Συμβουλευτικό σώμα
Γιάνης Βαρουφάκης
Η οπτική του Γιάνη για τον μετακαπιταλισμό. – Συνεισφορά στο mέta.
Κοιτάζοντας πέρα από τον καπιταλισμό
Η διεθνής κατάσταση άλλαξε ριζικά μετά το 2008, τη χρονιά που το δυτικό χρηματοπιστωτικό σύστημα κατέρρευσε. Μετά από 25 χρόνια χρηματιστικοποίησης, υπό τον ιδεολογικό μανδύα του νεοφιλελευθερισμού, ο παγκόσμιος καπιταλισμός υπέστη έναν «σπασμό» αντίστοιχο του 1929 που σχεδόν τον γονάτισε. Η άμεση αντίδραση ήταν να χρησιμοποιήσουν τα νομισματοκοπεία των κεντρικών τραπεζών αλλά και να μεταφέρουν απώλειες τραπεζών στις εργατικές και τις μεσαίες τάξεις (μέσω δανείων bailout), ώστε να ανακάμψουν χρηματοπιστωτικά συστήματα και αγορές. Αυτός ο συνδυασμός σοσιαλισμού για τους λίγους του χρηματοπιστωτικού τομέα και σκληρής λιτότητας για τις μάζες έκανε δύο πράγματα:
Πρώτον, προκάλεσε ύφεση των πραγματικών επενδύσεων παγκοσμίως (εφόσον οι εταιρείες έβλεπαν ότι οι μάζες είχαν λίγα να διαθέσουν σε νέα αγαθά και υπηρεσίες), προκαλώντας έτσι ένα τεράστιο χάσμα ανάμεσα (α) στις πραγματικές επενδύσεις και (β) το διαθέσιμο χρήμα και τις καταθέσεις (ενισχυμένα κατά πολύ από την εκτύπωση χρήματος). Το αποτέλεσμα ήταν: δυσαρέσκεια για τους πολλούς και εξωφρενικά πλούτη για τους πολύ λίγους.
Δεύτερον, οδήγησε αρχικά σε εξεγέρσεις προοδευτικών (από τους Indignados στην Ισπανία και τους Αγανακτισμένους στην Ελλάδα έως το κίνημα Occupy Wall Street και διάφορες αριστερόστροφες δυνάμεις στη Λατινική Αμερική), τις οποίες όμως το Κατεστημένο διαχειρίστηκε πολύ αποτελεσματικά, είτε άμεσα (π.χ. εξόντωση της Ελληνικής Άνοιξης το 2015) είτε έμμεσα, μέσω της στασιμότητας του παγκόσμιου καπιταλισμού (π.χ. αποδυνάμωση των αριστερών κυβερνήσεων της Λατινικής Αμερικής, καθώς η κινεζική ζήτηση για τις εξαγωγές τους κατέρρευσε εξαιτίας της ανισορροπίας ανάμεσα στα παγκόσμια οικονομικά αποθέματα και τις παγκόσμιες επενδύσεις.)
Βέβαια, το πρώτο έργο δεν τελειώνει. Αναλογιστείτε τι συνέβη στις 12 Αυγούστου του 2020, την ημέρα που γνωστοποιήθηκε η είδηση πως η βρετανική οικονομία υπέστη το μεγαλύτερο πλήγμα που έχει ως τώρα υποστεί. Το Χρηματιστήριο του Λονδίνου εκτοξεύθηκε πάνω από 2%! Τίποτα συγκρίσιμο δεν είχε ποτέ ξανασυμβεί. Παρόμοιες εξελίξεις παρουσιάστηκαν και στη Wall Street, στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η ερμηνεία μου είναι πως όταν ο Covid-19 συνάντησε την τεραστίων διαστάσεων φούσκα με την οποία οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες δημιουργούν εταιρείες και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα φαντάσματα (μόνο κατ’ επίφαση ζωντανά) από το 2008, οι χρηματοοικονομικές αγορές επιτέλους διαχωρίστηκαν από την υποβόσκουσα καπιταλιστική οικονομία, αναγκάζοντας τον καπιταλισμό να εξελιχθεί ύπουλα σε έναν αποκρουστικό μετακαπιταλισμό – φυσικά όχι τον μετακαπιταλισμό τον οποίο κάποτε οραματίζονταν πεπεισμένοι σοσιαλιστές.
Χρειάζεται να λάβουμε σοβαρά υπόψιν το ενδεχόμενο να μην αξίζει απλά να αποδομηθεί ο καπιταλισμός, αλλά, πιο επιτακτικά, πως ο καπιταλισμός έχει ήδη αυτο-υπονομευθεί. Είναι κρίσιμο να φανταστούμε πως θα μπορούσε να είναι ένας μετακαπιταλιστικός κόσμος.
Για να είναι ελκυστικός, θα διέθετε αγορές για αγαθά και υπηρεσίες, αφού η εναλλακτική —ένα σοβιετικού τύπου σύστημα διανομής που παρέχει αυθαίρετη εξουσία στους χειρότερους γραφειοκράτες— είναι τόσο μίζερη που δε χωράει στα λόγια. Αλλά για να είναι ανθεκτική σε κρίσεις, υπάρχει μία αγορά την οποία ο σοσιαλισμός της αγοράς δεν μπορεί να υποστηρίξει: την αγορά εργασίας. Γιατί; Διότι, από τη στιγμή που ο χρόνος εργασίας έχει τιμή ενοικίασης, ο μηχανισμός της αγοράς την ωθεί αμείλικτα προς τα κάτω, εμπορευματοποιώντας παράλληλα κάθε διάσταση της εργασίας (και στην εποχή του Facebook, ακόμη και του ελεύθερου χρόνου μας). Όσο μεγαλύτερη είναι η επιτυχία του συστήματος ως προς αυτό, τόσο μικρότερη είναι η ανταλλακτική αξία κάθε μονάδας που παράγει, τόσο επίσης μικρότερος ο μέσος συντελεστής κέρδους και τελικά τόσο πιο κοντά η επόμενη συστημική κρίση.
Μπορεί μια προηγμένη κοινωνία να λειτουργήσει χωρίς αγορές εργασίας; Φυσικά και μπορεί. Σκεφτείτε την βασική αρχή: ένας εργαζόμενος — ένα μέρισμα — μία ψήφος. Η τροποποίηση της εργατικής νομοθεσίας ώστε να μετατραπεί κάθε εργαζόμενος σε ίσο (αν και όχι εξίσου αμειβόμενο) εταίρο, μέσω απόδοσης στον καθένα μιας μη ανταλλάξιμης ψήφου (ένας άνθρωπος, ένα μέρισμα, μία ψήφος) είναι τόσο ριζοσπαστική σήμερα όσο ήταν το παγκόσμιο καθολικό δικαίωμα ψήφου τον 19ο αιώνα.
Παρέχοντας στους εργαζόμενος-συνέταιρους το δικαίωμα να ψηφίζουν στις γενικές συνελεύσεις των εταιρειών, μία ιδέα που προτάθηκε από τους πρώτους αναρχοσυνδικαλιστές, τερματίζεται η διαφοροποίηση μεταξύ μισθών και κερδών και επιτέλους εισάγεται δημοκρατία στο χώρο εργασίας — με τα νέα ψηφιακά συμμετοχικά εργαλεία έτοιμα να αφαιρέσουν όλα τα εμπόδια που διαφορετικά θα παρακώλυαν την προοπτική μιας δημοκρατικής επιχειρηματικο-συνδικαλιστικής επιχείρησης. Εκτός από τον εκδημοκρατισμό των επιχειρήσεων, θα έφερνε και το τέλος των μετοχών και θα τερμάτιζε την ανάγκη για τεράστιο χρέος για τη χρηματοδότηση των συγχωνεύσεων και των εξαγορών.
Ήδη μερικές Κεντρικές Τράπεζες σκέφτονται να παράσχουν σε κάθε ενήλικα έναν δωρεάν τραπεζικό λογαριασμό. Αν αυτό συμβεί σε μια κοινωνία χωρίς αγορές μετοχών, γιατί να ήθελε κάποιος έναν λογαριασμό σε μία ιδιωτική τράπεζα; Με το που θα εξαφανιστούν η προσωπική τραπεζική και η μόχλευση χρέους που συνδέεται με τις αγορές μετοχών, εξαφανίζεται και η εμπορική τραπεζική. H Goldman Sachs και οι συναφείς εταιρείες εξαφανίζονται, χωρίς καν την ανάγκη να τις απαγορεύσουμε τη λειτουργία τους.
Τι θα γινόταν αν πηγαίναμε αυτήν την ιδέα παραπέρα, προτείνοντας η Κεντρική Τράπεζα να πιστώνει κάθε τέτοιο λογαριασμό με ένα σταθερό μηνιαίο μισθό (ένα παγκόσμιο βασικό μέρισμα); Καθώς ο καθένας θα χρησιμοποιούσε το λογαριασμό του στην Κεντρική Τράπεζα για να κάνει τις εγχώριες πληρωμές, τα περισσότερα από τα χρήματα που θα εξέδιδε η κεντρική τράπεζα θα μεταφέρονταν εντός των λογιστικών της βιβλίων. Επιπλέον, η κεντρική τράπεζα μπορεί να παρέχει σε όλα τα νεογέννητα έναν αποταμιευτικό λογαριασμό, με δυνατότητα χρήσης άμα τη ενηλικιώσει.
Επομένως, τα άτομα θα λάμβαναν δύο είδη εισοδήματος: τα μερίσματα πιστωμένα στον λογαριασμό τους στην κεντρική τράπεζα και εισοδήματα από την εργασία σε μια συνδικαλιστική επιχείρηση. Κανένα δε χρειάζεται να φορολογείται — τέλος οι φόροι εισοδήματος και κατανάλωσης (ΦΠΑ). Αντ’ αυτών, τρία είδη φόρων χρηματοδοτούν αυτού του είδους την κυβέρνηση. Ένας φόρος 5% στα καθαρά έσοδα των συνδικαλιστικών εταιρειών. Ένας φόρος διοξειδίου του άνθρακα. Και εισπράξεις από τη μίσθωση γης (η οποία ανήκει ολοκληρωτικά στην κοινότητα) για ιδιωτική, χρονικά περιορισμένη, χρήση.
Μόλις ενστερνιστούμε αυτή την αρχή, προκύπτει σχεδόν αβίαστα ένα σχέδιο για μια σοσιαλιστική αγορά. Απαλλαγμένοι από την εταιρική δύναμη, απελευθερωμένοι από την αναξιοπρέπεια που επιβάλλεται στους άπορους από το κράτος πρόνοιας και αποδεσμευμένοι από την τυραννία της διελκυστίνδας κέρδη-μισθοί, τα άτομα και οι κοινότητες μπορούν να αρχίσουν να οραματίζονται νέους τρόπους αξιοποίησης των ταλέντων και της δημιουργικότητάς τους.
Όσον αφορά την κλιματική αλλαγή, ξέρουμε τι πρέπει να κάνουμε. Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας πρέπει να μετατοπιστεί μαζικά από τα ορυκτά καύσιμα στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, κυρίως στην αιολική και στην ηλιακή ενέργεια. Οι χερσαίες μεταφορές πρέπει να ηλεκτροδοτούνται ενώ οι αεροπορικές μεταφορές και η ναυτιλία πρέπει να στραφούν σε νέα καύσιμα μηδενικών εκπομπών άνθρακα (π.χ. υδρογόνο). Η παραγωγή κρέατος πρέπει να μειωθεί σημαντικά, με μεγαλύτερη έμφαση στις βιολογικές φυτικές καλλιέργειες. Τα αυστηρά όρια στη φυσική ανάπτυξη (από τοξίνες έως τσιμέντο) είναι κρίσιμης σημασίας.
Όλα αυτά απλώς περιγράφουν μερικά από τα στοιχεία ενός μετακαπιταλισμού για τον οποίο αξίζει κανείς να αγωνιστεί και στον οποίο αξίζει κανείς να ζήσει. Όπως και μια διέξοδο από τον δυστοπικό μετακαπιταλισμό που ειδάλλως μας αναμένει.
Ο Γιάνης Βαρουφάκης είναι βουλευτής του ελληνικού κοινοβουλίου, γραμματέας του ΜέΡΑ25 και καθηγητής οικονομικής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Είναι συν-ιδρυτής του κινήματος DiEM25, μέλος του Συμβουλίου της Προοδευτικής Διεθνούς και πρώην υπουργός οικονομικών της Ελλάδας. Συγγραφέας πολλών βιβλίων, συμπεριλαμβανομένου και του μετακαπιταλιστικού πολιτικού μυθιστορήματος Another Now, καθώς και των Ανίκητοι Ηττημένοι, Η Αρπαγή της Ευρώπης και Ο Παγκόσμιος Μινώταυρος.