Ο γνωστός οικονομολόγος και “γκουρού” του βασικού εισοδήματος, Γκάι Στάντινγκ επισκέπτεται τη χώρα μας περίπου ένα χρόνο μετά τις εκδηλώσεις που είχαν διοργανωθεί στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πρωτοβουλίας Πολιτών για το Βασικό Εισόδημα, το 2021. Αυτή τη φορά η πρόσκληση γίνεται από το mέta – Κέντρο Μετακαπιταλιστικού Πολιτισμού, ενόψει της κυκλοφορίας της ελληνικής μετάφρασης του βιβλίου του “Το Πρεκαριάτο – η νέα επικίνδυνη τάξη”, από τις εκδόσεις Τόπος και ως μέρος της νέας εκδοτικής σειράς του mέta.
Με αυτή την αφορμή είναι προγραμματισμένη μια συζήτηση μεταξύ του Γκάι Στάντινγκ και του Γιάνη Βαρουφάκη, για τις κοινωνικο-πολιτικές προκλήσεις της διάχυσης της εργασιακής επισφάλειας. Θα προλογίσει ο Σωτήρης Μητραλέξης, δρ Πολιτικών Επιστημών, διευθυντής του ακαδημαϊκού τομέα του mέta | Κέντρου Μετακαπιταλιστικού Πολιτισμού. Η συζήτηση θα πραγματοποιηθεί τη Δευτέρα 31 Οκτωβρίου, στις 19:00, στο Βιομηχανικό Πάρκο Πλύφα, Κορυτσάς 39, Αθήνα. Η είσοδος θα είναι ελεύθερη, ενώ προκράτηση θέσεων μπορείτε να κάνετε εδώ. Θα υπάρχει δυνατότητα ταυτόχρονης διερμηνείας από αγγλικά.
Για το πρεκαριάτο Ο όρος πρεκαριάτο αποτελεί κοινό τόπο της πολιτικής και κοινωνικής ανάλυσης σήμερα — μολαταύτα, το βιβλίο που τον εισήγαγε δεν είχε μεταφραστεί προηγουμένως στη γλώσσα μας. Πρωτοδημοσιευμένο το 2011, “Το Πρεκαριάτο” του Στάντινγκ αποτελεί τον πρώτο απολογισμό μιας αναδυόμενης τάξης ανθρώπων που αντιμετωπίζουν πρωτοφανή ανασφάλεια, μπαινοβγαίνοντας σε επισφαλείς θέσεις εργασίας που δίνουν μηδενική προοπτική και ελάχιστο νόημα και στη ζωή τους. Πέρα από την άχαρη ζωή που επιφυλάσσει στους πρεκάριους η παρούσα μετάλλαξη του καπιταλισμού, οι εσωτερικές διαιρέσεις του πρεκαριάτου έχουν οδηγήσει σε μεγαλύτερη συνολική κοινωνική αστάθεια λ.χ. με την στοχοποίηση των μεταναστών ή άλλων ευάλωτων ομάδων και ενίσχυση του πολιτικού εξτρεμισμού. Ο Στάντιγνκ επιχειρηματολογεί υπέρ μιας νέας πολιτικής η οποία θέτει τους φόβους και τις προσδοκίες του πρεκαριάτου στο επίκεντρο μιας προοδευτικής στρατηγικής αναδιανομής και ασφάλειας του εισοδήματος.
Η μετάφραση του βιβλίου του Γκάι Στάντινγκ στα ελληνικά συνοδεύεται από νέο πρόλογο, στον οποίο ο συγγραφέας τις πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις της πανδημίας Covid-19 και τις επιπτώσεις της στο πρεκαριάτο.
Μετά από δέκα χρόνια οικονομικής κρίσης και μνημονίου, δύο χρόνια πανδημίας και την πολεμική κατάσταση έκτακτης ανάγκης που διαχέεται σήμερα με ολοένα και περισσότερες συνέπειες για την ενέργεια, τον πληθωρισμό, την ακρίβεια και κατ’ επέκταση την εργασία, “Το Πρεκαριάτο” δεν θα μπορούσε να είναι πιο επίκαιρο (και) στη σημερινή Ελλάδα.
Ο Jeffrey D. Sachs είναι καθηγητής Πανεπιστημίου και διευθυντής του Κέντρου για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη (Center for Sustainable Development) στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, όπου διηύθυνε το The Earth Institute από το 2002 έως το 2016. Είναι επίσης πρόεδρος του Δικτύου Λύσεων Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ και επίτροπος της Ευρυζωνικής Επιτροπής του ΟΗΕ για την Ανάπτυξη. Έχει διατελέσει σύμβουλος τριών Γενικών Γραμματέων των Ηνωμένων Εθνών, ενώ επί του παρόντος υπηρετεί ως συνήγορος των SDG υπό τον Γενικό Γραμματέα Αντόνιο Γκουτέρες. Ο Sachs είναι ο συγγραφέας του βιβλίου « A New Foreign Policy: Beyond American Exceptionalism»(2020). Άλλα βιβλία του περιλαμβάνουν τα εξής: «Building the New American Economy: Smart, Fair, and Sustainable» (2017) και «The Age of Sustainable Development», με τον Ban Ki-moon.
Ο υπερβολικός φόβος για την Κίνα και τη Ρωσία πωλείται στο Δυτικό κοινό μέσω της χειραγώγησης των γεγονότων.
Η Ευρώπη θα πρέπει να αναλογιστεί το γεγονός ότι η μη διεύρυνση του ΝΑΤΟ και η εφαρμογή των συμφωνιών του Μινσκ ΙΙ θα είχαν αποτρέψει αυτόν τον φοβερό πόλεμο στην Ουκρανία.
Ο κόσμος βρίσκεται στο χείλος της πυρηνικής καταστροφής, κυρίως εξαιτίας της αποτυχίας των Δυτικών πολιτικών ηγετών να είναι ειλικρινείς σχετικά με τις αιτίες των κλιμακούμενων παγκόσμιων συγκρούσεων. Το αδυσώπητο Δυτικό αφήγημα ότι η Δύση είναι ευγενής, ενώ η Ρωσία και η Κίνα είναι κακές, είναι απλοϊκή και εξαιρετικά επικίνδυνη. Είναι μια προσπάθεια χειραγώγησης της κοινής γνώμης, για να αποφευχθεί η αντιμετώπιση της πολύ πραγματικής και πιεστικής διπλωματίας.
Το ουσιαστικό αφήγημα της Δύσης είναι ενσωματωμένο στη στρατηγική εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ. Η βασική ιδέα των ΗΠΑ είναι ότι η Κίνα και η Ρωσία είναι αδυσώπητοι εχθροί που «προσπαθούν να διαβρώσουν την αμερικανική ασφάλεια και ευημερία». Οι χώρες αυτές είναι, σύμφωνα με τις ΗΠΑ, «αποφασισμένες να κάνουν τις οικονομίες λιγότερο ελεύθερες και λιγότερο δίκαιες, να αναπτύξουν τους στρατούς τους και να ελέγξουν τις πληροφορίες και τα δεδομένα για να καταστείλουν τις κοινωνίες τους και να επεκτείνουν την επιρροή τους».
Η ειρωνεία είναι ότι από το 1980 οι ΗΠΑ έχουν συμμετάσχει σε τουλάχιστον 15 υπερπόντιους πολέμους επιλογής τους (Αφγανιστάν, Ιράκ, Λιβύη, Παναμάς, Σερβία, Συρία και Υεμένη, για να αναφέρουμε μόνο μερικούς), ενώ η Κίνα δεν έχει συμμετάσχει σε κανέναν και η Ρωσία μόνο σε έναν (Συρία) πέραν της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Οι ΗΠΑ έχουν στρατιωτικές βάσεις σε 85 χώρες, η Κίνα σε 3 και η Ρωσία σε 1 (Συρία) πέραν της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.
Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έχει προωθήσει αυτό το αφήγημα, δηλώνοντας ότι η μεγαλύτερη πρόκληση της εποχής μας είναι ο ανταγωνισμός με τις απολυταρχίες, οι οποίες «επιδιώκουν να προωθήσουν τη δική τους ισχύ, να εξάγουν και να επεκτείνουν την επιρροή τους σε όλο τον κόσμο και να δικαιολογήσουν τις καταπιεστικές πολιτικές και πρακτικές τους ως πιο αποτελεσματικό τρόπο αντιμετώπισης των σημερινών προκλήσεων». Η στρατηγική ασφαλείας των ΗΠΑ δεν είναι έργο ενός και μόνο προέδρου των ΗΠΑ, αλλά του αμερικανικού κατεστημένου ασφαλείας, το οποίο είναι σε μεγάλο βαθμό αυτόνομο και λειτουργεί πίσω από ένα τείχος μυστικότητας.
Ο υπερβολικός φόβος της Κίνας και της Ρωσίας πωλείται στο Δυτικό κοινό μέσω της χειραγώγησης των γεγονότων. Μια γενιά νωρίτερα ο Τζορτζ Μπους ο νεότερος πούλησε στο κοινό την ιδέα ότι η μεγαλύτερη απειλή για την Αμερική ήταν ο ισλαμικός φονταμενταλισμός, χωρίς να αναφέρει ότι ήταν η CIA, μαζί με τη Σαουδική Αραβία και άλλες χώρες, που δημιούργησε, χρηματοδότησε και ανέπτυξε τους τζιχαντιστές στο Αφγανιστάν, τη Συρία και αλλού για να πολεμήσουν τους πολέμους της Αμερικής.
Ή σκεφτείτε την εισβολή της Σοβιετικής Ένωσης στο Αφγανιστάν το 1980, η οποία παρουσιάστηκε στα Δυτικά μέσα ενημέρωσης ως πράξη απρόκλητης δολιότητας. Χρόνια αργότερα, μάθαμε ότι της σοβιετικής εισβολής είχε στην πραγματικότητα προηγηθεί μια επιχείρηση της CIA που σχεδιάστηκε για να προκαλέσει τη σοβιετική εισβολή! Η ίδια παραπληροφόρηση συνέβη και έναντι της Συρίας. Ο Δυτικός Τύπος είναι γεμάτος με αλληλοκατηγορίες κατά της στρατιωτικής βοήθειας του Πούτιν προς τον Μπασάρ αλ Άσαντ της Συρίας από το 2015, χωρίς να αναφέρει ότι οι ΗΠΑ υποστήριξαν την ανατροπή του αλ Άσαντ από το 2011, με τη CIA να χρηματοδοτεί μια μεγάλη επιχείρηση (Timber Sycamore) για την ανατροπή του Άσαντ χρόνια πριν από την άφιξη της Ρωσίας.
Ή πιο πρόσφατα, όταν η πρόεδρος της αμερικανικής Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι πέταξε απερίσκεπτα στην Ταϊβάν παρά τις προειδοποιήσεις της Κίνας, κανένας υπουργός Εξωτερικών της G7 δεν επέκρινε την πρόκληση της Πελόζι, ωστόσο οι υπουργοί της G7 από κοινού άσκησαν σκληρή κριτική στην «υπερβολική αντίδραση» της Κίνας στο ταξίδι της Πελόζι.
Το Δυτικό αφήγημα για τον πόλεμο στην Ουκρανία είναι ότι πρόκειται για μια απρόκλητη επίθεση του Πούτιν στην προσπάθειά του να αναδημιουργήσει τη Ρωσική αυτοκρατορία. Ωστόσο, η πραγματική ιστορία ξεκινά με την υπόσχεση της Δύσης προς τον Σοβιετικό Πρόεδρο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ ότι το ΝΑΤΟ δεν θα διευρυνθεί προς τα ανατολικά, ακολουθούμενη από τέσσερα κύματα διεύρυνσης του ΝΑΤΟ: το 1999, με την ενσωμάτωση τριών χωρών της Κεντρικής Ευρώπης ∙ το 2004, με την ενσωμάτωση άλλων 7, συμπεριλαμβανομένων των χωρών της Μαύρης Θάλασσας και της Βαλτικής ∙ το 2008, με τη δέσμευση για διεύρυνση στην Ουκρανία και τη Γεωργία ∙ και το 2022, με την πρόσκληση τεσσάρων ηγετών της Ασίας και του Ειρηνικού στο ΝΑΤΟ για να στοχεύσουν την Κίνα.
Ούτε τα Δυτικά μέσα ενημέρωσης αναφέρουν τον ρόλο των ΗΠΑ στην ανατροπή του φιλο-Ρώσου προέδρου της Ουκρανίας Βίκτορ Γιανουκόβιτς το 2014 ∙ την αποτυχία των κυβερνήσεων της Γαλλίας και της Γερμανίας, εγγυητών της συμφωνίας Μινσκ ΙΙ, να πιέσουν την Ουκρανία να εκπληρώσει τις δεσμεύσεις της ∙ τον τεράστιο αμερικανικό οπλισμό που στάλθηκε στην Ουκρανία κατά τη διάρκεια των κυβερνήσεων Τραμπ και Μπάιντεν στην πορεία προς τον πόλεμο ∙ ούτε την άρνηση των ΗΠΑ να διαπραγματευτούν με τον Πούτιν για τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία.
Φυσικά, το ΝΑΤΟ λέει ότι αυτό είναι καθαρά αμυντικό, ώστε ο Πούτιν να μην έχει τίποτα να φοβηθεί. Με άλλα λόγια, ο Πούτιν δεν θα πρέπει να λάβει υπόψη του τις επιχειρήσεις της CIA στο Αφγανιστάν και τη Συρία, τον βομβαρδισμό της Σερβίας από το ΝΑΤΟ το 1999, την ανατροπή του Μουαμάρ Καντάφι από το ΝΑΤΟ το 2011, την κατοχή του Αφγανιστάν από το ΝΑΤΟ επί 15 χρόνια, ούτε την «γκάφα» του Μπάιντεν που ζήτησε την απομάκρυνση του Πούτιν (η οποία φυσικά δεν ήταν καθόλου γκάφα), ούτε τον υπουργό Άμυνας των ΗΠΑ Λόιντ Όστιν που δήλωσε ότι ο πολεμικός στόχος των ΗΠΑ στην Ουκρανία είναι η αποδυνάμωση της Ρωσίας.
Στον πυρήνα όλων αυτών βρίσκεται η προσπάθεια των ΗΠΑ να παραμείνουν η ηγεμονική δύναμη του κόσμου, με την αύξηση των στρατιωτικών συμμαχιών σε όλο τον κόσμο για να περιορίσουν ή να νικήσουν την Κίνα και τη Ρωσία. Πρόκειται για μια επικίνδυνη, παραπλανητική και ξεπερασμένη ιδέα. Οι ΗΠΑ έχουν μόλις το 4,2% του παγκόσμιου πληθυσμού και σήμερα μόλις το 16% του παγκόσμιου ΑΕΠ (μετρούμενο σε διεθνείς τιμές). Στην πραγματικότητα, το συνδυασμένο ΑΕΠ των G7 είναι τώρα μικρότερο από αυτό των BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Νότια Αφρική), ενώ ο πληθυσμός των G7 είναι μόλις το 6% του παγκόσμιου πληθυσμού σε σύγκριση με το 41% των BRICS.
Υπάρχει μόνο μία χώρα της οποίας η αυτοανακηρυγμένη φαντασίωση είναι να είναι η κυρίαρχη δύναμη στον κόσμο: οι ΗΠΑ. Είναι καιρός να αναγνωρίσουν οι ΗΠΑ τις πραγματικές πηγές ασφάλειας: την εσωτερική κοινωνική συνοχή και την υπεύθυνη συνεργασία με τον υπόλοιπο κόσμο, αντί για την ψευδαίσθηση της ηγεμονίας. Με μια τέτοια αναθεωρημένη εξωτερική πολιτική, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους θα απέφευγαν τον πόλεμο με την Κίνα και τη Ρωσία και θα επέτρεπαν στον κόσμο να αντιμετωπίσει τις μυριάδες περιβαλλοντικές, ενεργειακές, διατροφικές και κοινωνικές κρίσεις του.
Πάνω απ’ όλα, σε αυτή την εποχή του ακραίου κινδύνου, οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα πρέπει να επιδιώξουν την πραγματική πηγή της ευρωπαϊκής ασφάλειας: όχι την ηγεμονία των ΗΠΑ, αλλά τις ευρωπαϊκές ρυθμίσεις ασφαλείας που σέβονται τα νόμιμα συμφέροντα ασφαλείας όλων των ευρωπαϊκών εθνών, σίγουρα συμπεριλαμβανομένης της Ουκρανίας, αλλά και της Ρωσίας, η οποία συνεχίζει να αντιστέκεται στις διευρύνσεις του ΝΑΤΟ στη Μαύρη Θάλασσα. Η Ευρώπη θα πρέπει να αναλογιστεί το γεγονός ότι η μη διεύρυνση του ΝΑΤΟ και η εφαρμογή των συμφωνιών του Μινσκ ΙΙ θα είχαν αποτρέψει αυτόν τον φοβερό πόλεμο στην Ουκρανία. Σε αυτό το στάδιο, η διπλωματία και όχι η στρατιωτική κλιμάκωση είναι ο πραγματικός δρόμος για την Ευρωπαϊκή και παγκόσμια ασφάλεια.
Η σημερινή τεταμένη κατάσταση μπορεί εύκολα να ξεφύγει από τον έλεγχο, όπως έχει κάνει ο κόσμος σε τόσες πολλές περιπτώσεις στο παρελθόν — αυτή τη φορά όμως με την πιθανότητα πυρηνικής καταστροφής.
Ο πρώην Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ Zbigniew Brzezinski περιέγραψε περίφημα την Ουκρανία ως «γεωπολιτικό άξονα» της Ευρασίας, κεντρικό σημείο τόσο της αμερικανικής όσο και της ρωσικής ισχύος. Δεδομένου ότι η Ρωσία θεωρεί ότι τα ζωτικά συμφέροντα ασφαλείας της διακυβεύονται στην τρέχουσα σύγκρουση, ο πόλεμος στην Ουκρανία κλιμακώνεται ταχύτατα σε πυρηνική αναμέτρηση. Είναι επείγον τόσο για τις ΗΠΑ όσο και για τη Ρωσία να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση πριν επέλθει η καταστροφή.
Από τα μέσα του 19ου αιώνα, η Δύση ανταγωνίζεται με τη Ρωσία για την Κριμαία και πιο συγκεκριμένα για τη ναυτική ισχύ στη Μαύρη Θάλασσα. Στον Κριμαϊκό Πόλεμο (1853-6), η Βρετανία και η Γαλλία κατέλαβαν τη Σεβαστούπολη και εξόρισαν προσωρινά το ναυτικό της Ρωσίας από τη Μαύρη Θάλασσα. Η τρέχουσα σύγκρουση είναι, στην ουσία, ο δεύτερος Κριμαϊκός Πόλεμος. Αυτή τη φορά, μια στρατιωτική συμμαχία υπό την ηγεσία των ΗΠΑ επιδιώκει να επεκτείνει το ΝΑΤΟ στην Ουκρανία και τη Γεωργία, έτσι ώστε πέντε μέλη του ΝΑΤΟ να περικυκλώσουν τη Μαύρη Θάλασσα.
Οι ΗΠΑ θεωρούν εδώ και καιρό οποιαδήποτε επέμβαση μεγάλων δυνάμεων στο δυτικό ημισφαίριο ως άμεση απειλή για την ασφάλεια των ΗΠΑ, που χρονολογείται από το Δόγμα Μονρόε του 1823, το οποίο αναφέρει: «Οφείλουμε, επομένως, στην ειλικρίνεια και στις φιλικές σχέσεις που υφίστανται μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και αυτών των [ευρωπαϊκών] δυνάμεων να δηλώσουμε ότι θα πρέπει να θεωρήσουμε οποιαδήποτε προσπάθεια εκ μέρους τους να επεκτείνουν το σύστημά τους σε οποιοδήποτε τμήμα αυτού του ημισφαιρίου ως επικίνδυνη για την ειρήνη και την ασφάλειά μας» .
Το 1961, οι ΗΠΑ εισέβαλαν στην Κούβα όταν ο ηγέτης της επαναστάσεως της Κούβας Φιντέλ Κάστρο αναζήτησε υποστήριξη από τη Σοβιετική Ένωση. Οι ΗΠΑ δεν ενδιαφέρθηκαν ιδιαίτερα για το «δικαίωμα» της Κούβας να υποστηρίξει όποια χώρα ήθελε — έναν ισχυρισμό που προβάλλουν οι ΗΠΑ σχετικά με το υποτιθέμενο δικαίωμα της Ουκρανίας να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ. Η αποτυχημένη εισβολή των ΗΠΑ το 1961 οδήγησε στην απόφαση της Σοβιετικής Ένωσης να τοποθετήσει επιθετικά πυρηνικά όπλα στην Κούβα το 1962, η οποία με τη σειρά της οδήγησε στην κρίση των πυραύλων της Κούβας ακριβώς αυτόν τον μήνα πριν από 60 χρόνια. Αυτή η κρίση έφερε τον κόσμο στα πρόθυρα πυρηνικού πολέμου.
Ωστόσο, ο σεβασμός της Αμερικής για τα δικά της συμφέροντα ασφαλείας στην αμερικανική ήπειρο δεν την εμπόδισε να παρεμβαίνει στα βασικά συμφέροντα ασφαλείας της Ρωσίας στη γειτονιά της Ρωσίας. Καθώς η Σοβιετική Ένωση αποδυναμώθηκε, οι πολιτικοί ηγέτες των ΗΠΑ άρχισαν να πιστεύουν ότι ο αμερικανικός στρατός μπορεί να λειτουργεί όπως θέλει. Το 1991, ο υφυπουργός Άμυνας Paul Wolfowitz εξήγησε στον στρατηγό Wesley Clark ότι οι ΗΠΑ μπορούν να αναπτύξουν τη στρατιωτική τους δύναμη στη Μέση Ανατολή «και η Σοβιετική Ένωση δεν θα μας σταματήσει». Οι αξιωματούχοι εθνικής ασφάλειας της Αμερικής αποφάσισαν να ανατρέψουν τα καθεστώτα της Μέσης Ανατολής που ήταν σύμμαχοι της Σοβιετικής Ένωσης και να επέμβουν στα συμφέροντα ασφαλείας της Ρωσίας.
Το 1990, η Γερμανία και οι ΗΠΑ διαβεβαίωσαν τον Σοβιετικό Πρόεδρο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ ότι η Σοβιετική Ένωση μπορούσε να διαλύσει τη δική της στρατιωτική συμμαχία, το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, χωρίς να φοβάται ότι το ΝΑΤΟ θα διευρυνθεί προς ανατολάς για να αντικαταστήσει τη Σοβιετική Ένωση. Σε αυτή τη βάση κέρδισε τη συγκατάθεση του Γκορμπατσόφ για την επανένωση της Γερμανίας το 1990. Ωστόσο, με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, ο πρόεδρος Μπιλ Κλίντον παρέβησαν αυτές τις διαβεβαιώσεις υποστηρίζοντας την επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς.
Ο Ρώσος πρόεδρος Μπόρις Γέλτσιν διαμαρτυρήθηκε έντονα, αλλά δεν μπόρεσε να κάνει τίποτα για να το σταματήσει. Ο πρύτανης της αμερικανικής κρατικής πολιτικής με τη Ρωσία, ο Τζορτζ Κένναν, δήλωσε ότι η επέκταση του ΝΑΤΟ «είναι η αρχή ενός νέου ψυχρού πολέμου».
Υπό την εποπτεία του Κλίντον, το ΝΑΤΟ επεκτάθηκε στην Πολωνία, την Ουγγαρία και την Τσεχική Δημοκρατία το 1999. Πέντε χρόνια αργότερα, υπό τον πρόεδρο Τζορτζ Μπους τον νεότερο, το ΝΑΤΟ επεκτάθηκε σε επτά ακόμη χώρες: τις χώρες της Βαλτικής (Εσθονία, Λετονία και Λιθουανία), τη Μαύρη Θάλασσα (Βουλγαρία και Ρουμανία), τα Βαλκάνια (Σλοβενία) και τη Σλοβακία. Υπό τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα, το ΝΑΤΟ επεκτάθηκε στην Αλβανία και την Κροατία το 2009 και υπό τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, στο Μαυροβούνιο το 2019.
Η αντίσταση της Ρωσίας στη διεύρυνση του ΝΑΤΟ εντάθηκε απότομα το 1999, όταν οι χώρες του ΝΑΤΟ αγνόησαν τον ΟΗΕ και επιτέθηκαν στη σύμμαχο της Ρωσίας Σερβία, και σκλήρυνε περαιτέρω τη δεκαετία του 2000 με τους πολέμους των ΗΠΑ στο Ιράκ, τη Συρία και τη Λιβύη. Στη διάσκεψη του Μονάχου για την ασφάλεια το 2007, ο πρόεδρος Πούτιν δήλωσε ότι η διεύρυνση του ΝΑΤΟ αποτελεί «σοβαρή πρόκληση που μειώνει το επίπεδο αμοιβαίας εμπιστοσύνης».
Ο Πούτιν συνέχισε: «Και έχουμε το δικαίωμα να ρωτήσουμε: εναντίον ποιου αποσκοπεί αυτή η επέκταση; Και τι απέγιναν οι διαβεβαιώσεις [περί μη διεύρυνσης του ΝΑΤΟ] που έδωσαν οι δυτικοί εταίροι μας μετά τη διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας;» Πού βρίσκονται αυτές οι διακηρύξεις σήμερα; Κανείς δεν τις θυμάται καν. Αλλά θα μου επιτρέψετε να υπενθυμίσω στο ακροατήριο τι ειπώθηκε. Θα ήθελα να παραθέσω την ομιλία του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ κ. Woerner στις Βρυξέλλες στις 17 Μαΐου 1990. Είχε πει τότε ότι: «το γεγονός ότι είμαστε έτοιμοι να μην τοποθετήσουμε στρατό του ΝΑΤΟ έξω από το γερμανικό έδαφος δίνει στη Σοβιετική Ένωση μια σταθερή εγγύηση ασφαλείας. Πού είναι αυτές οι εγγυήσεις;»
Επίσης, το 2007, με την είσοδο στο ΝΑΤΟ δύο χωρών της Μαύρης Θάλασσας, της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας, οι ΗΠΑ δημιούργησαν την Ομάδα Δράσης για την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας (αρχικά Task Force East). Στη συνέχεια, το 2008, οι ΗΠΑ αύξησαν ακόμη περισσότερο τις εντάσεις μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, δηλώνοντας ότι το ΝΑΤΟ θα επεκταθεί στην καρδιά της Μαύρης Θάλασσας, με την ενσωμάτωση της Ουκρανίας και της Γεωργίας, απειλώντας τη ναυτική πρόσβαση της Ρωσίας στη Μαύρη Θάλασσα, τη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή. Με την είσοδο της Ουκρανίας και της Γεωργίας, η Ρωσία θα περιβαλλόταν από πέντε χώρες του ΝΑΤΟ στη Μαύρη Θάλασσα: Βουλγαρία, Γεωργία, Ρουμανία, Τουρκία και Ουκρανία.
Η Ρωσία προστατεύθηκε αρχικά από τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία από τον φιλο-Ρώσο πρόεδρο της Ουκρανίας Βίκτορ Γιανουκόβιτς, ο οποίος οδήγησε το ουκρανικό κοινοβούλιο να κηρύξει την ουδετερότητα της Ουκρανίας το 2010. Ωστόσο, το 2014, οι ΗΠΑ βοήθησαν στην ανατροπή του Γιανουκόβιτς και έφεραν στην εξουσία μια σταθερά αντιρωσική κυβέρνηση. Τότε ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία, με τη Ρωσία να διεκδικεί γρήγορα την Κριμαία και να υποστηρίζει φιλο-Ρώσους αυτονομιστές στο Ντονμπάς, την περιοχή της ανατολικής Ουκρανίας με σχετικά υψηλό ποσοστό ρωσικού πληθυσμού. Το κοινοβούλιο της Ουκρανίας εγκατέλειψε επίσημα την ουδετερότητα αργότερα, το 2014.
Η Ουκρανία και οι υποστηριζόμενοι από τη Ρωσία αυτονομιστές στο Ντονμπάς διεξάγουν έναν σκληρό πόλεμο εδώ και 8 χρόνια. Οι προσπάθειες να τερματιστεί ο πόλεμος στο Ντονμπάς μέσω των συμφωνιών του Μινσκ απέτυχαν όταν οι ηγέτες της Ουκρανίας αποφάσισαν να μην τηρήσουν τις συμφωνίες, οι οποίες ζητούσαν αυτονομία για το Ντονμπάς. Μετά το 2014, οι ΗΠΑ διοχέτευσαν μαζικούς εξοπλισμούς στην Ουκρανία και βοήθησαν στην αναδιάρθρωση του στρατού της Ουκρανίας ώστε να είναι διαλειτουργικός με το ΝΑΤΟ, όπως αποδεικνύεται στις φετινές μάχες.
Η ρωσική εισβολή το 2022 θα είχε πιθανότατα αποτραπεί αν ο Μπάιντεν είχε συμφωνήσει με το αίτημα του Πούτιν στα τέλη του 2021 να τερματιστεί η διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς. Ο πόλεμος θα είχε πιθανότατα τερματιστεί τον Μάρτιο του 2022, όταν οι κυβερνήσεις της Ουκρανίας και της Ρωσίας αντάλλαξαν σχέδιο ειρηνευτικής συμφωνίας που βασιζόταν στην ουκρανική ουδετερότητα. Στο παρασκήνιο, οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο πίεσαν τον Ζελένσκι να απορρίψει οποιαδήποτε συμφωνία με τον Πούτιν και να συνεχίσει να πολεμά. Σε εκείνο το σημείο, η Ουκρανία αποχώρησε από τις διαπραγματεύσεις.
Η Ρωσία θα κλιμακώσει όσο χρειάζεται, ενδεχομένως μέχρι τα πυρηνικά όπλα, για να αποφύγει τη στρατιωτική ήττα και την περαιτέρω διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς. Η πυρηνική απειλή δεν είναι κενή περιεχομένου, αλλά μέτρο της αντίληψης της ρωσικής ηγεσίας για τα συμφέροντα ασφαλείας που διακυβεύονται. Είναι τρομακτικό ότι οι ΗΠΑ ήταν επίσης έτοιμες να χρησιμοποιήσουν πυρηνικά όπλα κατά την κρίση των πυραύλων της Κούβας, και ένας ανώτερος Ουκρανός αξιωματούχος προέτρεψε πρόσφατα τις ΗΠΑ να εξαπολύσουν πυρηνικά πλήγματα «μόλις η Ρωσία έστω σκεφτεί να πραγματοποιήσει πυρηνικά πλήγματα», σίγουρα μια συνταγή για τον Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Βρισκόμαστε και πάλι στο χείλος της πυρηνικής καταστροφής.
Ο πρόεδρος Τζον Φ. Κένεντι έμαθε για την πυρηνική αντιπαράθεση κατά τη διάρκεια της κρίσης των πυραύλων της Κούβας. Εκτόνωσε εκείνη την κρίση όχι με τη δύναμη της θέλησης ή τη στρατιωτική ισχύ των ΗΠΑ, αλλά με τη διπλωματία και τον συμβιβασμό, απομακρύνοντας τους πυρηνικούς πυραύλους των ΗΠΑ στην Τουρκία με αντάλλαγμα την απομάκρυνση των πυρηνικών πυραύλων της Σοβιετικής Ένωσης στην Κούβα. Τον επόμενο χρόνο, επιδίωξε την ειρήνη με τη Σοβιετική Ένωση, υπογράφοντας τη Συνθήκη Μερικής Απαγόρευσης Πυρηνικών Δοκιμών.
Τον Ιούνιο του 1963, ο Κένεντι εξέφρασε την ουσιαστική αλήθεια που μπορεί να μας κρατήσει ζωντανούς σήμερα: «Πάνω απ’ όλα, υπερασπιζόμενοι τα δικά μας ζωτικά συμφέροντα, οι πυρηνικές δυνάμεις πρέπει να αποφεύγουν εκείνες τις αντιπαραθέσεις που φέρνουν τον αντίπαλο ενώπιον της επιλογής είτε μιας ταπεινωτικής υποχώρησης είτε ενός πυρηνικού πολέμου. Η υιοθέτηση αυτού του είδους της πορείας στην πυρηνική εποχή θα αποτελούσε απόδειξη μόνο της χρεοκοπίας της πολιτικής μας — ή μιας συλλογικής επιθυμίας θανάτου για την υφήλιο».
Είναι επείγον να επιστρέψουμε στο σχέδιο ειρηνευτικής συμφωνίας μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας στα τέλη Μαρτίου, το οποίο βασίζεται στη μη διεύρυνση του ΝΑΤΟ. Η σημερινή τεταμένη κατάσταση μπορεί εύκολα να ξεφύγει από τον έλεγχο, όπως έχει κάνει ο κόσμος σε τόσες πολλές περιπτώσεις στο παρελθόν — αυτή τη φορά όμως με την πιθανότητα πυρηνικής καταστροφής. Η ίδια η επιβίωση του κόσμου εξαρτάται από τη σύνεση, τη διπλωματία και τον συμβιβασμό όλων των πλευρών.
Τον Οκτώβριο του 2015, η IFAC Athina ιδρύθηκε ως αποκεντρωμένος χώρος καλλιτεχνικού εργαστηρίου στην οδό Γαλαξία 11, στον Νέο Κόσμο. Έχοντας διανύσει μία επταετή πορεία ιχνηλάτησης και εμπλοκής με τις πολυεπίπεδες χαρτογραφίες της σύγχρονης τέχνης, η IFAC Athina επιστρέφει στην αποτύπωση της αδιαμεσολάβητης αμεσότητας του παρόντος με την Έκθεση του Οκτώβρη.
Διαμορφώνοντας τους συγχρόνους μας Οκτωβρίους, η έκθεση συνθέτει θεωρητική έρευνα και καλλιτεχνική πρακτική με σκοπό την επανεξέταση της επιμελητικής διαδικασίας και τον εντοπισμό των ιστορικών – κοινωνικών, πολιτικών, και αισθητικών – πραγματικοτήτων που την περικλείουν. Υπό αυτό το πρίσμα, η Έκθεση του Οκτώβρη συγκροτείται ως ένα μετα- καταστασιακό περιβάλλον που εγκολπώνεται την αδιάλειπτη ροή ενέργειας ως ενοποιητικό στοιχείο και οικειοποιείται τον ελεύθερο συνειρμό ως μεθοδολογικό σύνδεσμο μεταξύ των έργων και των θεατών. Σε αυτό το πειραματικό επιμελητικό εγχείρημα, η Αθήνα λειτουργεί ως καταλύτης που επικοινωνεί την ουσία της ενότητας ενός εύρους καλλιτεχνών. Καθόλη τη διάρκεια της έκθεσης θα φιλοξενήσουμε συζητήσεις, προβολές, επιτελέσεις.
Στις τέσσερις δεκαετίες μετά την Ισλαμική Επανάσταση, οι Ιρανοί καλλιτέχνες έχουν χρησιμοποιήσει έξυπνες τακτικές και αντισυμβατικούς τρόπους καλλιτεχνικής δημιουργίας για να επιδείξουν ανυπακοή.
Τις τελευταίες εβδομάδες παρατηρήθηκε μια έξαρση της τέχνης διαμαρτυρίας στο Ιράν, με αφορμή την τραγική ιστορία της Mahsa Amini, μιας νεαρής γυναίκας που σκοτώθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου από την αστυνομία ηθικής τάξης επειδή παραβίασε τον ενδυματολογικό κώδικα της Ισλαμικής Δημοκρατίας για τις γυναίκες. Έκτοτε, η πολιτική αναταραχή έχει αυξηθεί σε περισσότερες από 80 ιρανικές πόλεις, με εκκλήσεις για δικαιοσύνη, καθώς και για προσωπικές και πολιτικές ελευθερίες, για να μην αναφερθούμε στις εκατοντάδες συλλήψεις και τη βία κατά των διαδηλωτών, ιδίως των νεαρών γυναικών. Η πρόσβαση στο διαδίκτυο παραμένει περιορισμένη, καθώς η κυβέρνηση ρυθμίζει τη χρήση του. Εν μέσω αυτών των διαδηλώσεων, οι καλλιτέχνες έχουν διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στο να φέρουν το μήνυμά τους στο προσκήνιο. Το τραγούδι του Shervin Hajipour (#Baray-e [Προκειμένου να]), το οποίο ηχογραφήθηκε στο δωμάτιό του και αναρτήθηκε στο Instagram για περιορισμένο αριθμό οπαδών, κοινοποιήθηκε περισσότερες από 40 εκατομμύρια φορές στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης μέσα σε μόλις δύο ημέρες. Παίρνοντας αφορμή από τα tweet διαμαρτυρίας με την ένδειξη #Baraye, ο Hajipour προφέρει τα παράπονα και τις ελπίδες των Ιρανών, με τελική έμφαση στο “Για τις γυναίκες, τη ζωή, την ελευθερία”, το κύριο σύνθημα των πρόσφατων διαδηλώσεων. Η τέχνη που προέρχεται από το Ιράν (ή από καλλιτέχνες της διασποράς) έχει έναν ριζοσπαστικό και επαναστατικό ζήλο, ο οποίος είναι επίσης εμφανής στις εικαστικές τέχνες. Σκεφτείτε, για παράδειγμα, το έργο δεκάδων Ιρανών καλλιτεχνών (πολλοί από τους οποίους είναι γυναίκες) που έχουν παρουσιαστεί από το Hyperallergic και τον Guardian. Γενναία έργα με πολυεπίπεδα νοήματα, οικειοποιούνται έννοιες και εικόνες από παλαιότερες περιόδους, ιδίως εκείνες που είναι οικείες στους Ιρανούς. Οι αφίσες της Meysam Azarzad που μοιράζονται μέσω Instagram φαίνεται να έχουν δανειστεί επαναστατικά θέματα παλαιότερων ετών, που βρέθηκαν τόσο στις αριστερές όσο και στις ισλαμιστικές παρατάξεις οι οποίες βοήθησαν στην ανατροπή του καθεστώτος του Σάχη το 1979. Χρησιμοποιώντας κόκκινο, λευκό και μαύρο, φαίνεται επίσης να ευθυγραμμίζουν την πρόσφατη εξέγερση με την οπτική κουλτούρα άλλων παγκόσμιων επαναστατικών κινημάτων. Κινηματογραφιστής με πανεπιστημιακή εκπαίδευση στη γραφιστική, ο Azarzad αρνείται κάθε σύνδεση με τις επαναστατικές αφίσες του Ιράν, ιδίως εκείνες με θρησκευτική εικονογραφία. Αντιπαραθέτοντας τολμηρές ασπρόμαυρες σιλουέτες μαχόμενων και νεκρών νεαρών γυναικών με εθνικιστική ποίηση, ο Azarzad αντίθετα αναδεικνύει τη γενναιότητά τους με εθνικιστικούς όρους. Το περιεχόμενο των κειμένων που εμφανίζονται πάνω από τις γυναίκες χτυπάει μια χορδή με ομοιοκατάληκτα κουπλέ από το έπος του 11ου αιώνα Shahnameh (“Βιβλίο των Βασιλέων”) του εθνικού ποιητή Abul-Qasem Ferdowsi. Μια αφίσα δείχνει μια ανυπεράσπιστη νεαρή γυναίκα να υψώνει τη γροθιά της – απροκάλυπτα – σε σειρές στρατιωτών. Το κουπλέ υμνεί έναν ήρωα, αλλά το τυπικό όνομα του αρσενικού ήρωα σε στυλ Σαχναμέ αντικαθίσταται από “ένα κορίτσι που μάχεται” (dokht-e jangi). Οι άλλες αφίσες εφιστούν την προσοχή μας στη γενναιότητα δύο 16χρονων κοριτσιών. Εμφανιζόμενες σαν αγίες, η Nika Shahkarami και η Sarina Esmailzadeh ξυλοκοπήθηκαν και οι δύο μέχρι θανάτου κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων. Τα πορτρέτα αντιπαραβάλλονται με ποιητικούς θρήνους για τον θάνατο μιας ηρωίδας, και πάλι στο ύφος του Σαχναμέ.
Τα περισσότερα από αυτά τα έργα δημιουργήθηκαν από γραφίστες και εικονογράφους για πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης – ωστόσο, αντιπροσωπεύουν μόνο μία από τις ποικίλες μορφές τέχνης που παράγονται στο σύγχρονο Ιράν. Ως απάντηση στις τρέχουσες αναταραχές, πολλοί εγκατέλειψαν την έκθεση και την παράσταση για την “ανώνυμη” έκφραση πολιτικών απόψεων μέσω γκράφιτι και εφήμερων εγκαταστάσεων. Μεταμφιεσμένοι, οι καλλιτέχνες έχουν τοποθετήσει συνθήματα που αμφισβητούν την ιερατική ηγεσία της χώρας – σε μια ειρωνική τροπή, πολλοί παρωδούν τα επαναστατικά συνθήματα της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Στις 7 Οκτωβρίου, ένας ανώνυμος καλλιτέχνης δημιούργησε την “Τεχεράνη με αίμα”, βάφοντας κόκκινα τα σιντριβάνια σε σημαντικά πολιτιστικά κέντρα. Σε απάντηση σε μια επίθεση εναντίον διαδηλωτών στο Πανεπιστήμιο Σαρίφ της Τεχεράνης, δύο ανώνυμες καλλιτέχνιδες ζωντάνεψαν τα δέντρα στο πάρκο Daneshjoo (“Πάρκο των Φοιτητών”) κρεμώντας κόκκινες θηλιές από τα κλαδιά. Η αστυνομία απομάκρυνε γρήγορα αυτές τις εγκαταστάσεις, αλλά οι φωτογραφίες τους παρέμειναν στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης και βρήκαν ακόμη και το δρόμο τους στα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης. Για τέσσερις δεκαετίες, όμως, η προκλητικότητα της ιρανικής τέχνης υπήρξε υποτονική. Συγκρίνετε δύο αφίσες του γραφίστα Pedram Harby. Αυτή στα αριστερά, που δημιουργήθηκε για τις πρόσφατες διαδηλώσεις, κινείται από ένα γυναικείο στόμα που φαινομενικά εκφράζει παράπονα. Εμφανιζόμενο δίπλα σε ένα hashtag #MahsaAmini, και ανάμεσα στις με αυτοπεποίθηση αποδιδόμενες λέξεις “Zan” (Γυναίκα) και “Zendegi, Azadi” (Ζωή, Ελευθερία), το έργο φαίνεται τολμηρό σε σύγκριση με μια προηγούμενη αφίσα που σχεδίασε ο Harby για το Unpermitted Whispers, ένα 35λεπτο έργο του Ιρανού θεατρικού σκηνοθέτη Azadeh Ganjeh που ανέβηκε τέσσερις φορές τη νύχτα το 2012, χρησιμοποιώντας συνηθισμένα ταξί. Για κάθε παράσταση, τρεις ηθοποιοί παραλαμβάνονταν και αποβιβάζονταν διαδοχικά. Οι χαρακτήρες της παράστασης ήταν εμβληματικές γυναίκες στα έργα του Σαίξπηρ, όπως η Οφηλία της οποίας η έντονη αγάπη, η τρέλα και η απελπισία προσωποποιήθηκαν στον χαρακτήρα μιας γυναίκας από τη σύγχρονη Τεχεράνη που μίλησε για τις συγκρούσεις μεταξύ των απλών Ιρανών και των αστυνομικών δυνάμεων. Παρά τον πολιτικό τόνο του έργου, η αφίσα του Harby παραμένει διακριτική. Ένα κόκκινο φανάρι κυκλοφορίας κολλημένο σε ένα Q-tip, το σύνολο υποδεικνύει τις απειλές του να είσαι μπλοκαρισμένος και να μην ακούγεσαι.
Μια τέτοια έμμεση οπτική γλώσσα ήταν το κυρίαρχο οπτικό ιδίωμα της ιρανικής τέχνης τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, επειδή όλη η τέχνη πρέπει να εγκριθεί από έναν οργανισμό που λειτουργεί σαν “αστυνομία ηθικής”. Ο οργανισμός που αναφέρεται συνήθως ως Vezarat-e ershad, ή Υπουργείο Καθοδήγησης (συντομογραφία του Υπουργείου Πολιτισμού και Ισλαμικής Καθοδήγησης, εφεξής MCIG), λογοκρίνει τις τέχνες από τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Οι Ιρανοί καλλιτέχνες όλων των κλάδων αναγκάστηκαν να αυτοσχεδιάσουν για να αψηφήσουν τους κανόνες αυτής της οργάνωσης. Ενώ το MCIG προσπάθησε να καταστείλει την καλλιτεχνική έκφραση, ωστόσο, άθελά του ώθησε τους καλλιτέχνες να είναι πιο εφευρετικοί. Αντί να αυτολογοκρίνονται, οι καλλιτέχνες έχουν από καιρό χρησιμοποιήσει έξυπνες τακτικές για την παρουσίαση της ανυπακοής. Ενώ εικαστικοί καλλιτέχνες όπως ο Harby χρησιμοποιούν λεπτή και αινιγματική εικονογραφία, καλλιτέχνες περφόρμανς, όπως ο Shahab Fotouhi, αντλούν από αυτό που ο Γερμανός δραματουργός Bertolt Brecht αποκαλεί Verfremdungseffekt (αποξένωση), το θεατρικό μέσο που σκόπιμα απομακρύνει τους θεατές από τη μυθοπλαστική αφήγηση και αντίθετα τους εμπλέκει σε πραγματικές δραστηριότητες, όπως οι εικονικές παραστάσεις που μοιάζουν με πλήρως εγκεκριμένες πολιτικές στρογγυλές τράπεζες στο Ιράν και όμως με κάποιο τρόπο αμφισβητούν τα ιδανικά και τις ιδέες του καθεστώτος.
Στο βιβλίο μου “Εναλλακτικό Ιράν”, επισημαίνω μια άλλη σημαντική στρατηγική: τις χωρικές τακτικές που χρησιμοποιούν οι καλλιτέχνες όλων των ειδών, καθώς και οι επιμελητές και οι αρχιτέκτονες που συνεργάζονται μαζί τους. Τέτοιες στρατηγικές περιλαμβάνουν την κυριολεκτικά υπόγεια πορεία κατά μήκος κάθετων μπλοκ, ακόμη και όταν χορηγείται άδεια του MCIG, την απομάκρυνση από τα “επίσημα” κέντρα παραγωγής τέχνης και την ανάπτυξη, αντ’ αυτού, κατά μήκος οριζόντιων αξόνων, τη δημιουργία εφήμερων εγκαταστάσεων, την ανάπτυξη χωρικού καμουφλάζ και τη διαπραγμάτευση των ορίων του επιτρεπόμενου και του απαγορευμένου με τη χειραγώγηση χώρων τέχνης ή γκαλερί. Χρησιμοποιώντας αυτές τις χωρικές στρατηγικές, οι καλλιτέχνες περιφρόνησαν τους νόμους του MCIG, παρουσιάζοντας πολιτικά ευαίσθητη τέχνη χωρίς να μπλέξουν.
Οι περιορισμοί που επιβάλλονται από το MCIG έδωσαν επίσης μορφή σε αντισυμβατικούς τρόπους καλλιτεχνικής δημιουργίας, που δεν προορίζονται για επίσημους χώρους. Αντ’ αυτού, αυτές οι μορφές τέχνης εμφανίζονται σε εγκαταλελειμμένα κτίρια, σε εναπομείνασες αστικές ζώνες και σε απομακρυσμένες φυσικές τοποθεσίες. Μετά τον πόλεμο Ιράν-Ιράκ (1980-88) και ξεκινώντας από τη δεκαετία του 1990, μερικές εκθέσεις σε εγκαταλελειμμένα και έτοιμα προς ανακαίνιση σπίτια (kolangi) αναβίωσαν μορφές εννοιολογικής τέχνης (honar-e mafhoomi), performance art (honar-e ejra’ie) και εφήμερης τέχνης (honar-e mira). Πολλά έργα ήταν προσανατολισμένα προς τον τόπο και όχι με αναφορά στον τόπο ή ειδικά για τον τόπο: δηλαδή, η μορφή, η ιστορία, οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες και οι κοινωνικοπολιτικές συνδηλώσεις του τόπου ήταν λιγότερο σημαντικές από το γεγονός ότι η τοποθεσία παρείχε ευκαιρίες για ελευθερία έκφρασης που δεν ήταν διαθέσιμες σε συμβατικούς χώρους τέχνης. Ωστόσο, την παραμονή της εκλογής του άλλοτε προέδρου του Ιράν Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ το 2006 και της επιβολής περαιτέρω περιορισμών στους δημοσιογράφους, η εγκαταλελειμμένη έδρα της πιο γνωστής κρατικής εφημερίδας, της Ettela’at, έγινε πλατφόρμα για μια μνημειώδη εγκατάσταση της Farideh Shahsavarani.
Με τίτλο “Εγώ έγραψα, εσείς διαβάσατε”, το έργο της Shahsavarani σχολίαζε την περιστολή της δημοσιογραφικής ελευθερίας, που είχε φτάσει στο απόγειό της μετά από οκτώ χρόνια υπό τον πρόεδρο Mohammad Khatami. Ορισμένες σελίδες εφημερίδων ήταν εγκλωβισμένες σε βάσεις με συρματόπλεγμα, άλλες κάλυπταν τους τοίχους, τα παράθυρα και τα ταβάνια, άλλες εμφανίζονταν σε βίντεο που συνοδεύονταν από τους ήχους γραφομηχανών και σειρήνων. Η έκθεση αφιέρωσε επίσης μια μικρή αίθουσα στη μνήμη των δημοσιογράφων που είχαν συλληφθεί και κρατηθεί. Αυτό το Gesamtkunstwerk απασχόλησε πολλαπλές ανθρώπινες αισθήσεις, επιβεβαιώνοντας μια μορφή θέασης της τέχνης που δεν εξαρτάται μόνο από τα μάτια μας, αλλά και από τα σώματά μας. Η Shahsavarani, η οποία δεν εξασφάλισε άδεια από το MCIG για το site-specific έργο της, κατέληξε να το κατεβάσει μετά από μία εβδομάδα.
Katayoun Karami, Good Thoughts, Good Words, Good Deed (2013), Azad Art Gallery, Τεχεράνη (ευγενική προσφορά του καλλιτέχνη).
Μια άλλη χωροταξική τεχνική που χρησιμοποιήθηκε με σκοπό την καθυπόταξη της τέχνης διαμαρτυρίας ήταν το καμουφλάζ. Στις 5 Αυγούστου 2009, όταν ο πρόεδρος Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ ορκίστηκε για δεύτερη θητεία, η αστυνομία επιτέθηκε σε πλήθη που είχαν συγκεντρωθεί έξω από το κοινοβούλιο για να διαμαρτυρηθούν, συλλαμβάνοντας πολλούς. Ενάντια σε αυτό το χάος, ο Αχμαντινετζάντ κάλεσε σε εθνική ενότητα και παρέθεσε το άρθρο 121 του ιρανικού συντάγματος, ορκιζόμενος να αφιερωθεί “στην υπηρεσία του λαού και … στη διάδοση της δικαιοσύνης και στην αποχή από κάθε δικτατορία”. Ο καλλιτέχνης Katayoun Karami, ο οποίος συμμετείχε στη διαμαρτυρία, εξοργίστηκε από αυτές τις απατηλές διακηρύξεις. Τέσσερα χρόνια αργότερα, για την επόμενη ημέρα των εκλογών, δημιούργησε μια εγκατάσταση με την επιμελήτρια Rozita Sharafjahan στην Αζάντ Γκαλερί Τέχνης της Τεχεράνης. Με τίτλο “Καλές σκέψεις, καλές λέξεις, καλές πράξεις” (ένα αρχαίο σύνθημα του Ζωροαστρισμού), το έργο “παγίδευσε” τους επισκέπτες καθώς εξερευνούσαν την γκαλερί. Η Karami είχε κόψει με λέιζερ τις λέξεις του άρθρου 121 από χαλάκια που είχαν επικαλυφθεί με κόλλα από ποντικοπαγίδες. Τα χαλάκια κάλυπταν το πάτωμα, ώστε οι επισκέπτες να μην μπορούν να ξεφύγουν από το κολλώδες χάος. Αυτό ήταν μια μεταφορά “για το ότι είμαστε πάντα παγιδευμένοι στις πολιτικές δυσχέρειες”, υπενθύμισε ο Karami. Στην αρχή, οι λέξεις ήταν ελάχιστα ορατές από τους επισκέπτες και το προσωπικό του MCIG που εξέδιδε την άδεια. Ωστόσο, μετά από πολλές επισκέψεις, τα αυτοκόλλητα μαξιλάρια έγιναν σκούρα και αποκρυπτογραφημένα. Οι επισκέπτες, με τη σειρά τους, μετέφεραν απρόθυμα στο σπίτι τους λίγη κόλλα στα παπούτσια τους. Ο Karami, ο οποίος προέρχεται από μια γενιά που τα έχει δει όλα (δηλαδή, την επανάσταση, τον πόλεμο Ιράν-Ιράκ, το Πράσινο Κίνημα), πιστεύει ότι η εμπλοκή των σωμάτων των επισκεπτών μετέφερε τη συλλογική δυσαρέσκεια με το πολιτικό σύστημα του Ιράν. Ένας άλλος εξέχων καλλιτέχνης στην κατηγορία του καμουφλάζ είναι ο Pooya Aryanpour, η οποία χρησιμοποιεί το τέχνασμα για να πειράξει διακριτικά τους κοινωνικούς και πολιτικούς περιορισμούς στο Ιράν. Βασιζόμενη σε παραδοσιακά έργα με καθρέφτες, η τέχνη του αποπνέει ειρωνικά έναν θρησκευτικό αέρα. Τα έργα καθρέφτη χρησιμοποιούνται στα σιιτικά ιερά του Ιράν, καλύπτοντας ολόκληρους τοίχους, αψίδες, θόλους και οροφές με θραύσματα τόσο κατακερματισμένα που η αντανάκλαση του καθενός είναι τεθλασμένη, με έναν επείγοντα χαρακτήρα που αντλείται από τις διδασκαλίες των υψηλόβαθμων σιιτών κληρικών που απαγορεύουν στον πιστό την προσευχή μπροστά σε πορτρέτα, συμπεριλαμβανομένης της δικής του εικόνας. Αξιοσημείωτη ανάμεσα στα καμουφλαρισμένα έργα του Aryanpour είναι μια εγκατάσταση του 2022, μια αναρτημένη υφασμάτινη δομή, η επιφάνεια της οποίας κινείται με καθρέφτες. Εκτελεσμένο σε συνεργασία με την επιμελήτρια Maryam Majd και τη γκαλερί Dastan, το Gone with the Wind κρέμεται στο σκοτάδι, παραπέμποντας σε διάφορα πολιτισμικά σημαίνοντα, από τα μαύρα πανό που τιμούν μια θρησκευτική γιορτή ή τον θάνατο ενός ιμάμη ή μάρτυρα μέχρι το ιδανικό πέπλο για τις γυναίκες, το μαύρο τσαντόρ. Ο χώρος ήταν ένα εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο ζάχαρης στο Kahrizak, μια άλλοτε ακμάζουσα βιομηχανική περιοχή στη νότια Τεχεράνη. Η επιλογή του χώρου, εξηγεί ο Aryanpour, συνδέθηκε με το νόημα του έργου, που σηματοδοτεί ταυτόχρονα τις σκοτεινές και φωτεινές πτυχές της ισλαμικής δημοκρατίας. Το εργοστάσιο, που κάποτε ήταν τόπος παραγωγής, δεν είναι πλέον παρά ένας κενός χώρος που αφέθηκε στην παρακμή, μια μεταφορά για τη χώρα στο σύνολό της. Στον ιστότοπο της γκαλερί Dastan, ένα κείμενο του Majd το περιγράφει ως “όμορφο, αλλά χαμένο”, και ως “άμεση αναφορά σε εμάς και τις ζωές μας”, ισοδυναμώντας με μια “αισθητική αναφορά” στην “ελλιπή, αντιφατική και ασταθή κατάσταση[ες] που βιώνει” ο ιρανικός λαός.
Τα λίγα παραδείγματα τέχνης με σιωπηρά πολιτικά μηνύματα που παρουσιάζονται εδώ μαρτυρούν μια σειρά από λεπτές στρατηγικές από τη μεταπολιτευτική περίοδο που επέτρεψαν στους καλλιτέχνες να αψηφήσουν το MCIG. Με άλλα λόγια, η πρόσφατη τέχνη διαμαρτυρίας τέθηκε σε κίνηση νωρίτερα από αυτόν τον Σεπτέμβριο. Πράγματι, οι αντιπολιτευτικές φωνές κλιμακώθηκαν με την εκλογή του σκληροπυρηνικού προέδρου Ebrahim Raisi και τους νέους κανονισμούς που θέσπισε το υπουργικό του συμβούλιο. Τον Αύγουστο του 2021, όταν ο Mohammad Mehdi Esmaili, ο νεοδιορισθείς υπουργός Πολιτισμού και Ισλαμικής Καθοδήγησης υπό τον πρόεδρο Raisi, εξέδωσε ένα νέο “πρόγραμμα” (barnameh) για την αναμόρφωση των ρουμπρικών του MCIG για την περαιτέρω “ισλαμοποίηση” των τεχνών, κάθε παράταξη της καλλιτεχνικής κοινότητας δημοσίευσε ανοιχτές δηλώσεις που εξέταζαν το νέο “πρόγραμμα”. Στο Instagram, ο καλλιτέχνης Alireza Amirhajebi έγραψε: “Μέχρι στιγμής, έχουμε δείξει ελαστικότητα (en’etaf) όσο μπορούσαμε. Αλλά τώρα ήρθε η ώρα για ανυπακοή (sarpichi)….” Έτσι, αυτό που βλέπουμε σήμερα είναι η συνέχεια όσων προέκυψαν μετά από μια σχεδόν δεκαετία σχετικής ευελιξίας υπό τον πρόεδρο Χασάν Ρουχανί. Η γενναία γλώσσα της τέχνης σήμερα, η οποία φτάνει μέχρι την πρόκληση του ίδιου του ανώτατου ηγέτη, θα δώσει αναμφίβολα έναν νέο τόνο στην ιρανική τέχνη τους επόμενους μήνες και χρόνια.
2.000 καλλιτέχνες θα λαμβάνουν 325€ εβδομαδιαία σε ένα νέο πιλοτικό πρόγραμμα που ξεκινάει στην Ιρλανδία, το οποίο ονομάζεται «Βασικό Εισόδημα για τις Τέχνες».
H κυβέρνηση της Ιρλανδίας αποφάσισε να χορηγήσει για τα επόμενα τρία χρόνια σε περίπου δύο χιλιάδες ηθοποιούς, μουσικούς και άλλους καλλιτέχνες ένα βασικό εγγυημένο εισόδημα.
Ο τρόπος που θα λειτουργήσει μια τέτοιου είδους στρατηγική έχει τεθεί ήδη σε ανοιχτή διαβούλευση. Οι μέχρι τώρα πληροφορίες, ωστόσο, αναφέρουν ότι ένας συγκεκριμένος αριθμός εργαζομένων στον χώρο των τεχνών θα πληρώνεται εβδομαδιαίως ώστε να είναι σε θέση να αφοσιωθεί με τις δημιουργικές του ασχολίες. Το ποσό πληρωμής, το οποίο και θα προταθεί στη διαβούλευση, πρόκειται να αγγίζει τα 10.50€ την ώρα. Ενώ το ύψος του συνολικού επιδόματος δεν έχει ακόμη αποφασιστεί.
Ένα μέτρο ανάκαμψης από τις επιπτώσεις της πανδημίας Στην Δημοκρατία της Ιρλανδίας οι πολιτιστικοί χώροι αναγκάστηκαν να βάλουν λουκέτο για μεγάλα χρονικά διαστήματα εξαιτίας των περιορισμών που υπαγόρευαν οι συνθήκες της πανδημίας. Με την Υπουργό Πολιτισμού, Catherine Martin, να προβαίνει στη δημιουργία μιας ειδικής ομάδας για τις Τέχνες και τον Πολιτισμό, της οποίας ο σκοπός είναι να προτείνει διάφορους τρόπους ανάκαμψης στον χώρο του πολιτισμού από τις «άνευ προηγουμένου ζημιές» που υπέστη λόγω πανδημίας.
Στην κορυφή των προτάσεων του συγκεκριμένου κλιμακίου βρισκόταν η κατάρτιση ενός σχεδίου για ένα βασικό εισόδημα «τριών ετών στις τέχνες, τον πολιτισμό, την οπτικοακουστική και live performance καθώς και άλλους της τομείς ψυχαγωγίας».
Τι προβλέπει η στρατηγική του «Βασικού Εισοδήματος» στις τέχνες; Σε προηγούμενες δηλώσεις της, η Υπουργός είχε αναφέρει ότι η Ιρλανδική Κυβέρνηση επρόκειτο να χρηματοδοτήσει το συγκεκριμένο πλάνο με 25 εκατομμύρια ευρώ και ότι η εφαρμογή του θα ξεκινούσε στις αρχές του 2022.
Στην ανοιχτή διαβούλευση, η οποία θα διαρκέσει έως τις 27 Ιανουαρίου, θέμα συζήτησης αποτελούν οι στόχοι του μελλοντικού προγράμματος, ποιος θα δικαιούται το βασικό εισόδημα, με ποια διαδικασία θα επιλέγονται οι δικαιούχοι και ποιο είναι το κατάλληλο ύψος πληρωμής.
Αν και ακόμη δεν είναι ξεκάθαρος ο συνολικός αριθμός των εργαζόμενων στον χώρο της τέχνης και του πολιτισμού που θα λαμβάνουν το βασικό εισόδημα, ωστόσο έχει προταθεί ένα νούμερο της τάξης των δύο χιλιάδων ατόμων. Ενώ στη διαβούλευση ειπώθηκε ότι αν ο αριθμός των δικαιούχων ξεπερνά τις διαθέσιμες θέσεις, τότε οι συμμετέχοντες στο πρόγραμμα θα επιλεγούν με τυχαίο τρόπο.
Πηγή: monopoli
Εκδήλωση 18 Οκτωβρίου 2022, 18:30 – 21:00, στο Impact Hub Athens
Κατά το διάστημα Ιουνίου – Σεπτεμβρίου 2022 πραγματοποιήθηκε πανελλαδική έρευνα που απευθυνόταν στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και συγκεκριμένα στους Δημάρχους, με σκοπό να αποτιμηθούν οι γνώσεις και οι στάσεις τους σχετικά με το Καθολικό Βασικό Εισόδημα. Η έρευνα διενεργήθηκε από την μη κερδοσκοπική οργάνωση Contentativa, με τη συμμετοχή ακαδημαϊκών από το Πάντειο Πανεπιστήμιο και την υποστήριξη του Γραφείου Θεσσαλονίκης του Ιδρύματος Heinrich Böll.
Τα αποτελέσματα της έρευνας θα παρουσιαστούν στις 18 Οκτωβρίου 2022, 18:30 – 21:00, στο Impact Hub Athens, σε εκδήλωση που συνδιοργανώνει η Contentativa με το Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου. Με το παρόν θα θέλαμε να σας γνωστοποιήσουμε το πρόγραμμα της εκδήλωσης και να σας καλέσουμε να την παρακολουθήσετε.
Πρόγραμμα Εκδήλωσης
18:30 Προσέλευση / Εγγραφές.
19:00 – 19:10 Έναρξη / εισαγωγή, Όλγα Πατεράκη, Contentativa – Ευάγγελος Αστυρακάκης, Γραφείο Θεσσαλονίκης του Ιδρύματος Heinrich Böll.
19:10 – 19:30 «Βασικό Εισόδημα και Τοπική Αυτοδιοίκηση: αποτελέσματα της έρευνας», Ιορδάνης Παρασκευάς, υπ. Διδάκτορας Κοινωνικής Πολιτικής | Πάντειο Παν/μιο.
Σχολιασμός: Κώστας Δημουλάς, αν. Καθηγητής Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής | Πάντειο Παν/μιο.
19:30 – 20:00 Η εμπειρία της Καταλονίας, Σέρζι Ραβεντός, Διευθυντής του γραφείου πιλοτικής εφαρμογής του Βασικού Εισοδήματος της Καταλονίας, Διδάκτορας Κοινωνιολογίας[1].
Shirin Neshat creates art with a cosmopolitan feel that is as moving as it is relatable. Born in Iran, she was pursuing her education in the United States during the Islamic Revolution of 1979. The revolution prevented her from returning home for nearly 20 years and when she did, Iran was entirely transformed. The shift from a Persian culture to an Islamic one was jarring for Neshat as she had no real connection to the transition. During her trip home she resolved to create artwork as a means of understanding this cultural shift, and as a way of creating a sense of closeness to her homeland. Ironically, her artwork is the reason Neshat is no longer welcome in Iran.
Filmed in Morocco in 2000, Fervor is a two-channel video that takes place in an allegorical Iran. The video features a female protagonist on one screen and a male protagonist on the other. They pass on foot in route to a gathering where a mullah preaches to a segregated crowd about being chaste. The two characters give each other sideways glances and do not act on their clearly amorous desires. Their love remains unrequited, their relationship unresolved. This understated work of art is titillating and frustrating, revealing Neshat’s layered intentions. She is specifically interested in the problematic position of concepts like temptation, sexuality, and desire in the Middle East, but is more broadly interested in the tension created between individuals and the social order.
The COVID-19 pandemic generated uncanny circumstances being experienced worldwide, after all the tragic consequences of wars in the 20th century. The everyday environment is far from the common social-economic order. People of all classes are trying to cope with physical restraint, spiritual loneliness, global uncertainty, and anxiety about the future.
The Post-Truth regime we’ve been witnessing for over a decade, combined with the pandemic, has further complicated our realisation, perception, awareness and knowledge. Political and economic activity is being structured according to a new impasse.
What does this naked and absolute truth we experience mean for the future? This is the most asked question today in the global arts and culture scene: the most omnipresent and operational human action versus economics and politics.
Post-truth is understood as the modification of the meaning of truth, a system which aims to capture political and economic power. The current concerns about global economy, politics and culture that are under the unavoidable hegemony of post-truth, are forcing us to re-think the relevance of truth – which is the main concept and goal of contemporary art – and the relevance of today’s Relational Aesthetics productions.
Artists, art critics, academicians and experts working in this field are facing a new challenge to communicate with the pandemic-stricken public through contemporary art. The main setback in this field is the difference in political- social-economic orders, despite the growing controlling power of capitalism.
The truth is that there are countries and regions which respect democracy, justice, human rights etc., and there are countries that are far removed from these indisputable values. To my regret, I speak from a country [Turkey] with a damaged democracy that embraces post-truth. As Jürgen Habermas put it: “A ‘post-truth democracy’ […] would no longer be a democracy.” *
In non-democratic systems, there are a series of adverse issues that relate to the relevance of contemporary art and culture productions, as well as activities of artists towards their audiences. Mass media collaborates with ruling powers which offer limited democracy, all the while convincing people that they actually live in a democracy. The culture and art industry, with its populist, financially dependent systems and inevitable PR backing, promises an almost selfless service to the society of the spectacle, which simply produces illusions. Skeptical or dissident artists are confronted with this ongoing complexity.
In 2016, in Berlin, during my participation in ‘Soul for Europe’, I had the opportunity to justify the ongoing power of contemporary art and culture production in countries with limited democracy. I claimed that contemporary artists, art experts, artistic and cultural activities in Turkey (and in similar countries in the region), private institutions or individual initiatives, are effective in fulfilling cultural aims and intentions, such as:
a clear and unbiased vision towards democratic transformation freedom of expression and communication respect for pluralism, human and gender rights responsibility on ecological problems development of public awareness Visual artists with their aesthetically qualified, conceptually competent artworks, are widely and strongly enriching visual productions, and women artists are at the forefront of this. But, how artists profit from their productions, or rather how they survive, remains a crucial question.
Most artists work at universities, graphic design companies or public art studios. A small number of artists are supported by their families or other private income. Private galleries occasionally employ curators. However, museums or private art and culture venues, are not enough to meet artists’ employment demands, not to mention that these often prefer to run their institutions with low-wage policies.
Under the current political and economic conditions in Turkey and in the region, it may be difficult to continue to strengthen socio-cultural and artistic endeavours. Artists are today looking for opportunities to live and work abroad in the EU, but this too has become almost impossible under pandemic conditions. Fortunately artists and art professionals can see, categorise and mark the apparatuses that serve post-truth regimes.
These adverse apparatuses show the affluent life of the privileged classes as the only goal of life, with productions used as “a must” towards this goal. These institutions intervene into the organic communication between creative people and the public with the intention of converting every piece of this communication into money. They canalise existing art forms and their critical information through alien systems, and load them with contents that don’t belong to them. They convert the quality of artworks, which aim to reach very large audiences, into profit.
Here, we need a new approach to the global art market; to underline the border between the socio-political-cultural value and the market value of artwork. This is more essential in non-democratic countries where only decorative creations can be exhibited and marketed. In the post-truth pandemic order we live in, especially in the countries where democracy is damaged, Relational Aesthetics products, which make critical and oppositional visual productions between the truth regime and the Post-truth regime, are seen in opposition to traditional identity, nationalism, religion and Neo-capitalist mass-culture.
If we consider that Relational Aesthetic artworks have a function within the visual aggression of Post-truth, it is evidently the enigmatic visual language that penetrates into the subconscious of society and provokes awareness. However, in many countries these productions are abused by censorship and vandalism. But these attacks are not preventing the continuity of art production. The curators who stand by artists and their works inevitably take a political stand and provide opportunities for this continuity.
In such hostile political environments, a counter-position is created by empowering art and culture workforces through the founding of NGOs, as well as art and culture initiatives at the global level. Global artist and art-experts residency programs, and artistic and cultural projects funded by public and private initiatives, are the main strongholds of sustainability.
Since 1990, exhibitions, symposiums and workshops organised in Turkey, the Balkans, the Middle-East and South Caucasus in collaboration with EU institutions, significantly reflected the will and vision of collaboration in arts and culture. Throughout the 1990’s EU culture policy applications didn’t only provide opportunities for artists and curators seeking new audiences and markets, but also supported cultural ventures in non-democratic or semi-democratic countries.
However most of these countries are still exposed to political and economic transformations and blockages. This means that the art and culture workforce is still seeking new allies and partners to tackle and overcome the grandeur of the task. The EU’s distribution of knowledge and funds for multicultural exhibitions into region or city-based locations also played a role in reducing the authority of modernist state-controlled art and culture structures based on local, national or 20th century Eurocentric proclamations.
Turkey’s art and culture developments since the 1980’s is an example of this significant role. The intense art exchange within the region, where Istanbul is the center of early accomplishments in art and culture, consists of multilateral exhibitions, roundtable or symposium meetings and artist residencies.
Currently two directions influence art and culture policies in Turkey: One of them is the prevailing official culture policy trapped into Modernist ideology, mixed with nostalgia to an illusory İslamic art and culture. The other is in correlation with private sector investments, the irrepressible dynamism of contemporary art-making and cultural activities through international exchange, communication and market relations.
I think that the EU made efforts to fulfil its function of preserving cultural diversity, while at the same time providing equality in the systems of communication and exchange. However, there is a big problem in this function. The EU’s policy of updating art and culture policies in countries experiencing political and economic turmoil has fissures that need to be revised.
For instance, the mainstream international art and culture industry has very strong links with private international enterprises. It comprises a huge and complex network of artists, galleries, media, curators, collectors, private and official institutions. It is therefore an impenetrable entity that has its own rules and concepts and does not like to be manipulated by any other power. It has its own power and all the actors of the system enjoy this power.
The other system includes official institutions, museums, universities and state/nation political policies. The interests of this system are founded in nation-state ideologies, which is another unit one cannot easily penetrate into. Another issue are the dynamics of art itself. Artists are independent, free, and want to do whatever they believe in.
If there is a next future, the EU art and culture policy should consider its interest in democracies in bordering territories, and support the dissident art and culture producers living in autocracies.
Beral Madra is an art historian, critic, curator and elected member of DiEM25’s Coordinating Collective.
«Οποιος αρνείται να προσαρμοστεί δυστυχώς πεθαίνει. Η πορεία όλων μας εξαρτάται από το πόσο προσαρμοζόμαστε στις δύσκολες συνθήκες», δήλωσε σε πρωινή τηλεοπτική εκπομπή για την ενεργειακή φτώχεια ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών Στέλιος Πέτσας, ο οποίος ανασκεύασε λίγο αργότερα τη δήλωσή του που, σύμφωνα με τον ίδιο, παρεξηγήθηκε.
Για να είμαστε ακριβοδίκαιοι, ο αναπληρωτής υπουργός δεν είπε κάτι πρωτότυπο. Διατύπωσε περιεκτικά μια ουσιώδη διάσταση του νεοφιλελευθερισμού η οποία, σύμφωνα με την Barbara Stiegler, καθηγήτρια Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Bordeaux Montaigne («Πρέπει να προσαρμοστούμε», «Il faut s’adapter», 2019, εκδ. Gallimard), διακρίνει τον νεοφιλελευθερισμό από τις άλλες ιδεολογίες, ακόμα και τον συγγενικό του φιλελευθερισμό.
Γνωρίζουμε ότι από τη δαρβινική θεωρία της εξέλιξης των ειδών η έννοια της «προσαρμογής» πέρασε στο πεδίο των κοινωνικών επιστημών με πρωτοπόρο τον Χέρμπερτ Σπένσερ, ο οποίος αποθέωσε την «επιβίωση του καλύτερα προσαρμοσμένου («survival of the fittest»). Εκτοτε, «ειδικοί» θετικών και κοινωνικών επιστημών (ψυχολόγοι, ανθρωπολόγοι, κοινωνιοβιολόγοι, κ.ά.) έχουν εμπλακεί τους τελευταίους δύο αιώνες σε μια πολύπλοκη ακαδημαϊκή συζήτηση την οποία είναι αδύνατο να μεταφέρουμε εδώ.
Θα αναφέραμε, ωστόσο, εν συντομία ότι, αν ο παραδοσιακός φιλελευθερισμός ομνύει στην ανάπτυξη μέσω μιας ανταγωνιστικής αγοράς την οποία «αυθόρμητα» διαμορφώνουν οι οικονομικές δυνάμεις με τη λιγότερη δυνατή κρατική παρεμβατικότητα, ο νεοφιλελευθερισμός θεωρεί τον οικονομικό ανταγωνισμό προϊόν πολιτικών, κοινωνικών και νομικών κατασκευών από τις οποίες το κράτος δεν απουσιάζει. Αντιθέτως, παρεμβαίνει σε όλα τα κοινωνικά πεδία δημιουργώντας μια γενικευμένη ανταγωνιστική τάξη πραγμάτων, ιδιαίτερα εκεί όπου οι δυνάμεις της αγοράς αποδεικνύονται κατώτερες των περιστάσεων.
Σε αυτή την περίπτωση, η κοινωνία δεν έχει καμία εφικτή εναλλακτική πρόταση, εκτός από τη διαρκή προσαρμογή στις επιταγές ενός ανταγωνιστικού σύμπαντος, μέρος του οποίου υπήρξε η αποικιοκρατία, αλλά και η ευγονική, ο φασισμός και ο ναζισμός. Σε αυτό το σύμπαν ο κοινωνικός δαρβινισμός προσέφερε ισχυρά ιδεολογικά όπλα και επιστημονική νομιμοποίηση της κυριαρχίας μιας οικονομικο-κοινωνικής ελίτ πάνω σε μια μάζα ανθρώπων «ανίκανων» να κατανοήσουν τους όρους της προσαρμογής. Είναι αυτοί, οι «απροσάρμοστοι», τους οποίους η Ιστορία «εκκαθάρισε» αφήνοντάς τους στο περιθώριο ή εξαφανίζοντάς τους διά της «φυσικής επιλογής» από προσώπου γης.
Ενα από τα σημαντικότερα εργαλεία της θεωρίας της προσαρμογής ήταν και παραμένει η εκπαίδευση. Αρκεί να θυμηθούμε τη συνεισφορά του Τζον Ντιούι που, παρά τις όποιες διαφοροποιήσεις, προσδιόρισε ως σκοπό της εκπαιδευτικής διαδικασίας την προσαρμογή των νέων στις συνθήκες εργασίας μέσω της εσωτερίκευσης της ανταγωνιστικής κουλτούρας. Αυτή η κουλτούρα θριαμβεύει στις ημέρες μας αποδεχόμενη ως «φυσικό φαινόμενο» τις ανισότητες, δηλαδή, την «εγγενή» ικανότητα ή ανικανότητα των υποκειμένων να ενστερνιστούν την επιχειρησιακή λογική της οικονομικής σφαίρας και τη μεταφορά των κανόνων της στον εκπαιδευτικό κόσμο. Ο λεγόμενος «νόμος Κεραμέως» διέπεται στη φιλοσοφία του από αυτή τη λογική που καθιστά το δημόσιο πανεπιστήμιο υποχείριο του οικονομικού οφέλους, της διατήρησης των ανισοτήτων και της κρατικής παρέμβασης, όταν και όπου αυτή κρίνεται αναγκαία (π.χ. επιδόματα-φιλοδωρήματα στους «άριστους» φτωχούς).
Αντιθέτως, ο δρόμος ανοίγεται πολλά υποσχόμενος για το μέλλον σε όσους κατέχουν όχι μόνο εξειδικευμένες γνώσεις και πληροφόρηση αλλά και το αναγκαίο «έθος» της επικράτησης λόγω κοινωνικής καταγωγής. Οι σύγχρονοι «επιζώντες» είναι οι «άριστοι» τους οποίους θαυμάζουμε ως κληρονόμους όχι ενός αθέατου οικονομικού και μορφωτικού κεφαλαίου, αλλά ως απόφοιτους των καλύτερων πανεπιστημίων του εσωτερικού ή του εξωτερικού. Πρόκειται στην ουσία για αυτούς που πέτυχαν στις άρρητες εξετάσεις προσαρμογής στη ζούγκλα του ανταγωνισμού. Τα επόμενα βήματα προς την επιτυχία είναι αυτονόητα και απλά με βάση το οφθαλμοφανές: αυτοί είναι οι καλύτεροι, αυτοί που κατανόησαν πως οι «ίσες ευκαιρίες για όλους» δεν αφορούν τους πολλούς αλλά τους λίγους εξοπλισμένους με το εφόδιο της προσαρμογής στην αγοραία λογική της γνώσης.
Η εκπαίδευση ήταν και είναι ισχυρό εργαλείο προσαρμογών και αναπροσαρμογών, λεπτή διαδικασία εσωτερίκευσης μιας προσαρμοστικής ευλυγισίας του αυριανού εργαζόμενου στην αλλαγή επαγγελματικών ταυτοτήτων και διαρκών επιμορφώσεων μιας διά βίου απόγνωσης που ονομάστηκε «μάθηση».
Η επιλογή δεν απέχει πολύ από τη «φυσική» επιλογή στην οποία εθίζει τους νέους η τηλε-πραγματικότητα τύπου «Survivor», η οποία γνωρίζει πώς να καταβροχθίζει τους πολλούς και να επιβραβεύει τον έναν και μοναδικό νικητή. Οι επιζώντες είναι άτομα δυνατά, ευφυή, ανθεκτικά στις πάσης φύσεως κακουχίες και κυρίως «εύκαμπτα» στις αιφνίδιες τροποποιήσεις των όρων του παιχνιδιού που άλλοι διαμορφώνουν και ορίζουν.
Τελικά η φράση «όποιος δεν προσαρμόζεται δυστυχώς πεθαίνει» δεν θίγει κανέναν. Είναι η φράση-κλειδί που καλεί την κοινωνία να προσαρμοστεί στον δυστοπικό καπιταλισμό. Διαφορετικά, τα μέλη μιας «απροσάρμοστης» κοινωνίας ενδέχεται να εξαφανιστούν από την οθόνη, ήρεμα και φυσιολογικά, σαν τους κινηματογραφικούς ήρωες στον «Αστακό» (2015) του Γιώργου Λάνθιμου, πριν προλάβουν να γευτούν το «τι είν’ αυτό που το λένε αγάπη».
H Αλεξάνδρα Κορωναίου είναι καθηγήτρια Κοινωνιολογίας, πρώην κοσμήτορας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Οι καταγγελίες σχετικά με τις επιχειρήσεις επιρροής του αμερικανικού στρατού που χρησιμοποιούν το Facebook και το Twitter έχουν προκαλέσει ανησυχία στο Λευκό Οίκο και τις ομοσπονδιακές υπηρεσίες.
Το Πεντάγωνο διέταξε σαρωτικό έλεγχο του τρόπου διεξαγωγής του μυστικού πληροφοριακού πολέμου, αφού μεγάλες εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης εντόπισαν και έβγαλαν εκτός λειτουργίας ψεύτικους λογαριασμούς για τους οποίους υπήρχαν υποψίες ότι διοικούνταν από τον αμερικανικό στρατό κατά παράβαση των κανόνων των πλατφορμών.
Ο Colin Kahl, υφυπουργός Άμυνας για θέματα πολιτικής, έδωσε την περασμένη εβδομάδα εντολή στις στρατιωτικές διοικήσεις που εμπλέκονται σε ψυχολογικές επιχειρήσεις στο διαδίκτυο να παράσχουν πλήρη απολογισμό των δραστηριοτήτων τους έως τον επόμενο μήνα, αφού ο Λευκός Οίκος και ορισμένες ομοσπονδιακές υπηρεσίες εξέφρασαν αυξανόμενες ανησυχίες σχετικά με την απόπειρα χειραγώγησης του κοινού στο εξωτερικό από το Υπουργείο Άμυνας, σύμφωνα με διάφορους αξιωματούχους της άμυνας και της διοίκησης που γνωρίζουν το θέμα.
Η κατάργηση τα τελευταία χρόνια, από το Twitter και το Facebook, περισσότερων από 150 ψεύτικων προσωπικοτήτων και ιστότοπων μέσων ενημέρωσης που δημιουργήθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες αποκαλύφθηκε τον περασμένο μήνα από τους ερευνητές του διαδικτύου Graphika και το Παρατηρητήριο Διαδικτύου του Στάνφορντ (Stanford Internet Observatory). Ενώ οι ερευνητές δεν απέδωσαν τους εικονικούς λογαριασμούς στον αμερικανικό στρατό, δύο αξιωματούχοι που γνωρίζουν το θέμα δήλωσαν ότι το CENTCOM είναι μεταξύ εκείνων των οποίων οι δραστηριότητες αντιμετωπίζουν έλεγχο. Όπως και άλλοι που ερωτήθηκαν για την παρούσα έκθεση, μίλησαν υπό τον όρο της ανωνυμίας για να συζητήσουν ευαίσθητες στρατιωτικές επιχειρήσεις.
Οι ερευνητές δεν διευκρίνισαν πότε συνέβησαν οι διαγραφές, αλλά όσοι γνωρίζουν το θέμα είπαν ότι έγιναν τα τελευταία δύο ή τρία χρόνια. Κάποιες ήταν πρόσφατες, είπαν, και αφορούσαν αναρτήσεις από το καλοκαίρι που προωθούσαν αντιρωσικές αφηγήσεις που αναφέρονταν στον «ιμπεριαλιστικό» πόλεμο του Κρεμλίνου στην Ουκρανία και προειδοποιούσαν για τον άμεσο αντίκτυπο της σύγκρουσης στις χώρες της Κεντρικής Ασίας. Είναι ενδεικτικό ότι διαπίστωσαν ότι οι προσποιητές περσόνες — που χρησιμοποιούσαν τακτικές που χρησιμοποιούν χώρες όπως η Ρωσία και η Κίνα — δεν απέκτησαν μεγάλη απήχηση και ότι οι φανεροί λογαριασμοί προσέλκυσαν στην πραγματικότητα περισσότερους οπαδούς.
Η Centcom, με έδρα την Τάμπα, έχει αρμοδιότητα επί στρατιωτικών επιχειρήσεων σε 21 χώρες της Μέσης Ανατολής, της Βόρειας Αφρικής και της Κεντρικής και Νότιας Ασίας. Ένας εκπρόσωπος της αρνήθηκε να σχολιάσει.
Ο ταξίαρχος της Πολεμικής Αεροπορίας Πάτρικ Ράιντερ, εκπρόσωπος Τύπου του Πενταγώνου, ανέφερε σε δήλωσή του ότι οι επιχειρήσεις πληροφοριών του στρατού «υποστηρίζουν τις προτεραιότητες της εθνικής μας ασφάλειας» και πρέπει να διεξάγονται σύμφωνα με τους σχετικούς νόμους και πολιτικές. «Δεσμευόμαστε να επιβάλλουμε αυτές τις διασφαλίσεις», δήλωσε.
Οι εκπρόσωποι του Facebook και του Twitter αρνήθηκαν να σχολιάσουν.
Σύμφωνα με την έκθεση των ερευνητών, οι λογαριασμοί που καταργήθηκαν περιλάμβαναν έναν κατασκευασμένο ιστότοπο μέσων ενημέρωσης στην περσική γλώσσα που μοιραζόταν περιεχόμενο αναδημοσιευμένο από την χρηματοδοτούμενη από τις ΗΠΑ Voice of America Farsiκαι το Radio Free Europe. Ένας άλλος λογαριασμός, αναφέρεται, συνδεόταν με ένα όνομα χρήστη στο Twitter που στο παρελθόν είχε ισχυριστεί ότι λειτουργούσε για λογαριασμό της Centcom.
Ένας ψεύτικος λογαριασμός δημοσίευσε ένα εριστικό tweet που ισχυριζόταν ότι συγγενείς νεκρών Αφγανών προσφύγων είχαν αναφέρει ότι είχαν επιστραφεί πτώματα από το Ιράν με ελλείποντα όργανα, σύμφωνα με την έκθεση. Το tweet παρέπεμπε σε ένα βίντεο που αποτελούσε μέρος ενός άρθρου που αναρτήθηκε σε έναν ιστότοπο συνδεδεμένο με τον αμερικανικό στρατό.
Η Centcom δεν έχει σχολιάσει αν οι λογαριασμοί αυτοί δημιουργήθηκαν από το προσωπικό της ή από εργολάβους της. Εάν αποδειχθεί ότι το tweet με τη συλλογή οργάνων είναι της Centcom, δήλωσε ένας αξιωματούχος της άμυνας, θα ήταν «απολύτως παραβίαση του δόγματος και των πρακτικών εκπαίδευσης».
Ανεξάρτητα από την έκθεση, η Washington Post έμαθε ότι το 2020 το Facebook απενεργοποίησε φανταστικές περσόνες που δημιουργήθηκαν από την Centcom για να αντιμετωπίσει την παραπληροφόρηση που διαδόθηκε από την Κίνα, υποδηλώνοντας ότι ο κορωνοϊός που ευθύνεται για το covid-19 δημιουργήθηκε σε ένα εργαστήριο του αμερικανικού στρατού στο Fort Detrick, Md., σύμφωνα με αξιωματούχους που γνωρίζουν το θέμα. Τα ψευδοπροφίλ — ενεργά σε ομάδες του Facebook που συνομιλούσαν στα αραβικά, τα φαρσί και τα ουρντού, είπαν οι αξιωματούχοι — χρησιμοποιήθηκαν για να ενισχύσουν τις αληθινές πληροφορίες από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ σχετικά με την προέλευση του ιού στην Κίνα.
Η χρήση από την αμερικανική κυβέρνηση των υποκατάστατων λογαριασμών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αν και επιτρέπεται από το νόμο και την πολιτική, έχει προκαλέσει διαμάχη στο εσωτερικό της κυβέρνησης Μπάιντεν, με το Λευκό Οίκο να πιέζει το Πεντάγωνο να διευκρινίσει και να δικαιολογήσει την πολιτική του. Ο Λευκός Οίκος, οργανισμοί όπως το State Department και ακόμη και ορισμένοι αξιωματούχοι εντός του Υπουργείου Άμυνας ανησυχούν ότι οι πολιτικές είναι πολύ ευρείες, επιτρέποντας περιθώρια για τακτικές που ακόμη και αν χρησιμοποιούνται για τη διάδοση αληθινών πληροφοριών, κινδυνεύουν να υπονομεύσουν την αξιοπιστία των ΗΠΑ, δήλωσαν αρκετοί Αμερικανοί αξιωματούχοι.
«Οι αντίπαλοί μας δραστηριοποιούνται απολύτως στον τομέα των πληροφοριών», δήλωσε ένας δεύτερος ανώτερος αμυντικός αξιωματούχος. «Υπάρχουν κάποιοι που πιστεύουν ότι δεν πρέπει να κάνουμε τίποτα μυστικό σε αυτόν τον χώρο. Η παραχώρηση ενός ολόκληρου τομέα σε έναν αντίπαλο θα ήταν απερίσκεπτη. Αλλά χρειαζόμαστε ισχυρότερες κατευθυντήριες γραμμές πολιτικής».
Μια εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας, το οποίο αποτελεί μέρος του Λευκού Οίκου, αρνήθηκε να σχολιάσει.
Ο Kahl αποκάλυψε την αναθεώρησή του σε μια εικονική συνάντηση που συγκάλεσε το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας την Τρίτη, λέγοντας ότι θέλει να μάθει τι είδους επιχειρήσεις έχουν διεξαχθεί, σε ποιους στοχεύουν, ποια εργαλεία χρησιμοποιούνται και γιατί οι στρατιωτικοί διοικητές έχουν επιλέξει αυτές τις τακτικές, καθώς και πόσο αποτελεσματικές ήταν, δήλωσαν αρκετοί αξιωματούχοι.
Το μήνυμα ήταν ουσιαστικά: «Πρέπει να μου δικαιολογήσετε γιατί κάνετε τέτοιου είδους πράγματα», δήλωσε ο πρώτος αξιωματούχος του υπουργείου Άμυνας.
Η πολιτική και το δόγμα του Πενταγώνου αποθαρρύνουν τον στρατό από το να διακινεί ψεύδη, αλλά δεν υπάρχουν συγκεκριμένοι κανόνες που να επιβάλλουν τη χρήση αληθινών πληροφοριών για ψυχολογικές επιχειρήσεις. Για παράδειγμα, ο στρατός χρησιμοποιεί μερικές φορές μυθοπλασία και σάτιρα για σκοπούς πειθούς, αλλά γενικά τα μηνύματα υποτίθεται ότι παραμένουν στα γεγονότα, είπαν οι αξιωματούχοι.
Το 2020, αξιωματικοί του Facebook και του Twitter επικοινώνησαν με το Πεντάγωνο για να εκφράσουν τις ανησυχίες τους σχετικά με τους ψεύτικους λογαριασμούς που έπρεπε να αφαιρέσουν, ύποπτοι ότι σχετίζονταν με τον στρατό. Εκείνο το καλοκαίρι, ο David Agranovich, διευθυντής του Facebook για την παγκόσμια διάσπαση απειλών, μίλησε με τον Christopher C. Miller, τότε βοηθό διευθυντή για τις ειδικές επιχειρήσεις/συγκρούσεις χαμηλής έντασης, ο οποίος επιβλέπει την πολιτική για τις επιχειρήσεις επιρροής, προειδοποιώντας τον ότι αν το Facebook μπορούσε να τους μυριστεί, το ίδιο θα μπορούσαν να κάνουν και οι αντίπαλοι των ΗΠΑ, δήλωσαν αρκετοί άνθρωποι που γνωρίζουν τη συζήτηση.
«Η άποψή του», είπε ένα άτομο, «ήταν ‘Παιδιά, σας έπιασαν. Αυτό είναι πρόβλημα.’»
Πριν ο Μίλερ προλάβει να αναλάβει δράση, τον διόρισαν επικεφαλής μιας άλλης υπηρεσίας — του Εθνικού Αντιτρομοκρατικού Κέντρου. Στη συνέχεια έγιναν οι εκλογές του Νοεμβρίου και ο χρόνος τελείωσε για την κυβέρνηση Τραμπ να ασχοληθεί με το θέμα, αν και ο Μίλερ πέρασε τις τελευταίες εβδομάδες της προεδρίας του Ντόναλντ Τραμπ υπηρετώντας ως υπηρεσιακός υπουργός Άμυνας.
Με την άνοδο της Ρωσίας και της Κίνας ως στρατηγικών ανταγωνιστών, οι στρατιωτικοί διοικητές θέλησαν να αντιδράσουν, μεταξύ άλλων και διαδικτυακά. Και το Κογκρέσο το υποστήριξε αυτό. Απογοητευμένο από τα θεωρούμενα νομικά εμπόδια στην ικανότητα του Υπουργείου Άμυνας να διεξάγει μυστικές δραστηριότητες στον κυβερνοχώρο, το Κογκρέσο στα τέλη του 2019 ψήφισε νόμο που επιβεβαίωνε ότι ο στρατός μπορούσε να διεξάγει επιχειρήσεις στο «πληροφοριακό περιβάλλον» για την υπεράσπιση των Ηνωμένων Πολιτειών και την αντιμετώπιση της ξένης παραπληροφόρησης που αποσκοπεί στην υπονόμευση των συμφερόντων τους. Το μέτρο, γνωστό ως Τμήμα 1631, επιτρέπει στον στρατό να διεξάγει μυστικές ψυχολογικές επιχειρήσεις χωρίς να υπερβεί αυτό που η CIA έχει υποστηρίξει ως μυστική εξουσία της, αμβλύνοντας ορισμένες από τις τριβές που εμπόδιζαν τέτοιες επιχειρήσεις στο παρελθόν.
«Οι διοικητές μάχης ενθουσιάστηκαν πραγματικά», θυμάται ο πρώτος αξιωματούχος της άμυνας. «Ήταν πολύ πρόθυμοι να χρησιμοποιήσουν αυτές τις νέες εξουσίες. Οι αμυντικοί εργολάβοι ήταν εξίσου πρόθυμοι να εξασφαλίσουν προσοδοφόρα διαβαθμισμένα συμβόλαια για να επιτρέψουν μυστικές επιχειρήσεις επιρροής».
Ταυτόχρονα, είπε ο αξιωματούχος, οι στρατιωτικοί ηγέτες δεν ήταν εκπαιδευμένοι να επιβλέπουν «τεχνικά πολύπλοκες επιχειρήσεις που διεξάγονται από εργολάβους» ή να συντονίζουν τέτοιες δραστηριότητες με άλλους εμπλεκόμενους φορείς αλλού στην κυβέρνηση των ΗΠΑ.
Ο πρόεδρος Μπάιντεν, δεξιά, ο υπουργός Άμυνας Λόιντ Όστιν, αριστερά, και ο πρόεδρος του Γενικού Επιτελείου Στρατηγού Μαρκ Α. Μίλεϊ παρευρίσκονται σε τελετή στο Πεντάγωνο για τη μνήμη των θυμάτων της 11ης Σεπτεμβρίου. (Leigh Vogel/Bloomberg)
Πέρυσι, με μια νέα κυβέρνηση στη θέση της, ο Agranovich του Facebook προσπάθησε ξανά. Αυτή τη φορά πήγε το παράπονό του στην αναπληρώτρια σύμβουλο εθνικής ασφάλειας του προέδρου Μπάιντεν για τον κυβερνοχώρο, Anne Neuberger. Ο Agranovich, ο οποίος είχε εργαστεί στο NSC επί Τραμπ, είπε στη Neuberger ότι το Facebook κατέστρεφε τους ψεύτικους λογαριασμούς επειδή παραβίαζαν τους όρους χρήσης της εταιρείας, σύμφωνα με άτομα που γνωρίζουν την ανταλλαγή απόψεων.
Οι λογαριασμοί εντοπίστηκαν εύκολα από το Facebook, το οποίο μετά την εκστρατεία της Ρωσίας για παρέμβαση στις προεδρικές εκλογές του 2016 έχει ενισχύσει την ικανότητά του να εντοπίζει ψεύτικες περσόνες και ιστότοπους. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η εταιρεία είχε αφαιρέσει προφίλ, τα οποία φαινόταν να σχετίζονται με τον στρατό, που προωθούσαν πληροφορίες που θεωρούνταν ψευδείς από τους ελεγκτές γεγονότων, δήλωσε άτομο που γνωρίζει το θέμα.
Ο Agranovich μίλησε επίσης σε αξιωματούχους του Πενταγώνου. Το μήνυμά του ήταν: “Γνωρίζουμε τι κάνει το Υπουργείο Άμυνας. Παραβιάζει τις πολιτικές μας. Θα εφαρμόσουμε τις πολιτικές μας” και έτσι “το Υπουργείο Άμυνας θα πρέπει να το σταματήσει”, δήλωσε Αμερικανός αξιωματούχος που ενημερώθηκε για το θέμα.
Σε απάντηση στις ανησυχίες του Λευκού Οίκου, ο Kahl διέταξε την επανεξέταση των Military Information Support Operations, ή MISO, το όνομα του Πενταγώνου για τις ψυχολογικές επιχειρήσεις. Σύμφωνα με αξιωματούχους, ένα σχέδιο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι πολιτικές, η εκπαίδευση και η εποπτεία χρειάζονταν αυστηροποίηση και ότι ο συντονισμός με άλλες υπηρεσίες, όπως το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και η CIA, χρειαζόταν ενίσχυση.
Η επανεξέταση διαπίστωσε επίσης ότι ενώ υπήρχαν περιπτώσεις στις οποίες ο στρατός προωθούσε πλασματικές πληροφορίες, αυτές ήταν αποτέλεσμα ανεπαρκούς εποπτείας των εργολάβων και της εκπαίδευσης του προσωπικού — και όχι συστημικών προβλημάτων, δήλωσαν οι αξιωματούχοι.
Η ηγεσία του Πενταγώνου έκανε ελάχιστα πράγματα με την επανεξέταση, είπαν δύο αξιωματούχοι, προτού οι Graphika και Stanford δημοσιεύσουν την έκθεσή τους στις 24 Αυγούστου, η οποία προκάλεσε καταιγισμό ειδήσεων και ερωτημάτων για τον στρατό.
Απόφοιτοι ψυχολογικού πολέμου του στρατού λαμβάνουν καρφίτσες στο τέλος μιας άσκησης πεδίου που γράφει «Πείσε, άλλαξε, επηρέασε». (Cynthia McIntyre/Fort Hunter Liggett Public Affairs)
Το State Department και η CIA έχουν ενοχληθεί από τη χρήση μυστικών τακτικών από τον στρατό. Αξιωματικοί στο State Departmentέχουν προειδοποιήσει το υπουργείο Άμυνας: «Έι, μην ενισχύετε τις πολιτικές μας χρησιμοποιώντας ψεύτικες περσόνες, γιατί δεν θέλουμε να θεωρηθεί ότι δημιουργούμε ψεύτικες προσπάθειες από τη βάση», δήλωσε ο πρώτος αξιωματούχος του υπουργείου Άμυνας.
Ένας διπλωμάτης το έθεσε ως εξής: «Σε γενικές γραμμές, δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούμε το ίδιο είδος τακτικής που χρησιμοποιούν οι αντίπαλοί μας, επειδή η ουσία είναι ότι εμείς έχουμε το ηθικό πλεονέκτημα. Είμαστε μια κοινωνία που είναι χτισμένη πάνω σε ένα συγκεκριμένο σύνολο αξιών. Προωθούμε αυτές τις αξίες σε όλο τον κόσμο και όταν χρησιμοποιούμε τακτικές όπως αυτές, απλώς υπονομεύουμε το επιχείρημά μας για το ποιοι είμαστε».
Οι ψυχολογικές επιχειρήσεις για την προώθηση των αφηγήσεων των ΗΠΑ στο εξωτερικό δεν είναι κάτι καινούργιο στον στρατό, αλλά η δημοτικότητα των δυτικών μέσων κοινωνικής δικτύωσης σε όλο τον κόσμο έχει οδηγήσει σε επέκταση των τακτικών, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης τεχνητών προσωπικοτήτων και εικόνων — που μερικές φορές αποκαλούνται «βαθιά ψεύτικα». Η λογική είναι ότι οι απόψεις που εκφράζονται από κάτι που φαίνεται να είναι, ας πούμε, μια Αφγανή γυναίκα ή ένας Ιρανός φοιτητής μπορεί να είναι πιο πειστικές από ό,τι αν προωθούνταν ανοιχτά από την κυβέρνηση των ΗΠΑ.
Η πλειονότητα των επιχειρήσεων επιρροής του στρατού είναι φανερές, προωθώντας τις πολιτικές των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, την Ασία και αλλού με το όνομά του, δήλωσαν αξιωματούχοι. Και υπάρχουν βάσιμοι λόγοι για τη χρήση μυστικών τακτικών, όπως η προσπάθεια διείσδυσης σε μια κλειστή ομάδα συνομιλίας τρομοκρατών, είπαν.
Ένα βασικό ζήτημα για τους ανώτερους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής τώρα είναι να καθορίσουν κατά πόσον η εκτέλεση των μυστικών επιχειρήσεων επιρροής από τον στρατό αποδίδει αποτελέσματα. «Αξίζειτο στήψιμο ο χυμός; Έχει η προσέγγισή μας πραγματικά τη δυνατότητα για την απόδοση της επένδυσης που ελπίζαμε ή απλώς δημιουργεί περισσότερες προκλήσεις;» δήλωσε ένα πρόσωπο που γνωρίζει τη συζήτηση.
Η έκθεση της Graphika και του Στάνφορντ δείχνει ότι η μυστική δραστηριότητα δεν είχε μεγάλο αντίκτυπο. Σημειώνεται ότι η «συντριπτική πλειονότητα των αναρτήσεων και των tweets» που εξετάστηκαν δεν έλαβαν «παρά μόνο μια χούφτα likes ή retweets» και μόνο το 19% των επινοημένων λογαριασμών είχαν περισσότερους από 1.000 followers. «Είναι χαρακτηριστικό», ανέφερε η έκθεση, «ότι οι δύο πράκτορες με τους περισσότερους ακόλουθους στα δεδομένα που παρείχε το Twitter ήταν φανεροί λογαριασμοί που δήλωναν δημοσίως σύνδεση με τον αμερικανικό στρατό».
Οι μυστικές επιχειρήσεις επιρροής έχουν ρόλο στην υποστήριξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων, αλλά θα πρέπει να είναι στενός με «παρεμβατική εποπτεία» από τη στρατιωτική και πολιτική ηγεσία, δήλωσε ο Michael Lumpkin, πρώην ανώτερος αξιωματούχος του Πενταγώνου που χειρίζεται την πολιτική των επιχειρήσεων πληροφοριών και πρώην επικεφαλής του Κέντρου Παγκόσμιας Δέσμευσης του Στέιτ Ντιπάρτμεντ. «Διαφορετικά, κινδυνεύουμε να δημιουργήσουμε περισσότερους εχθρούς παρά φίλους».
This website uses cookies to improve your experience while you navigate through the website. Out of these, the cookies that are categorized as necessary are stored on your browser as they are essential for the working of basic functionalities of the website. We also use third-party cookies that help us analyze and understand how you use this website. These cookies will be stored in your browser only with your consent. You also have the option to opt-out of these cookies. But opting out of some of these cookies may affect your browsing experience.
Necessary cookies are absolutely essential for the website to function properly. These cookies ensure basic functionalities and security features of the website, anonymously.
Cookie
Duration
Description
cookielawinfo-checbox-analytics
11 months
This cookie is set by GDPR Cookie Consent plugin. The cookie is used to store the user consent for the cookies in the category "Analytics".
cookielawinfo-checbox-functional
11 months
The cookie is set by GDPR cookie consent to record the user consent for the cookies in the category "Functional".
cookielawinfo-checbox-others
11 months
This cookie is set by GDPR Cookie Consent plugin. The cookie is used to store the user consent for the cookies in the category "Other.
cookielawinfo-checkbox-advertisement
1 year
The cookie is set by GDPR cookie consent to record the user consent for the cookies in the category "Advertisement".
cookielawinfo-checkbox-necessary
11 months
This cookie is set by GDPR Cookie Consent plugin. The cookies is used to store the user consent for the cookies in the category "Necessary".
cookielawinfo-checkbox-performance
11 months
This cookie is set by GDPR Cookie Consent plugin. The cookie is used to store the user consent for the cookies in the category "Performance".
viewed_cookie_policy
11 months
The cookie is set by the GDPR Cookie Consent plugin and is used to store whether or not user has consented to the use of cookies. It does not store any personal data.
Functional cookies help to perform certain functionalities like sharing the content of the website on social media platforms, collect feedbacks, and other third-party features.
Cookie
Duration
Description
__atuvc
1 year 27 days
This cookie is set by Addthis to make sure you see the updated count if you share a page and return to it before our share count cache is updated.
__atuvs
30 minutes
This cookie is set by Addthis to make sure you see the updated count if you share a page and return to it before our share count cache is updated.
Performance cookies are used to understand and analyze the key performance indexes of the website which helps in delivering a better user experience for the visitors.
Analytical cookies are used to understand how visitors interact with the website. These cookies help provide information on metrics the number of visitors, bounce rate, traffic source, etc.
Cookie
Duration
Description
uvc
1 year 27 days
The cookie is set by addthis.com to determine the usage of Addthis.com service.
Advertisement cookies are used to provide visitors with relevant ads and marketing campaigns. These cookies track visitors across websites and collect information to provide customized ads.
Cookie
Duration
Description
loc
1 year 27 days
This cookie is set by Addthis. This is a geolocation cookie to understand where the users sharing the information are located.