Τι μας αρέσει

Τέλος της αφθονίας ή τέλος των ψευδαισθήσεων; | Αλεξάνδρα Κορωναίου

Αλεξάνδρα Κορωναίου | ΕΦΣΥΝ

«H ένδοξη τριακονταετία ή η αθέατη επανάσταση» («Les Trente Glorieuses ou la révolution invisible, 1945-1975») είναι ένα παλαιό αλλά εμβληματικό βιβλίο του Ζαν Φουραστιέ, το οποίο αποτύπωνε τις ιστορικές διεργασίες που, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οδήγησαν τις βιομηχανικές κοινωνίες σε μια άνευ προηγουμένου οικονομική ανάπτυξη.

Συμβολικά αναφέρουμε ορισμένες από τις μεταμορφώσεις που σημάδεψαν τη λεγόμενη «εποχή της αφθονίας» όχι μόνο στη Γαλλία αλλά σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες: άνοδος του βιοτικού επιπέδου και έκρηξη της μαζικής κατανάλωσης, πλήρης απασχόληση και κράτος πρόνοιας, ελεύθερος χρόνος και κοινωνία του θεάματος, αντισυλληπτικό χάπι και δυναμική παρουσία των γυναικών στην αγορά εργασίας, ανάδυση νέων ατομικών και συλλογικών ταυτοτήτων με έμφαση στην υποκειμενικότητα, την αναζήτηση της αιώνιας νεότητας και της προσωπικής ευτυχίας.

Μισό αιώνα μετά, οι ηγέτες των νεοφιλελεύθερων κοινωνιών αναγγέλλουν «το τέλος της αφθονίας» σε ολόκληρη την Ευρώπη (βλ. τη χαρακτηριστική ομιλία του Εμανουέλ Μακρόν στο υπουργικό συμβούλιο, 24/8/2022). Στην Ελλάδα, ο Αδωνις Γεωργιάδης προαναγγέλλει τον «πιο δύσκολο χειμώνα μετά το 1942», καλώντας τον λαό να εφεύρει «έξυπνες» λύσεις -υποθέτω ξυλόσομπες, μαγκάλια κ.ά.- για να μην παγώσει. Συγχρόνως, με μια εμφανή εναρμόνιση δηλώσεων και συμπαραδηλώσεων, οι υπεύθυνοι των νεοφιλελεύθερων πολιτικών επαναλαμβάνουν μονότονα το αφήγημα του πραγματικά οδυνηρού πολέμου με τη Ρωσία του Πούτιν ως την αποκλειστική, εξωγενή και παγκόσμια, αιτία της νέας κρίσης.

Ωστόσο, οι κοινωνίες της αφθονίας ούτε ένδοξες ούτε απαλλαγμένες στερήσεων και ανισοτήτων ήταν για τους πολλούς. Παράδειγμα, ο κραυγαλέος πλουτισμός των λεγόμενων golden boys, ο μισθός των οποίων ήταν ήδη 35 φορές υψηλότερος από τον μέσο μισθό των υπαλλήλων τους στη δεκαετία του ‘80.

Οι απλοί εργαζόμενοι και απασχολούμενοι δεν περίμεναν την ενεργειακή κρίση για να ανακαλύψουν την απορρύθμιση της εργασίας και τις επιπτώσεις της φτώχειας, της ανασφάλειας και της κοινωνικής απόγνωσης που, σε συνδυασμό με την πανδημία, επιδείνωσαν όλους τους δείκτες της σωματικής και ψυχικής υγείας τους. Ηδη, από την όχι και τόσο μακρινή περίοδο της λιτότητας και παρά την προπαγάνδα των μέσων ενημέρωσης, οι πολλοί γνωρίζουν πως, σε περιόδους αλλεπάλληλων κρίσεων, οι πλούσιοι χρησιμοποιούν όλα τα θεμιτά και αθέμιτα μέσα ώστε να γίνονται πλουσιότεροι, όταν οι ίδιοι παραμένουν στάσιμοι ή γίνονται φτωχότεροι.

Από αυτή τη σκοπιά, θα περίμενε κανείς το τέλος της αφθονίας να σημάνει το τέλος των ψευδαισθήσεων για τα αδύναμα κοινωνικά στρώματα. Ωστόσο, το «έθος» της εσωτερίκευσης των ανισοτήτων ως προσωπικής υπόθεσης επιβεβαιώνει πόσο μακρύς και δύσβατος είναι ο δρόμος της κοινωνικής αλλαγής, όταν μάλιστα τις κοινωνίες στοιχειώνει ο εφιάλτης μιας απόλυτης καταστροφής. Ενας εφιάλτης που δεκαετίες τώρα κυοφορείται από τη ληστρική εκμετάλλευση και σπατάλη των φυσικών πόρων, την ακραία εμπορευματοποίηση και την καταστροφική ιδιωτικοποίηση των πάντων, ακόμα και του ανθρώπου.

Σε λίγες μέρες ο πρωθυπουργός της χώρας, ο οποίος φέρει ακέραια την ευθύνη της απαξίωσης των δημοκρατικών θεσμών και ελευθεριών, θα διαμηνύσει την ανάγκη πολιτικής σταθερότητας για την αντιμετώπιση των κρίσεων και των διεθνών αναταραχών. Οπως γράφεται, στην ομιλία του στη ΔΕΘ θα επιχειρήσει να πείσει τον ελληνικό λαό πως αυτός και μόνο αυτός, ο ανέμελος, είναι ο αξιόπιστος εγγυητής της πολιτικής και κοινωνικής σταθερότητας και συνοχής.

Υποθέτω ακόμα πως παλιά και νέα μέτρα «ανακούφισης» από τα δεινά θα αρχίσουν να πέφτουν σαν φθινοπωρινή καταιγίδα στα κεφάλια μας: επιταγές κατά της ακρίβειας, στεγαστικές διευκολύνσεις, αυξήσεις συντάξεων και επιδομάτων, fuel pass 2 και 3 και 4 κ.ο.κ. Πάντα με το βλέμμα στραμμένο στους πιο αδύναμους και ευάλωτους.

Το μόνο πράγμα που δεν θα κάνει ο κ. Μητσοτάκης είναι να στρέψει το βλέμμα στους υπερπλούσιους φίλους του απαιτώντας να βάλουν τέλος στις αδηφάγους οικονομικές και οικολογικές πρακτικές τους, φορολογώντας πραγματικά τα προκλητικά υπερκέρδη τους εν μέσω πανδημίας και πολέμου, ώστε να μην επιβαρυνθούν οι συνήθεις κοινωνικές ομάδες με επιπλέον θυσίες.

Δυστυχώς, το τέλος της αφθονίας δεν φαίνεται να σημαίνει, προς το παρόν, το τέλος της νεοφιλελεύθερης αυταπάτης και την αρχή μιας άλλης σχέσης με τη φύση, τους εαυτούς μας και τους άλλους. Πολύ περισσότερο που στον τόπο μας μοιάζει να συμπίπτει με την επινόηση αυταρχικών ιδεολογημάτων και πολιτικών πράξεων σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής.

Για τούτο, οι αγώνες για να πείσουμε πως ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός, είναι μακράς πνοής. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο κόσμος των ολίγων, της πραγματικής και συμβολικής βίας, δεν μπορεί να συνεχίσει επί μακρόν να βυθίζει το κοινωνικό σώμα στον φόβο και στην αγωνία μετατρέποντας τα όνειρα των ανθρώπων σε εφιάλτες.

* καθηγήτρια Κοινωνιολογίας, πρώην κοσμήτορας Παντείου Πανεπιστημίου

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ