Γιάννης Αρσακιάν / Κοσμοδρόμιο 19/10/2021

Ο Vincent Mosco μιλά για τον ανταγωνισμό ΗΠΑ-Κίνας στο τομέα της ψηφιακής τεχνολογίας, τις έξυπνες πόλεις, τον μαρξισμό και το μέλλον.

Ο δρ Vincent Mosco είναι επίτιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Queen’s του Καναδά και διακεκριμένος καθηγητής επικοινωνίας στο κέντρο New Media του πανεπιστήμιου Fudan της Σαγκάη. Το ερευνητικό του πεδίο αφορά την πολιτική οικονομία της επικοινωνίας, τις κοινωνικές επιπτώσεις της τεχνολογίας πληροφοριών και το μέλλον των πόλεων, ενώ έχει συγγράψει ή επιμεληθεί 26 βιβλία, με το πιο πρόσφατο το “The Smart City in a Digital World”. Σε συνέντευξη που μας παραχώρησε, μίλησε για την πρόσφατη κατάρρευση του Facebook, τον ανταγωνισμό ΗΠΑ-Κίνας στο τομέα της ψηφιακής τεχνολογίας, τις έξυπνες πόλεις, τον μαρξισμό και το μέλλον.

Η πρόσφατη κατάρρευση του Facebook επανάφερε τον ερώτημα σχετικά με την ολιγοπωλιακή συμπεριφορά των εταιρειών ψηφιακής τεχνολογίας. Ποιο είναι το σχόλιο σας σχετικά με αυτό;

Ο ψηφιακός κόσμος κυριαρχείται από πέντε αμερικάνικες εταιρείες: Google, Apple, Facebook, Amazon και Microsoft. Όλες αυτές έχουν κάνει χρήση της δύναμης τους σε κρίσιμους τομείς της ψηφιακής τεχνολογίας: η Google στην αναζήτηση, η Apple στα κινητά, η Facebook στα κοινωνικά δίκτυα, η Amazon στη διανομή αγαθών και η Microsoft στα λογισμικά γραφείου, ώστε να γίνουν οι πέντε πιο πλούσιες εταιρείες στην ιστορία του κόσμου. Καταπατούν η μία την κυριαρχία της άλλης, αλλά μαζί λειτουργούν ως ένα ολιγοπώλιο που συντρίβει τον ανταγωνισμό και τους επιτρέπει να ελέγχουν τα ουσιώδη μέσα επικοινωνίας σε ολόκληρο τον κόσμο. Εξίσου κρίσιμο, είναι να καταλάβουμε ότι καθεμία από αυτές είναι ιδιωτικές εταιρείες χωρίς σχεδόν κανένα κανονισμό. Αυτό αντιπροσωπεύει την πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία που ιδιωτικές εταιρείες ελέγχουν τις θεμελιώδεις οδούς επικοινωνίας, χωρίς καμία εγγύηση προστασίας των δικαιωμάτων των πολιτών. Στην ουσία, αυτά που κάποτε θεωρούνταν δημόσια αγαθά, η πληροφορία και η επικοινωνία, γίνονται όλο και περισσότερο ιδιωτικά αγαθά, των οποίων η παραγωγή και η διανομή καθορίζονται πρωτίστως από το κίνητρο του κέρδους. Δεν είναι περίεργο που μία σημαντική συνέπεια είναι η παγκόσμια εξάπλωση της παραπληροφόρησης και ψεύτικης πληροφόρησης, σε μεγάλο βαθμό μέσω της Facebook. Η εταιρεία αναγνωρίζει ότι οι θεωρίες συνωμοσίας και άλλες μορφές αυταπάτης προσελκύουν κλικ, τα οποία προσελκύουν διαφημιζόμενους που αυξάνουν τα έσοδα. Η αμερικάνικη κυβέρνηση είναι απρόθυμη να ενεργήσει, επειδή αυτές οι εταιρείες επέτρεψαν στις ΗΠΑ να διεκδικήσουν για άλλη μία φορά σχεδόν αυτοκρατορικό έλεγχο σε ό,τι ο κόσμος μαθαίνει, γνωρίζει και στο πώς επικοινωνεί. Ωστόσο, όταν ένα μέλος του ολιγοπωλίου αποτυγχάνει, όπως έγινε με τη Facebook στην πρόσφατη κατάρρευση του συστήματος, ο κόσμος χάνει ένα ζωτικό όργανο επικοινωνίας. Όλα αυτά είναι σοβαρά προβλήματα που απαιτούν την επαναφορά του δημοσίου ελέγχου στα μέσα επικοινωνίας, τόσο στις ΗΠΑ όσο και σε ολόκληρο τον κόσμο.

Η δυναμική είσοδος της Κίνας στην ψηφιακή εποχή, φαίνεται να ανταγωνίζεται την παγκόσμια ηγεμονία των ΗΠΑ στην τεχνολογία πληροφοριών και επικοινωνιών. Φαίνεται κάποια από αυτές τις δύο χώρες να γίνεται ο κυρίαρχος παίχτης σε αυτόν τον τομέα;

Οι αμερικάνικες εταιρείες διατηρούν την παγκόσμια ηγεμονία τους πάνω στην τεχνολογία πληροφοριών και επικοινωνιών.

Με τις πάλαι πότε ισχυρές εταιρείες της Ε.Ε. να παρακμάζουν, η μόνη πρόκληση που αντιμετωπίζουν είναι από την Κίνα, της οποίας οι Alibaba, Baidu, Tencent και Huawei αντικατοπτρίζουν τις κυρίαρχες αμερικάνικες εταιρείες. Αυτές οι εταιρείες εκμεταλλεύονται τη μεγάλη αγορά στην Κίνα, καθώς και τους περιορισμούς και τις απόλυτες απαγορεύσεις στις αμερικάνικες εταιρείες τεχνολογίας που υπάγονται στη δικαιοδοσία της. Ωστόσο δεν έχουν κάνει μεγάλη πρόοδο πέρα από την Κίνα.

Εν τω μεταξύ, όταν ο κόσμος αναζητεί, συνήθως χρησιμοποιεί τη Google, όταν ο κόσμος ενεργοποιεί ένα smartphone συνήθως είναι iPhone, όταν οι άνθρωποι συνδέονται στα social media τείνουν να είναι ένας από τους 2,8 δισεκατομμύρια συνδρομητές της Facebook, όταν παραγγέλνουν ένα βιβλίο, συνήθως είναι μέσω του Amazon και όταν ανοίγουν ένα έγγραφο, είναι κατά κανόνα στο Microsoft Word. Το ολιγοπώλιο των ΗΠΑ δεν έχει τον πλήρη έλεγχο του ψηφιακού κόσμου, αλλά διαθέτει περισσότερη ισχύ από οποιοδήποτε άλλο έθνος στην ιστορία της σύγχρονης τεχνολογίας επικοινωνιών και πληροφοριών. Ωστόσο, η Κίνα έχει κάνει μεγάλα βήματα στην τεχνητή νοημοσύνη και, ουσιαστικά χωρίς τους ελέγχους απορρήτου, είναι σε θέση να πραγματοποιεί πειράματα τεχνητής νοημοσύνης στους ανθρώπους της σε όλη την επικράτεια. Αυτό μπορεί να επιτρέψει στην Κίνα να αμφισβητήσει την κυριαρχία των ΗΠΑ στο μέλλον.

Έχετε μελετήσει τα νέα μέσα, βασιζόμενος σε ριζοσπαστικά επιστημολογικά εργαλεία, όπως είναι ο μαρξισμός. Ποια είναι η σχέση της μαρξιστικής κριτικής σκέψης με την πολιτική οικονομία της ψηφιακής τεχνολογίας;

Αν με το “ριζοσπαστικό” εννοείς την προέλευση της λέξης που είναι η “ρίζα”, τότε θα συμφωνήσω. Οπτικές όπως η πολιτική οικονομία και ένα από τα συστατικά της, η μαρξική θεωρία, φτάνουν στη ρίζα της κοινωνίας. Συγκεκριμένα, η πολιτική οικονομία εξετάζει πώς οι άνθρωποι παράγουν αυτό που χρειάζονται για να αναπαραχθούν οι ίδιοι. Η παραγωγή περιλαμβάνει τα υλικά αγαθά, καθώς και τις ιδέες. Αν μου επιτρέπεται ένας πιο τεχνικός ορισμός, η πολιτική οικονομία μελετά τις κοινωνικές σχέσεις, ιδιαίτερα τις σχέσεις εξουσίας που συγκροτούν αμοιβαία την παραγωγή, διανομή και ανταλλαγή πόρων. Στον τομέα της ψηφιακής τεχνολογίας o πόρος είναι η επικοινωνία.

Η μαρξική θεωρία επηρεάζει την πολιτική οικονομία, με ιδιαίτερη έμφαση στη διαίρεση της εξουσίας και των κοινωνικών τάξεων γύρω από την πρόσβαση και τον έλεγχο της ψηφιακής τεχνολογίας. Ωστόσο, η πολιτική οικονομία επιπλέον εξετάζει, για παράδειγμα τις σχέσεις εξουσίας γύρω από το φύλο, τη φυλή και την εθνότητα, τις οποίες η παραδοσιακή μαρξική θεωρία έτεινε να αγνοεί.

Στο βιβλίο μου “The Political Economy of Communication” σημείωσα πως τοποθετώντας το φύλο, τη φυλή και την εθνότητα, την ηγεμονία και άλλες κρίσιμες έννοιες παράλληλα με την κοινωνική τάξη, η πολιτική οικονομία είναι σε θέση να παράγει ένα ισχυρό εννοιολογικό πλαίσιο που να υποστηρίζει πολύ καλά την κατανόηση του ψηφιακού κόσμου.

Το τελευταίο σας βιβλίο έχει τίτλο “The Smart City in a Digital World”. Μπορεί να εξηγήσετε εν συντομία το θέμα του βιβλίου σας; Επίσης, υπάρχει κάποια σχέση των “Έξυπνων Πόλεων” με τον περιορισμό των ψηφιακών και δημοκρατικών δικαιωμάτων;

Το “The Smart City in a Digital World” απευθύνεται σε ένα παγκόσμιο κίνημα με επικεφαλής τις τεχνολογικές εταιρείες και τις κυβερνήσεις για την εγκατάσταση της ψηφιακής τεχνολογίας καθ’ όλη την έκταση των αστικών υποδομών, πρωτίστως για να βελτιώσουν την αστική επικοινωνία, τις μεταφορές και τη χρήση ενέργειας, καθώς και την εκπαίδευση, την πρόληψη τους εγκλήματος και τη δημοτική διακυβέρνηση. Το κίνημα ξεκίνησε από την IBM στον απόηχο της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, προκειμένου να επεκτείνει τα έσοδα των εταιρειών τεχνολογίας, που υπέφεραν από τη δριμεία οικονομική ύφεση λόγω των υπανάπτυκτων αστικών αγορών. Το να γίνουν οι πόλεις “έξυπνες” έγινε δικαιολογία για μαζικές κυβερνητικές επενδύσεις στην τεχνολογία. Το βιβλίο μου περιγράφει πώς συνέβη αυτό σε ολόκληρο τον κόσμο και διερευνά μερικές από τις κοινωνικές, πολιτικές και πολιτιστικές συνέπειες. Εγείρει ανησυχίες ότι οι “έξυπνες” πόλεις γίνονται ραγδαία πόλεις παρακολούθησης, καθώς μέρη όπως το Ρίο ντε Τζανέιρο, η Σιγκαπούρη, η Σαγκάη και η Νέα Υόρκη έχουν ιδρύσει κεντρικές εγκαταστάσεις επιτήρησης που μπορούν να κατασκοπεύουν ανθρώπους σε όλη την πόλη μέσω της χρήσης προηγμένων τεχνολογιών.

Το βιβλίο περιγράφει πώς η ενσωμάτωση του υπολογιστικού νέφους, της ανάλυσης μεγάλων δεδομένων και το διαδίκτυο των πραγμάτων, επιτρέπει την πανταχού παρούσα παρακολούθηση, η οποία έχει χρησιμοποιηθεί για να σταματήσει την πολιτική αντιπολίτευση, να ξεριζώσει τους αστέγους και να καταπολεμήσει το έγκλημα. Ο “έξυπνος” προσδιορισμός έχει επίσης χρησιμοποιηθεί για να επεκτείνει τη δύναμη των ιδιωτικών εταιρικών συμφερόντων, δίνοντας νέα εξουσία σε αυτούς που ελέγχουν την τεχνολογία, υπό την γενική αιγίδα της “Βελτίωσης της Επιχειρηματικότητας των Συνοικιών” για να διαχειριστούν ολόκληρες κοινότητες. Υπάρχουν βέβαια εξαιρέσεις σε αυτήν την σκοτεινή εικόνα, καθώς εναλλακτικές λύσεις σε μία έξυπνη πόλη που βασίζεται στην τεχνολογία, έχουν εμφανιστεί σε μέρη όπως η Βαρκελώνη, όπου η τεχνολογία χρησιμοποιείται γενικά ως εργαλείο δημοκρατίας και όχι παρακολούθησης και ελέγχου. Εν μέρει εμπνευσμένο από το παράδειγμα της Βαρκελώνης και το έργο των ακτιβιστών σε πόλεις ολόκληρου του κόσμου, το βιβλίο ολοκληρώνεται με ένα Μανιφέστο για την Έξυπνη Πόλη, το οποίο καλεί τους ανθρώπους να χτίσουν πόλεις που γενικά είναι δημοκρατικές και που χρησιμοποιούν την τεχνολογία για την επέκταση του δημοσίου χώρου και των δικαιωμάτων των πολιτών. Ουσιαστικά, τις έξυπνες πόλεις τις κάνουν οι άνθρωποι και όχι η τεχνολογία.

Υπάρχουν αυξανόμενες ανησυχίες σχετικά με τα ψηφιακά δικαιώματα και τον κατασκοπευτικό καπιταλισμό, οι οποίες κλιμακώθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid19, λόγω της εισόδου της ψηφιακής τεχνολογίας σε μία σειρά πεδίων του καθημερινού βίου. Με βάση την τρέχουσα κατάσταση, ποια είναι η γνώμη σας για το μέλλον; Είστε αισιόδοξος;

Τον πρώτο αιώνα μ.Χ. ο Ρωμαίος συγγραφέας, Πλίνιος ο πρεσβύτερος, έγραψε ότι “η ελπίδα είναι ο πυλώνας που συγκρατεί τον κόσμο”. Σήμερα ο πυλώνας πέφτει. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για απαισιοδοξία στον κόσμο, καθώς, όπως φαίνεται, οι θρυλικοί “τέσσερις καβαλάρηδες της αποκάλυψης” σαρώνουν για να οδηγήσουν τον κόσμο στην καταστροφή. Οι σημερινοί καβαλάρηδες περιλαμβάνουν την κλιματική αλλαγή, τις παγκόσμιες πανδημίες, τον πυρηνικό πόλεμο και την εμβάθυνση της κοινωνικής ανισότητας. Οι ψηφιακές τεχνολογίες εμπλέκονται σε όλα αυτά και ακόμη και αν αποφεύγαμε τις καταστροφικές ανατροπές, θα αντιμετωπίζαμε την προοπτική να ζήσουμε στον κόσμο του κατασκοπευτικού καπιταλισμού, όπου η οικονομία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ικανότητα των εταιρειών να παρακολουθούν κάθε μας κίνηση και να πουλάνε δεδομένα σχετικά με εμάς στους διαφημιζόμενους. Είναι επίσης ένας κόσμος όπου οι κυβερνήσεις συνεχίζουν να εμβαθύνουν τον έλεγχο τους μέσω της συνεχούς παρακολούθησης πολιτών. Το μέλλον δεν φαίνεται λαμπρό.

Παρόλα αυτά, μετά από πενήντα χρόνια εργασίας σε αυτόν τον τομέα, συνεχίζω να αντλώ έμπνευση από μεγάλους πνευματικούς ακτιβιστές, όπως ο Αντόνιο Γκράμσι, ο οποίος παρά τις δύο δεκαετίες που ήταν πολιτικός κρατούμενος υπό τον Μπενίτο Μουσολίνι διατήρησε, όπως την αποκαλούσε, την “απαισιοδοξία του πνεύματος, αισιοδοξία της θέλησης”. Για τον Γκράμσι “η πρόκληση της νεωτερικότητας είναι να ζεις χωρίς ψευδαισθήσεις και χωρίς να απογοητεύεσαι”. Αυτή η ικανότητα να διατηρήσουμε μία αισιόδοξη θέληση και να ζήσουμε χωρίς να απογοητευόμαστε, είναι το κεντρικό σημείο για να σφυρηλατήσουμε την αντίσταση που θα χρειαστεί για τη δημιουργία μίας πραγματικά δημοκρατικής κοινωνίας, όπου ανεξάρτητα από το επίπεδο της τεχνολογικής ανάπτυξης, θα είναι δυνατόν οι άνθρωποι να ζουν με ελευθερία και ισότητα.

Καθώς το ρολόι του πλανήτη πλησιάζει τα  μεσάνυχτα, οι παγκόσμιοι ηγέτες θα συναντηθούν στη Γλασκώβη τον ερχόμενο μήνα στη Σύνοδο COP26, για να επικαλεστούν νέες δικαιολογίες, να θέσουν εικονικούς στόχους και να βρουν νέους τρόπους να φιμώσουν τις πραγματικές προοδευτικές φωνές που τους αντιστέκονται.

Αρνούμαστε να κάτσουμε στο πίσω κάθισμα όταν κανείς δεν είναι στο τιμόνι. Στις 14- 16 Νοεμβρίου, μαζί με τον Noam Chomsky, τον Γιάνη Βαρουφάκη, την Caroline Lucas και πολλούς ακόμα προοδευτικούς πολίτες, λέμε COP OFF!

Στη διάρκεια αυτής της τριήμερης διαδικτυακής εκδήλωσης, το DiEM25 θα φιλοξενήσει προοδευτικές φωνές από όλον τον κόσμο για να συζητήσουμε ορισμένα από τα πιο κρίσιμα ζητήματα της εποχής μας, ιδέες που δεν θα ακουστούν στη Σύνοδο COP26. 

Προηγουμένως, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Δράσης στις 6 Νοεμβρίου, το DiEM25 σχεδιάζει μια πανευρωπαϊκή κινητοποίηση για να φέρει την Πράσινη Νέα Συμφωνία για την Ευρώπη στο προσκήνιο. Καλούμε κι εσένα  [F.NAME] να συμβάλλεις μαζί με το υπόλοιπο DiEM25 στην ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης γύρω από τις προτάσεις μας για μια πράσινη οικονομία. 

Στείλε μας φωτογραφίες και βίντεο από τα πιο πιεστικά κλιματικά ζητήματα που αντιμετωπίζει η περιοχή σου, συμβάλλοντας έτσι στη δράση που θα αναλάβει ο Ακτιβιστικός Κύκλος του DiEM25 στους δρόμους! Υποβολή φωτογραφιών και βίντεο εδώ μέχρι την Κυριακή 31 Οκτωβρίου.

Τι είναι ο Ακτιβιστικός Κύκλος του DiEM25; 

Στο πλαίσιο του Ακτιβιστικού Κύκλου, ομάδες μελών του DiEM25 θα βγουν στους δρόμους της πόλης τους, θα σταθούν σε κύκλο και θα δείχνουν με τη βοήθεια των φορητών υπολογιστών τους στους περαστικούς εικόνες και βίντεο των κλιματικών ζητημάτων που επηρεάζουν τη ζωή πολιτών σε όλη την Ευρώπη. Στις 28 Οκτωβρίου στις 7μμ ώρα Ελλάδας θα πραγματοποιηθεί μια συνάντηση για τον συντονισμό και την οργάνωση της δράσης, στην οποία τα μέλη του DiEM25 καλούνται να συμμετάσχουν.

Ώρα για δράση!

Για να γίνει αυτό, χρειαζόμαστε όσο το δυνατόν περισσότερα τεκμήρια για τις επιζήμιες συνέπειες της κλιματικής κρίσης στον τόπο σου. Πιθανόν εσύ ή οι γύρω σου να έχετε ιστορίες που δείχνουν πώς τα ρυπογόνα εργοστάσια, τα ακραία καιρικά φαινόμενα, οι πυρκαγιές, οι πλημμύρες, οι σοκαριστικές συνέπειες της μαζικής κτηνοτροφίας κ.λπ. έχουν επηρεάσει την περιοχή σας. Αν ναι, σε παρακαλούμε στείλε μας φωτογραφίες και βίντεο που έχεις τραβήξει ή συλλέξει, ώστε να αναδείξουμε γιατί είναι τόσο σημαντικό να εφαρμοστεί η Πράσινη Νέα Συμφωνία για την Ευρώπη!

Τι μπορείς να κάνεις

  1.  Τράβηξε φωτογραφίες και βίντεο που αποτυπώνουν τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης στον τόπο σου (ρυπογόνα εργοστάσια, ακραία καιρικά φαινόμενα, πυρκαγιές, πλημμύρες, σοκαριστικές συνέπειες της μαζικής κτηνοτροφίας κ.λπ.).
  2.  Ανέβασε τα σε αυτή εδώ τη φόρμα, μέχρι την Κυριακή 31 Οκτωβρίου.

Βοήθησέ μας να προωθήσουμε την Πράσινη Νέα Συμφωνία για την Ευρώπη κάνοντας μια δωρεά σήμερα, αν μπορείς. Κάθε ευρώ μας βοηθά να διαδώσουμε το μήνυμά μας και να κάνουμε πραγματικότητα την Πράσινη Νέα Συμφωνία για την Ευρώπη.

Σωτήρης Μητραλέξης*

Τοποθετούμενος για τα σημαντικά και μεγάλα προβλήματα της ελληνικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, νομίζω ότι πρέπει κανείς να ξεκινήσει με μια θεμελιώδους σημασίας διαπίστωση: το γεγονός ότι στην Ελλάδα υπάρχει (ακόμα…) η δυνατότητα δωρεάν προπτυχιακής και μεταπτυχιακής πανεπιστημιακής εκπαίδευσης αποτελεί ένα συγκλονιστικό προσόν της χώρας. Στις ΗΠΑ τα φοιτητικά χρέη αποτελούν κεντρικό κοινωνικό πρόβλημα, στη Μεγάλη Βρετανία τα δίδακτρα αυξάνονται (και, μετά το Brexit, είναι απλησίαστα για όποιον Ευρωπαίο δεν είναι από τζάκι), σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης (αλλά όχι σε όλην!) προϋποτίθεται ένα διόλου ευκαταφρόνητο κεφάλαιο για να διεκδικήσει κανείς πανεπιστημιακή σπουδή. Όσοι απόφοιτοι ελληνικού πανεπιστημίου έχουν πρωτογενή ακαδημαϊκή κλίση και ειλικρινή πανεπιστημιακή εργατικότητα μπορούν να συνεχίσουν σπουδές και δραστηριότητα όπου στο εξωτερικό κι αν το επιθυμήσουν, συνήθως με υποτροφίες λόγω προσόντων που είχαν τη δυνατότητα να εκπτυχθούν κατά τη διάρκεια της πρώτης σπουδής εδώ, χωρίς να εξιλάσσονται παράλληλα ούτε κατ’ ελάχιστον οι αμαρτίες του ιδρύματος προέλευσης. Το γεγονός ότι στην Ελλάδα μπορεί να εισέλθει ο απόφοιτος λυκείου, με το βαθμό του, στην πανεπιστημιακή παιδεία χωρίς να προϋποτίθεται ένας οικογενειακός πλούτος ή ένα θανάσιμο χρέος σε τράπεζες (ή έστω το να είναι η οικογένεια υποτυπωδώς ευκατάστατη), και ακολούθως να δοκιμαστεί σε αυτόν το στίβο, αποτελεί έναν πολύτιμο μαργαρίτη που οφείλουμε να διαφυλάξουμε ως κόρην οφθαλμού. Ως προς αυτό, δεν έχουμε «μείνει πίσω»: είμαστε μπροστά — ή έχουμε, ελπίζω όχι προσωρινά, αποφύγει μια πραγματική καταστροφή που βίωσαν άλλοι.

Νομίζω ότι από εκεί πρέπει να ξεκινά η συζήτηση, αυτό είναι το θεμέλιο και το πλαίσιο, εντός του οποίου έχει νόημα να συζητούμε τις λοιπές κακοδαιμονίες. Και είναι ακριβώς αυτός ο λόγος που η σημερινή κυβερνητική πολιτική πραγματικά εκπλήσσει. Παλαιότερα, σε οποιαδήποτε μεταρρύθμιση ή «μεταρρύθμιση», υπήρχε τουλάχιστον το φύλλο συκής των καλών προθέσεων, η επιχειρηματολογία έγνοιας για την κοινωνία και την έρευνα. Θα μπορούσε κανείς ως και να υποθέσει το ότι οι «μεταρρυθμιστές υπουργοί» όντως πίστευαν πως έπρατταν κάτι καλό — άλλωστε, τόσα ήξεραν, τόσα έκαναν. Σήμερα, όμως, ο στόχος είναι ρητώς ο αποκλεισμός μεγάλου μέρους των αποφοίτων από τα δημόσια πανεπιστήμια «προς εξυγίανσή τους» και η επανακατεύθυνσή τους (α) προς το να γίνουν με το ζόρι και το στανιό «ψυκτικοί στο Περιστέρι» κατά την πρωθυπουργική ιδιόλεκτο όπου «δεν είμαστε όλοι ίσοι», εάν δεν μετέχουν της ελληνικής ευημερίας, ή, εάν μετέχουν, (β) προς εγχώρια ιδιωτικά εκπαιδευτήρια ενίοτε αμφιβόλου σοβαρότητας, ή (γ) —εάν το κοινωνικό στρώμα του πρωθυπουργού γνωρίζει τους γονείς με το μικρό τους όνομα λόγω κοινών κύκλων— προς απλησίαστα για άλλους προπτυχιακά προγράμματα της αλλοδαπής, άλλωστε «ο πλούτος είναι ένδειξη αρετής». Ηγόρασαν αγρόν Κεραμέως εις ταφήν τοις ξένοις· διό εκλήθη αγρός αίματος (Μτ. 27:7-8): εν προκειμένω, για να θαφτούν στα ξένα. (Εν τω μεταξύ, «στα ξένα» μπορεί να σημαίνει πολλά πράγματα: κάποιος «σπούδασε στη Μεγάλη Βρετανία», φερ’ ειπείν, μπορεί να σημαίνει ότι σπούδασε στα δυο-τρία κορυφαία πανεπιστήμια της χώρας και εν πολλοίς του κόσμου, ότι σπούδασε στα 24 καλύτερα —Russell Group—, ότι σπούδασε σε καλό ή αξιοπρεπές βρετανικό πανεπιστήμιο πέραν αυτών, ή ότι σπούδασε στον πάτο της σκάλας, με οποιοδήποτε ελληνικό πτυχίο να είναι χίλιες φορές προτιμητέο. «Ξένο» δε σημαίνει εξ ορισμού και πάντοτε «καλύτερο»!).

Και απροπό «ξένα», μια σοβαρή και πραγματική μεταρρύθμιση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, πλήρους επανασχεδιασμού της, δεν θα έπρεπε να εμφορείται από την εμφατική επωδό «να δούμε τι κάνουν στις άλλες χώρες», διότι αυτή τη στιγμή, διεθνώς και παντού, το ακαδημαϊκό σύστημα διέρχεται γιγαντιαία κρίση. Κρίση γραφειοκρατικοποίησης και εκδιοικητισμού, κατίσχυσης των ακαδημαϊκώς άσχετων μανατζαραίων έναντι όσων γνωρίζουν την έρευνα και τη διδασκαλία, μετατροπής των καθηγητών σε θηρευτές projects & grants με μαζική εξωτερική ανάθεση της διδασκαλίας τους (δηλαδή του κάποτε βασικού λόγου για τον οποίο τους ήθελε το πανεπιστήμιο!), προβληματικών, αγοραίων και ουδόλως ακαδημαϊκών κριτηρίων αξιολόγησης των τμημάτων, και ούτω καθεξής. Το ελληνικό πανεπιστήμιο δεν είναι «καλύτερο», όμως η εσχάτη πλάνη χείρων της πρώτης θα ήταν η… μπριόζα αντιγραφή ακριβώς των καταστροφικών προβλημάτων που έχουν προξενήσει μια ασύμμετρη κρίση στο διεθνές ακαδημαϊκό στερέωμα.

Αντ’ αυτού, τα δικά μας προβλήματα τυγχάνουν συχνά αρκετά απλά, γι’ αυτό και ακραία δυσεπίλυτα. Η λογοκλοπή οργιάζει, προφανώς εξοντώνοντας κάθε ενδεχόμενο ακαδημαϊκής έρευνας, αφού αριθμός λογοκλόπων καλείται να διδάξει στους φοιτητές… τη μεθοδολογία της έρευνας και την αποφυγή της λογοκλοπής. Ως προς το ζήτημα της αξιοκρατίας στην επιλογή πανεπιστημιακών (που ίσως είναι η μεγαλύτερη πληγή μας), παρατηρούμε διαχρονικά το εξής μοτίβο. Το απολύτως απαραίτητο αυτοδιοίκητο των πανεπιστημίων αξιοποιείται από κύκλους συμμάχων εντός τους ως πάτημα για κάθε λογής απίθανες αλλά (κάποτε) τυπικά νομότυπες αυθαιρεσίες. Ή προκύπτουν ενίοτε κυβερνητικά νομοθετήματα δήθεν για να θωρακίσουν την αξιοκρατική επιλογή, να θέσουν κάποιες προϋποθέσεις, τα οποία μετά ακυρώνονται στην πράξη μέσα στα πανεπιστήμια από τους ίδιους πολιτικούς χώρους που τα νομοθέτησαν… Έτσι, επί παραδείγματι, νομοθετείται για εκλογές πανεπιστημιακών η προϋπόθεση ετών έμμισθης μεταδιδακτορικής έρευνας και διδασκαλίας —σε μια χώρα που κατά μείζονα λόγο απλώς δεν παρέχει σοβαρές δυνατότητες έμμισθης μεταδιδακτορικής έρευνας και διδασκαλίας…—, γίνονται σωρηδόν εκλογές πανεπιστημιακών χωρίς να συντρέχει η προϋπόθεση στον εκλεκτό υποψήφιο, και ακολούθως η κατά τεκμήριο μη νόμιμη εκλογή λαμβάνει τη σφραγίδα έγκρισης των πρυτανικών αρχών και της υπουργού παιδείας στους αντίστοιχους νομικούς ελέγχους. Οπότε, αντί για φρενήρες και άτεχνο copy-paste των διεθνών worst «best practices», θα μπορούσαμε ενδεχομένως να αρχίσουμε από τα απολύτως βασικά, την αλφαβήτα.

Προφανώς, οι παραπάνω παρατηρήσεις δεν επαρκούν ούτε καν ως εισαγωγικές. Σε κάθε περίπτωση, να μην ξεχνάμε το θεμέλιο και το πλαίσιο…

*Ο Σωτήρης Μητραλέξης είναι επισκέπτης καθηγητής στο IOCS Cambridge και ερευνητικός εταίρος στο Πανεπιστήμιο του Winchester. Έχει διατελέσει επίκουρος καθηγητής φιλοσοφίας στο Istanbul Sehir University και έχει εργαστεί ως ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Princeton, του Cambridge, της Ερφούρτης και στο Peterhouse, Cambridge, καθώς και ως εντεταλμένος διδάσκων στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και στο Πανεπιστήμιο του Βοσπόρου.

OPEN TECH PARK | πολίτες για την ανοιχτή τεχνολογία

Η Περιφέρεια Ηπείρου σκοπεύει να συνεισφέρει δεκάδες εκατομμύρια ευρώ και στρέμματα γης για τη δημιουργία ενός «πάρκου υψηλής τεχνολογίας».

Είμαστε μια διεπιστημονική ομάδα, με έδρα τα Γιάννενα, που μελετά την τεχνολογία και τον αντίκτυπό της στην κοινωνία. Μαζί με άλλους ενεργούς πολίτες, κάνουμε έξι προτάσεις για ένα «πάρκο τεχνολογίας» που θα επικεντρώνεται στην τοπική οικονομία, κοινωνία και περιβάλλον.

Ξεκινάμε έναν δημόσιο διάλογο προς βελτίωση των προτάσεων για μια σημαντική υποδομή και μια ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί.

*Αν δεν γνωρίζεις τι είναι η «ανοιχτή» και τι είναι η «υψηλή» τεχνολογία, μάθε εδώ.

Προτάσεις

Η Περιφέρεια Ηπείρου πρέπει να λάβει υπόψη την ποικιλομορφία επιχειρηματικών μοντέλων και προσεγγίσεων τεχνολογικής ανάπτυξης. Ένα πάρκο τεχνολογίας, με χρήματα φορολογουμένων πολιτών και σε δημόσια γη, οφείλει να προωθεί την πολυφωνία και να υπηρετεί την τοπική κοινωνία. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω της ανοιχτότητας και του διαμοιρασμού.

Η κουλτούρα της ανοιχτής τεχνολογίας έχει ήδη ενσωματωθεί σε διεθνούς κύρους οργανισμούς (από το CERN και μεγάλα πανεπιστήμια μέχρι τη Wikipedia και το GNU/Linux). Υπάρχουν φορείς στην Ελλάδα που παράγουν ανοιχτές τεχνολογίες (λογισμικό, αγροτικά μηχανήματα, ανεμογεννήτριες μικρής κλίμακας, δορυφόρους, ρομποτικές και βιονικές συσκευές, τεχνικές παραδοσιακής δόμησης κ.α.) και θα μπορούσαν να στεγαστούν σε ένα τέτοιο πάρκο.

Έξι προτάσεις, προς δημόσια διαβούλευση, για το πάρκο τεχνολογίας:

1. Να έχει έναν χώρο συνεργατικής εργασίας (κοινόχρηστα γραφεία). Αυτοαπασχολούμενοι/ες καθώς και φοιτητές/τριες θα μπορούν να εργάζονται εκεί. Επίσης, το πάρκο θα μπορούσε να προσελκύσει άτομα που εργάζονται απομακρυσμένα στον χώρο της τεχνολογίας και αναζητούν μέρη για να εγκατασταθούν προσωρινά (“ψηφιακοί νομάδες”).

2. Να έχει ένα κοινόχρηστο εργαστήριο κατασκευών (“makerspace”). Όλοι οι πολίτες θα μπορούν να έχουν πρόσβαση, όμως προτεραιότητα θα δίνεται στις στεγασμένες στο πάρκο επιχειρήσεις, στα σχολεία και στο πανεπιστήμιο. Η σύνδεση του κοινόχρηστου εργαστηρίου με την τοπική οικονομία (π.χ., αγροτική παραγωγή, κτηνοτροφία, οινοποιεία)  μπορεί να προσφέρει μια διέξοδο στην πρωτογενή παραγωγή όσον αφορά σε λύσεις αυτοματισμού, ελέγχου και ψηφιακής μετάβασης. Η γνώση παράγεται τοπικά και δημιουργεί αξία για την περιοχή.

3. Να παρέχει προνόμια (π.χ., έκπτωση σε ενοίκιο) στις στεγασμένες στο πάρκο επιχειρήσεις που παράγουν ανοιχτές τεχνολογίες* (π.χ., ελεύθερο λογισμικό/λογισμικό ανοικτού κώδικα ή/και υλισμικό ανοικτού κώδικα). Αν η επιχείρηση μπορεί να τεκμηριώσει τον αντίκτυπο του ανοικτού της προϊόντος ή υπηρεσίας στην περιοχή της Ηπείρου, τα προνόμια θα είναι ακόμη μεγαλύτερα.

4. Να παρέχει προνόμια σε φορείς κοινωνικής και αλληλέγγυας κοινωνικής οικονομίας (π.χ., ΚοινΣΕΠ) που ασχολούνται με την τεχνολογία. Τέτοιες επιχειρήσεις έχουν συνεργατικές/συμμετοχικές δομές και σημαντικό αποτύπωμα στην τοπική οικονομία.

5. Να ενσωματώνει διαδικασίες δημοκρατικής συνδιαμόρφωσης αρχικά της διοίκησης των κοινόχρηστων γραφείων και του κοινόχρηστου εργαστηρίου κατασκευών όχι μόνο από τους φορείς που δραστηριοποιούνται στο πάρκο, αλλά από όλους τους ενδιαφερόμενους πολίτες.

6. Να ευνοεί τη διάδραση και συνεργασία μεταξύ των φορέων δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου και να είναι ανοικτό στην τοπική κοινωνία και εύκολα προσβάσιμο από αυτήν.  Επίσης, να ενσωματώσει το επικείμενο πάρκο αγροτικής ανάπτυξης (ή να βρίσκεται σε άμεση σύνδεση με αυτό) και να ενθαρρύνει την ανάπτυξη και λειτουργία κοινοτικών σχημάτων καθαρής ενέργειας για την αύξηση της ενεργειακής αυτονομίας της περιοχής.

Περισσότερα: opentechpark.org

BBC Radio 4, Great Lives: Hypatia

BBC Radio 4: Ο Γιάνης Βαρουφάκης μας ταξιδεύει στην αρχαία Αλεξάνδρεια και στη ζωή της πρώτης γυναίκας που έγινε γνωστή ως μαθηματικός. Αλλά η Υπατία είναι σήμερα πρωτίστως γνωστή για τη δολοφονία της. Ο Γιάνης Βαρουφάκης την παρουσιάζει ως σημαίνουσα φιλόσοφο και μαθηματικό και διερευνά το πώς η ιστορία της έχει ερμηνευτεί και παρερμηνευτεί στους αιώνες μετά τον θάνατό της. Μαζί του είναι η συγγραφέας και καθηγήτρια Edith Hall.

Παρουσίαση: Matthew Parris, παραγωγή για το BBC Audio στο Bristol από τον Chris Ledgard.

Παναγιώτης Σωτήρης / ΤΑ ΝΕΑ 22/09/2021

Η συγκυρία της πανδημίας υποχρέωσε αρκετά κράτη να σκεφτούν τρόπους ώστε το «πάγωμα» της οικονομικής δραστηριότητας και η συνακόλουθη ύφεση να μη μετατραπούν σε μια ανοιχτή κοινωνική κρίση. Αυτό που αναζήτησαν ήταν εργαλεία πολιτικής που να εξασφαλίζουν για όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού ένα ελάχιστο εισόδημα ώστε να αντιμετωπίσει την αναγκαστική ανεργία και τις δυσκολίες της περιόδου. Το γεγονός ότι έτσι έγινε εφικτό να αποφευχθούν οι χειρότερες επιπτώσεις της κρίσης επανάφερε στο προσκήνιο τη συζήτηση για αυτό που συνήθως περιγράφεται ως βασικό εισόδημα, δηλαδή μια τακτική κρατική χρηματική μεταβίβαση η οποία καταβάλλεται σε όλους τους πολίτες.

Η πρόσφατη κυκλοφορία και στα ελληνικά από τις εκδόσεις Παπασωτηρίου του βιβλίου του Γκάι Στάντινγκ, «Βασικό Εισόδημα. Πώς θα το επιτύχουμε» (μετάφραση Α. Παπασυριόπουλος, επιστημονική επιμέλεια Κ. Μανασάκης, πρόλογος Γ. Βαρουφάκης), προσφέρει μια από τις πιο ολοκληρωμένες διατυπώσεις του επιχειρήματος υπέρ του βασικού εισοδήματος, σε ένα βιβλίο που συνδυάζει την αναλυτική επιχειρηματολογία (κατά τον τρόπο της αγγλοσαξονικής πολιτικής φιλοσοφίας) με την επίκληση εμπειρικών παραδειγμάτων όπου δοκιμάστηκαν παραλλαγές βασικού εισοδήματος.

Ο Στάντινγκ ανακεφαλαιώνει τα βασικά επιχειρήματα υπέρ του βασικού εισοδήματος, δηλαδή τον τρόπο που η απαλλαγή από το ενδεχόμενο της ακραίας ανέχειας και φτώχειας συνιστά μια αναγκαία συνθήκη ελευθερίας και μάλιστα μια συνθήκη που την προσδιορίζει ως «ρεπουμπλικανική ελευθερία», δηλαδή μια ελευθερία που επιτρέπει την από κοινού πολιτική δράση. Με αυτή την έννοια θεωρεί ότι πρόκειται για μια κίνηση χειραφέτησης που υπερβαίνει κατά πολύ την όποια άμεση αξία έχει σε χρηματικό επίπεδο.

Παράλληλα, ο Στάντινγκ σπεύδει να υποστηρίξει ότι το βασικό εισόδημα είναι αποτελεσματικότερο σε αυτή την κατεύθυνση από τη λογική του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος (όπου η κρατική μεταβίβαση προστίθεται στο όποιο εισόδημα του ίδιου του ατόμου εάν είναι χαμηλό), τις εκπτώσεις φόρων, τις εγγυημένες θέσεις εργασίας ή τη θέσπιση ελάχιστου μισθού. Ταυτόχρονα, προσπαθεί να αντικρούσει τον πιθανό αντίλογο που μπορεί να υπάρξει στην πρόταση για το βασικό εισόδημα. Θεωρεί ότι το βασικό εισόδημα δεν είναι ανταγωνιστικό στην προσπάθεια για δημιουργία θέσεων εργασίας ή στον αγώνα των συνδικάτων για καλύτερους μισθούς των εργαζομένων, ενώ υποστηρίζει ότι μια προσεκτική μελέτη του τρόπου που σήμερα τα κράτη διαμορφώνουν ένα φάσμα από μεταβιβάσεις και φοροαπαλλαγές δείχνει ότι η καταβολή του βασικού εισοδήματος είναι εφικτή δημοσιονομικά.

Η ΗΘΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ. Παρότι ο Στάντινγκ δίνει έμφαση στο να δείξει ότι είναι χρηματοδοτικά εφικτό το βασικό εισόδημα, πιστεύω ότι το ισχυρό σημείο του επιχειρήματός του είναι περισσότερο αυτό που αφορά την ηθική διάσταση του αιτήματος, δηλαδή τον τρόπο που αναδιατυπώνει μια ισχυρή θέση υπέρ ενός δικαιώματος σε μια ελάχιστη εγγυημένη ευημερία που να επιτρέπει τις προσωπικές επιλογές ζωής, με τρόπο που τα παραδοσιακά συστήματα κοινωνικής προστασίας δεν κατορθώνουν και να προσφέρει έτσι τη βάση μιας ανανεωμένης εκδοχής της ιδιότητας του ενεργά συμμετέχοντος πολίτη.

Ομως, αυτό είναι με έναν τρόπο και το όριο αυτού του επιχειρήματος. Μπορεί να λειτουργεί ως κατάδειξη ενός ηθικού αιτήματος, όμως την ίδια στιγμή παραβλέπει όλο το φάσμα των ανταγωνιστικών και συγκρουσιακών αξιώσεων γύρω από την οικονομία. Γιατί ουσιαστικά υποτιμά τη διάσταση που συνήθως περιγράφεται ως εκμετάλλευση, δηλαδή τη συνθήκη όπου η ανισότητα παράγεται μέσα από άνισες σχέσεις εξουσίας πάνω στα μέσα και τη διαδικασία παραγωγής και όπου η δυνατότητα της κοινωνικής δικαιοσύνης περνάει και μέσα από την αμφισβήτηση του πυρήνα των κοινωνικών σχέσεων παραγωγής.

Αντίθετα, ο τρόπος που διατυπώνεται η πρόταση για το βασικό εισόδημα, ουσιαστικά κατατείνει στη δυνατότητα να συνυπάρχει με ένα πρότυπο καπιταλιστικής συσσώρευσης με χαρακτηριστικά λίγο-πολύ όπως τα σημερινά, έστω και με μια «διόρθωση» πλευρών της ακραίας επισφάλειας. Μόνο που αυτό υποτιμά την αντικειμενική δυναμική των κοινωνικών σχέσεων γύρω από την παραγωγή, άρα τη δυνατότητα επιστροφής σε συνθήκη επισφάλειας, εάν ο οικονομικός συσχετισμός δύναμης μετατραπεί και σε πολιτικό, την ώρα που παραβλέπει την ίδια τη σημασία των συγκρουόμενων αιτημάτων γύρω από την οικονομία.

Ουσιαστικά είναι σαν να παραβλέπει ένα βασικό πεδίο για τον μετασχηματισμό των οικονομικών μορφών, δηλαδή τη διεκδίκηση μορφών δημοκρατικού συλλογικού ελέγχου πάνω στην οικονομία και την υπέρβαση της λογικής της παραγωγής με ορίζοντα τη διεκδίκηση μεγαλύτερου μεριδίου αγοράς προς όφελος της προτεραιότητας των συλλογικών κοινωνικών αναγκών (στοιχείο που αποκτά μια άλλη διάσταση στην προοπτική της κλιματικής καταστροφής). Ετσι όμως αδυνατεί να ορίσει ως βασική κοινωνική δύναμη στην πρωτοπορία των συγκεκριμένων διεκδικήσεων το κατεξοχήν κίνημα που ιστορικά συνδέθηκε με αυτές, δηλαδή το εργατικό κίνημα, στην όποια αναγκαστικά πρωτότυπη μορφή θα πρέπει να έχει στις σημερινές συνθήκες.

Δικαιότερος καπιταλισμός;

Με μία έννοια το πρόβλημα της διεκδίκησης του βασικού εισοδήματος, δεν έγκειται στο αίτημα καθεαυτό, ούτε στο εάν είναι εφικτό δημοσιονομικά να εφαρμοστεί αλλά μάλλον στην παράβλεψη της ιστορικής αλήθειας ότι τον καπιταλισμό έκαναν – κατά περιόδους τουλάχιστον – δικαιότερο, όχι τόσο τα διάφορα οράματα ενός πιο δίκαιου καπιταλισμού, αλλά πολύ περισσότερο τα μαζικά κοινωνικά κινήματα που πίστεψαν ότι είχαν τη δύναμη να τον αμφισβητήσουν και να διεκδικήσουν μια διαφορετική κοινωνική οργάνωση.

Γιάννης Κιμπουρόπουλος / ΕΦΣΥΝ

Το προτεινόμενο σχέδιο της Επιτροπής Πισσαρίδη στην Ελλάδα για ενοποίηση όλων των επιδομάτων πρόνοιας είναι πραγματικά περίεργο. Μοιάζει με μια προσπάθεια απλώς να εξοικονομήσουμε χρήματα, αλλά το μόνο που κάνει σίγουρα είναι να εμποδίζει τους ανθρώπους να αποκτήσουν οτιδήποτε.

Guy Standing

Καθηγητής και ερευνητής στη Σχολή Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών (SOAS) του Πανεπιστήμιου του Λονδίνου, συμπρόεδρος του Παγκόσμιου Δικτύου Βασικού Εισοδήματος, επίτιμος και καθηγητής πολλών Πανεπιστημίων και παλαιότερα συνεργάτης του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας (ILO) αλλά του Νοτιοαφρικανού προέδρου Μαντέλα, ο Γκάι Στάντινγκ θεωρείται «γκουρού» της ιδέας του Βασικού Εισοδήματος. Βρίσκεται στην Αθήνα με την ευκαιρία των τριήμερων εκδηλώσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, στο πλαίσιο της Διεθνούς Εβδομάδας για το Καθολικό Βασικό Εισόδημα (μιλάει σήμερα στις 12), αλλά και για την παρουσίαση του βιβλίου του «Βασικό Εισόδημα: Πώς θα επιτύχουμε» απόψε, στις 7, σε μια δημόσια συζήτηση με τον Γιάνη Βαρουφάκη, στο «Καφέ στον κήπο του Νομισματικού Μουσείου».

Ο Γκάι Στάντινγκ απαντά στα ερωτήματα της «Εφ.Συν.» για το «Καθολικό Εισόδημα», κάνει μια ενδιαφέρουσα κριτική στις σχετικές προτάσεις του σχεδίου Πισσαρίδη και διατυπώνει τη ζοφερή προειδοποίηση ότι «αν δεν αλλάξουμε το σύστημα διανομής του πλούτου και τον τρόπο που ζούμε, στο μέλλον θα δούμε περισσότερο νεοφασιστικό λαϊκισμό και μεγαλύτερες οικολογικές και υγειονομικές καταστροφές».

• Τι είναι τελικά το Καθολικό Βασικό Εισόδημα; Μια άλλου τύπου οργάνωση του κοινωνικού κράτους; Μια πρόταση για διαφορετική κατανομή των πόρων του, που σήμερα πάνε στην προστασία των ανέργων, την πρόνοια και αλλού; ‘Η κάτι πολύ διαφορετικό;

Η ιδέα έγκειται στο ότι κάθε νόμιμος κάτοικος της χώρας πρέπει να παίρνει ένα μηνιαίο μικρό ποσόν ως οικονομικό δικαίωμα. Θα καταβάλλεται ξεχωριστά σε κάθε άνδρα, κάθε γυναίκα και ένα μικρότερο ποσόν σε κάθε παιδί, που θα δίνεται στη μητέρα ή σε όποια την αναπληρώνει. Είναι σημαντικό ότι θα πληρώνεται άνευ όρων και δεν θα απευθύνεται μόνο στους «φτωχούς».

Θα πληρώνεται ανεξάρτητα από την οικογενειακή, οικογενειακή ή εργασιακή κατάσταση. Οντας ίσο, θα έτεινε αυτόματα να μειώσει την εισοδηματική ανισότητα, αλλά μπορεί να αποφασιστεί πολιτικά ότι θα φορολογηθεί στους πλουσιότερους ως εισόδημα. Θα πρέπει να υπάρχουν συμπληρωματικές ενισχύσεις και παροχές για άτομα με αναπηρίες και ειδικές ανάγκες, καθώς ο στόχος θα πρέπει να είναι η παροχή σε όλους ίσου βασικού εισοδήματος. Δεν θα χάνατε το βασικό σας εισόδημα εάν είχατε εισοδήματα από απασχόληση ή παραγωγική δραστηριότητα. Αλλά η μεγάλη αρετή του Καθολικού Βασικού Εισοδήματος σε σύγκριση με τα δοκιμασμένα προγράμματα, που απευθύνονται μόνο στους φτωχούς, είναι ότι αφαιρεί τη χειρότερη «παγίδα φτώχειας», που σημαίνει ότι δεν αποθαρρύνει τους ανθρώπους να αναλάβουν χαμηλόμισθες δουλειές, όπως κάνει το ισχύον σύστημα.

• Μέχρι σήμερα τα κράτη, τουλάχιστον στις αναπτυγμένες οικονομίες, εγγυώνται έναν κατώτατο μισθό, τα επιδόματα ανεργίας, τις συντάξεις, τα επιδόματα πρόνοιας για ανάπηρους ή για τους πολύ φτωχούς. Το Βασικό Εισόδημα ανταγωνίζεται ή υποκαθιστά όλα αυτά τα παραδοσιακά στοιχεία της κοινωνικής πολιτικής;

Σε μεγάλο βαθμό, θα αντικαταστήσει πολλά υφιστάμενα προγράμματα, αν και τα επιδόματα αναπηρίας και τα επιδόματα στέγασης θα συνεχίσουν, εφόσον βασίζονται στην ανάγκη. Υπάρχουν συντριπτικά στοιχεία από πολλές χώρες εδώ και πολλά χρόνια ότι τα υπάρχοντα συστήματα πρόνοιας δεν αγγίζουν πολλά άτομα από τα πιο ευάλωτα της κοινωνίας. Πολλοί στο αυξανόμενο πρεκαριάτο*, στο οποίο βασίστηκε το μεγαλύτερο μέρος της έρευνάς μου, δεν καλύπτονται από τον νόμιμο κατώτατο μισθό, δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για επιδόματα ανεργίας ή αποκλείονται λόγω στιγματισμού, άγνοιας, φόβου ή δυσκολίας υποβολής αίτησης για κρατικά επιδόματα. Στις οικονομίες ανοικτής αγοράς, με τις ευέλικτες εργασιακές σχέσεις, το παλιό σύστημα πρόνοιας απλά δεν λειτουργεί αποτελεσματικά ή ισότιμα.

• Στην Ελλάδα, η επιτροπή που συγκρότησε η ελληνική κυβέρνηση υπό τον βραβευμένο με Νόμπελ Χρήστο Πισσαρίδη έχει προτείνει ένα είδος βασικού εισοδήματος, με την ενοποίηση όλων των επιδομάτων πρόνοιας, αναπηρίας, στέγης και άλλων σε ένα ενιαίο «Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα». Πώς το αξιολογείτε; Πόσο κοντά ή μακριά είναι από τη δική σας πρόταση;

Για λόγους που σας είπα και πριν είμαι επιφυλακτικός για τα λεγόμενα συστήματα ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος. Η συνήθης ιδέα είναι να ενοποιήσετε μια ποικιλία προγραμμάτων πρόνοιας και στη συνέχεια να παρέχετε εισοδηματική υποστήριξη σε όσους χαρακτηρίζονται ως «φτωχοί», πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει να εφαρμόσετε πολύπλοκα τεστ για να διαπιστώσετε εάν κάποιος είναι φτωχός ή όχι. Και τότε πρέπει να αποφασίσετε αν είναι φτωχοί «από επιλογή» ή από τεμπελιά, είτε από έλλειψη προσπάθειας κ.λπ. Με άλλα λόγια, πρέπει να γίνουν αυθαίρετες γραφειοκρατικές κρίσεις για να προσδιοριστούν οι αποκαλούμενοι «ωφελούμενοι φτωχοί».

Τα στοιχεία είναι συντριπτικά ότι αυτού του είδους η διαδικασία οδηγεί πάντα σε αυτά που αποκαλούμε τεράστια «σφάλματα αποκλεισμού»: δηλαδή το 40% και πάνω από όσους θα έπρεπε να πάρουν το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, δεν το παίρνουν. Πολλοί φτωχοί άνθρωποι είναι πολύ περήφανοι για να υποβάλουν αίτηση ή φοβούνται πολύπλοκες γραφειοκρατικές διαδικασίες, νιώθουν πολύ ταπεινωμένοι ή απλώς αγνοούν τι να κάνουν. Και στη συνέχεια, εάν υποβάλουν αίτηση, αποθαρρύνονται από την απασχόληση, διότι αυξάνοντας λίγο το εισόδημά τους θα χάσουν το κρατικό όφελος.

Το πρόβλημα επιτείνεται από οικονομολόγους που δεν έχουν εμπειρία στην κοινωνική πολιτική και καταλήγουν σε σχέδια που φαίνονται καλά στα σχολικά βιβλία, τα οποία όμως δεν παίρνουν υπόψη την ταπείνωση που υφίστανται οι ευάλωτοι στην κοινωνία. Το προτεινόμενο σχέδιο για την Ελλάδα είναι πραγματικά περίεργο. Μοιάζει με μια προσπάθεια απλώς να εξοικονομήσουμε χρήματα, αλλά σίγουρα το μόνο που κάνει είναι να εμποδίζει τους ανθρώπους να αποκτήσουν οτιδήποτε. Η προτεινόμενη ενοποίηση των υφιστάμενων συστημάτων θα αφήσει εκτός επιδόματος ανεργίας, επιδόματα αναπηρίας και επιδόματα στέγασης. Είναι σαν να προτείνεις ένα έργο που ονομάζεται «Αμλετ» χωρίς να συμπεριλαμβάνεις τον Πρίγκιπα. Και το ακόμη πιο περίεργο είναι ότι στο όνομα της απλοποίησης, περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα επιλεγμένων ομάδων, οι οποίες στην πραγματικότητα εγγυώνται αυθαίρετη πολυπλοκότητα. Και το διοικητικό κόστος θα είναι τεράστιο.

• Υπάρχουν προτάσεις για κάποιου τύπου εγγυημένο βασικό εισόδημα που έχουν διατυπωθεί από νεοφιλελεύθερους, νεοκεϊνσιανούς ή αριστερούς οικονομολόγους. Ποιες είναι οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στις διαφορετικές προσεγγίσεις;

Εχετε δίκιο. Ορισμένοι φιλελεύθεροι, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, έχουν υποστηρίξει ένα βασικό εισόδημα με την προϋπόθεση ότι θα καταργηθούν όλα τα άλλα οφέλη. Αυτό είναι ανόητο. Αυτό που θέλουν είναι ένα ελάχιστο κοινωνικό κράτος, βασισμένο στον καθαρό νεοφιλελευθερισμό. Οσοι αναφερόμαστε στην Αριστερά, βλέπουμε το βασικό εισόδημα ως μέρος ενός νέου συστήματος διανομής εισοδήματος κατάλληλου για μια παγκόσμια οικονομία. Το βασικό εισόδημα δικαιολογείται θεμελιωδώς ως ζήτημα κοινωνικής δικαιοσύνης, μέσο παροχής βασικής ασφάλειας και μέσο ενίσχυσης της ελευθερίας. Αλλά δεν είναι πανάκεια, πρέπει να αποτελεί συστατικό μιας προοδευτικής κοινωνικής και οικονομικής στρατηγικής.

• Ποιος θα χρηματοδοτήσει το Καθολικό Βασικό Εισόδημα; Αν η πρόθεση είναι να μειωθεί η ανισότητα στην κατανομή του πλούτου, δεν πρέπει να συνδυαστεί με μηχανισμούς αναδιανομής, με φορολόγηση του μεγάλου πλούτου;

Εχω προτείνει στα βιβλία μου διάφορους τρόπους με τους οποίους ένα βασικό εισόδημα θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί. Σε περιόδους οικονομικής κρίσης και πανδημιών, οι κυβερνήσεις ξοδεύουν χρήματα σαν να ήταν νερό. Αλλά έχουν κατευθύνει το μεγαλύτερο μέρος αυτών των δαπανών στις χρηματοπιστωτικές αγορές και σε μεγάλα συμφέροντα. Αυτό είναι οπισθοδρόμηση και δεν παρακινεί την επιθυμητή οικονομική ανάπτυξη. Αλλά ταυτόχρονα αποδεικνύει ότι οι οικονομίες θα μπορούσαν να αντέξουν οικονομικά ένα βασικό εισόδημα για τους απλούς ανθρώπους!

Μακροπρόθεσμα, πιστεύω ακράδαντα ότι κάθε χώρα θα πρέπει να δημιουργήσει ένα δημοκρατικά ελεγχόμενο ταμείο κοινών κεφαλαίων, από το οποίο θα μπορούσε να καταβληθεί ένα σταθερά αυξανόμενο βασικό εισόδημα. Τα έσοδα για το ταμείο θα πρέπει να προέρχονται από οικολογικούς φόρους, φόρους περιουσίας και φόρους ακινήτων. Με άλλα λόγια, από εκείνους που έχουν κερδίσει από την εκμετάλλευση των δημοσίων αγαθών. Για παράδειγμα, χρειαζόμαστε απεγνωσμένα έναν υψηλό φόρο άνθρακα για να ελέγξουμε τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Αλλά από μόνος του, ένας φόρος άνθρακα θα ήταν οπισθοδρομικός, διότι θα ήταν μια υψηλότερη επιβάρυνση στο εισόδημα των φτωχών από αυτό των πλούσιων. Επομένως, είναι ζωτικής σημασίας να βεβαιωθούμε όλοι ότι τα έσοδα από τον φόρο άνθρακα θα ανακυκλώνονται με τη μορφή ενός βασικού εισοδήματος ή κοινωνικού μερίσματος, αν θέλετε.

• Πιστεύετε ότι τα πιλοτικά προγράμματα που έχουν εφαρμοστεί σε αρκετές χώρες επιβεβαιώνουν τη βασική ιδέα και πρότασή σας;

Είχα την τύχη –αν αυτή είναι η σωστή λέξη– να βοηθήσω στον σχεδιασμό και την εφαρμογή πιλοτικών συστημάτων βασικού εισοδήματος σε τέσσερις ηπείρους. Σε κάθε πείραμα που γνωρίζω τα αποτελέσματα ήταν εξίσου ενθαρρυντικά. Συνοψίζω τα αποτελέσματα στο βιβλίο που μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά. Σε πλούσιες και φτωχές χώρες παρουσιάζεται βελτίωση της ψυχικής και σωματικής υγείας των ωφελούμενων, καλύτερη διατροφή, καλύτερη θέση για τις γυναίκες και για τα άτομα με αναπηρίες και -το σημαντικότερο από πολιτική άποψη- περισσότερη εργασία, όχι λιγότερη!

• Ποιες πιθανότητες υπάρχουν οι κυβερνήσεις να υιοθετήσουν αυτή την πρόταση; Τι απαντάτε σε όσους επικαλούνται το μεγάλο δημοσιονομικό κόστος του Καθολικού Βασικού Εισοδήματος;

Προτρέπω οποιονδήποτε να αποφύγει να κάνει απλούς λογιστικούς υπολογισμούς, όπως να πάρει τον πληθυσμό της Ελλάδας και να τον πολλαπλασιάσει με ένα επιλεγμένο ποσοστό εισοδήματος και στη συνέχεια να τον απεικονίσει ως ποσοστό του ΑΕΠ. Αυτό αγνοεί το προφανές γεγονός ότι θα υποκαταστήσει άλλες δαπάνες, όπως τις τεράστιες επιδοτήσεις που δίνουν οι κυβερνήσεις στους πλούσιους πολίτες και τις εταιρείες και τους ιδιοκτήτες τους. Αγνοεί το γεγονός, όπως φαίνεται από πολυάριθμα πειράματα, ότι οι βασικές παροχές εισοδήματος τονώνουν την παραγωγή και την απασχόληση. Aγνοεί επίσης τη θετική επίδραση ανατροφοδότησης, όπως η βελτίωση της υγείας και της μόρφωσης, που μειώνει την ανάγκη για υπάρχουσες δημόσιες δαπάνες. Αγνοεί, τέλος, μια πτυχή του ταχέως ερχόμενου μέλλοντός μας: αν δεν αλλάξουμε το σύστημα διανομής εισοδήματος και τον τρόπο που ζούμε, θα δούμε περισσότερο νεοφασιστικό λαϊκισμό και περισσότερες οικολογικές και υγειονομικές καταστροφές.

* όρος που απηχεί την επισφάλεια στην εργασία και την κοινωνική θέση

Αλέξης Σμυρλής / The Press Project

«Το βασικό οικονομικό πρόβλημα συνοψίζεται στο δίπολο απεριόριστες ανθρώπινες ανάγκες vs περιορισμένοι πόροι». Με αυτή τη φράση ξεκινά κάθε εισαγωγικό εγχειρίδιο αστικής Οικονομικής Θεωρίας, εισάγοντάς μας σε έναν κόσμο ανταγωνιστικό, όπου όλοι ανταγωνίζομαστε μεταξύ μας για να ικανοποιήσουμε τις απεριόριστες ανάγκες μας από τους περιορισμένους διαθέσιμους πόρους.

Θα σκεφτόταν κανείς πως η τεράστια εξέλιξη των παραγωγικών μέσων και της τεχνολογίας εξαλείφουν σταδιακά το οικονομικό πρόβλημα – πάρτε για παράδειγμα την εξελικτική πορεία των πηγών ενέργειας που χρησιμοποίησε η ανθρωπότητα μέσα στην ιστορία της, όπου από τους πραγματικά περιορισμένους πόρους πριν μερικούς αιώνες, είμαστε ένα βήμα από την ενεργειακή αειφορία – κι άρα η ανασφάλεια ως προς το ζην θα έπρεπε να εκλείπει όλο και περισσότερο. Κι όμως, παρατηρούμε το αντίθετο.

Η ίδια η αστική Οικονομική Θεωρία υφίσταται για να «διερευνήσει και εν τέλει υποδείξει τους βέλτιστους τρόπους κατανομής αυτών των περιορισμένων πόρων», πάντα βέβαια στα πλαίσια της λεγόμενης «ελεύθερης αγοράς», καταλήγοντας εν τέλει σε μια απολογητική θεώρηση της ταξικής πραγματικότητας, προωθώντας την αντίληψη πως δικαίως οι πλούσιοι έχουν όσα έχουν, με την πλειονότητα δικαίως να διαβιεί στην ανασφάλεια.

Η ανασφάλεια ως όπλο του ταξικού πολέμου κατά της εργατικής τάξης

Ο Γκάι Στάντινγκ είχε αποτυπώσει το 2011 την ύπαρξη μιας νέας κοινωνικής τάξης εργαζομένων, το λεγόμενο Πρεκαριάτο, εκείνων δηλαδή που δεν είναι ούτε προλετάριοι, ούτε άνεργοι, είναι στο κενό μεταξύ των δύο: εργάζονται μεν αλλά με όρους εργασίας, προοπτικές και απολαβές άκρως επισφαλείς, προσωρινές και διαρκώς, επί τα χείρω, μεταβαλλόμενες. Ταυτόχρονα, τα άλλοτε δικαιώματα στην υγεία, την παιδεία και την πρόνοια ξηλώνονται ακόμα και από τις παραδοσιακές σοσιαλδημοκρατίες της Δυτικής Ευρώπης, καθιστώντας τον όρο Πρεκαριάτο, δυστυχώς, εξαιρετικά εύστοχο.

Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Επειδή κοινωνίες που έχουν εμπεδώσει στο συλλογικό φαντασιακό τους – με την αμέριστη συνδρομή των ιδεολογικών μηχανισμών της κυρίαρχης τάξης πάντα – αρνητικές προσδοκίες, είναι εξαιρετικά ευεπίφορες στο νεοφιλελεύθερο καλιμπράρισμα. Βλέπουμε πως ακόμα και σε συνθήκες Κρίσης, το πολιτικό προσωπικό της κυρίαρχης τάξης αρνείται να προβεί σε δημοσιονομική επέκταση. Ακόμα και εν καιρώ πανδήμιας, αρνείται να ενισχύσει τη δημόσια υγεία προσλήψεις μόνιμου προσωπικού. Με όχημα ηθικιστικού χαρακτήρα ρητορικά σχήματα πολιτικού λόγου περί Λιτότητας, Συμμάζεμα των Οικονομικών του σπάταλου Κράτους, συγκρίσεις Κράτους με μεμονωμένα Νοικοκυριά και λοιπές λογικές ακροβασίες, η κυρίαρχη τάξη καλλιεργεί συνειδητά αρνητικές προσδοκίες, αβεβαιότητα ως προς το ζην για τους πολλούς, συμπεριλαμβάνοντας και το φάντασμα που λέγεται “μεσαία τάξη”, ακριβώς για να δημιουργήσει ένα πλαίσιο πιο δεκτικό στην απορρύθμιση και την ιδιωτικοποίηση, μέχρι τελικά να οδηγηθούμε σε νεοφεουδαλικές καταστάσεις μηδενικής κοινωνικής κινητικότητας. Με μια φράση, η αβεβαιότητα γεννά αρνητικές προσδοκίες, οι οποίες με τη σειρά τους καθιστούν τα άτομα πιο δεκτικά στην εκμετάλλευση.

Εξασφάλιση του ζην – Βασικό εισόδημα

Και φτάνουμε στο ερώτημα: μπορούμε ως ανθρώπινη κοινωνία – εγχώρια, διεθνώς, παγκόσμια – να εξασφαλίσουμε το ζην για όλους; Η τεχνολογική εξέλιξη και η συνεπαγόμενη εκτίναξη της παραγωγικότητας το επιτρέπουν. Οι λόγοι που το σταματούν είναι πολιτικοί, εντάσσονται στα πλαίσια του ταξικού πολέμου όπως αναφέραμε παραπάνω, ενός πολέμου που «οι από πάνω» δεν έχουν σταματήσει ποτέ. Το Βασικό εισόδημα βλέπετε, ικανό για να καλύπτει όντως τις βασικές μηνιαίες ανάγκες, καθιστά το άτομο άκαμπτο – όπως θα έλεγε ο Κέυνς – στην εκμετάλλευση, δημιουργώντας του θετικές προσδοκίες.

Το Βασικό Εισόδημα ως Πολιτική Επιταγή

Η ιστορία μάς έχει διδάξει πως η αβεβαιότητα ως προς το ζην αποτελεί μια από τις βασικές αιτίες του εκφασισμού των κοινωνιών. Η μισανθρωπική ρητορεία και πράξη της ακροδεξιάς εργαλειοποιούν την επισφάλεια – μια κατάσταση που δημιουργεί, αναπαράγει και επεκτείνει μεθοδικά η Ολιγαρχία Χωρίς Σύνορα – δείχνοντας τους “άλλους”, τους πλέον επισφαλείς (πρόσφυγες, ΛΟΑΤΚΙ, ΑμεΑ, αναρχικούς, τοξικοεξαρτημένους) ως υπαίτιους.

Και πράγματι, το Βασικό Εισόδημα διαλύει τη στρεβλή, μαλθουσιανή αντίληψη του “δεν φτάνει για όλους”, πάνω στην οποία επενδύει η ακροδεξιά για να διαχύσει το μισανθρωπικό της δηλητήριο.

Ο Γκάι Στάντινγκ στο βιβλίο του “Βασικό Εισόδημα” είναι ξεκάθαρος:

“Εάν δεν δημιουργηθεί ένα νέο σύστημα Εισοδηματικής Κατανομής, η στροφή προς την άκρα Δεξιά θα ενισχυθεί περαιτέρω. Το Βασικό Εισόδημα, ως ο σταθεροποιητής ενός πιο εξισωτικού και χειραφετικού συστήματος, έχει καταστεί μια πολιτική επιταγή”.

Δουλειά όλων των προοδευτικών δυνάμεων είναι να την καταστήσουμε κυρίαρχη.

*O Αλέξης Σμυρλής είναι οικονομολόγος και Διευθυντής της Κ.Ο. του ΜέΡΑ25.

Βλάσης Μισσός / capital.gr

Το πολυσυζητημένο βιβλίο του βρετανού οικονομολόγου Guy Standing κυκλοφορεί πλέον και σε ελληνική μετάφραση υπό τον τίτλο “Βασικό Εισόδημα: Πώς θα το επιτύχουμε”. Το βιβλίο απευθύνεται στο ευρύ κοινό και σε αναγνώστες που διακρίνονται από κοινωνική ευαισθησία και προβληματισμό για τη συνύπαρξη νεοφιλελευθερισμού και κοινωνικής δικαιοσύνης. Ο λόγος του συγγραφέα είναι νηφάλιος και μετρημένος, χωρίς όμως να κρύβει την ιδεολογική του ταυτότητα που εντοπίζεται στο χώρο της μεταρρυθμιστικής αριστεράς.

Με αφορμή το βιβλίο, ας προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε τους βασικούς σκοπούς και αιτίες που μας οδηγούν στην αναγκαιότητα θεσμοθέτησης ενός τέτοιου μέτρου πολιτικής το οποίο, εκ πρώτης, προκαλεί αρνητικές αντιδράσεις.

Ας ξεκινήσουμε ανάποδα. Το παλαιό Κοινωνικό Κράτος (Welfare State) των οριζόντιων παροχών και της πλατιάς προσφοράς υπηρεσιών Παιδείας, Υγείας και Κοινωνικής Ασφάλισης ως δημόσιων αγαθών δεν υπάρχει πλέον. Κατέρρευσε σταδιακά μετά την πτώση της ΕΣΣΔ και αντικαταστάθηκε από ένα παθητικό, περιορισμένης έκτασης, έως και πενιχρό, Δίχτυ (ιστό) Προστασίας (safety net). Σκοπός του Ιστού Προστασίας είναι η εισοδηματική ενίσχυση των φτωχών μέσω ενός πολύπλοκου συστήματος στοχευμένων παροχών χαμηλής αξίας. Τα διάφορα επιδόματα (στέγασης, σίτισης κτλ.)  δίδονται υπό αυστηρές προϋποθέσεις και οι δικαιούχοι οφείλουν να αποδεικνύουν την ανέχειά τους στις δομές κοινωνικής προστασίας. Παράλληλα, τα επιδόματα ανεργίας δεν εξασφαλίζουν ικανοποιητικό επίπεδο διαβίωσης, καθώς το υψηλό επίδομα θεωρείται αντικίνητρο για την εύρεση εργασίας. Έτσι, το Κοινωνικό Κράτος μετατρέπεται σε ένα πολύπλοκο πλέγμα φιλοδωρημάτων που αναπαράγουν τη φτώχεια και τη συνδέουν με χαμηλών μισθολογικών αξιώσεων γραφειοκρατικές εργασίες (βλ. κοινωφελή εργασία).

Το Καθολικό Βασικό Εισόδημα (Universal Basic Income – UBI), παρότι παλαιά ιδέα, προβάλλεται ως μια αντίδραση στις πολιτικές λιτότητας και εσωτερικής υποτίμησης. Ως σύλληψη, είναι φαινομενικά απλή, αλλά η επιχειρηματολογία υπέρ της θεσμοθέτησης ενός κατάλληλου UBI δεν διαφεύγει πολυπλοκότητας. To UBI βασίζεται σε τακτικές (π.χ. μηνιαίες) εγχρήματες πληρωμές προς όλους, ανεξαρτήτως εισοδήματος, πλούτου ή άλλων κοινωνικο-οικονομικών κριτηρίων. Απροϋπόθετα. Το UBI δεν πρέπει να συγχέεται με το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα (ΕΕΕ) ή το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης (ΚΕΑ) – όπως βαφτίστηκε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ το 2016 – που μοναδικός στόχος του είναι οι – ελάχιστοι – δικαιούχοι να μην πέσουν κάτω από το χαμηλότατο, επίσημο όριο φτώχειας. Μάλιστα, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η εφαρμογή του ΚΕΑ στην Ελλάδα, αφορούσε την εισοδηματική ενίσχυση της “ακραίας φτώχειας” και όχι απλά της “φτώχειας”. Ο νομοθέτης ακολουθούσε την πολιτική υποτίμηση και ενσωμάτωνε τον νέο όρο στη νομοθεσία, εμπεδώνοντας το νεοφιλελεύθερο πρόταγμα.

Σε αντίθεση με τα διάφορα σχήματα του EEE, το UBI δεν προτίθεται να υποκαταστήσει τις λειτουργίες του Κοινωνικού Κράτους, όπως υποστηρίζουν συνήθως οι αριστεροί επικριτές. Η αλήθεια είναι ότι η ιδέα του UBI ως υποκατάστατο του Κοινωνικού Κράτους έχει υποστηριχτεί από αρκετούς νεοφιλελεύθερους, που φαντασιώνονται μια οικονομία πλήρως ιδιωτικοποιημένη. Ο Guy Standing είναι ξεκάθαρος ότι “η καθιέρωση του βασικού εισοδήματος δεν σημαίνει την αποξήλωση των δημόσιων υπηρεσιών και την αντικατάσταση των υπολοίπων προνοιακών επιδομάτων. Μάλλον θα πρέπει να αποτελέσει βάση για ένα νέο σύστημα εισοδηματικής κατανομής, παράλληλα με άλλες απαραίτητες δημόσιες υπηρεσίες και επιδόματα”.

Κατά συνέπεια, η ιδέα ενός UBI ανήκει στο χώρο της ριζοσπαστικής πολιτικής οικονομίας, χωρίς να είναι επαναστατικό. Ως εργαλείο πολιτικής, οι δυνατότητές του είναι περιορισμένες αλλά και κρίσιμες, ειδικότερα όταν πρόκειται να εφαρμοστεί σε φτωχοποιούμενες οικονομίες σαν και την Ελλάδα. Τα προβλήματα που προσπαθεί να επιλύσει το UBI είναι πολλά και αξίζει να αναφερθούν ορισμένες από τις πλέον διαδεδομένες πλευρές του.

Κατ’ αρχάς, το UBI προσφέρει μια άμεση λύση στο ζήτημα της ανεπαρκούς κάλυψης του φτωχού πληθυσμού. Το Δίχτυ Προστασίας είναι εξαιρετικά αναποτελεσματικό. Αδυνατεί να επιτύχει την πλήρη στόχευση των πληθυσμιακών ομάδων στις οποίες αναφέρεται και πολλές οικογένειες ή μέλη τους, μένουν εκτός του συστήματος παροχών, παρότι έχουν την άμεση ανάγκη στήριξης. Το Δίχτυ Προστασίας είναι δαιδαλώδες. Οι δικαιούχοι του δεν μπορούν σχεδόν ποτέ να είναι πλήρως ενημερωμένοι για το πλήθος των διαφόρων επιδομάτων που δικαιούνται. Άλλωστε ο κατακερματισμός των ειδικών κατηγοριών δημιουργεί πολύπλοκα στρώματα γραφειοκρατίας, καθώς και απέχθεια, ακόμα και στην περίπτωση απλοποίησης μέσω ηλεκτρονικών αιτήσεων προς τους διάφορους φορείς. Το Δίχτυ Προστασίας στιγματίζει τους δικαιούχους και λειτουργεί διαχωριστικά, προσδιορίζοντας ένα ιδιάζον κοινωνικό περιθώριο. Οι διακρίσεις τονίζονται, δεν αμβλύνονται. Δεν είναι λίγοι οι δικαιούχοι που θεωρούν ότι θίγονται από τον κυνισμό των διαδικασιών στις οποίες καλούνται να λάβουν μέρος, αφού είναι υποχρεωμένοι να επιδεικνύουν το χαμηλό επίπεδο ανέχειας και ένδειας ώστε να γίνουν λήπτες των πενιχρών βοηθημάτων.

Αντίθετα, το UBI αμβλύνει το επίπεδο ανασφάλειας της αγοράς εργασίας. Μεταρρυθμίσεις που προωθούν την ευελιξία, τις συμβάσεις χαμηλών απολαβών περιορισμένης διάρκειας, την αντικατάσταση χρηματικών επιδομάτων με διά-βίου-εκπαίδευση ή επαγγελματική κατάρτιση και παροχή δεξιοτήτων… όλα αυτά έχουν μεταμορφώσει την εργασία από σταθερή και ασφαλή, σε ασταθή, αβέβαιη και ανασφαλή. Η ύπαρξη εργαζόμενων-φτωχών καταδεικνύει ότι στις νεοφιλελεύθερες οικονομίες της Δύσης, η εισοδηματική φτώχεια δεν σχετίζεται απαραίτητα με την ανεργία. Το αντίθετο μάλιστα. Όσο η φρενίτιδα της εσωτερικής υποτίμησης κυριαρχεί στη σκέψη των ασκούντων οικονομική πολιτική, η ανεπάρκεια των αμοιβών εργασίας να προσφέρουν ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης γίνεται ολοένα και περισσότερο φανερή.

Πολλοί επικριτές έχουν ασκήσει δριμεία κριτική στην ιδέα του UBI. Τα επιχειρήματά τους βασίζονται στην υπόθεση ότι το UBI δημιουργεί αντικίνητρα για την εύρεση εργασίας. Για παράδειγμα, η κυρίαρχη ρητορεία διατείνεται ότι τα υψηλά επιδόματα ανεργίας ή οι χρηματικές απολαβές που δεν συνδέονται με την εργασία, δημιουργούν αντικίνητρο στην εύρεση εργασίας και μείωση της απασχολησιμότητας (employability). Στο σημείο αυτό αξίζει να θυμηθούμε ότι ο γνωστός μας Χριστόφορος Πισσαρίδης, διακρίθηκε με νόμπελ επειδή – σύμφωνα με το δελτίο τύπου της σουηδικής ακαδημίας – “μάς έκανε να κατανοήσουμε ότι τα πιο γενναιόδωρα επιδόματα ανεργίας αποδίδουν υψηλότερα επίπεδα ανεργίας και μεγαλύτερα διαστήματα εύρεσης απασχόλησης”.

Οι υποστηρικτές του UBI προσφέρουν εμπειρικά δεδομένα τα οποία τεκμηριώνουν για το αντίθετο (κεφάλαιο 8). Το κρίσιμο στοιχείο για την κατανόηση του επιχειρήματος του Guy Standing είναι ότι μεταχειρίζεται μια διασταλτική έννοια της εργασίας, που δεν περιορίζεται από τον έμμισθο χαρακτήρα της. Η εργασία των γονιών για το μεγάλωμα και την ανατροφή των παιδιών τους είναι τυπικό παράδειγμα, διότι εκλαμβάνεται ως υποχρέωση όταν αναφέρεται στους γονείς, αλλά ως έμμισθη εργασία, όταν αφορά ένα βρεφονηπιοκόμο. Συνεπώς, ο Standing θεωρεί ότι η στατιστικοί πίνακες με τις καταγραφές των απασχολουμένων, αποτελούν παρωχημένη αντίληψη προηγούμενων δεκαετιών, την οποία οφείλουμε να προσπεράσουμε.

Παρότι ελκυστικό, το UBI δεν μπορεί να προσφέρει λύσεις σε όλα τα κοινωνικά και μακρο-οικονομικά προβλήματα των δυτικών οικονομιών. Κάθε οικονομία διακατέχεται από ιδιαιτερότητες και χαρακτηριστικά που υφαίνουν ένα εξαιρετικά διαφοροποιήμενο πλαίσιο αντιδράσεων στην εφαρμογή του ριζοσπαστικού μέτρου. Από την άλλη μεριά, το ζοφερό κλίμα που παράγεται μέσα από την παντοκρατορία της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, ανάγει το UBI σε επείγον πολιτικό αίτημα, σε μέσο που εμποδίζει την περαιτέρω επέλαση του κοινωνικού δαρβινισμού της ασκούμενης πολιτικής.

Στη συζήτησή του με τον Daron Acemoğlu, o Γιάνης Βαρουφάκης υπογραμμίζει ότι ως μέτρο, το UBI δεν μπορεί να εκπολιτίσει την καπιταλιστική αγορά εργασίας, εγείροντας και την αναδυόμενη σημασία του αυτοματισμού στις νέες συνθήκες παραγωγής με τη χρήση υψηλής τεχνολογίας. Οι τεχνολογικές καινοτομίες και η εκτεταμένη εφαρμογή της ρομποτικής στους χώρους παραγωγής βαριάς βιομηχανίας, έχουν δημιουργήσει σε πολλούς αναλυτές το φόβο πρόκλησης υψηλής “τεχνολογικής ανεργίας”, δηλαδή ανεργίας που θα προκύψει από τον εκτοπισμό της “ζωντανής” εργασίας από “νεκρή”, κατά την προσφιλή έκφραση του Karl Marx.

Βεβαίως, κάτι τέτοιο θα μπορούσαμε να παρατηρήσουμε και στη χώρα μας, σε δραστηριότητες πολύ πιο απλές σε σύγκριση μ’ εκείνες που συντελούνται στις μονάδες παραγωγής αυτοκινήτων, ηλεκτρονικών υπολογιστών ή οπλικών συστημάτων της Γερμανίας ή των ΗΠΑ. Η πλήρης υποκατάσταση των εργαζόμενων ταμιών στα διόδια των εθνικών οδών από αυτόματες μηχανές, ή η αντίστοιχα σημαντική υποκατάσταση των εργαζόμενων στις τράπεζες από μηχανές που εκτελούν τις τραπεζικές εργασίες εξ αποστάσεως ή δια ζώσης, είναι μόνο μερικά σε σύγκριση με όσα απαντάμε στην καθημερινότητά μας. Αναμφίβολα, η συγκεκριμένη τάση είναι υπαρκτή και σίγουρα μπορούμε να φανταστούμε μια τέτοια εξέλιξη, όπου πολλές παραδοσιακές δραστηριότητες που απαιτούσαν τη συμμετοχή εργαζομένων, θα υποχωρήσουν, προκαλώντας ανεργία.

Αν και το UBI προτείνεται ως απάντηση στην προηγούμενη τάση αυτοματοποίησης, ο Standing στο βιβλίο του αναφέρει ότι “υπάρχουν λόγοι για να είμαστε σκεπτικοί ως προς τη σκιαγράφηση ενός μέλλοντος χωρίς απασχόληση ή ακόμα και χωρίς εργασία […] Ωστόσο, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η φύση των θέσεων απασχόλησης  θα αλλάξει, ίσως ταχύτατα”.

Το καίριο ζήτημα αναφορικά με τη χρηματοδότηση, μπορεί να ξεσηκώσει διάφορες αψιμαχίες. Στο κεφάλαιο 7 του βιβλίου, “Το ζήτημα της διαθεσιμότητας των πόρων”, ο Standing καταγράφει διάφορους τρόπους υπολογισμού του κόστους που έχουν προκριθεί, για τον προσδιορισμό του επιπέδου των πόρων που απαιτούνται για την εφαρμογή μιας πολιτικής UBI. Ο συγγραφέας καταλήγει ότι απαιτείται η δημιουργία ενός κρατικού επενδυτικού ταμείου, οι πόροι του οποίου θα προέρχονται από τη φορολόγηση συγκεκριμένων στοιχείων όπως “περιουσιακά στοιχεία που παράχθηκαν στο πλαίσιο της κοινωνίας, όπως το καθεστώς πνευματικής ιδιοκτησίας και η νομική και χρηματοπιστωτική υποδομή”. Το συγκεκριμένο σημείο, είναι αρκετά θολό και αυτό μάλλον εξηγείται από το γεγονός ότι, εάν υπάρχει πραγματική πολιτική βούληση προς την εφαρμογή ενός τέτοιου μέτρου, η χρηματοδότηση εκπίπτει σε ζήτημα τεχνικής φύσης.

Μια παραδοσιακή λογική θα κατέφευγε στη δημιουργία κρατικών ελλειμμάτων, που θα δημιουργούσαν τους απαραίτητους πόρους. Η εν λόγω όμως επιλογή, μοιάζει εξαιρετικά δύσκολη υπό τις παρούσες συνθήκες πολιτικής αντιπαράθεσης. Για να αποφύγει μια τέτοια τροπή, η ιδέα του Γιάνη Βαρουφάκη εκμεταλλεύεται τα υφιστάμενα εργαλεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των διακηρυγμένων σκοπών τους, προτείνοντας την επιβολή ειδικής φορολογίας επί των μετοχών όλων των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων. Τα έσοδα ενός τέτοιου φόρου θα μπορούσαν να κατευθύνονται σε ένα κοινό ή δημόσιο Ταμείο στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία και θα επωμιζόταν τη διαδικασία κατανομής του. Ως εκ τούτου, ο Βαρουφάκης διαφοροποιεί το UBI και το μετατρέπει σε Καθολικό Βασικό Μέρισμα (Universal Basic Dividend – UBD).

Το UBI δεν είναι πανάκεια και πολλοί αριστεροί επικριτές ίσως να έχουν δίκιο ότι μπορεί να αποτελέσει εργαλείο αδρανοποίησης της κοινωνικής αντίδρασης των εργαζομένων, παρότι θα προσφέρει εισόδημα.

Είτε με τον έναν, είτε με τον άλλο τρόπο, η αναγκαιότητα του UBI, προκύπτει μέσα από την γενικευμένη τάση απαξίωσης των εργαζόμενων, που μαζί με τον περιορισμό των προσδοκιών τους για μια καλύτερη ζωή, κάμπτει το μαχητικό φρόνημα και γονατίζει την ελπίδα και την πίστη ότι υπάρχει άλλος δρόμος.

* Ο κ. Βλάσης Μισσός είναι μεταδιδακτορικός ερευνητής του τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Ο «Μινώταυρος» πενηντάρισε…

Η εκπομπή κίνησης ιδεών mέta-βάσεις από το Κέντρο Μετακαπιταλιστικού Πολιτισμού / mέta επέστρεψε στο “Ράδιο Μέρα” για την νέα σεζόν την Τετάρτη 08 Σεπτεμβρίου 2021 (ώρα 16:00-17:30). Στο πρώτο μέρος της εκπομπής ο Γιάνης Βαρουφάκης αναλύει στον Κώστα Ράπτη τη σημασία ενός γεγονότος από το οποίο μας χωρίζουν ακριβώς πενήντα χρόνια και έχει σφραγίσει τη μορφή του κόσμου όπως τον ξέρουμε μέχρι τώρα: την έξοδο των ΗΠΑ τον Αύγουστο του 1971 από το σύστημα σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών των συμφωνιών του Bretton Woods. O «Παγκόσμιος Μινώταυρος» της χρηματοπιστωτικοποίησης, που θέριεψε έκτοτε, βρίσκεται στον πυρήνα των σημερινών δοκιμασιών των κοινωνιών μας, αλλά και της αμερικανικής ισχύος που πλέον μοιάζει να αμφισβητείται.

Μετάβαση στο περιεχόμενο