένταξη της χώρας του στο ΝΑΤΟ, είχε αποφασίσει το καλοκαίρι του 2008 να ενσωματώσει εκ νέου δύο αυτονομιστικές περιοχές, την Αμπχαζία και τη Νότια Οσετία. Όμως ο Πούτιν επιδίωξε να κρατήσει τη Γεωργία αδύναμη και διχασμένη – και εκτός ΝΑΤΟ. Αφού ξέσπασαν συμπλοκές μεταξύ της γεωργιανής κυβέρνησης και των αυτονομιστών της Νότιας Οσετίας, οι ρωσικές δυνάμεις πήραν τον έλεγχο της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας. Η Μόσχα είχε περάσει το μήνυμα της. Ωστόσο, παρά τη σαφή αυτή προειδοποίηση, το ΝΑΤΟ δεν εγκατέλειψε ποτέ δημόσια τον στόχο του να φέρει τη Γεωργία και την Ουκρανία στη συμμαχία. Και η επέκταση του ΝΑΤΟ συνέχισε με την Αλβανία και την Κροατία να γίνονται μέλη το 2009.

Η ΕΕ, επίσης, πορευόταν προς τα ανατολικά. Τον Μάιο του 2008, παρουσίασε την πρωτοβουλία της Ανατολικής Συνεργασίας, ένα πρόγραμμα για την προώθηση της ευημερίας σε χώρες όπως η Ουκρανία και την ενσωμάτωσή τους στην οικονομία τής Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όπως είναι φυσικό,, οι Ρώσοι ηγέτες θεώρησαν το σχέδιο εχθρικό προς τα συμφέροντα της χώρας τους. Τον περασμένο Φεβρουάριο, πριν ο Γιανουκόβιτς αναγκαστεί να εγκαταλείψει την θέση του, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, κατηγόρησε την ΕΕ ότι προσπαθεί να δημιουργήσει μια «σφαίρα επιρροής» στην Ανατολική Ευρώπη.  Στα μάτια των Ρώσων ηγετών, η διεύρυνση της ΕΕ είναι ένας δούρειος ίππος για την επέκταση του ΝΑΤΟ.

Το τελικό εργαλείο τής Δύσης για το σταδιακό τράβηγμα του Κιέβου μακριά από την Μόσχα ήταν οι προσπάθειές της να διαδώσει τις δυτικές αξίες και την προώθηση της δημοκρατίας στην Ουκρανία και σε άλλα μετα-σοβιετικά κράτη, ένα σχέδιο που συχνά συνεπάγεται την χρηματοδότηση φιλοδυτικών ατόμων και οργανισμών. Η Βικτόρια Νούλαντ, η Αμερικανίδα βοηθός υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ για Ευρωπαϊκές και Ευρασιατικές υποθέσεις, υπολόγισε τον Δεκέμβριο του 2013 ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν επενδύσει πάνω από 5 δισεκατομμύρια δολάρια από το 1991 για να βοηθήσουν την Ουκρανία να επιτύχει «το μέλλον που της αξίζει».  Ως μέρος αυτής τής προσπάθειας, η κυβέρνηση των ΗΠΑ χρηματοδότησε το National Endowment for Democracy (NED). Αυτό το μη κερδοσκοπικό ίδρυμα έχει χρηματοδοτήσει περισσότερα από 60 έργα που αποσκοπούν στην προώθηση της κοινωνίας των πολιτών στην Ουκρανία, και ο πρόεδρος του, Carl Gershman, αποκάλεσε την χώρα αυτή «το μεγαλύτερο βραβείο». Αφότου ο Γιανουκόβιτς κέρδισε τις προεδρικές εκλογές τής Ουκρανίας τον Φεβρουάριο του 2010, το NED αποφάσισε ότι υπονόμευε τους στόχους του, και έτσι ενίσχυσε τις προσπάθειές του για την στήριξη της αντιπολίτευσης και την ενίσχυση των δημοκρατικών θεσμών τής χώρας.

Όταν οι Ρώσοι ηγέτες βλέπουν την Δυτική κοινωνική μηχανική στην Ουκρανία, ανησυχούν ότι η χώρα τους θα μπορούσε να είναι η επόμενη. Και οι φόβοι αυτοί δεν είναι διόλου αβάσιμοι. Τον Σεπτέμβριο του 2013, ο Gershman έγραψε στην εφημερίδα Washington Post ότι «η επιλογή τής Ουκρανίας να ενταχθεί στην Ευρώπη θα επιταχύνει την κατάρρευση της ιδεολογίας τού ρωσικού ιμπεριαλισμού που αντιπροσωπεύει ο Πούτιν». Και πρόσθεσε: «Οι Ρώσοι, επίσης, αντιμετωπίζουν μια επιλογή, και ο Πούτιν μπορεί να βρεθεί στους χαμένους όχι μόνο στο εγγύς εξωτερικό αλλά και στο εσωτερικό τής ίδιας τής Ρωσίας».

Η πτώση του προέδρου Γιανουκόβιτς και η κατάληψη της Κριμαίας

Φανταστείτε την αμερικανική οργή αν η Κίνα δημιουργούσε μια εντυπωσιακή στρατιωτική συμμαχία και προσπαθούσε να συμπεριλάβει τον Καναδά και το Μεξικό.

Το τριπλό πακέτο πολιτικών τής Δύσης – η διεύρυνση του ΝΑΤΟ, η επέκταση της ΕΕ και η προώθηση της δημοκρατίας – έριξε λάδι σε μια φωτιά που περίμενε να ανάψει. Η σπίθα ήρθε τον Νοέμβριο του 2013, όταν ο Γιανουκόβιτς απέρριψε μια σημαντική οικονομική συμφωνία την οποία είχε διαπραγματευθεί με την ΕΕ και αποφάσισε να αποδεχτεί αντ’ αυτού μια ρωσική αντιπροσφορά 15 δισ. δολαρίων. Η απόφαση αυτή προκάλεσε αντικυβερνητικές διαδηλώσεις που κλιμακώθηκαν τους επόμενους τρεις μήνες , και που μέχρι τα μέσα Φεβρουαρίου είχαν οδηγήσει στον θάνατο περίπου εκατό διαδηλωτές. Δυτικοί απεσταλμένοι πέταξαν εσπευσμένα στο Κίεβο για να επιλύσουν την κρίση. Στις 21 Φεβρουαρίου, η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση κατέληξαν σε συμφωνία που επέτρεπε στον Γιανουκόβιτς να παραμείνει στην εξουσία έως ότου διεξαχθούν νέες εκλογές. Ωστόσο, η συμφωνία κατέρρευσε αμέσως και ο Γιανουκόβιτς κατέφυγε στην Ρωσία την επόμενη μέρα. Η νέα κυβέρνηση στο Κίεβο ήταν φιλο-δυτική και αντιρωσική ως το κόκκαλο, και περιείχε τέσσερα υψηλόβαθμα στελέχη που θα μπορούσαν δικαιολογημένα να χαρακτηριστούν νεοφασίστες.

Αν και η πλήρης έκταση της εμπλοκής των ΗΠΑ δεν έχει ακόμα αποκαλυφθεί,, είναι σαφές ότι η Ουάσιγκτον υποστήριξε το πραξικόπημα.  Η Νούλαντ και ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Τζον Μακέιν συμμετείχαν σε αντικυβερνητικές διαδηλώσεις, και οΤζέφρι Πάιατ, ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Ουκρανία, διακήρυξε μετά την ανατροπή τού Γιανουκόβιτς ότι ήταν «μια μέρα που θα γραφτεί στα βιβλία της ιστορίας». Όπως αποκαλύφθηκε από τη διαρροή μιας τηλεφωνικής συνομιλίας, η Νούλαντ είχε υποστηρίξει την αλλαγή καθεστώτος και ήθελε πρωθυπουργό στη νέα κυβέρνηση τον Ουκρανό πολιτικό Αρσένι Γιατσενιούκ, όπως και έγινε. Καθόλου περίεργο το ότι Ρώσοι όλων των πεποιθήσεων πιστεύουν ότι η Δύση έπαιξε ρόλο στηνεκδίωξη τού Γιανουκόβιτς.

Για τον Πούτιν, είχε φτάσει η ώρα να δράσει εναντίον τής Ουκρανίας και της Δύσης. Λίγο μετά τις 22 Φεβρουαρίου διέταξε τις ρωσικές δυνάμεις να πάρουν την Κριμαία από την Ουκρανία, και αμέσως μετά, την προσάρτησε στην Ρωσία. Η επιχείρηση αποδείχθηκε σχετικά εύκολη, χάρη στις χιλιάδες των Ρώσων στρατιωτών που ήδη στάθμευαν στη ναυτική βάση τής Κριμαίας στο λιμάνι τής Σεβαστούπολης. Η Κριμαία αποτελούσε επίσης εύκολο στόχο, καθώς οι Ρώσοι αποτελούν περίπου το 60% του πληθυσμού της. Οι περισσότεροι από αυτούς ήθελαν να φύγουν από την Ουκρανία.

Στη συνέχεια, ο Πούτιν άσκησε τεράστια πίεση στη νέα κυβέρνηση στο Κίεβο για να την αποτρέψει από το να συνταχθεί με την Δύση εναντίον τής Μόσχας, καθιστώντας σαφές ότι θα κατέστρεφε την Ουκρανία ως λειτουργικό κράτος προτού επιτρέψει να γίνει ένα δυτικό προπύργιο στο κατώφλι της Ρωσίας. Προς τον σκοπό αυτό, παρείχε συμβούλους, όπλα, και διπλωματική υποστήριξη προς τους Ρώσους αυτονομιστές στην ανατολική Ουκρανία, οι οποίοι ωθούν τη χώρα προς τον εμφύλιο πόλεμο. Έχει συγκεντρώσει έναν μεγάλο στρατό στα ουκρανικά σύνορα, απειλώντας να εισβάλει εάν η κυβέρνηση καταστείλει τους αντάρτες.  Και αύξησε σημαντικά την τιμή τού φυσικού αερίου που πωλεί η Ρωσία στην Ουκρανία και απαίτησε την πληρωμή για προηγούμενες εξαγωγές. Ο Πούτιν παίζει σκληρό παιχνίδι.

Η Διάγνωση

Οι ενέργειες του Πούτιν θα έπρεπε να είναι εύκολα κατανοητές. Η Ουκρανία, μια τεράστια έκταση επίπεδης γης την οποία διέσχισαν η ναπολεόντειος Γαλλία, η αυτοκρατορική Γερμανία και η ναζιστική Γερμανία για να χτυπήσουν την ίδια τη Ρωσία, χρησιμεύει ως ρυθμιστικό κράτος τεράστιας στρατηγικής σημασίας για τη Ρωσία.  Κανένας Ρώσος ηγέτης δεν θα ανεχόταν μια στρατιωτική συμμαχία που μέχρι πρόσφατα ήταν θανάσιμος εχθρός τής Μόσχας, να κινείται μέσα στην Ουκρανία.  Επίσης, κανένας Ρώσος ηγέτης δεν θα παρέμενε άπραγος ενώ η Δύση βοηθούσε να εγκατασταθεί μια κυβέρνηση εκεί, η οποία ήταν αποφασισμένη να ενσωματώσει την Ουκρανία στην Δύση.

Μπορεί η θέση της Μόσχας να μην αρέσει στην Ουάσινγκτον, αλλά θα έπρεπε να κατανοήσει την λογική πίσω από αυτήν. Βασικοί κανόνες γεωπολιτικής: Οι μεγάλες δυνάμεις είναι πάντα ευαίσθητες σε πιθανές απειλές κοντά στο έδαφός τους.  Εξάλλου, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν ανέχονται μακρινές μεγάλες δυνάμεις να αναπτύσσουν στρατιωτικές δυνάμεις οπουδήποτε στο Δυτικό Ημισφαίριο, πολύ περισσότερο στα σύνορά τους.  Φανταστείτε την αμερικανική οργή αν η Κίνα δημιουργούσε μια εντυπωσιακή στρατιωτική συμμαχία και προσπαθούσε να συμπεριλάβει τον Καναδά και το Μεξικό. Με την λογική κατά μέρος, οι Ρώσοι ηγέτες έχουν πει σε πολλές περιπτώσεις στους Δυτικούς ομολόγους τους ότι θεωρούν πως η επέκταση του ΝΑΤΟ στην Γεωργία και την Ουκρανία είναι απαράδεκτη, μαζί με οιποιδήποτε προσπάθεια να στραφούν αυτές οι χώρες εναντίον τής Ρωσίας – ένα μήνυμα που ο ρωσο-γεωργιανός πόλεμος το 2008 κατέστησε επίσης απολύτως σαφές.

Αξιωματούχοι από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους Ευρωπαίους συμμάχους τους υποστηρίζουν ότι προσπάθησαν σκληρά για να κατευνάσουν τους φόβους τής Ρωσίας και ότι η Μόσχα θα πρέπει να καταλάβει ότι το ΝΑΤΟ δεν έχει σχέδια για την Ρωσία. Εκτός από το να αρνείται συνεχώς ότι η επέκταση του ΝΑΤΟ έχει ως στόχο τον περιορισμό τής Ρωσίας, η συμμαχία δεν ανέπτυξε ποτέ μόνιμες στρατιωτικές δυνάμεις στα νέα κράτη-μέλη της. Το 2002 μάλιστα, δημιούργησε ένα όργανο που ονομάζεται Συμβούλιο ΝΑΤΟ-Ρωσίας, σε μια προσπάθεια να προωθήσει τη συνεργασία. Για να κατευνάσουν περαιτέρω την Ρωσία, οι Ηνωμένες Πολιτείες ανακοίνωσαν το 2009 ότι θα αναπτύξουν ένα νέο σύστημα αντιπυραυλικής άμυνας για πολεμικά πλοία στα ευρωπαϊκά ύδατα, τουλάχιστον αρχικά, και όχι σε τσεχικό ή πολωνικό έδαφος. Αλλά κανένα από αυτά τα μέτρα δεν λειτούργησε. Οι Ρώσοι παρέμειναν σταθερά αντίθετοι με την διεύρυνση του ΝΑΤΟ, κυρίως στην Γεωργία και την Ουκρανία. Και είναι οι Ρώσοι, όχι η Δύση, οι οποίοι τελικά θα αποφασίσουν τι μετράει ως απειλή γι’ αυτούς.

Για να καταλάβει κανείς γιατί η Δύση, ειδικά οι Ηνωμένες Πολιτείες, δεν μπόρεσαν να καταλάβουν ότι η πολιτική τους στην Ουκρανία έθετε τις βάσεις για μια μεγάλη σύγκρουση με την Ρωσία, πρέπει να πάει πίσω στα μέσα τής δεκαετίας τού 1990, όταν η κυβέρνηση Κλίντον άρχισε να υποστηρίζει την επέκταση του ΝΑΤΟ. Ειδήμονες προέβαλαν ποικίλα επιχειρήματα υπέρ και κατά τής διεύρυνσης, αλλά δεν υπήρχε συναίνεση για το τι πρέπει να γίνει. Οι περισσότεροι ανατολικοευρωπαίοι μετανάστες στις Ηνωμένες Πολιτείες και οι συγγενείς τους, για παράδειγμα, υποστήριζαν σθεναρά τη διεύρυνση, επειδή ήθελαν το ΝΑΤΟ να προστατεύει χώρες όπως η Ουγγαρία και η Πολωνία. Λίγοι ρεαλιστές ευνόησαν επίσης αυτή την πολιτική, επειδή πίστευαν ότι η Ρωσία  έπρεπε ακόμη να περιοριστεί.

Αλλά οι περισσότεροι ρεαλιστές αντιτίθεντο στην επέκταση, με την πεποίθηση ότι μια φθίνουσα μεγάλη δύναμη με γηράσκοντα πληθυσμό και μονοδιάστατη οικονομία δεν χρειαζόταν στην πραγματικότητα να περιοριστεί. Και φοβούνταν ότι η διεύρυνση θα έδινε στη Μόσχα μόνο κίνητρο να προκαλέσει προβλήματα στην Ανατολική Ευρώπη. Ο διπλωμάτης των ΗΠΑ, Τζορτζ Κένναν, διατύπωσε αυτή την άποψη σε μια συνέντευξή του το 1998, λίγο αφότου η Γερουσία των ΗΠΑ ενέκρινε τον πρώτο γύρο επέκτασης του ΝΑΤΟ. «Νομίζω ότι οι Ρώσοι θα αντιδράσουν σταδιακά αρκετά αρνητικά και αυτό θα επηρεάσει τις πολιτικές τους», είπε.  «Πιστεύω ότι πρόκειται για ένα τραγικό λάθος Δεν υπήρχε κανένας απολύτως λόγος γι’ αυτό. Κανείς δεν απειλούσε κανέναν».

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους θα πρέπει να εγκαταλείψουν το σχέδιό τους να δυτικοποιήσουν την Ουκρανία και αντ’ αυτού να επιδιώξουν να την καταστήσουν ουδέτερο ρυθμιστικό παράγοντα.

Οι περισσότεροι φιλελεύθεροι, από την άλλη πλευρά, τάχθηκαν υπέρ της διεύρυνσης, συμπεριλαμβανομένων πολλών βασικών μελών τής διακυβέρνησης Κλίντον. Πίστευαν ότι το τέλος του Ψυχρού Πολέμου είχε μεταμορφώσει ριζικά τη διεθνή πολιτική και ότι μια νέα, μετα-εθνική τάξη είχε αντικαταστήσει τη ρεαλιστική λογική που κυβερνούσε την Ευρώπη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν ήταν μόνο το «πλέον απαραίτητο έθνος», όπως το έθεσε η υπουργός Εξωτερικών Μαντλίν Ολμπράιτ. Ήταν επίσης ένας καλοπροαίρετος ηγεμόνας και έτσι ήταν απίθανο να θεωρηθεί ως απειλή στην Μόσχα. Ο στόχος, στην ουσία, ήταν το σύνολο της ηπείρου να μοιάζει με την Δυτική Ευρώπη.

Και έτσι οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους, επιδίωξαν να προωθήσουν την δημοκρατία στις χώρες τής Ανατολικής Ευρώπης, αυξάνοντας την οικονομική αλληλεξάρτηση μεταξύ τους, και ενσωματώνοντάς τες σε διεθνείς θεσμούς. Έχοντας κερδίσει την συζήτηση στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι φιλελεύθεροι δεν δυσκολεύτηκαν να πείσουν τους Ευρωπαίους συμμάχους τους να υποστηρίξουν την διεύρυνση του ΝΑΤΟ.  Εξάλλου, δεδομένων των προηγούμενων επιτευγμάτων της ΕΕ, οι Ευρωπαίοι ήταν ακόμη πιο προσκολλημένοι από όσο οι Αμερικανοί στην ιδέα ότι η γεωπολιτική δεν είχε πλέον σημασία και ότι μια all-inclusive φιλελεύθερη τάξη θα μπορούσε να διατηρήσει την ειρήνη στην Ευρώπη.

Οι φιλελεύθεροι κυριάρχησαν τόσο πολύ στις συζητήσεις για την ευρωπαϊκή ασφάλεια κατά την πρώτη δεκαετία αυτού τού αιώνα, που ακόμα και όταν η συμμαχία υιοθέτησε μια πολιτική ανάπτυξης ανοικτών θυρών, η επέκταση του ΝΑΤΟ αντιμετώπισε ελάχιστες αντιδράσεις από τους ρεαλιστές. Η φιλελεύθερη κοσμοθεωρία ήταν πλέον αποδεκτό δόγμα μεταξύ των αξιωματούχων των ΗΠΑ. Τον Μάρτιο, για παράδειγμα, ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα εκφώνησε μια ομιλία σχετικά με την Ουκρανία στην οποία μίλησε επανειλημμένα για «ιδεώδη» που κινητοποιούν την Δυτική πολιτική και το πώς αυτά τα ιδεώδη «έχουν συχνά απειληθεί από μια παλαιότερη, πιο παραδοσιακή αντίληψη της εξουσίας». Η αντίδραση του υπουργού Εξωτερικών, Τζον Κέρι, στην κρίση της Κριμαίας απηχούσε την ίδια άποψη: «Στον 21ο αιώνα απλά δεν συμπεριφέρεσαι όπως στον 19ο αιώνα, με το να εισβάλεις σε μια άλλη χώρα με εντελώς κατασκευασμένα προσχήματα»

Στην ουσία, οι δύο πλευρές λειτουργούσαν με διαφορετικά εγχειρίδια: Ο Πούτιν και οι συμπατριώτες του σκέπτονταν και ενεργούσαν σύμφωνα με τις επιταγές τού ρεαλισμού, ενώ οι δυτικοί ομόλογοί τους ακολουθούσαν τις φιλελεύθερες ιδέες σχετικά με την διεθνή πολιτική. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους προκάλεσαν εν αγνοία τους μια μεγάλη κρίση στην Ουκρανία.

giati-i-dysi-echei-tin-eythyni-gia-tin-krisi-stin-oykrania0
Κίεβο, 29 Νοεμβρίου 2004. Η Πορτοκαλί Επανάσταση σε πλήρη εξέλιξη. Η υποστήριξη της Δύσης προς το φιλοδημοκρατικό κίνημα στην Ουκρανία και η επέκταση της Ε.Ε. προς ανατολάς προκάλεσαν την έντονη αντίδραση της Μόσχας. Φωτ. Associated Press

Το Παιχνίδι της Επίρριψης Ευθυνών στον Πούτιν

Στην ίδια συνέντευξη, το 1998, ο Αμερικανός διπλωμάτης Τζορτζ Κένναν προέβλεψε ότι η επέκταση του ΝΑΤΟ θα προκαλούσε μια κρίση, μετά την οποία οι υποστηρικτές τής επέκτασης θα «έλεγαν ότι πάντα σας λέγαμε ότι έτσι είναι οι Ρώσοι». Ο ένας μετά τον άλλο, οι περισσότεροι Δυτικοί αξιωματούχοι παρουσίασαν τον Πούτιν ως τον πραγματικό ένοχο των δεινών τής Ουκρανίας. Τον Μάρτιο, σύμφωνα με τους New York Times, η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ άφησε να εννοηθεί ότι ο Πούτιν ήταν παράλογος, λέγοντας στον Ομπάμα ότι ήταν «σε άλλο κόσμο». Αν και ο Πούτιν έχει αναμφίβολα αυταρχικές τάσεις, κανένα στοιχείο δεν στηρίζει την κατηγορία ότι είναι διανοητικά ανισόρροπος.  Αντιθέτως: είναι ένας πρώτης τάξεως στρατηγιστής τον οποίο θα πρέπει να φοβάται και να σέβεται οποιοσδήποτε τον αμφισβητεί στην εξωτερική πολιτική.

Άλλοι αναλυτές ισχυρίζονται, πιο εύλογα, ότι ο Πούτιν λυπάται για την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και είναι αποφασισμένος να την αντιστρέψει με την επέκταση των συνόρων τής Ρωσίας. Σύμφωνα με αυτή την ερμηνεία, ο Πούτιν, αφού κατέλαβε την Κριμαία, δοκιμάζει τώρα το έδαφος για να δει αν είναι η κατάλληλη στιγμή για να κατακτήσει την Ουκρανία ή τουλάχιστον το ανατολικό τμήμα της, και τελικά θα συμπεριφερθεί επιθετικά απέναντι σε άλλες χώρες στην περιοχή τής Ρωσίας. Για κάποιους σε αυτό το στρατόπεδο, ο Πούτιν αντιπροσωπεύει έναν σύγχρονο Αδόλφο Χίτλερ, και η σύναψη οποιασδήποτε συμφωνίας μαζί του θα επαναλάμβανε το λάθος του Μονάχου. Έτσι, το ΝΑΤΟ πρέπει να δεχτεί τη Γεωργία και την Ουκρανία για να περιορίσει τη Ρωσία προτού κυριαρχήσει στους γείτονές της και απειλήσει τη Δυτική Ευρώπη.

Αυτό το επιχείρημα καταρρέει με μια προσεκτική εξέταση. Αν ο Πούτιν ήταν αποφασισμένος να δημιουργήσει μια μεγαλύτερη Ρωσία, τα σημάδια των προθέσεών του σχεδόν σίγουρα θα είχαν προκύψει πριν από τις 22 Φεβρουαρίου. Όμως, πριν από την ημερομηνία αυτή δεν υπάρχει σχεδόν καμία απόδειξη ότι έκλινε προς την κατάληψη της Κριμαίας, πόσω μάλλον για κάποιο άλλο έδαφος στην Ουκρανία. Ακόμα και Δυτικοί ηγέτες που υποστήριζαν την επέκταση του ΝΑΤΟ δεν το έκαναν από φόβο ότι η Ρωσία ήταν έτοιμη να χρησιμοποιήσει στρατιωτική βία. Οι ενέργειες τού Πούτιν στην Κριμαία τους αιφνιδίασαν πλήρως και φαίνεται ότι είχαν μια αυθόρμητη αντίδραση για την απομάκρυνση τού Γιανουκόβιτς. Αμέσως μετά, ακόμα και ο Πούτιν είπε ότι ήταν αντίθετος με την απόσχιση της Κριμαίας, πριν αλλάξει γρήγορα γνώμη.

Άλλωστε, ακόμη και αν ήθελε, η Ρωσία δεν έχει την δυνατότητα να κατακτήσει και να προσαρτήσει εύκολα την ανατολική Ουκρανία, πολύ λιγότερο δε το σύνολο της χώρας. Περίπου 15 εκατομμύρια άνθρωποι – το ένα τρίτο τού πληθυσμού τής Ουκρανίας – ζουν ανάμεσα στον ποταμό Δνείπερο, ο οποίος διασχίζει την χώρα, και τα ρωσικά σύνορα. Η συντριπτική πλειοψηφία αυτών των ανθρώπων θέλει να παραμείνει μέρος της Ουκρανίας και σίγουρα θα αντισταθεί σε μια ρωσική κατοχή. Επιπλέον, ο μέτριος στρατός τής Ρωσίας, ο οποίος δείχνει κάποια σημάδια ότι μετατρέπεται σε μια σύγχρονη Βέρμαχτ, θα είχε ελάχιστες πιθανότητες να ειρηνεύσει ολόκληρη την Ουκρανία. Η Μόσχα δεν είναι επίσης σε θέση να πληρώσει για μια δαπανηρή κατοχή. Η αδύναμη οικονομία της θα υποφέρει ακόμη περισσότερο απέναντι στις κυρώσεις που θα προέκυπταν.

Βαρύ το τίμημα

Αλλά, ακόμη και αν η Ρωσία διέθετε μια ισχυρή στρατιωτική μηχανή και μια εντυπωσιακή οικονομία, θα ήταν πιθανότατα ανίκανη να καταλάβει με επιτυχία την Ουκρανία. Αρκεί να δει κανείς τις σοβιετικές και αμερικανικές εμπειρίες στο Αφγανιστάν, τις εμπειρίες των ΗΠΑ στο Βιετνάμ και στο Ιράκ, και την ρωσική εμπειρία στην Τσετσενία, για να θυμηθεί ότι οι στρατιωτικές κατοχές συνήθως τελειώνουν άσχημα. Ο Πούτιν σίγουρα καταλαβαίνει ότι το να προσπαθήσει να υποτάξει την Ουκρανία θα είναι σαν να καταπίνει έναν σκαντζόχοιρο.  Η απάντησή του στα γεγονότα εκεί υπήρξε αμυντική, όχι επιθετική.

Δεδομένου ότι οι περισσότεροι Δυτικοί ηγέτες εξακολουθούν να αρνούνται ότι η συμπεριφορά τού Πούτιν μπορεί να υποκινείται από δικαιολογημένες ανησυχίες για την ασφάλεια, δεν αποτελεί έκπληξη ότι έχουν προσπαθήσει να την αλλάξουν με τον διπλασιασμό των υφιστάμενων πολιτικών τους και έχουν τιμωρήσει την Ρωσία για να την αποτρέψουν από περαιτέρω επιθετικότητα. Αν και ο Κέρι υποστήριξε ότι «όλες οι επιλογές είναι στο τραπέζι», ούτε οι Ηνωμένες Πολιτείες ούτε και οι σύμμαχοί τους στο ΝΑΤΟ είναι έτοιμοι να χρησιμοποιήσουν βία για να υπερασπιστούν την Ουκρανία. Αντί γι’ αυτό, η Δύση στηρίζεται στις οικονομικές κυρώσεις για να εξαναγκάσει την Ρωσία να τερματίσει την στήριξή της στην εξέγερση στην ανατολική Ουκρανία. Τον Ιούλιο, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η ΕΕ έθεσαν σε εφαρμογή τον τρίτο γύρο περιορισμένων κυρώσεων, με στόχο κυρίως υψηλόβαθμα άτομα στενά συνδεδεμένα με την ρωσική κυβέρνηση και ορισμένες τράπεζες υψηλού προφίλ και εταιρείες στους τομείς τής ενέργειας και της άμυνας. Επίσης, απείλησαν να εξαπολύσουν έναν άλλο, πιο σκληρό γύρο κυρώσεων, με στόχο ολόκληρους τομείς τής ρωσικής οικονομίας.

Τα μέτρα αυτά θα έχουν ελάχιστα αποτελέσματα. Οι σκληρές κυρώσεις είναι πιθανότατα εκτός συζήτησης ούτως ή άλλως. Οι δυτικοευρωπαϊκές χώρες, κυρίως η Γερμανία, έχουν αντισταθεί στην επιβολή τους, φοβούμενες ότι η Ρωσία θα μπορούσε να ανταποδώσει και να προκαλέσει σοβαρή οικονομική ζημία εντός τής ΕΕ. Αλλά ακόμα κι αν οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούσαν να πείσουν τους συμμάχους τους να θεσπίσουν σκληρά μέτρα, ο Πούτιν δεν θα άλλαζε τις αποφάσεις του. Η ιστορία δείχνει ότι οι χώρες θα δεχθούν τεράστιες τιμωρίες προκειμένου να προστατεύσουν τα βασικά στρατηγικά τους συμφέροντα. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να πιστεύουμε ότι η Ρωσία αποτελεί εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα.

Οι Δυτικοί ηγέτες έχουν, επίσης, επιμείνει στις προκλητικές πολιτικές που δημιούργησαν εξ αρχής την κρίση. Τον Απρίλιο, ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, συναντήθηκε με Ουκρανούς νομοθέτες και τους είπε ότι «Αυτή είναι μια δεύτερη ευκαιρία για γίνει πράξη η αρχική υπόσχεση της Πορτοκαλί Επανάστασης».  Ο Τζον Μπρέναν, ο διευθυντής τής CIA, δεν βοήθησε τα πράγματα όταν, τον ίδιο μήνα, επισκέφθηκε το Κίεβο σε ένα ταξίδι για το οποίο ο Λευκός Οίκος είπε ότι είχε ως στόχο την βελτίωση της συνεργασίας για την ασφάλεια με την ουκρανική κυβέρνηση.

Η ΕΕ, εν τω μεταξύ, συνέχισε να προωθεί την Ανατολική Εταιρική Σχέση. Τον Μάρτιο, ο Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, ο πρόεδρος τής Ευρωπαϊκής Επιτροπής, συνόψισε το σκεπτικό τής ΕΕ για την Ουκρανία, λέγοντας ότι «Έχουμε  χρέος, καθήκον τής αλληλεγγύης με την χώρα αυτή, και θα εργαστούμε για να την έχουμε όσο το δυνατόν πιο κοντά σε εμάς». Και βεβαίως, στις 27 Ιουνίου, η ΕΕ και η Ουκρανία υπέγραψαν την οικονομική συμφωνία που ο Γιανουκόβιτς είχε μοιραία απορρίψει επτά μήνες νωρίτερα. Επίσης, τον Ιούνιο, σε μια συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών των μελών τού ΝΑΤΟ, συμφωνήθηκε ότι η συμμαχία θα παραμείνει ανοιχτή σε νέα μέλη, αν και οι υπουργοί Εξωτερικών απέφυγαν να αναφέρουν ονομαστικά την Ουκρανία. «Καμιά τρίτη χώρα δεν διαθέτει δικαίωμα βέτο έναντι της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ», ανακοίνωσε ο Άντερς Φογκ Ράσμουσεν, ο Γενικός Γραμματέας τού ΝΑΤΟ. Οι υπουργοί Εξωτερικών συμφώνησαν, επίσης, να υποστηρίξουν διάφορα μέτρα για την βελτίωση των στρατιωτικών δυνατοτήτων τής Ουκρανίας σε τομείς όπως η διοίκηση και ο έλεγχος, η επιμελητεία, και η κυβερνο-άμυνα. Οι Ρώσοι ηγέτες έχουν φυσικά αντιδράσει σε αυτές τις ενέργειες. Η απάντηση της Δύσης στην κρίση θα κάνει απλώς μια κακή κατάσταση χειρότερη.

Ωστόσο, υπάρχει μια λύση στην κρίση στην Ουκρανία – αν και θα απαιτήσει από την Δύση να σκεφτεί την χώρα με έναν ριζικά νέο τρόπο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους θα πρέπει να εγκαταλείψουν το σχέδιό τους να δυτικοποιήσουν την Ουκρανία και να στοχεύσουν αντ’ αυτού να την κάνουν μια ουδέτερη ζώνη μεταξύ του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας, παρόμοια με την θέση τής Αυστρίας κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Οι Δυτικοί ηγέτες θα πρέπει να αναγνωρίσουν ότι η Ουκρανία έχει τόσο μεγάλη σημασία για τον Πούτιν που δεν μπορούν να υποστηρίξουν ένα αντιρωσικό καθεστώς εκεί. Αυτό δεν σημαίνει ότι μια μελλοντική κυβέρνηση της Ουκρανίας θα πρέπει να είναι φιλο-ρωσική ή αντι-ΝΑΤΟϊκή. Αντιθέτως, ο στόχος θα πρέπει να είναι μια κυρίαρχη Ουκρανία που δεν θα ανήκει ούτε στο ρωσικό ούτε το Δυτικό στρατόπεδο.

Για να επιτευχθεί αυτό, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους θα πρέπει να αποκλείσουν δημοσίως την επέκταση του ΝΑΤΟ στην Γεωργία και την Ουκρανία. Η Δύση πρέπει να συμβάλει στη διαμόρφωση ενός οικονομικού σχεδίου διάσωσης για την Ουκρανία που θα χρηματοδοτείται από κοινού από την ΕΕ, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την Ρωσία και τις Ηνωμένες Πολιτείες – μια πρόταση που η Μόσχα θα πρέπει να επικροτήσει, δεδομένου του συμφέροντός της να έχει μια ευημερούσα και σταθερή Ουκρανία στην δυτική της πλευρά. Και η Δύση θα πρέπει να περιορίσει σημαντικά τις προσπάθειες κοινωνικής μηχανικής στο εσωτερικό τής Ουκρανίας. Είναι καιρός να μπεί ένα τέλος στην δυτική υποστήριξη για μια νέα Πορτοκαλί Επανάσταση. Παρ’ όλα αυτά, οι ηγέτες των ΗΠΑ και της Ευρώπης θα πρέπει να ενθαρρύνουν την Ουκρανία να σεβαστεί τα δικαιώματα των μειονοτήτων, ιδιαίτερα τα γλωσσικά δικαιώματα των ρωσόφωνων.

Κάποιοι μπορεί να υποστηρίξουν ότι η αλλαγή πολιτικής προς την Ουκρανία σε αυτήν την προχωρημένη φάση θα έβλαπτε σοβαρά την αξιοπιστία των ΗΠΑ σε όλο τον κόσμο. Αναμφίβολα θα υπήρχε κάποιο κόστος, αλλά το κόστος μιας συνεχιζόμενης λανθασμένης στρατηγικής θα είναι πολύ μεγαλύτερο. Επιπλέον, άλλες χώρες είναι πιθανό να σεβαστούν ένα κράτος που μαθαίνει από τα λάθη του και, τελικά, επινοεί μια πολιτική που διευθετεί αποτελεσματικά το εκάστοτε πρόβλημα. Αυτή η επιλογή είναι σαφώς ανοιχτή για τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Χωρίς νόημα η αυτοδιάθεση

Ακούγεται επίσης ο ισχυρισμός ότι η Ουκρανία έχει το δικαίωμα να καθορίσει με ποιους θέλει να συμμαχήσει και ότι οι Ρώσοι δεν έχουν κανένα δικαίωμα να εμποδίσουν το Κίεβο από το να ενταχθεί στην Δύση. Αυτός είναι ένας επικίνδυνος τρόπος να σκέπτεται η Ουκρανία τις επιλογές τής εξωτερικής πολιτικής της. Η θλιβερή αλήθεια είναι ότι θα μπορούσε να είναι συχνά σωστό όταν η πολιτική των μεγάλων δυνάμεων παίζεται. Αφηρημένα δικαιώματα, όπως η αυτοδιάθεση, είναι σε μεγάλο βαθμό χωρίς νόημα όταν ισχυρά κράτη μπαίνουν σε καυγάδες με πιο αδύναμα κράτη. Μήπως η Κούβα είχε το δικαίωμα να σχηματίσει μια στρατιωτική συμμαχία με την Σοβιετική Ένωση κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου; Οι Ηνωμένες Πολιτείες σίγουρα δεν το πίστευαν, και οι Ρώσοι σκέφτονται με τον ίδιο τρόπο για μια Ουκρανία που ενώνεται με την Δύση. Είναι προς το συμφέρον τής Ουκρανίας να κατανοήσει αυτά τα δεδομένα τής ζωής και να προχωρήσει προσεκτικά, όταν συναλλάσσεται με τον πιο ισχυρό γείτονά της.

Ωστόσο, ακόμη και αν κάποιος απορρίπτει αυτή την ανάλυση και πιστεύει ότι η Ουκρανία έχει το δικαίωμα να υποβάλει αίτημα ένταξης στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ, το γεγονός παραμένει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί τους έχουν το δικαίωμα να απορρίψουν τα αιτήματα αυτά. Δεν υπάρχει κανένας λόγος για τον οποίο η Δύση πρέπει να διευκολύνει την Ουκρανία, αν εκείνη κλίνει στο να ακολουθεί μια εξωτερική πολιτική προς την λάθος κατεύθυνση, ειδικά αν η άμυνά της δεν αποτελεί ζωτικό συμφέρον. Η ικανοποίηση των ονείρων κάποιων Ουκρανών δεν αξίζει την εχθρότητα και την σύγκρουση που θα προκαλέσει, ιδιαίτερα στον ουκρανικό λαό.

Βέβαια, ορισμένοι αναλυτές μπορεί να παραδεχτούν ότι το ΝΑΤΟ χειρίστηκε κακώς τις σχέσεις με την Ουκρανία και παρόλα αυτά να εξακολουθούν να υποστηρίζουν ότι η Ρωσία αποτελεί έναν εχθρό που θα γίνει όλο και πιο τρομακτικός με την πάροδο του χρόνου – και ότι η Δύση δεν έχει επομένως άλλη επιλογή από το να συνεχίσει την παρούσα πολιτική της. Αλλά αυτή η άποψη είναι πολύ λανθασμένη. Η Ρωσία είναι μια παρακμάζουσα δύναμη, και θα γίνεται μόνο ασθενέστερη με τον χρόνο. Ακόμα και αν η Ρωσία ήταν μια ανερχόμενη δύναμη, άλλωστε, πάλι δεν θα είχε κανένα νόημα να ενσωματωθεί η Ουκρανία στο ΝΑΤΟ. Ο λόγος είναι απλός: Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί τους δεν θεωρούν την Ουκρανία ως ένα βασικό στρατηγικό συμφέρον, όπως αποδεικνύει η απροθυμία τους να χρησιμοποιήσουν στρατιωτική δύναμη προς ενίσχυσή της. Συνεπώς, θα ήταν το αποκορύφωμα της ανοησίας να δημιουργηθεί ένα νέο μέλος του ΝΑΤΟ το οποίο τα άλλα μέλη δεν έχουν καμία πρόθεση να υπερασπιστούν. Το ΝΑΤΟ έχει επεκταθεί και στο παρελθόν, επειδή οι φιλελεύθεροι συμπέραναν ότι η συμμαχία δεν θα χρειαστεί ποτέ να τιμήσει τις νέες εγγυήσεις για την ασφάλειά της, αλλά το πρόσφατο παιχνίδι εξουσίας τής Ρωσίας δείχνει ότι η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ θα μπορούσε να θέσει την Ρωσία και την Δύση σε πορεία σύγκρουσης.

Η προσκόλληση στην τρέχουσα πολιτική θα περιπλέξει τις σχέσεις τής Δύσης με την Μόσχα και σχετικά με άλλα θέματα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες χρειάζονται την βοήθεια της Ρωσίας για να αποσύρουν τον αμερικανικό εξοπλισμό από το Αφγανιστάν μέσω ρωσικού εδάφους, να επιτύχουν πυρηνική συμφωνία με το Ιράν και να σταθεροποιήσουν την κατάσταση στη Συρία. Στην πραγματικότητα, η Μόσχα έχει βοηθήσει την Ουάσινγκτον και στα τρία αυτά ζητήματα στο παρελθόν- το καλοκαίρι του 2013, ο Πούτιν ήταν αυτός που έβγαλε τα κάστανα του Ομπάμα από τη φωτιά, σφυρηλατώντας τη συμφωνία βάσει της οποίας η Συρία συμφώνησε να εγκαταλείψει τα χημικά της όπλα, αποφεύγοντας έτσι το στρατιωτικό χτύπημα των ΗΠΑ με το οποίο είχε απειλήσει ο Ομπάμα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες επίσης κάποια μέρα θα χρειαστούν την βοήθεια της Ρωσίας για να ανασχέσουν μια άνοδο της Κίνας. Η σημερινή πολιτική των ΗΠΑ, ωστόσο, απλώς οδηγεί την Μόσχα και το Πεκίνο πιο κοντά.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί τους αντιμετωπίζουν τώρα μια επιλογή για την Ουκρανία.  Μπορούν να συνεχίσουν την τρέχουσα πολιτική τους, η οποία θα επιδεινώσει τις εχθροπραξίες με την Ρωσία και θα αφανίσει την Ουκρανία στο πλαίσιο της διαδικασίας – ένα σενάριο στο οποίο όλοι θα βγουν χαμένοι. Ή μπορούν να αλλάξουν και να εργαστούν για την δημιουργία μιας ευημερούσας αλλά ουδέτερης Ουκρανίας, μιας Ουκρανίας που δεν θα απειλεί την Ρωσία και θα επιτρέπει στην Δύση να αποκαταστήσει τις σχέσεις της με την Μόσχα. Με την προσέγγιση αυτή, όλες οι πλευρές θα έβγαιναν κερδισμένες.

* Τζον Μερσχάιµερ, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου

Τάκης Μίχας | Εφημερίδα των Συντακτών

To αφήγημα που προωθεί η κυβέρνηση Μπάιντεν για να εξηγήσει τα τεκταινόμενα επικεντρώνεται στο πρόσωπο του Πούτιν. Αυτός είναι ο ένας και μοναδικός υπεύθυνος για ό,τι συμβαίνει τώρα. Ο πόλεμος είναι «πόλεμος του Πούτιν» και επιπλέον πρόκειται για προσωπική επιλογή του.

Oι λόγοι που ωθούν τον Ρώσο ηγέτη σε τέτοιες επικίνδυνες ενέργειες –πάντοτε σύμφωνα με αυτό το αφήγημα– έχουν να κάνουν με αδυναμίες στην ψυχολογική δομή της προσωπικότητάς του –είναι ματαιόδοξος, ναρκισσιστής, εγωκεντρικός, αυταρχικός κ.λπ. Αυτό εξηγεί και την απόφασή του να εισβάλει στην Ουκρανία. Η προσάρτηση, η υποταγή της χώρας, θα του επιτρέψει αφενός να ικανοποιήσει την άκρατη φιλοδοξία του και αφετέρου να τερματίσει το δημοκρατικό πείραμα στη γειτονική χώρα. Το «α» και το «ω» είναι η αποκλειστική ευθύνη του Ρώσου ηγέτη για αυτά που συμβαίνουν σήμερα, ενώ παράλληλα οι τυχόν ευθύνες ΗΠΑ και άλλων δυτικών χωρών απουσιάζουν παντελώς από το αφήγημα.

Οπως είναι γνωστό, υπάρχουν πολλοί (πανεπιστημιακοί, πολιτικοί κ.λπ.) που διαφωνούν με το αφήγημα της κυβέρνησης Μπάιντεν θεωρώντας ότι οι πράξεις της Δύσης και συγκεκριμένα η διεύρυνση του ΝΑΤΟ με τις χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας δημιούργησε τις προϋποθέσεις για τη σημερινή τραγωδία που βιώνει πριν από όλους η Ουκρανία.

Ομως αυτό που είναι λιγότερο γνωστό είναι ότι μεταξύ των επικριτών της σημερινής πολιτικής των ΗΠΑ είναι και η περίφημη CIA. Οσο περίεργο κι αν ακούγεται, η CIA δεν φαίνεται να «αγοράζει» το αφήγημα της κυβέρνησης Μπάιντεν.

Ενας από τους ισχυρότερους επικριτές του κυρίαρχου αφηγήματος είναι ο σημερινός διευθυντής της CIA, Ουίλιαμ Μπερνς, θεωρούμενος εξαιρετικός διπλωμάτης που μιλάει άπταιστα ρωσικά έχοντας υπηρετήσει δύο φορές στη Μόσχα –τη δεύτερη ως πρέσβης.

Πρόσφατα ο Μπερνς έγραψε ένα βιβλίο αναμνήσεων με τίτλο «The Back Channel». Στο βιβλίο αυτό ο Μπερνς αναφέρει επανειλημμένα ότι όλοι οι Ρώσοι ανεξαρτήτως ιδεολογίας –και όχι μόνο ο Πούτιν– μισούσαν και φοβούνταν τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ. «Η εχθρότητα προς την αρχική διεύρυνση του ΝΑΤΟ είναι το καθολικό συναίσθημα σε όλο το πολιτικό φάσμα εδώ», αναφέρει παραπέμποντας σε υπόμνημα που είχε γράψει όταν υπηρετούσε στην πρεσβεία στη Μόσχα ως πολιτικός σύμβουλος το 1995.

Ενώ το κυρίαρχο αφήγημα θεωρεί ότι για τη σημερινή κρίση στην Ουκρανία την αποκλειστική ευθύνη φέρει ο Πούτιν, ο Μπερνς αντίθετα υποστηρίζει ότι οι ΗΠΑ βοήθησαν να τεθούν οι βάσεις της κρίσης. Η Ουάσινγκτον εκμεταλλευόμενη την αδυναμία της Ρωσίας έθρεψε την εθνικιστική πίκρα την οποία ο Πούτιν εκμεταλλεύεται σήμερα. Σύμφωνα με τον αρχηγό της CIA, η απόφαση του Κλίντον να διευρύνει το ΝΑΤΟ με την Πολωνία, την Ουγγαρία και την Τσεχία ήταν «στην καλύτερη περίπτωση πρώιμη και στη χειρότερη προκλητική».

Και συνεχίζει: «Καθώς οι Ρώσοι έβραζαν στο παράπονό τους και στην αίσθηση ότι μειονεκτούσαν, μια επερχόμενη καταιγίδα θεωριών “πισώπλατου μαχαιρώματος” άρχισε να στροβιλίζει σιγά σιγά αφήνοντας σημάδια στη σχέση της Ρωσίας με τη Δύση που θα κρατούσαν δεκαετίες».

Αλλά φυσικά η προοπτική ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ ήταν η σταγόνα που έκανε το ποτήρι να ξεχειλίσει. «Η ουκρανική ένταξη στο ΝΑΤΟ είναι η πιο φωτεινή από όλες τις κόκκινες γραμμές για τη ρωσική ελίτ», έγραψε σε υπόμνημα το 2008 στην τότε υπουργό Εξωτερικών Κοντολίζα Ράις.

«Σε πάνω από δυόμισι χρόνια συζητήσεων που είχα με Ρώσους παίκτες σε θέσεις-κλειδιά, από τραμπούκους στις σκοτεινές γωνιές του Κρεμλίνου μέχρι τους πιο αιχμηρούς φιλελεύθερους επικριτές του Πούτιν, δεν έχω βρει ακόμα κάποιον που να βλέπει την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ ως οτιδήποτε άλλο παρά από μια άμεση πρόκληση στα ρωσικά συμφέροντα».

Aυτό επίσης που εντυπωσιάζει με το βιβλίο του διευθυντή της CIA είναι η ορθότητα των προβλέψεών του. Για τον Μπερνς η απόφαση της κυβέρνησης Μπους να ανοίξει την πόρτα του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία ήταν καταστροφική. Γι’ αυτό είπε στη Ράις ότι «είναι δύσκολο να υπερβάλει κανείς τις στρατηγικές επιπτώσεις» της απόφασης και προέβλεψε ότι «θα δημιουργούσε εύφορο έδαφος για ρωσική ανάμειξη στην Κριμαία και την ανατολική Ουκρανία». Οπως ακριβώς και έγινε.

Αν το ΝΑΤΟ υποσχεθεί στην Ουκρανία την ένταξή της, έγραφε, «δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Πούτιν θα αντεπιτεθεί σκληρά». Οπως ακριβώς και έγινε.

Editor’s note: discussion topics include security in commercial housing in the Another Now model (AN), taxation in AN, income and wealth inequality in AN, inheritance in AN, time-limited or depreciating money, whether divergent incomes combined with compound interest can lead to class divisions in AN, firm size in AN, monopoly in AN, workplace management structures in AN, and the argument for equal decision-making rights within enterprises.

[After the Oligarchy] Hello everybody, this is After the Oligarchy. Today I’m speaking with Professor Yanis Varoufakis.

Yanis Varoufakis is the former Greek Finance Minister, a professor of economics, co-founder of DiEM25 and the Progressive International, leader of MeRA25, and a member of Greek parliament. This is the second in a series of interviews with Professor Varoufakis, if you haven’t watched the first check that out.

Today’s conversation is in association with mέta: the Centre for PostCapitalist Civilization. And the topic is Yanis’s latest book Another Now, published in 2020, which presents a vision of a post-capitalist society. It’s an advanced discussion of the model proposed in that book. If you want an introduction, I wrote an essay and made a 40-minute video doing just that. Though I do recommend that you read the book.

Yanis Varoufakis, thank you very much for joining me.

[Yanis Varoufakis] Well thank you very much for having me on After the Oligarchy. We are living under the oligarchy, but anyway let’s imagine, let’s imagine.

[ATO] Exactly.

So again I have a lot of questions for you. We’ll begin with a question about housing, because after I posted the first interview and also the model summary something that kept coming up again and again from commenters was that they were worried about security in the commercial housing sector. The problem raised was basically that you’re saying that every year, or every period of time, I have to keep bidding to retain access to my house. And if somebody comes along who has more money than me then then I get kicked out.

And, of course, I certainly appreciate the ingenuity of the mechanism, to try to constantly reveal the opportunity cost of the land and the housing for society to be able to get that back so that there isn’t a rentier dynamic in housing.

How would you respond to that question of security?

[YV] Well, firstly, remember that this is about the commercial zone. In in my blueprint, every county – think of it as counties – chooses to create a space that’s not … I mean, it’s democratically determined how large this commercial zone will be. The purpose of this commercial zone is for it to be run commercially by the many, for the many, in order to extract rents from those who want to operate in the commercial zone; rents with which to build social housing, social zoning, social entrepreneurial activities, common spaces, the commons. So it is a good feature, a well-designed feature of the commercial zone, that anybody who wants to operate in it has to live in fear. If you wanted to live in a house that that you paid for, not in a social house, not in a unit within social housing, then yeah I mean live in fear.

Remember, it’s not just that once a year you bid for it, but it’s something like a perpetual auction whereby anybody can actually outbid you and throw you out. Which is great because the commercial zone is there to make money for the many, for every citizen who lives in the social zone and whose activities – whether they’re poetry readings, or paintings, or producing social goods – are being funded by the commercial enterprises within the commercial zone. So it’s okay if you if you live in fear. And the whole point of this permanent auction is to ensure that there is complete incentive compatibility. In other words, that when you declare to the authorities what you value that building or piece of land as that you’re truthful. And you will only be truthful if … you can undervalue it if you want, but then somebody can come and outbid you and throw you out. So I have no defence to those who say that ‘oh, the people who live there in commercial zone will live in fear’. We want them to live in fear.

And, you know, it’s a game for them. The crucial point here is that you don’t have to live in the commercial zone. I would live in the social zone. But if you want a fancy house, a much fancier house than you deserve, or you want to create an enterprise in a place that society does not deem that you should have it, then yes you pay for it. And if you make the money for it, yeah good it all goes back to social housing and the social zone.

[ATO] Okay, so it’s really that that the priority is being put on the redistributive function of the commercial housing zone.

To move on to something else, I’ve a series of questions about income and wealth inequality. This is also a concern for some people, it’s a concern for me as well and any kind of market system … so, for example let’s talk about taxation. In Another Now there are two taxes. I mean, maybe there could be a carbon tax but let’s not go into that. There is a corporation tax, which is a tax on the revenue of all firms, and then there’s a land tax and we were talking about that there.

[YV] Land tax only in the commercial zone, only the commercial.

[ATO] Yes exactly, on the commercial zone. One might say ‘well, are you serious? There’s no income tax?’

[YV] Yeah! There’s no income tax.

[ATO] Because there could be seriously divergent incomes, because different firms could have much different rates of profitability or revenue streams, so it’s likely, one might say, that there is a lot of inequality generated. But there’s no progressive income tax.

[YV] I’m not convinced. I don’t believe there will be. If you look at the capitalist system, or techno-feudal system, in which to live today, inequality – mind numbing and soul-crushing inequality – is the result of two things. Firstly, the private ownership of firms, of the means of production, shares, share markets. That’s one, and finance is the second one. That’s where the huge inequality that is destroying our spirit comes from. Not to mention our planet.

In Another Now there would be neither. Because shares are distributed on the basis of one employee, one member, one share, one vote. And there is no financial sector, the financial sector has been taken over by a distributed ledger of the central bank. And therefore this highly problematic toxic duet – duetto in Italian – between the banker and the mogul, the banker creating, printing, money out of thin air, lending to the mogul, who uses the printing presses of the private bank in order to corner the market in the share market and effectively own everything. And then the wealth begets wealth.

Now why is Zuckerberg so much wealthier today than he was at the beginning of the pandemic. Nothing to do with the profitability of Facebook. It’s got to do with the fact that there is this combination of financial capital – the printing presses of the central bank working for Zuckerberg, not for the people, not for the many unlike in Another Now – and ownership of Facebook. And if you break down ownership of Facebook, and Facebook is equally owned by everybody who works in Facebook, and if you end the printing presses both of the state and the private sector banks operating at full throttle on behalf of the very, very, few, then the inequality that you and I are used to goes.

Not everybody’s going to earn the same. Yes, some companies are going to make more money than others. And some people will make more money within the same company because of the bonuses system that I have envisaged. But the differences between pay and capacities of those people will be minuscule. I don’t want to live in society where everybody gets exactly the same independently what they do. But the magnitude, the order of magnitude of equality that we’re facing is simply impossible in a system like the one I describe in Another Now.

[ATO] Okay, I have two responses to that. The first is that one might say ‘yes the inequality could be much less’ – and it would be, I think it’s hard to imagine that it would be anything like it is at the moment – ‘but the levels of inequality now are so outrageously great that it’s not a reasonable point of comparison’. So we need to think about whether the inequality that would exist would be tolerable rather than whether it be less than what exists now.

This point though is very interesting. Somebody might say ‘okay I see what you’re saying but why not have any progressive income tax?’. What’s the reasoning behind that?

[YV] Well, because we want a simple society in which people don’t pay taxes. The only reason why we care about income tax today is because we have a classist, stratified, society where some have everything and the rest have nothing. And the rest of the world who don’t have much say ‘well, we really need an income tax, it’s a way of recouping something back from the bastards who have everything’. Well, if we do away with social classes based on private ownership of means of production, then that sentiment and the argument simply disappears. We will not need income taxes. And certainly not sales taxes or value added taxes (VATs). What’s the point?

[ATO] What would be a range of incomes that you think would be acceptable? We don’t need to get too particular about it, you know ‘1.7’, but roughly what do you think?

[YV] Anything that that comes out of Another Now. And let me let me be clear on this. The problem I have with inequality in capitalism is that it is the result of exploitation.

You see, liberals, free marketeers, and right wingers, present capitalism like an Olympic 100-metre sprint: some people are faster some, people are slower, and what can we do? The faster man or woman is going to win a gold medal, the others can just dream of it. But this is an awful metaphor for capitalism. Capitalism is not a race where some win and some lose. The problem is not inequality, the problem is exploitation. So, if you really want a parable for capitalism the 100-metre sprint is not a good one.

I’ll give you my parable. It’s like when the Brits went to the Himalayas as conquerors during the Raj, during the British Empire, and beyond that. They had their sherpas carrying them, and their pianos, and their desks, all the way to Mount Everest. So, if you get rid of this relationship, if the sherpas are not carrying the colonial masters on their shoulders, then I don’t mind if somebody manages to get up to Mount Everest and somebody else doesn’t.

So, if there is inequality when we do not have capital fuelling exploitation, which then results into much greater inequality, which then results into more capital that then fuels exploitation, then I don’t have a problem.

And, by the way, in Another Now, of course you never can predict. Human malice can always seep in and subvert even the most beautiful social arrangements, rules of the game. Well, there is a fallback position, there is an insurance policy. It’s the juries of citizens, randomly selected like in the Irish assembly in the case of your [2018] referendum on abortion, and those jurors have the capacity to disband a company that is misbehaving or producing exploitation of some kind of form that we are not in a position today to predict. So you have that insurance policy as well.

[ATO] That’s a very good analogy for capitalism. The exploitation that you’re talking about is very important. You’re talking primarily about the exploitation of the working class by the capitalist class, say within a firm. The pre-distribution of income from the people who do the work to those who make an income just by having some legal title, some claim to the ownership of property. And that’s crucial.

But to play devil’s advocate, would you not think that there’s also an element that a market society itself as a mode of distribution, and the competition involved in that, even through purely statistical effects, will lead to pretty big divergences in income and hence wealth over time? That it’s something that arises from the nature of the system itself rather than just the structure within a firm, and that this could over time lead to a polarization so that without a progressive income tax this would happen or it would happen even faster?

[YV] No, I don’t think so. I really don’t think so. I think that we are making the mistake of assuming, because that has been the historical reality up to now, that property rights go hand in hand with markets. If you take away property rights over means of production, then markets do not have this tendency. Yes, there will be patterns, there will be patterns. And there will be waves, ripples. Think of a pond with ripples of inequality. There will be ripples,  there will not be massive waves like in Hawai’i. And they will dissipate because don’t forget – and maybe I’m preempting one of your questions here – that you will not be able to leave to your children a house, building, land, shares, means of production, capital. So the whole thing will dissipate. There will be ripples that will be lost in the sand.

[ATO] Yeah, the next question was actually about inheritance. So, very good. Just to be clear, is there any private inheritance at all?

[YV] Of course. Not of means of production.

[ATO] So what inheritance is there?

[YV] My stamp collection I can live to my daughter. My books, my writings, you know, my favorite jumper, my watch that my father gave me, I can leave all this to my kids. But I cannot leave productive resources like houses, like land, like shares, like factories.

[ATO] What about money? Can you leave money?

[YV] Yes you can leave money. But money does not breed money in Another Now. Because money cannot buy you capital – ha! –  and that is the essence. It cannot buy you shares, it cannot be financialized, and therefore … it can be lent at an interest, but that’s neither here nor there in terms of inequality boosting and creation.

[ATO] Well, that was another question. To take this in two different directions: would you not think that … there’s a Legacy payment which is a large trust fund that every resident gets and that would be something that would be on the order of a year’s salary maybe two years salary (or ‘return to capital’, whatever way you want to put it). And so is private inheritance not redundant in that case? Since everybody starts off with the Legacy, private inheritance only serves to make a more uneven starting place for everybody.

[YV] Look, I wouldn’t mind a situation whereby in the revolution that begets the other now we say ‘okay, let’s all start from zero’, and we all get a Legacy payment, and then we have our Dividends (our basic income), and so on. I wouldn’t mind that.

But if you want to win over people to this idea, you want to make it maximally acceptable to them. And I don’t mind telling a rich person in person you can keep your dough, keep your money. What you are not going to be allowed to do is to use it in order to buy up productive resources by which you can exploit others who don’t have them.

And then I really do believe that even if you start with very unequal bank accounts – or accounts in our distributed ledger central bank system – the important thing from where I’m standing is that whatever inequalities in resources in monetary resources there are, they cannot buy the capacity to exploit. If means you can you can buy more stuff, buy more stuff. I mean, what are you going to do with it, with more stuff you? You’re going to end up with a garage full of rubbish. But you would not be able to create more power for yourself to exploit others. That is the essence and once you do that the whole thing is going to dissipate. You can have inequalities but you are not going to have exploitative capacities or extractive power that can generate the kind of abysmal social clashing and conflict that we live in today.

[ATO] I know you’ve talked about this before: the question is about having money which depreciates over time or is time-limited as a measure to preclude or to reduce the hoarding of wealth. Is it something that you would consider?

[YV] No, not in the Another Now, it’s not necessary. In capitalism it would be a good idea, it would be a way of doing two things: on the one hand, making it difficult for people to hoard money, and, on the other hand, to stimulate the economy when you’ve reached a serious recession. Because as we know from the last 10, 12, 13 years after 2008, when interest rates reach zero they’re going to become negative because people will simply hoard cash. But if the cash is not physical and it’s digital and you can have a negative interest rate, that’s effectively shrinking money. But these are all second-rate, sub-optimal, remedies for something that cannot be remedied: capitalism. But in Another Now you don’t need that.

[ATO] One more thing on this topic. When we’re talking about inheritance and the ability to turn money into money. So, finance would work very differently in Another Now than under capitalism. However, consider the situation where if somebody starts with one million euro and they’re earning 3% or 5% on that they’re going to gather wealth at a much faster rate than somebody who starts off with one hundred thousand or ten thousand. This is even though finance works very differently in Another Now. This is still a way that people can turn money into money. And perhaps initially all they can do is turn that into higher claims on consumption of final goods. But eventually, maybe a generation or two along the line – or who knows – that could form into class divisions. So, I’m just throwing out that question. What do you think about that?

[YV] I’m not worried about this because, firstly, the rich who transition from capitalism to Another Now – the postcapitalist Another Now – yes, they will be able to use a compound interest rate to have more and more. But that will not result in a different social class. It would result in more spending power.

The reason why we have social classes in capitalism is because it’s a zero-sum game, or constant sum game. If you have money and the other doesn’t, then you can buy means of production that the other one will not have access to. And by ensuring that the other one does not have access to it you can actually make them do things. You can grant them access to the means of production, to the tractor, to the land, to the factory, and so on. You have power over them. And that’s where society becomes abysmal and just cruel.

But if all it means is that they can buy more rubbish, let them buy more rubbish. I don’t care if some people have a capacity to fill their houses with gadgets. Let them buy gadgets. That doesn’t give them power over me, or over my daughter, or son. You see what I mean? So I’m not worried.

[ATO] Yes. Let’s move on to something a little bit different. This is about firms. The first question is that in Another Now you state that, for the most part, firms would have less than, say, 300 staff. Not all of them, but most of them. And this would be because, firstly, the flat management structure and, secondly, the lack of a share market. So, the question is could you just elaborate on, talk about, that a bit? And, also, would this really be the case? Would there not be firms which would be bigger?

[YV] Well one never knows. This is an empirical question. We have to institute Another Now and then watch what happens.

Remember, even if this happens and we don’t like it – there are two ‘if’s here – if it happens and we don’t like it – because it may happen and it may not be a problem, you may have a large corporate firm which is actually good for society – but let’s say for argument’s sake that both ‘if’s are fulfilled. Then what happens? Well, we have the Socialworthiness Index and the juries, we can break them up, those companies. There’s nothing that stops us. And it’s not the state that does it, it is the juries of citizens who are representative of the stakeholders in some kind of sector or enterprise. So, we have the means to break up companies if they get large and we don’t like that they are large.

But beyond that I don’t think they would get large, organically speaking, in an evolutionary sense, because the whole point about corpo-syndicalism – this corporate law that I have imagined, that I’ve conjured up, in Another Now – is that every member of a company, every worker, every employee, has one share and one vote. Which means that everybody who wants to participate is participating in decision-making. Now, would you want to be in a situation where you have to make collective decisions with another 20,000 people? I don’t think you would.

So, if you if you take a company like General Electric, for instance, or Facebook for that matter, any large corporation today, and you introduce corpo-syndicalism, you’ll find very quickly that people will want to spin off; that employees themselves will say ‘okay, now we’re the division making washing machines for General Electric. Why do we need to be the same company as the ones who are making jet engines? So let’s split them up’. They’ve got nothing to lose from doing that except peace of mind and a better capacity to make decisions. Why do the washing machine makers want to make decisions together with the ones who make jet engines? I don’t think they would want to do that. It would be just too unwieldy for them. It would reduce their capacity to play a significant role if they did that. If they agreed to keep the company large just to make the company large, they would then have themselves to validate and to endorse the creation of a managerial class within the company of some of their colleagues who would be doing the management, which will be too unwieldy. Why would they want to do that? Why would they want to create bosses for themselves?

[ATO] Well this leads on to the next question, which is closely related, about monopoly. Let me get into that by answering that question. Let’s say, again playing devil’s advocate, there are economies of scale which come from market size and there’s an opportunity to have greater market power and hence achieve greater rates of profit. So, you might have a workplace where they decide because of market competition that they would like to get bigger and bigger, because that’s one strategy that you can use to achieve higher profits and market share. So, whether or not that would happen, that would certainly be one motivation for this to happen.  

So, there’s that, and the question is what about – you’ve kind of answered this already – what about private monopolies? Because if we’re transitioning to Another Now from this society, we’d already be starting with many markets which are monopolies and oligopolies. And then also we could imagine that they might arise from time to time. So, what’s the approach there?

[YV] Well, the key social device that stops that is a jury. The jury can break them up, say ‘you’re not in the public interest, your Socialworthiness Index is too low, and therefore we break you up. Unless you want to stop operating this way, and here is a set of conditions for you to fulfill if you don’t want to be broken up: price, quantity, quality of the product, and if you don’t want to do that then we’ll break you up’.

But there can be a positive input from the juries. The juries can say ‘society, here we need a X, Y, and Z’ and says ‘okay, who wants to bid for X, Y, and Z, to produce X, Y, and Z, under these conditions that we set?’.

[ATO] I mean, we already have anti-trust legislation, or anti-monopoly legislation. If that was actually implemented things would look very differently, even in capitalism.

[YV] But you see the reason why in capitalism they’re not being implemented is because of private ownership, the fact that there are some people who own a whole range of corporations and therefore own the government, and own the authorities that are supposed to police the anti-trust legislation. That’s why the anti-trust legislation doesn’t work. And in Another Now there’s no such problem.

[ATO] Yes, absolutely. The political process is completely captured and an instrument of class rule.

Okay, these worker-owned firms in Another Now, you say that they have a flat management structure, a fluid way of organizing themselves, pretty much as non-hierarchical as you could imagine. And something that came up in the comments a few times was that people were asking: this would certainly be appropriate in some cases, but is this appropriate in all cases? And you could add in: unless this way of organizing a firm is legislated, why would a firm necessarily choose to do this? Surely they might choose to do different ways in different firms.

[YV] That’s correct. That’s a complication which I don’t have in the book. After all, it is a novel.

[ATO] Yeah, well, that’s why we’re having these conversations. Because how can you do all that in 200 pages?

[YV] And I thank you for the opportunity to go beyond the novel.

But I think the way in which corpo-syndicalism is described in the book is a good way of describing the default, the basic case. And then, of course, you can have special cases.

Now, for instance, I was thinking myself, take a newspaper or a news website. Somebody has to decide what goes on the front page. Horizontal management is not appropriate for that. Horizontal management is appropriate for allowing anybody on this newspaper, this electronic internet newspaper, to write whatever they want, and to pursue whatever line they want to pursue, and do whatever investigation they want to do.

But then of course it is perfectly possible to have a situation where and people actually vote for the article that will go on the front page, or to even appoint an editor. But the editor would be appointed by the shareholders who happen to be everybody writing pieces in this newspaper. Not some shady person nobody knows of who owns a company, that owns another company, that owns another company, that owns the newspaper. So, there may be room, and there should be in the corporate legislation, there should be room for adjusting and amending the management style to the needs of the particular sector. But as a basis, this must be a decision that the shareholders make, in other words the workers.

[ATO] Onto something different, it’s about the Disjointedness Criterion. And just to explain to viewers, the Disjointedness Criterion in Another Now is the way of deciding who gets to have a share in the company and who doesn’t; who’s a member of the cooperative, and who provides a service or a good to the company as an outsider.

I’ve got a question from two different directions, let’s start with this one. Because I’m sure this is something that a lot of people are thinking. There were some comments about this. Somebody gave this long story, I’m not going to go into all of it. Basically the issue of ‘look, it’s a nice idea that everybody is a member but what if you have’ – I think they gave an example of – ‘a psychotherapist’s or psychiatrist’s practice, and they hire a secretary, and they’re both equal partners in the practice and they’re both making decisions, but one of them has decades of experience and the other one is, you know, a 20-year-old who doesn’t know anything about it.’ I mean I’m sure you’ve heard this a million times. But there was another example about somebody who created – I think it was – a meditation business, and they brought people on and it became a cooperative, but it was their dream and they were the most committed to it, and then other people don’t necessarily share that same commitment, and so forth. So, if you could respond to that because this is something which comes up whenever anybody, not just in Another Now, proposes worker-owned enterprises.

[YV] Well, we all have the right to retain a monopoly of ownership of our dreams. But we don’t have the right to exploit the labor of others as part of pursuing our dreams.

When it comes to, for instance, the case of the psychiatrist and the secretary, creating a hierarchy in our head is fine. There’s no doubt that without a psychiatrist there will be no psychiatric service. But when it comes to politics, the political arena, the political market – let’s put it in this awful way – you’re going to have similar arguments. And they’re very powerful arguments, arguments against democracy. You have somebody who has given their life, you know, somebody like a modern day Socrates who is a philosopher, and a wonderful citizen, and somebody who really thinks deeply about the matters of the state, the matters of society. And then you have one completely illiterate fool, you know, he’s a gambler, and a drug addict, and an idiot, and they have the same vote. How can you assume that these people have the same vote? What do you do? Because that’s democracy. That’s the beauty of it. One person, one vote. So this is my answer regarding the first example.

Regarding the second example, it’s your dream, well if it’s your dream make sure you bring in people that share your dream. And if your dream is powerful enough and you’re bringing the right people in, those people will actually share your dream, and they will serve your dream, and if, in the end, they outvote you it means that your dream has either not been particularly powerful or you were not very careful as to whom you went into association with.

[ATO] Yeah, I think that’s a good argument.

I mean one of the ways I think about this, even at the most deflationary level, is that no economic system is going to be perfect. No system, in general no machine, no anything, is perfect. There are always pros and cons. So whenever we’re considering a system and its function, we need to think about what are the errors we’re willing to tolerate. We need to pick a set of errors that are the least bad and pick them. And so a cooperative society, a socialist society, is going to have its own cons, and for me the idea is that those cons are going to be much less harmful, much less pernicious, than the ones which come from what we have today.

[YV] I don’t even think that it is a con. In other words, a disadvantage. Not a ‘con’ in the sense of being a con job. If I have a dream about something and I bring people in as wage labour, then if this is a successful enterprise I have power to force them to do things that they would rather not do.  I don’t think that this is wrong, that it is wrong to remove this power from anybody who has a dream and who was the originator of the company. It forces people like me, you, the meditation expert – that guru that you mentioned before – it’s not a bad thing, I don’t think it’s a disadvantage to force us to carry people with us. To inspire them, not to force them to do as they are told because we own the business and they don’t.

[ATO] Just be clear, I agree with you. I mean, that’s really the point. What I was saying is that even when that causes problems, even when it causes inefficiencies, if something doesn’t happen, the point that I’m making is that that’s something that I think we can live with because of the benefits.

[YV] The beauty of Another Now is that the market is there, it is liberated from capitalism, but it’s not everything. So, let’s say you create this meditation centre. You bring in the wrong people, you make a mistake, and you have these very difficult characters, and you can’t get rid of them because now they are members and they are the majority. You leave. So what? You do something else. Your whole existence does not rely on this business. We are moving away from this. I try to imagine a society where we don’t need business but we do business because it’s fun. And we do it in a cooperative way and if it doesn’t work, you know, bugger it, go, we’ll do something else, we’ll find another group of people to play with. This capacity to choose your partners and without the fear that ‘my goodness, if this partnership breaks down, how am I going to put food on the table? How am I going to make the rent? How will my children go to school?’ That goes away.

[ATO] A brilliant note to end on, because we’re out of time. I want to thank you for taking the time to speak with me again. Wonderful discussion as always.

Just quickly in terms of other interviews, are you generally interested in continuing this? Because there are a lot of questions and issues to discuss.

[YV] In a month’s time. I’m quite happy, this is a very good discussion.

[ATO] Okay that’s great.

Thank you for watching. If you found this interesting, useful, or thought provoking, then press the Like button, consider Subscribing, and, if you really enjoyed it, sacrifice your first born to Ghislaine Maxwell.

There’s a lot more such material to come. We will keep exploring the intricacies of better futures for humanity until we get there. And as always I want to read your thoughts in the comments section below.

That’s all for now. The only viable future for humanity is one After the Oligarchy.

Yanis Varoufakis | The Guardian

Interest rates will have to rise without jeopardising the green transition. It’s a difficult task, but it can be done.

Inflation is a disease that disproportionately afflicts the poor. Even before Vladimir Putin unleashed his brutal war on Ukraine, whose byproducts include soaring energy and food prices, inflation was already over 7.5% in the US and above 5% in Europe and the UK. Calls for its taming are, therefore, fully justified – and the interest rate rise in the US, with the same expected in the UK, comes as no surprise. That said, we know from history that the cure for inflation tends to devastate the poor even more. The new wrinkle we face today is that the supposed solutions threaten not only to deal another cruel blow to the disadvantaged but, ominously, to snuff out the desperately needed green transition.

Two influential camps dominate public discourse on inflation and what to do about it. One camp demands that the inflationary flames be smothered immediately by the monetary policy version of shock and awe: raise interest rates sharply to choke expenditure. They warn that delaying a little monetary violence now will only necessitate “Volcker shock” levels of brutality later – a reference to Paul Volcker, the Federal Reserve chair who quelled the hyperinflation of the 1970s with sky-high interest rates that scarred the American working class to this day. The second camp protests that this is unnecessary, counter-proposing a steady as she goes stance for as long as wage inflation is kept on a leash.

The two camps agree that rising wages are the real threat, their disagreement focusing only on whether it is prudent to act before or after they start picking up. They agree also that, to fight inflation, the supply of money and credit must be dealt with in a two-step sequence: central banks must first stop creating new money and only then raise interest rates. The two camps are dangerously wrong on both counts. First, wage inflation should be welcomed, not treated like public enemy number one. Second, it is precisely when interest rates are rising that central banks should continue to create money. Except this time, they should press it into the service of green investments and social welfare.

Since 2008, inequality has been allowed to rise. A dozen years of central bank support for the rich, coupled with punitive austerity for the many, has led to chronic underinvestment and low wages. Central banks plucked the money tree ferociously to boost share and house prices, while wages languished. Asset-price inflation and mind-numbing inequality thus became the order of the day. Eventually almost everyone agreed, including many of the mega-rich, that wages had to rise not just in the interests of workers but also because low wages underpinned underinvestment and created societies bristling with low productivity, low skills, low prospects and poisonous politics.

Remarkably, all it took for this consensus to vanish was a modest, by historical standards, wage inflation brought on by a post-lockdown labour shortfall. After a decade of turning a blind eye to rampaging asset-price inflation (even celebrating it, in the case of crazy house prices and boisterous stock markets), a whiff of wage inflation threw the authorities into an almost uncontrollable panic. Suddenly, the prospect of rising wages turned from an objective to a menace – prompting Andrew Bailey, the governor of the Bank of England, to ask workers to place their wage demands under “quite clear restraint”.

But this isn’t a rerun of the 1970s, when the working class was the only casualty of interest rate rises. What’s critically different is that, today, a Volcker shock may well smother the green transition along with a large part of labour’s share of national income.

The counter-argument is, of course, that neither workers nor society’s capacity to invest in the green transition will benefit from wage rises that are overtaken by rising prices. True. What is also true, however, is that a monetary policy that prioritises the prevention of wage inflation will, even if successful at nipping inflation in the bud, only lead to another wasted decade marked by underinvestment in people and nature. While the working classes may rise up 10 years from now to claim the share of aggregate income that they deserve, it is arguable that another 10 years of underinvestment in the green transition will push us all to the brink of, if not extinction, irreparable damage to humanity’s prospects.

So how do we deal with inflation without jeopardising investment in the green transition? What is the alternative to a class war in the form of a blunt interest-rate policy that squeezes the supply of money across the board either violently (as the advocates of shock and awe propose) or more gently (the steady as she goes suggestion)?

A decent alternative policy must have three goals: first, to repress asset prices (such as house and share prices) so as to stop scarce financial resources being wasted in building up paper values. Second, to push down the prices of basic goods while allowing for higher returns to investment in green energy and transport. Third, to deliver massive investment in energy conservation and green energy, transport, agriculture – as well as social housing and care. The following threefold policy agenda can achieve these three goals.

First, raise interest rates substantially. Ultra-low interest rates have failed to boost investment – and, in any case, were never available to those who either needed to borrow money or wanted to borrow to do things society needed. All ultra-low rates did was to boost house prices, share prices, inequality and all those things that divide society.

But, second, this must be done in concert with a massive central bank-supported green public investment drive. Naturally, raising interest rates will not boost investment, even if it is true that next to zero interest rates also did little to help investment. To escape the low-investment quagmire, the central bank should announce a new type of quantitative easing: it should stop financing the financiers and, instead, promise to stand behind (by buying, if needs be) public green bonds that raise funds to the tune of 5% of national income annually – a sum that will be invested directly into the green transition, giving society a fighting chance to do what it must to stabilise the climate.

Third, extend the same public finance model (that is, getting the central bank to stand behind public bonds) to invest in social housing and care.

In short, what I am proposing is a reversal of the toxic policies implemented since 2008. Instead of central banks providing free money and low interest rates to the rich, while the rest languish in the prison of austerity, the central bank ought to make money more expensive for the rich (through significant interest rate rises) while providing cheap money for investing into the things the majority and the lived environment both need and deserve.

Ακούστε τη δέκατη τρίτη εκπομπή του Ράδιο ΜέΡΑ «Να τους καεί το βίντεο!», μια εκπομπή καταλλαγής με τον Σωτήρη Μητραλέξη, της 16ης Μαρτίου 2022 9 μ.μ.-10 μ.μ.:

Spotify

Anchor

YouTube

Κάθε Τετάρτη βράδυ στις 9 μ.μ. στο Ράδιο ΜέΡΑ.

Μετάβαση στο περιεχόμενο